ΓΙΩΡΓΟΣ
ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ
ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ
Σκηνή πρώτη: περασμένο Σάββατο, κάπου στον Πειραιά, κατά τις 11 το βράδυ, μία κυρία άνω των 60 ψάχνει στον κάδο απορριμμάτων να βρει κάτι να φάει. Φοράει καλά ρούχα –ένα μαντό και ασορτί ένα καπέλο, υπολείμματα της αστικής ανατροφής της και της τάξης που ανήκε κάποτε. Τα ρούχα, η συμπεριφορά της, αλλά και η ντροπή της έδειχναν πως δεν έψαχνε πάντα στα σκουπίδια. Φορούσε καλά ρούχα και παπούτσια. Ήταν νεόπτωχη, πρώην καλοζωισμένη, που προφανώς το μαντό και το καπέλο της, πριν δουν τον κάδο απορριμμάτων, είχαν δει κοινωνικές εκδηλώσεις, γάμους, μαζώξεις σε σπίτια φίλων, χριστουγεννιάτικα ρεβεγιόν.
Σκηνή δεύτερη: πριν έναν μήνα, κάπου στο Παγκράτι, ένας κύριος, επίσης άνω των 60 ετών, να ψάχνει στα υπολείμματα που άφησαν πίσω τους οι πωλητές της λαϊκής αγοράς που είχε φύγει, γύρω στις 4 το απόγευμα, την ώρα που τα απορριμματοφόρα και οι εργαζόμενοι στο δήμο «σκούπιζαν» τον δρόμο. Φορούσε ένα κοστούμι που, πριν μερικές δεκαετίες, θα ήταν οπωσδήποτε το «κυριακάτικό» του. Μάλλινο –παρά τη ζέστη- καλοραμμένο, που επίσης φαίνεται πως είχε συνοδεύσει τον εν λόγω κύριο σε γάμους, βαφτίσια, ταβέρνες, κοσμικές εξόδους και βεγγέρες. Ήταν κι αυτός νεόπτωχος, δεν ζούσε πάντα έτσι.
Πέντε χρόνια Μνημονίου και συνηθίσαμε στη φρίκη. Μας έγινε οικεία η εικόνα να ψάχνει στα σκουπίδια ή στα υπολείμματα της λαϊκής αγοράς ένας καθωσπρέπει κύριος ή κυρία, με τα καλά του ρούχα που του απόμειναν από παλιές, ωραίες εποχές. Που τώρα, στα στερνά του, δεν του φτάνει η σύνταξη, δεν μπορεί να ζήσει, αναγκάζεται να κάνει αυτό που δεν έκανε ποτέ.
Και δεν είναι μόνο οι νεο-κλοσάρ. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, που είχαν μία «κανονική» ζωή, χωρίς Χρηματιστήρια, ακριβά ρολόγια και ποιος ξέρει τι άλλο, αναγκάζονται να στηρίζονται σε συσσίτια δήμων και εκκλησιών για τον άρτο τον επιούσιο, στα παιδιά τους –αν έχουν δουλειά- για να ζήσουν ή τα παιδιά να στηρίζονται στους συνταξιούχους γονείς, εγκλωβισμένα στα 30 ή και τα 40 τους στο παιδικό δωμάτιο, με τις Μπάρμπι και τα στρατιωτάκια.
Αυτά τα πέντε χρόνια, οι εικόνες αυτές, κακά τα ψέματα, μας έγιναν οικείες. Όλοι έχουμε στο περιβάλλον μας ανέργους, όλοι ξέρουμε κάπου, κάπως, κάποτε –δηλαδή τώρα- μία οικογένεια ή ένα σπίτι που τα φέρνει δύσκολα βόλτα. Έρευνες έχουν δείξει ότι από την υπαγωγή της χώρας στο Μνημόνιο, οι φτωχοί έχουν γίνει φτωχότεροι –και ακραία φτωχοί πολλοί απ’ αυτούς- ενώ οι πλούσιοι έχουν γίνει πλουσιότεροι. Και οι λιγότερο τυχεροί εξ αυτών, απλώς δεν έχουν φτωχύνει. Δεν τους έχει αγγίξει η κρίση. Ο παραγόμενος και κατεχόμενος πλούτος στην ελληνική κοινωνία μετατοπίστηκε άγρια, συγκεντρώθηκε σε λιγότερα χέρια, βγήκε έξω από τη χώρα, φυλακίστηκε με ασφάλεια στην Ελβετία ή την Σιγκαπούρη, ενώ οι περισσότεροι επιχειρηματίες «βρήκαν παπά» και θάβουν 5-6, μειώνοντας αμοιβές, αυξάνοντας ώρες εργασίας, καταπατώντας θεμελιώδη δικαιώματα, «για να βγει το μαγαζί».
Όλα τα παραπάνω, και πολλά άλλα, έχουν δημιουργήσει γύρω μας μια νέα και πολυπληθή κατηγορία συμπολιτών μας, που είτε δεν ζουν, είτε δεν επιβιώνουν, είτε είναι απλώς φαντάσματα, με «παγωμένα» όνειρα και ζωές, που απλώς συναντάμε στα πεζοδρόμια, στα λεωφορεία, στο μετρό.
Με αφορμή τη συμφωνία και τα διάφορα σενάρια που διακινούνται, η «μεσαία τάξη», οι επιχειρηματίες και οι παραγωγικοί φορείς απευθύνουν κραυγή αγωνίας προς την κυβέρνηση πως όσο καθυστερεί η συμφωνία, τόσο επιδεινώνεται η θέση της χώρας. Ενώ σε όλα τα ποιοτικά ευρήματα των μετρήσεων, πολλοί εκ των πολιτών που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και ανήκουν στη λεγόμενη «μεσαία τάξη» -δηλαδή έχουν καταφέρει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να κρατήσουν το κεφάλι τους έξω από το νερό όταν το τσουνάμι της κρίσης χτυπούσε την ελληνική κοινωνία- καταδικάζουν την κυβέρνηση επειδή ενδέχεται να διατηρήσει τον ΕΝΦΙΑ ή την έκτακτη εισφορά, της καταλογίζουν αθέτηση των προεκλογικών της υποσχέσεων επειδή «δεν έσκισε το Μνημόνιο» και διότι «ετοιμάζει μία απ’ τα ίδια».
Η αντίφαση είναι ότι, ταυτόχρονα, οι ίδιοι άνθρωποι, στις ίδιες δημοσκοπήσεις, δεν περιορίζονται απλώς να δηλώσουν υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ, αλλά απαντούν καταφατικά στην απολιτική και αποπροσανατολιστική ερώτηση «ναι ή όχι στο ευρώ πάση θυσία;».
Θυσία τίνος, όμως;
Πράγματι, η Αριστερά δημιούργησε υπερβολικές προσδοκίες κατά την προεκλογική περίοδο. Και αυτό, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, συμβαίνει σε κάθε προεκλογική περίοδο με κάθε κόμμα που διεκδικεί την διακυβέρνηση της χώρας. Και, καλώς εχόντων των πραγμάτων, η παρούσα κυβέρνηση έχει άλλα 3,5 χρόνια προκειμένου να κριθεί σε βάθος τετραετίας για τις προεκλογικές της δεσμεύσεις.
Ως τότε, όμως, ορισμένα πράγματα επείγουν. Και, αφ’ ης στιγμής συμφωνούμε όλοι ότι η συμφωνία πρέπει να κλείσει «χθες» για να πάρει μπρος η οικονομία και να αρθεί, έστω εν μέρει, η αβεβαιότητα πάνω από τη χώρα, τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι λεφτά για όλους δεν υπάρχουν στην παρούσα φάση.
Συνεπώς, η «μεσαία τάξη» θα πρέπει να περιμένει. Προηγείται η κυρία με το μαντό και το ασορτί καπέλο, ο κύριος με το γκρι μάλλινο «κυριακάτικο» κοστούμι. Προηγούνται εκείνοι που κυριολεκτικά δεν έχουν να φάνε, να ζεσταθούν, να ικανοποιήσουν τις βασικές ανάγκες ενός ανθρώπου.
Και είναι θέμα κοινωνικής ευθύνης και συνείδησης το να συνειδητοποιήσει ένας πολίτης της μεσαίας τάξης πως, αφ’ ης στιγμής πλήρωνε δύσθυμα και με κόπο τεράστιους φόρους, χαράτσια, ΕΝΦΙΑ και όλα τα συμπαρομαρτούντα στο βαρέλι δίχως πάτο που δημιουργούσε η πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων, δεν χάθηκε ο κόσμος αν πιεστεί –με το κεφάλι έξω από το νερό, όπως πριν- για έναν ακόμη χρόνο, προκειμένου οι συμπολίτες μας που βρίσκονται στο περιθώριο του περιθωρίου να μπορέσουν να ζήσουν. Τουλάχιστον, η παρούσα κυβέρνηση υπόσχεται –και προς το παρόν δεν έχει λόγο να το αμφισβητήσει κανείς- ότι την ώρα που θα καλεί όσους έχουν να πληρώσουν, δε θα διαγράφει πρόστιμα φίλων, μεγαλοοφειλετών του Δημοσίου, ούτε θα ξεπουλά έναντι πινακίου φακής δημόσια περιουσία.
Και επειδή το «να τα πάρουμε από τους πλούσιους» είναι μια διαδικασία που θέλει χρόνο, αγώνα και υπομονή, σε πρώτη φάση προτεραιότητα στην ελάφρυνση έχουν αυτοί που υποφέρουν πραγματικά. Ειδάλλως, η Αριστερά θα είναι υπόλογη στο DNA της και σε όσους υποφέρουν. Σε πρώτη φάση. Γιατί, αν δεν καταφέρει σε εύλογο χρονικό διάστημα να βρει λεφτά και από τους πλούσιους, να περιορίσει την φοροδιαφυγή μέσω τριγωνικών συναλλαγών, να πατάξει λαθρεμπόριο και καρτέλ, τότε σε δεύτερο χρόνο προφανώς και θα καταστεί υπόλογη και στη μεσαία τάξη. Αλλά ως τότε, υπομονή.