Οι δύο εισαγγελείς, Σπ. Μουζακίτης και Γρ. Πεπόνης, οι οποίοι προσήλθαν για δεύτερη ημέρα στον Άρειο Πάγο και το γραφείο του εποπτεύοντα οικονομικού εισαγγελέα Νικόλα Παντελή, δεν έκαναν αναφορές τελικά σε συγκεκριμένα ονόματα μεγαλοοφειλετών, φοροφυγάδων ή άλλων υποθέσεων τις οποίες εξετάσαν αλλά σύμφωνα με νέες πληροφορίες περιορίστηκαν σε γενικές κρίσεις. Η υπόθεση εκτονώθηκε και οι δύο εισαγγελείς δήλωσαν ότι δεν θα παραιτηθούν. Το πόρισμα για τις καταγγελίες συντάσσεται και θα παραδοθεί στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εντός της ημέρας. Οι δυο εισαγγελικοί λειτουργοί κατέθεσαν στον κ. Μακρή υπόμνημα δύο σελίδων, ενώ στον γραφείο του παρέμειναν λιγότερο από 15 λεπτά.
Κατά την έξοδό τους από το γραφείο του αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι Πεπόνης και Μουζακίτης, δήλωσαν ότι «είμαστε εισαγγελείς του οικονομικού εγκλήματος και παραμένουμε στις επάλξεις», ενώ διευκρίνισαν πως ότι ήταν να πουν το είπαν στο υπόμνημα τους που κατέθεσαν στον κ. Μακρή.
Κατά την έξοδό τους από το γραφείο του αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι Πεπόνης και Μουζακίτης, δήλωσαν ότι «είμαστε εισαγγελείς του οικονομικού εγκλήματος και παραμένουμε στις επάλξεις», ενώ διευκρίνισαν πως ότι ήταν να πουν το είπαν στο υπόμνημα τους που κατέθεσαν στον κ. Μακρή.
Η βασική τους ένσταση αφορούσε τη ρύθμιση Βενιζέλου που έφθασε στα γραφεία τους στο ΣΔΟΕ την περασμένη Τρίτη, αργά το απόγευμα και την οποία θεωρούν ως απαρχή της απαξίωσης της δουλειάς τους και των διαδικασιών της έρευνας.
Η ρύθμιση αυτή, που είχε ως άμεση συνέπεια την κατάργησή τους, αφού ανέθετε την αρμοδιότητα του οικονομικού εισαγγελέα σε ανώτατο εισαγγελικό επίπεδο, σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, λειτούργησε ως πυροκροτητής στις εξελίξεις, όπως αναφέρθηκε, καθώς οι οικονομικοί εισαγγελείς την εξέλαβαν ως προσπάθεια απαξίωσής τους και παρεμπόδισής του έργου τους.
Παράλληλα οι δύο εισαγγελείς μίλησαν και για άρνηση κρατικών υπηρεσιών να τους παράσχουν στοιχεία για την έρευνα συγκεκριμένων υποθέσεων ενώ φάνηκαν πρόθυμοι να αποκαλύψουν ονόματα και διευθύνσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι χθες κατά τη διάρκεια της δίωρης άτυπης ενημέρωσης που παρείχαν στο Ανώτατο Δικαστήριο είχαν πει τα ονόματα ενώ ο Πεπόνης εξερχόμενος του Αρείου Πάγου σε σχετική ερώτηση απάντησε«Μακάρι να μας ζητήσουν ονόματα».
Οι δύο οικονομικοί εισαγγελείς, στο πλαίσιο της κατάθεσής τους καλούνται από τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Φώτη Μακρή, ο οποίος -κατόπιν εντολής του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τέντε- έχει αναλάβει την έρευνα για τους λόγους που οδήγησαν τους δύο εισαγγελείς Εφετών στο να υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους, να απαντήσουν σε τρία βασικά ερωτήματα:
1) Ποιά είναι τα τυχόν εμπόδια που συνάντησαν στο έργο τους ως οικονομικοί εισαγγελείς,
2) Σε ποιές από όλες τις υποθέσεις που χειρίζονται συνάντησαν προσκόμματα και
3) Τι εννοούν στην επιστολή παραίτησης τους όταν αναφέρουν ότι "δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ' υπαγόρευση, πολλώ μάλλον δε δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε ένα άλλοθι και μία θεσμική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος".
Υπόμνημα χωρίς ονόματα
Στο δισέλιδο υπόμνημα που κατέθεσαν οι κύριοι Μουζακίτης και Πεπόνης εμμένουν στον καταγγελτικό τόνο της επιστολής τους λέγοντας ωστόσο ότι «δεν θα εκτραπούμε από τον προεκτειθέμενο ουσιώδη πυρήνα της ενέργειάς μας και δεν θα χαθούμε σε δυσώδεις ατραπούς ονοματολογίας αναλισκώμενοι σε ενασχόληση με το αυτονόητο και πασίδηλο δυστυχώς της νεοελληνικής πραγματικότητας».
Οι οικονομικοί εισαγγελείς προσθέτουν ότι «δεν έχει άλλωστε νόημα να επικεντρωθούμε και να εστιάσουμε σε κάτι που ναι μεν συμβαίνει και είναι γνωστό σε όλους ότι συμβαίνει, ουδόλως όμως αυτό επηρεάζει στην δικαστική, υπηρεσιακή μας αποστολή, αγνοώντας παραλλήλως και παραγνωρίζοντας εκείνο το οποίο δεν μας επηρεάζει απλώς αλλά κυριολεκτικώς μας εξουδετερώνει και μας καταργεί», αναφερόμενοι φυσικά στη νομοθετική πρωτοβουλία για κατάργησή τους και τοποθέτηση ως οικονομικού εισαγγελέα ενός αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
«Η δική μας ενέργεια έγινε γιατί επιχειρήθηκε νομοθετικά η κατάργησή μας και αυτός ήταν ο λόγος που υποβάλαμε την παραίτησή μας από τη θέση του οικονομικού εισαγγελέα», καταλήγουν.
Η ρύθμιση αυτή, που είχε ως άμεση συνέπεια την κατάργησή τους, αφού ανέθετε την αρμοδιότητα του οικονομικού εισαγγελέα σε ανώτατο εισαγγελικό επίπεδο, σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, λειτούργησε ως πυροκροτητής στις εξελίξεις, όπως αναφέρθηκε, καθώς οι οικονομικοί εισαγγελείς την εξέλαβαν ως προσπάθεια απαξίωσής τους και παρεμπόδισής του έργου τους.
Παράλληλα οι δύο εισαγγελείς μίλησαν και για άρνηση κρατικών υπηρεσιών να τους παράσχουν στοιχεία για την έρευνα συγκεκριμένων υποθέσεων ενώ φάνηκαν πρόθυμοι να αποκαλύψουν ονόματα και διευθύνσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι χθες κατά τη διάρκεια της δίωρης άτυπης ενημέρωσης που παρείχαν στο Ανώτατο Δικαστήριο είχαν πει τα ονόματα ενώ ο Πεπόνης εξερχόμενος του Αρείου Πάγου σε σχετική ερώτηση απάντησε«Μακάρι να μας ζητήσουν ονόματα».
Οι δύο οικονομικοί εισαγγελείς, στο πλαίσιο της κατάθεσής τους καλούνται από τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Φώτη Μακρή, ο οποίος -κατόπιν εντολής του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τέντε- έχει αναλάβει την έρευνα για τους λόγους που οδήγησαν τους δύο εισαγγελείς Εφετών στο να υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους, να απαντήσουν σε τρία βασικά ερωτήματα:
1) Ποιά είναι τα τυχόν εμπόδια που συνάντησαν στο έργο τους ως οικονομικοί εισαγγελείς,
2) Σε ποιές από όλες τις υποθέσεις που χειρίζονται συνάντησαν προσκόμματα και
3) Τι εννοούν στην επιστολή παραίτησης τους όταν αναφέρουν ότι "δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ' υπαγόρευση, πολλώ μάλλον δε δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε ένα άλλοθι και μία θεσμική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος".
Υπόμνημα χωρίς ονόματα
Στο δισέλιδο υπόμνημα που κατέθεσαν οι κύριοι Μουζακίτης και Πεπόνης εμμένουν στον καταγγελτικό τόνο της επιστολής τους λέγοντας ωστόσο ότι «δεν θα εκτραπούμε από τον προεκτειθέμενο ουσιώδη πυρήνα της ενέργειάς μας και δεν θα χαθούμε σε δυσώδεις ατραπούς ονοματολογίας αναλισκώμενοι σε ενασχόληση με το αυτονόητο και πασίδηλο δυστυχώς της νεοελληνικής πραγματικότητας».
Οι οικονομικοί εισαγγελείς προσθέτουν ότι «δεν έχει άλλωστε νόημα να επικεντρωθούμε και να εστιάσουμε σε κάτι που ναι μεν συμβαίνει και είναι γνωστό σε όλους ότι συμβαίνει, ουδόλως όμως αυτό επηρεάζει στην δικαστική, υπηρεσιακή μας αποστολή, αγνοώντας παραλλήλως και παραγνωρίζοντας εκείνο το οποίο δεν μας επηρεάζει απλώς αλλά κυριολεκτικώς μας εξουδετερώνει και μας καταργεί», αναφερόμενοι φυσικά στη νομοθετική πρωτοβουλία για κατάργησή τους και τοποθέτηση ως οικονομικού εισαγγελέα ενός αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
«Η δική μας ενέργεια έγινε γιατί επιχειρήθηκε νομοθετικά η κατάργησή μας και αυτός ήταν ο λόγος που υποβάλαμε την παραίτησή μας από τη θέση του οικονομικού εισαγγελέα», καταλήγουν.