του Martin Wolf
Πώς γίνεται ο αποπληθωρισμός, η μαζική ανεργία, η ημι-μόνιμη ύφεση να προβάλλονται ως αποδεκτά, επιθυμητά ακόμη και ηθικά πράγματα; Οι γερμανικοί «μύθοι» δεν είναι καθόλου ακίνδυνοι, γράφει ο M. Wolf.
H κριτική που πονάει, είναι πιθανότατα δίκαιη. Κι αυτό ίσως εξηγεί την οργή του Βερολίνου την περασμένη εβδομάδα για την κριτική που έκανε το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών στο τεράστιο και καλά φυλαγμένο εμπορικό του πλεόνασμα.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε στο αμερικανικό υπουργείο ότι δήλωσε αυτό πουκανένας εταίρος της Γερμανίας δεν τολμά να πει: «Η Γερμανία συντηρεί ένα μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών καθ' όλη την διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης».
Αυτό «απέτρεψε την επανισορρόπηση» των άλλων χωρών της ευρωζώνης και δημιούργησε «ροπή προς τον αποπληθωρισμό στην ευρωζώνη, καθώς και την διεθνή οικονομία».
Το ΔΝΤ έχει εκφράσει ανάλογες ανησυχίες.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών απάντησε ότι το πλεόνασμά του «δεν αποτελεί αιτία ανησυχίας,ούτε για την Γερμανία, ούτε για την ευρωζώνη, ούτε για την διεθνή οικονομία».
Ενας εκπρόσωπος δήλωσε ότι η χώρα «συνεισφέρει σημαντικά στην παγκόσμια ανάπτυξη μέσω εξαγωγών και εισαγωγών εξαρτημάτων για τελικά προϊόντα». Αυτή η αντίδραση ήταν προβλεπόμενη και εσφαλμένη. Το πλεόνασμα, που προβλέπεται από το ΔΝΤ στα 215 δισ. δολ. φέτος (περίπου όσο και της Κίνας) αποτελεί πράγματι μεγάλο θέμα, πάνω απ' όλα για το μέλλον της ευρωζώνης.
Τα εξαγωγικά πλεονάσματα δεν αντικατοπτρίζουν μόνο την ανταγωνιστικότητα, αλλά και επίσης την υπερβολή της παραγωγής σε σχέση με την δαπάνη. Οι πλεονασματικές χώρες εισάγουν την ζήτηση την οποία δεν παράγουν εσωτερικά. Όταν η παγκόσμια ζήτηση είναι ισχυρή, αυτή η ανάγκη δεν δημιουργεί πρόβλημα, αφού τα χρήματα που δανείζονται οι ελλειμματικές χώρες επενδύονται σε δραστηριότητες οι οποίες εντέλει εξυπηρετούν τα χρέη τα οποία δημιουργούνται. Δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει συχνά, επειδή εν μέρει οι ελλειμματικές χώρες υποχρεώνονται από την προσφορά φθηνών εισαγωγών από πλεονασματικές χώρες, να επενδύουν σε μη εμπορεύσιμες δραστηριότητες, που δεν στηρίζουν την εξυπηρέτηση των εξωτερικών χρεών.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, όμως, όπου τα βραχυπρόθεσμα επίσημα επιτόκια βρίσκονται κοντά στο μηδέν και η ζήτηση πάσχει από χρόνιο έλλειμμα σε όλο τον πλανήτη, η εισαγωγή της ζήτησης από μια πλεονασματική χώρα είναι ανάλγητη: Διογκώνει την παγκόσμια οικονομική αδυναμία.
Είναι οπότε αναμενόμενο, ότι στο β΄ τρίμηνο του 2013 το ΑΕΠ της ευρωζώνης ήταν 3,1% χαμηλότερα από το προ της κρίσης ζενίθ και 1,1% από δύο χρόνια πριν. Οι οικονομίες του πυρήνα με τις υψηλές αξιολογήσειςαπομυζούν ζήτηση, αντί να προσθέτουν. Γι' αυτό και η ευρωζώνη βουλιάζει προς τον αποπληθωρισμό: Στην τελευταία μέτρηση ο ετήσιος δομικός πληθωρισμός ήταν 0,8%. Αφού η ζήτηση είναι τόσο αδύναμη, ο πληθωρισμός μπορεί να πέσει και παρακάτω. Αυτό όχι μόνο απειλεί να ρίξει την ευρωζώνη σε μια «ιαπωνική» παγίδα αποπληθωρισμού, αλλά και αποκλείει τις απαραίτητες μεταβολές στην ανταγωνιστικότητα όλης της ευρωζώνης.
Οι χώρες που πλήττονται από την κρίση υποχρεώνονται να υποστούν απευθείας αποπληθωρισμό. Γίνεται έτσι αναπόφευκτη η εξαιρετικά υψηλή ανεργία. Και παράλληλα αυξάνεται η πραγματική αξία του χρέους.
Οι πολιτικές που επιβλήθηκαν στην ευρωζώνη, υπό τις οδηγίες της Γερμανίας, ήταν βέβαιο ότι θα έχουν αυτό το αποτέλεσμα, με δεδομένη την καταστροφική επίπτωση που έχει στην ζήτηση η απόλυτη δημοσιονομική λιτότητα. Σε πρόσφατη έκθεση για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Jan in 't Veld ισχυρίζεται ότι δημοσιονομική πολιτική της λιτότητας έχει προκαλέσει, μεταξύ 2011 και 2013, συνολικές απώλειες παραγωγής που αντιστοιχούν στο 18% του ετήσιου ΑΕΠ της Ελλάδας, το 9,7% της Ισπανίας, το 9,1% της Γαλλίας, το 8,4% της Ιρλανδίας και ακόμη και το 8,1% της Γερμανίας. Αναπόφευκτα, είναι σχεδόν αδύνατον να μπορέσει η νομισματική πολιτική να αντιμετωπίσει την κατάσταση.
Πριν την κρίση, θα μπορούσε να αποδώσει επεκτείνοντας την πίστωση στις χώρες που εντέλει βούλιαξαν, πάνω απ' όλα στην Ισπανία. Σήμερα, δουλεύει σε ένα περιβάλλον με αδύναμο τραπεζικό σύστημα, τεράστια χρέη στις χώρες της κρίσης και αποφυγή του δανεισμού στις πιστώτριες χώρες.
Η καλύτερη μέθοδος για να αποδώσει μια πιο επιθετική νομισματική πολιτική, είναι με υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ. Αν, για παράδειγμα, η ΕΚΤ ήθελε να αναλάβει μεγάλης κλίμακας «ποσοτική χαλάρωση», αγοράζοντας τα ομόλογα των μελών της αναλογικά με τις μετοχές τους στην κεντρική τράπεζα, το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα ήταν να πέσει το ευρώ. Όμως αυτό θα διόγκωνε την τάση που έχει η ευρωζώνη, η οποία λειτουργεί υπό την γερμανική επιρροή, να επιβάλλει την «προσαρμογή» της στον υπόλοιπο κόσμο.
Καθώς οι ευάλωτες χώρες συρρικνώνουν τα εξωτερικά τους ελλείμματα, ενώ η βασική πιστώτρια χώρα παραμένει σε πλεόνασμα, η ευρωζώνη δημιουργεί τεράστια εξωτερικά πλεονάσματα: Η αλλαγή από το έλλειμμα προς το πλεόνασμα προβλέπεται από το ΔΝΤ ότι θα είναι 3,3% του ΑΕΠ της ευρωζώνης μεταξύ 2008 και 2015.
Με δεδομένο το έλλειμμα ζήτησης στην ευρωζώνη, η μεταβολή ίσως θα πρέπει να είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν, τουλάχιστον, θέλουν τα ευάλωτα έθνη να έχουν μια ελπίδα να μειώσουν την ανεργία.
Είναι μια ανάλγητη στρατηγική για τον πλανήτη. Οι ΗΠΑ έχουν κάθε δίκιο να διαμαρτύρονται, όπως και άλλοι είχαν το δικαίωμα να διαμαρτύρονται για παλαιότερες αμερικανικές ρυθμιστικές αποτυχίες.
Θα είναι αδύνατον, όμως, να πετύχει η ευρωζώνη την ευημερία με βάση την ανάπτυξη μέσω εξαγωγών: Είναι πολύ μεγάλη για κάτι τέτοιο. Πρέπει, επίσης, να πετύχει την εσωτερική επανισορρόπηση. Μέχρι τώρα, όπως δείχνει και τοWorld Economic Outlook Οκτωβρίου του ΔΝΤ, η μαζική κατάργηση θέσεων εργασίας έχει φέρει την ανταγωνιστικότητα και η κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης είναι αυτή που έχει μειώσει τα εξωτερικά ελλείμματα στις χώρες της κρίσης. Δηλαδή, η επιτυχία της προσαρμογής βρίσκεταιστην άλλη πλευρά του νομίσματος της οικονομικής βουτιάς και της ιλιγγιώδους ανεργίας. Όμως, έστω κι έτσι, το ΔΝΤ δεν διαβλέπει καμία σημαντική μείωση στις καθαρές υποχρεώσεις. Οι χώρες αυτές θα παραμείνουν ευάλωτες.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, με δυο λόγια; Οι απαντήσεις είναι: Ο αποπληθωρισμός αρχίζει να έρπει στην επιφάνεια. Μαζική ανεργία. Καμία εσωτερική επανισορρόπηση και υπερβολική εξάρτηση από την εξωτερική ζήτηση. Κι όμως όλα αυτά θεωρούνται αποδεκτά, επιθυμητά, ακόμη και ηθικά, μια πραγματική επιτυχία. Γιατί; Οι εξηγήσεις που δίνονται, είναι μύθοι. Η κρίση οφειλόταν σε δημοσιονομική ασωτία και όχι σε ανεύθυνες διακρατικές ροές πιστώσεων. Η δημοσιονομική στρατηγική δεν παίζει ρόλο στην διαχείριση της ζήτησης. Οι αγορές κρατικών ομολόγων από την κεντρική τράπεζα είναι ένα βήμα προς τον υπερ-πληθωρισμό. Και η ανταγωνιστικότητα καθορίζει τα εξωτερικά πλεονάσματα, όχι την ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ανεπαρκούς ζήτησης.
Αυτοί οι μύθοι δεν είναι ακίνδυνοι, ούτε για την ευρωζώνη ούτε για τον πλανήτη. Αντιθέτως, κινδυνεύουν είτε να παγιδεύσουν τα αδύναμα κράτη μέλη σε ημι-μόνιμη ύφεση είτε να καταλήξουν, στο τέλος, σε μιααγωνιώδη διάλυση του ίδιου του ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, το ευρωπαϊκό έργο θα εκπροσωπήσει τότε όχι την ευημερία, αλλά την ανέχεια. Όχι την συνεργασία, αλλά τον πόνο.
Και θα γίνει μια τραγική ιστορία.
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/article-ft-gr/1152258/mwolf-h-germania-einai-varidi-ston-planhth.html
Αυτό «απέτρεψε την επανισορρόπηση» των άλλων χωρών της ευρωζώνης και δημιούργησε «ροπή προς τον αποπληθωρισμό στην ευρωζώνη, καθώς και την διεθνή οικονομία».
Το ΔΝΤ έχει εκφράσει ανάλογες ανησυχίες.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών απάντησε ότι το πλεόνασμά του «δεν αποτελεί αιτία ανησυχίας,ούτε για την Γερμανία, ούτε για την ευρωζώνη, ούτε για την διεθνή οικονομία».
Ενας εκπρόσωπος δήλωσε ότι η χώρα «συνεισφέρει σημαντικά στην παγκόσμια ανάπτυξη μέσω εξαγωγών και εισαγωγών εξαρτημάτων για τελικά προϊόντα». Αυτή η αντίδραση ήταν προβλεπόμενη και εσφαλμένη. Το πλεόνασμα, που προβλέπεται από το ΔΝΤ στα 215 δισ. δολ. φέτος (περίπου όσο και της Κίνας) αποτελεί πράγματι μεγάλο θέμα, πάνω απ' όλα για το μέλλον της ευρωζώνης.
Τα εξαγωγικά πλεονάσματα δεν αντικατοπτρίζουν μόνο την ανταγωνιστικότητα, αλλά και επίσης την υπερβολή της παραγωγής σε σχέση με την δαπάνη. Οι πλεονασματικές χώρες εισάγουν την ζήτηση την οποία δεν παράγουν εσωτερικά. Όταν η παγκόσμια ζήτηση είναι ισχυρή, αυτή η ανάγκη δεν δημιουργεί πρόβλημα, αφού τα χρήματα που δανείζονται οι ελλειμματικές χώρες επενδύονται σε δραστηριότητες οι οποίες εντέλει εξυπηρετούν τα χρέη τα οποία δημιουργούνται. Δυστυχώς, αυτό δεν συμβαίνει συχνά, επειδή εν μέρει οι ελλειμματικές χώρες υποχρεώνονται από την προσφορά φθηνών εισαγωγών από πλεονασματικές χώρες, να επενδύουν σε μη εμπορεύσιμες δραστηριότητες, που δεν στηρίζουν την εξυπηρέτηση των εξωτερικών χρεών.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, όμως, όπου τα βραχυπρόθεσμα επίσημα επιτόκια βρίσκονται κοντά στο μηδέν και η ζήτηση πάσχει από χρόνιο έλλειμμα σε όλο τον πλανήτη, η εισαγωγή της ζήτησης από μια πλεονασματική χώρα είναι ανάλγητη: Διογκώνει την παγκόσμια οικονομική αδυναμία.
Είναι οπότε αναμενόμενο, ότι στο β΄ τρίμηνο του 2013 το ΑΕΠ της ευρωζώνης ήταν 3,1% χαμηλότερα από το προ της κρίσης ζενίθ και 1,1% από δύο χρόνια πριν. Οι οικονομίες του πυρήνα με τις υψηλές αξιολογήσειςαπομυζούν ζήτηση, αντί να προσθέτουν. Γι' αυτό και η ευρωζώνη βουλιάζει προς τον αποπληθωρισμό: Στην τελευταία μέτρηση ο ετήσιος δομικός πληθωρισμός ήταν 0,8%. Αφού η ζήτηση είναι τόσο αδύναμη, ο πληθωρισμός μπορεί να πέσει και παρακάτω. Αυτό όχι μόνο απειλεί να ρίξει την ευρωζώνη σε μια «ιαπωνική» παγίδα αποπληθωρισμού, αλλά και αποκλείει τις απαραίτητες μεταβολές στην ανταγωνιστικότητα όλης της ευρωζώνης.
Οι χώρες που πλήττονται από την κρίση υποχρεώνονται να υποστούν απευθείας αποπληθωρισμό. Γίνεται έτσι αναπόφευκτη η εξαιρετικά υψηλή ανεργία. Και παράλληλα αυξάνεται η πραγματική αξία του χρέους.
Οι πολιτικές που επιβλήθηκαν στην ευρωζώνη, υπό τις οδηγίες της Γερμανίας, ήταν βέβαιο ότι θα έχουν αυτό το αποτέλεσμα, με δεδομένη την καταστροφική επίπτωση που έχει στην ζήτηση η απόλυτη δημοσιονομική λιτότητα. Σε πρόσφατη έκθεση για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Jan in 't Veld ισχυρίζεται ότι δημοσιονομική πολιτική της λιτότητας έχει προκαλέσει, μεταξύ 2011 και 2013, συνολικές απώλειες παραγωγής που αντιστοιχούν στο 18% του ετήσιου ΑΕΠ της Ελλάδας, το 9,7% της Ισπανίας, το 9,1% της Γαλλίας, το 8,4% της Ιρλανδίας και ακόμη και το 8,1% της Γερμανίας. Αναπόφευκτα, είναι σχεδόν αδύνατον να μπορέσει η νομισματική πολιτική να αντιμετωπίσει την κατάσταση.
Πριν την κρίση, θα μπορούσε να αποδώσει επεκτείνοντας την πίστωση στις χώρες που εντέλει βούλιαξαν, πάνω απ' όλα στην Ισπανία. Σήμερα, δουλεύει σε ένα περιβάλλον με αδύναμο τραπεζικό σύστημα, τεράστια χρέη στις χώρες της κρίσης και αποφυγή του δανεισμού στις πιστώτριες χώρες.
Η καλύτερη μέθοδος για να αποδώσει μια πιο επιθετική νομισματική πολιτική, είναι με υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ. Αν, για παράδειγμα, η ΕΚΤ ήθελε να αναλάβει μεγάλης κλίμακας «ποσοτική χαλάρωση», αγοράζοντας τα ομόλογα των μελών της αναλογικά με τις μετοχές τους στην κεντρική τράπεζα, το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα ήταν να πέσει το ευρώ. Όμως αυτό θα διόγκωνε την τάση που έχει η ευρωζώνη, η οποία λειτουργεί υπό την γερμανική επιρροή, να επιβάλλει την «προσαρμογή» της στον υπόλοιπο κόσμο.
Καθώς οι ευάλωτες χώρες συρρικνώνουν τα εξωτερικά τους ελλείμματα, ενώ η βασική πιστώτρια χώρα παραμένει σε πλεόνασμα, η ευρωζώνη δημιουργεί τεράστια εξωτερικά πλεονάσματα: Η αλλαγή από το έλλειμμα προς το πλεόνασμα προβλέπεται από το ΔΝΤ ότι θα είναι 3,3% του ΑΕΠ της ευρωζώνης μεταξύ 2008 και 2015.
Με δεδομένο το έλλειμμα ζήτησης στην ευρωζώνη, η μεταβολή ίσως θα πρέπει να είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν, τουλάχιστον, θέλουν τα ευάλωτα έθνη να έχουν μια ελπίδα να μειώσουν την ανεργία.
Είναι μια ανάλγητη στρατηγική για τον πλανήτη. Οι ΗΠΑ έχουν κάθε δίκιο να διαμαρτύρονται, όπως και άλλοι είχαν το δικαίωμα να διαμαρτύρονται για παλαιότερες αμερικανικές ρυθμιστικές αποτυχίες.
Θα είναι αδύνατον, όμως, να πετύχει η ευρωζώνη την ευημερία με βάση την ανάπτυξη μέσω εξαγωγών: Είναι πολύ μεγάλη για κάτι τέτοιο. Πρέπει, επίσης, να πετύχει την εσωτερική επανισορρόπηση. Μέχρι τώρα, όπως δείχνει και τοWorld Economic Outlook Οκτωβρίου του ΔΝΤ, η μαζική κατάργηση θέσεων εργασίας έχει φέρει την ανταγωνιστικότητα και η κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης είναι αυτή που έχει μειώσει τα εξωτερικά ελλείμματα στις χώρες της κρίσης. Δηλαδή, η επιτυχία της προσαρμογής βρίσκεταιστην άλλη πλευρά του νομίσματος της οικονομικής βουτιάς και της ιλιγγιώδους ανεργίας. Όμως, έστω κι έτσι, το ΔΝΤ δεν διαβλέπει καμία σημαντική μείωση στις καθαρές υποχρεώσεις. Οι χώρες αυτές θα παραμείνουν ευάλωτες.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, με δυο λόγια; Οι απαντήσεις είναι: Ο αποπληθωρισμός αρχίζει να έρπει στην επιφάνεια. Μαζική ανεργία. Καμία εσωτερική επανισορρόπηση και υπερβολική εξάρτηση από την εξωτερική ζήτηση. Κι όμως όλα αυτά θεωρούνται αποδεκτά, επιθυμητά, ακόμη και ηθικά, μια πραγματική επιτυχία. Γιατί; Οι εξηγήσεις που δίνονται, είναι μύθοι. Η κρίση οφειλόταν σε δημοσιονομική ασωτία και όχι σε ανεύθυνες διακρατικές ροές πιστώσεων. Η δημοσιονομική στρατηγική δεν παίζει ρόλο στην διαχείριση της ζήτησης. Οι αγορές κρατικών ομολόγων από την κεντρική τράπεζα είναι ένα βήμα προς τον υπερ-πληθωρισμό. Και η ανταγωνιστικότητα καθορίζει τα εξωτερικά πλεονάσματα, όχι την ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ανεπαρκούς ζήτησης.
Αυτοί οι μύθοι δεν είναι ακίνδυνοι, ούτε για την ευρωζώνη ούτε για τον πλανήτη. Αντιθέτως, κινδυνεύουν είτε να παγιδεύσουν τα αδύναμα κράτη μέλη σε ημι-μόνιμη ύφεση είτε να καταλήξουν, στο τέλος, σε μιααγωνιώδη διάλυση του ίδιου του ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, το ευρωπαϊκό έργο θα εκπροσωπήσει τότε όχι την ευημερία, αλλά την ανέχεια. Όχι την συνεργασία, αλλά τον πόνο.
Και θα γίνει μια τραγική ιστορία.
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/article-ft-gr/1152258/mwolf-h-germania-einai-varidi-ston-planhth.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.