Του Μπάμπη Παπαναγιώτου
Σε ριζική αλλαγή της στάσης του υποχρεώνεται το ΠΑΣΟΚ εν όψει των επικείμενων εκλογών και λόγω της δημοσκοπικής κατάρρευσης που αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις. Κι έτσι, από εκεί που πήγαινε προς τις κάλπες «χαλαρά», καμαρωτό και με περίσσευμα πολιτικού σνομπισμού, τώρα δεν μπορεί να κρύψει την αγωνία του, που αγγίζει τα όρια του πολιτικού πανικού. Το αποτέλεσμα είναι να αναγκάζεται να καταφύγει στην πόλωση και την οξύτητα, στην προσπάθειά του να «γυρίσει το χαρτί», έστω την τελευταία στιγμή.
Οι δυο εβδομάδες που απομένουν ως τις εκλογές δεν είναι μικρός πολιτικός χρόνος, ώστε να προεξοφληθεί η αποτυχία του εγχειρήματος. Ωστόσο, είναι προφανές ότι το κυβερνών κόμμα έχει να ξεπεράσει ένα σημαντικό χάντικαπ, χωρίς να έχει σύμμαχό του ούτε την πολιτική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε ερήμην του για τις επικείμενες εκλογές ούτε το χρόνο.
Είναι προφανές ότι το Μέγαρο Μαξίμου και η Ιπποκράτους, ως πολύ πρόσφατα, αντιμετώπιζαν υποτιμητικά τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου. Μπορεί να καμάρωναν τον «Καλλικράτη», αλλά δεν μπορούσαν να κρύψουν ότι θα ήθελαν «να τελειώνουν» γρήγορα και αθόρυβα με αυτές τις εκλογές, ώστε να επιστρέψουν στο αγαπημένο τους business us usual. Μέχρι που μια πρωία διαπίστωσαν ότι η ατζέντα των εκλογών όχι μόνο δεν ήταν η επιθυμητή, αλλά την είχε διαμορφώσει και κάποιος άλλος.
Αιφνιδίως οι αυτοδιοικητικές εκλογές έτειναν -και τείνουν- να γίνουν ό,τι δεν ήθελε περισσότερο η κυβέρνηση: ένα ιδιότυπο δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του μνημονίου. Μια αναμέτρηση, δηλαδή, στην οποία κύριος -αν όχι αποκλειστικός- κρινόμενος είναι η κυβερνητική πολιτική. Από τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι οι υποστηρικτές της πολιτικής της λιγοστεύουν, κυρίως υπό την πίεση της αυξανόμενης αμφισβήτησης της μοναδικότητας του συγκεκριμένου μνημονίου ως λύσης για την αποφυγή της χρεοκοπίας, εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια του πανικού.
Και δικαίως, διότι ξαφνικά αυτές οι εκλογές, που δεν παύουν να είναι εκλογές για την Αυτοδιοίκηση, δημιουργούν ένα σοβαρό διακύβευμα για την κυβέρνηση: Κινδυνεύει την επαύριον των εκλογών να εμφανιστεί ενώπιον των διεθνών συνομιλητών της σχεδόν σαν το «γυμνό βασιλιά». Και από κει που είχε εμπεδώσει την εικόνα του μοναδικού παίκτη και του αδιαμφισβήτητου κυρίαρχου στην εσωτερική πολιτική σκηνή, να κινδυνεύει τώρα να μοιάσει στη φίρμα που ανέβηκε με περισσή αυτοπεποίθηση στη σκηνή για να αποθεωθεί, αλλά εισέπραξε γιούχα και αποδοκιμασίες…
Κινδυνεύει όμως, εφόσον δεν αλλάξουν οι τάσεις που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, και από κάτι άλλο, ίσως πολύ πιο σοβαρό: ένα ενδεχόμενο δυσμενές αποτέλεσμα να ανοίξει το καπάκι του καζανιού στο οποίο «βράζει» ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο θα έχει μια διπλή συνέπεια: Αφενός μπορεί να σημάνει την επανέναρξη των μαζικών και δυναμικών κινητοποιήσεων που διεκόπησαν βιαίως με τη δολοφονία των εργαζομένων της Marfin και αφετέρου θ’ αποδυναμώσει το ισχυρότερο επιχείρημα που προβάλλει η κυβέρνηση. Οτι δηλαδή, παρότι τα μέτρα είναι σκληρά, έχουν και την ανοχή και τη σιωπηλή υποστήριξη των περισσοτέρων.
Είναι προφανές ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αλλάζει δραστικά και η εικόνα και η ουσία του πολιτικού παιγνίου εν Ελλάδι. Αυτό που μένει ν’ αποδειχθεί στις 15 ημέρες που απομένουν ως τις εκλογές είναι αν το πολωτικό δίλημμα που θέτει πλέον ο Γιώργος Παπανδρέου («ή προχωράμε στις μεταρρυθμίσεις ή πάμε σε ανεξέλεγκτη κρίση και χρεοκοπία») θα πιάσει τόπο ή απλώς θα μεγαλώσει το μέγεθος της πολιτικής ήττας του κυβερνώντος κόμματος…
ΕΛ. ΤΥΠΟΣ
Σε ριζική αλλαγή της στάσης του υποχρεώνεται το ΠΑΣΟΚ εν όψει των επικείμενων εκλογών και λόγω της δημοσκοπικής κατάρρευσης που αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις. Κι έτσι, από εκεί που πήγαινε προς τις κάλπες «χαλαρά», καμαρωτό και με περίσσευμα πολιτικού σνομπισμού, τώρα δεν μπορεί να κρύψει την αγωνία του, που αγγίζει τα όρια του πολιτικού πανικού. Το αποτέλεσμα είναι να αναγκάζεται να καταφύγει στην πόλωση και την οξύτητα, στην προσπάθειά του να «γυρίσει το χαρτί», έστω την τελευταία στιγμή.
Οι δυο εβδομάδες που απομένουν ως τις εκλογές δεν είναι μικρός πολιτικός χρόνος, ώστε να προεξοφληθεί η αποτυχία του εγχειρήματος. Ωστόσο, είναι προφανές ότι το κυβερνών κόμμα έχει να ξεπεράσει ένα σημαντικό χάντικαπ, χωρίς να έχει σύμμαχό του ούτε την πολιτική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε ερήμην του για τις επικείμενες εκλογές ούτε το χρόνο.
Είναι προφανές ότι το Μέγαρο Μαξίμου και η Ιπποκράτους, ως πολύ πρόσφατα, αντιμετώπιζαν υποτιμητικά τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου. Μπορεί να καμάρωναν τον «Καλλικράτη», αλλά δεν μπορούσαν να κρύψουν ότι θα ήθελαν «να τελειώνουν» γρήγορα και αθόρυβα με αυτές τις εκλογές, ώστε να επιστρέψουν στο αγαπημένο τους business us usual. Μέχρι που μια πρωία διαπίστωσαν ότι η ατζέντα των εκλογών όχι μόνο δεν ήταν η επιθυμητή, αλλά την είχε διαμορφώσει και κάποιος άλλος.
Αιφνιδίως οι αυτοδιοικητικές εκλογές έτειναν -και τείνουν- να γίνουν ό,τι δεν ήθελε περισσότερο η κυβέρνηση: ένα ιδιότυπο δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του μνημονίου. Μια αναμέτρηση, δηλαδή, στην οποία κύριος -αν όχι αποκλειστικός- κρινόμενος είναι η κυβερνητική πολιτική. Από τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι οι υποστηρικτές της πολιτικής της λιγοστεύουν, κυρίως υπό την πίεση της αυξανόμενης αμφισβήτησης της μοναδικότητας του συγκεκριμένου μνημονίου ως λύσης για την αποφυγή της χρεοκοπίας, εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια του πανικού.
Και δικαίως, διότι ξαφνικά αυτές οι εκλογές, που δεν παύουν να είναι εκλογές για την Αυτοδιοίκηση, δημιουργούν ένα σοβαρό διακύβευμα για την κυβέρνηση: Κινδυνεύει την επαύριον των εκλογών να εμφανιστεί ενώπιον των διεθνών συνομιλητών της σχεδόν σαν το «γυμνό βασιλιά». Και από κει που είχε εμπεδώσει την εικόνα του μοναδικού παίκτη και του αδιαμφισβήτητου κυρίαρχου στην εσωτερική πολιτική σκηνή, να κινδυνεύει τώρα να μοιάσει στη φίρμα που ανέβηκε με περισσή αυτοπεποίθηση στη σκηνή για να αποθεωθεί, αλλά εισέπραξε γιούχα και αποδοκιμασίες…
Κινδυνεύει όμως, εφόσον δεν αλλάξουν οι τάσεις που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, και από κάτι άλλο, ίσως πολύ πιο σοβαρό: ένα ενδεχόμενο δυσμενές αποτέλεσμα να ανοίξει το καπάκι του καζανιού στο οποίο «βράζει» ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο θα έχει μια διπλή συνέπεια: Αφενός μπορεί να σημάνει την επανέναρξη των μαζικών και δυναμικών κινητοποιήσεων που διεκόπησαν βιαίως με τη δολοφονία των εργαζομένων της Marfin και αφετέρου θ’ αποδυναμώσει το ισχυρότερο επιχείρημα που προβάλλει η κυβέρνηση. Οτι δηλαδή, παρότι τα μέτρα είναι σκληρά, έχουν και την ανοχή και τη σιωπηλή υποστήριξη των περισσοτέρων.
Είναι προφανές ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο αλλάζει δραστικά και η εικόνα και η ουσία του πολιτικού παιγνίου εν Ελλάδι. Αυτό που μένει ν’ αποδειχθεί στις 15 ημέρες που απομένουν ως τις εκλογές είναι αν το πολωτικό δίλημμα που θέτει πλέον ο Γιώργος Παπανδρέου («ή προχωράμε στις μεταρρυθμίσεις ή πάμε σε ανεξέλεγκτη κρίση και χρεοκοπία») θα πιάσει τόπο ή απλώς θα μεγαλώσει το μέγεθος της πολιτικής ήττας του κυβερνώντος κόμματος…
ΕΛ. ΤΥΠΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.