ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΘΑΚΗ*
Οι “αγορές είναι ηλίθιες”. Αλλά οι πολιτικές επιλογές είναι ίσως οριακά “πιο ηλίθιες”. Το θέμα είναι ότι τα δύο αυτά πεδία συνδέονται απόλυτα. Οι αγορές εντόπισαν το ελληνικό, ιρλανδικό, πορτογαλικό, ισπανικό, ιταλικό “πρόβλημα” και, όπως κάνουν συνήθως οι χρηματιστηριακές αγορές, το “διόγκωσαν”. Όπως έκαναν με τις μετοχές, τα σπίτια, την τεχνολογία και τόσα άλλα αντικείμενα με τα οποία ασχολήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν. Στην καλή περίοδο τα διογκώνουν “προς τα πάνω”, στην κακή περίοδο τα διογκώνουν “προς τα κάτω”.
Οι πολιτικές επιλογές αφορούν σε πιο σημαντικά πράγματα. Αφορούν στη διαχείριση των οικονομικών υποθέσεων μέσω της ρύθμισης των καθοριστικών παραμέτρων. Της προσφοράς χρήματος (κεντρικές τράπεζες), της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών (που είναι το 50% του ΑΕΠ στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες), της ρύθμισης των μισθών, στην κινητοποίηση της οικονομίας προς επιθυμητές κατευθύνσεις (μέσω των δημοσίων επενδύσεων, των υποδομών, της κοινωνικής πολιτικής, κ.λπ.).
Η “διαχείριση της κρίσης” είναι το επίμαχο θέμα των ημερών μας και ειδικά η διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη εν μέσω μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, σε συνάρτηση δηλαδή με τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τις αναδυόμενες οικονομίες. Για τις αγορές, η πολιτική διαχείρισης της κρίσης μετατράπηκε σε ένα νέο δυναμικό πεδίο κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων. Αυτό ούτε πρωτοφανές είναι ούτε πρωτόγνωρο. Αυτή η διαχείριση δοκιμάζεται πάνω στις αγοροπωλησίες των νομισμάτων. Ευρώ έναντι δολαρίου κ.ο.κ. Για τις αγορές, όλα συνδέονται με όλα.
Η κρίση στην Ευρωζώνη ξεκίνησε από την Περιφέρεια, τώρα μεταφέρεται στο Κέντρο, αύριο στην ίδια την καρδιά της Ευρωζώνης, τη Γερμανία. Τις τελευταίες εβδομάδες η απόδοση των γερμανικών ομολόγων ανέβηκε από 2,4 σε 3% και αυτό “κτύπησε καμπανάκι”. Όλοι γνωρίζουν ότι η Γερμανία βρίσκεται παγιδευμένη σε μια κατάσταση στην οποία, σε κάθε περίπτωση, το “κόστος αυξάνεται”. Είτε πληρώνοντας τη διάσωση των ανισορροπιών στο σημερινό σύστημα της Ευρωζώνης είτε φέροντας το βάρος της επιτάχυνσης των προβλημάτων.
Το ευρώ δημιούργησε “πλασματικό πλούτο” στην Περιφέρεια, δημιούργησε καταναλωτικές αγορές και φούσκες γύρω από τα στεγαστικά, αλλά ταυτόχρονα διευκόλυνε και εν μέρει δημιούργησε τα “γερμανικά πλεονάσματα”. Μήπως τα “γερμανικά πλεονάσματα” είναι η επόμενη φούσκα που θα σκάσει; Κάθε μείωση της τιμής του δολαρίου επηρεάζει άμεσα, σχεδόν αυτόματα, τις γερμανικές εξαγωγές. Και η “επιστροφή στο μάρκο” θα οδηγούσε σε κατάρρευση τη Γερμανία, καθώς οι τράπεζες θα έμεναν έκθετες, ενώ ένα πολύ “σκληρό μάρκο” θα διέλυε τις επιδόσεις της οικονομίας. Συνεπώς, η Γερμανία καλείται να υπερασπιστεί ένα ευρώ που θα πρέπει να έχει σχετικά σταθερή σχέση με το δολάριο (γύρω στο 1,3), άρα ένα ευρώ με διαχειρίσιμα “προβλήματα”, χωρίς όμως να οδηγείται ούτε σε ριζικές λύσεις (μεγάλο κόστος για τη Γερμανία) ούτε σε διάλυση της Ευρωζώνης.
Σε αυτήν την πραγματικότητα η “άριστη λύση” είναι διατυπωμένη από την αριστερά εδώ και δύο χρόνια. Υπάρχει διατυπωμένη σε διάφορες εκδοχές από τους Ευρωπαίους Αριστερούς Οικονομολόγους, από την Ένωση των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, και πληθώρα οικονομολόγων. Πρόσφατα διατυπώθηκε και από τη γνωστή πρόταση Γιούνκερ και Τρεμόντι: Η έκδοση ευρωομολόγου και η δημιουργία μηχανισμού κοινής διαχείρισης του χρέους. Αυτό θα απορροφούσε μέρος του εθνικού χρέους (οι αριστεροί πρότειναν 60%, ο Γιούνκερ προτείνει 40%) και θα περιόριζε τον ρόλο των αγορών στις τρέχουσες επιθέσεις σε χώρες. Ταυτόχρονα, θα εξομάλυνε την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους και, κυρίως, θα αποκαθιστούσε τη ροή χρηματοδότησης των οικονομιών. Δεν θα απαντούσε φυσικά στο δημοσιονομικό ζήτημα, από την άποψη “κοινών κανόνων” που θα πρέπει να ακολουθούν όλοι (αν και οι αποκλίσεις είναι ενδεδειγμένες), ούτε στο πρόβλημα των μελλοντικών ανισορροπιών (που απαιτεί μεγάλο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό). Εξάλλου, το ευρωομόλογο είναι ένα από τα μέτρα που είχαν προταθεί· χρειάζονται και άλλα.
Σήμερα οι λύσεις είναι τρεις. Πρώτον, ενίσχυση του μηχανισμού στήριξης από 850 δισ. σε 2 τρισ. Δεύτερον, επαναδιαπραγμάτευση των όρων αποπληρωμής των ομολόγων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (πέρα από την επιμήκυνση των 110 δισ., έχει και 100 δισ. του κανονικού ελληνικού χρέους στα χέρια της). Τρίτον, έκδοση ευρωομολόγου. Κάθε μία έχει διάφορα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Χωρίς την ενεργοποίηση κάποιας, η Ευρωζώνη θα διαλυθεί. Δεν είναι βιώσιμη. Οι αγορές θα ποντάρουν στη διάλυσή της. Τελικά η πιο “φθηνή λύση” για τη Γερμανία ίσως αποδειχθεί το ευρωομόλογο. Μόνο που αυτό θα αποφασιστεί τον Ιανουάριο ή μάλλον τον Μάρτιο.
Μέχρι τότε το σκηνικό δεν θα αλλάξει. Οι μνημονιακές πολιτικές στην περιφέρεια θα δοκιμάζουν τις αντοχές του κόσμου της εργασίας και θα συνθλίβουν τις οικονομίες τους. Οι οικονομίες της Γαλλίας και της Γερμανίας θα βλέπουν την απειλή των αγορών να κλιμακώνεται. Μέρος των αγορών θα “σορτάρει”, μαζί με την Παπαρήγα, στην πιθανή “παύση πληρωμών” και την “ελεγχόμενη χρεωκοπία”, ενώ άλλες θα “σορτάρουν” στη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης. Οι αγορές θα ποντάρουν με τον γνωστό “ηλίθιο τρόπο” που διαθέτουν στην έκταση της “πολιτικής μυωπίας” των σημερινών “πολιτικών ηγεσιών” της Ευρωζώνης.
*Ο Γ. Σταθάκης διδάσκει Πολιτική Οικονομία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.