Του Κώστα Ράπτη
Εδώ και ένα δύο χρόνια οι κεντρικές τράπεζες και στις δύο ακτές του Ατλαντικού σήκωσαν το βάρος της τόνωσης της διεθνούς οικονομίας, είτε με τη χορήγηση πραγματικής ρευστότητας (όπως έπραξε η Fed με το QE3) είτε με τη διακήρυξη της ετοιμότητάς τους να πράξουν “ο,τιδήποτε χρειασθεί”, α λα Mario Draghi.
Ωστόσο, ό,τι πέτυχε (ή δεν πέτυχε) η νομισματική πολιτική, κινδυνεύει να το ξεκάνει μέσα σε λίγα 24ωρα ο δημοσιονομικός “αυτοτραυματισμός” που απειλείται λόγω τακτικών πολιτικών παιχνιδιών είτε στο Palazzo Madama της Ρώμης είτε στο Καπιτώλιο της Ουάσιγκτον.
Τα βλέμματα των αγορών στρέφονται με ανησυχία πότε προς την κυβερνητική κρίση της Ιταλίας και πότε προς το νέο δημοσιονομικό μπρα-ντε-φερ της κυβέρνησης Obama με την Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Εκ πρώτης όψεως, τα δύο “θρίλερ” εκκινούν από ολότελα διαφορετικές αφετηρίες, εφόσον στη μεν Ιταλία ο Silvio Berlusconi έχει κάνει σημεία της αντιπαράθεσής του με την κυβέρνηση Letta το αίτημα της δημοσιονομικής χαλάρωσης, στις δε ΗΠΑ οι “ιέρακες” των Ρεμπουμπλικανών προσπαθούν να επιβάλλουν έστω και δια της βίας τη δική τους εκδοχή του “μικρότερου κράτους”.
Στην πραγματικότητα, όμως, οι ομοιότητες είναι (τηρουμένων των αναλογιών, προκειμένου περί δύο τόσο διαφορετικών οικονομικών μεγεθών) εντυπωσιακές, εφόσον σε αμφότερες τις επιπτώσεις απειλείται είτε μία αναζωπύρωση της κρίσης της ευρωζώνης είτε μια στάση πληρωμών της αμερικανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης - με ό,τι αυτό συνεπάγεται διεθνώς.
Και το κυριότερο: τόσο στη Ρώμη όσο και στη Ουάσιγκτον οι κραδασμοί προέρχονται από βραχυπρόθεσμης στόχευσης εγχώριους χειρισμούς, που όμως δεν μοιάζει να αποδίδουν τα αναμενόμενα για κανέναν από τους εμπνευστές τους.
Στην Ιταλία, η επιλογή του Silvio Berlusconi να κλιμακώσει τη σύγκρουση με την κεντροαριστερά, υποχρεώνοντας πρώτα τους βουλευτές και γερουσιαστές του να υπογράψουν τις παραιτήσεις τους για κάθε μελλοντική χρήση και κατόπιν τους πέντε υπουργούς της παράταξής του να αποχωρήσουν από τον κυβερνητικό συνασπισμό Letta, είναι προφανές ότι δεν εμπνέονται τόσο από την επιθυμία του να ανασχέσει την δρομολογημένη “φορολογική επιδρομή” όσο από την επιδίωξη να διαπραγματευτεί το προσωπικό του μέλλον.
Από αυτή την άποψη ο χρόνος πιέζει (ενόψει της ψηφοφορίας την Παρασκευή στην αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας σχετικά με τον αποπομπή του από το Σώμα, λόγω της αμετάκλητης καταδίκης του τον Αύγουστο για την υπόθεση Mediaset), αλλά προσφέρει και “παράθυρο ευκαιρίας” στον βαθμό που ο Καβαλιέρε εκτιμά ότι η ρευστή μετεκλογική συγκυρία θα αμβλύνει τα αντανακλαστικά του Βερολίνου.
Μόνο που έπεσε έξω: η ολομέτωπη επίθεσή του (που συνάντησε τη διαφωνία τόσο των μεγάλων εργοδοτικών κύκλων όσο και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας) κατέληξε, ως μπούμερανγκ, στην υπονόμευση της συνοχής της ίδιας της κεντροαριστεράς.
Στην κεκλεισμένων των θυρών συνάντησή του το απόγευμα της Δευτέρας με τους 188 βουλευτές και γερουσιαστές του κόμματός του ο Berlusconi φέρεται πρότεινε ούτε λίγο ούτε πολύ ως διέξοδο από την πολιτική κρίση την υιοθέτηση εντός μίας εβδομάδας του νέου κρατικού προϋπολογισμού και μέτρων, όπως το πάγωμα της αύξησης του ΦΠΑ και η οριστική κατάργηση για φέτος του φόρου ιδιοκατοίκησης, και κατόπιν την διοργάνωση εκλογών ακόμη και εντός του Νοεμβρίου. Στην πραγματικότητα βρέθηκε να προσπαθεί να περιορίσει την έκταση της “ανταρσίας” στο εσωτερικό της παράταξής του, και να απολογείται λέγοντας ότι για τις παραιτήσεις των υπουργών αποφάσισε μόνος του και ότι “η Φόρτσα Ιτάλια δεν είναι μια εξτρεμιστική δύναμη”. Η σιωπή των διαφωνούντων στη διαδικασία υπήρξε ηχηρή...
Δεν είναι πολύ διαφορετική η κατάσταση στις ΗΠΑ όπου το νέο δημοσιονομικό αδιέξοδο στην πραγματικότητα οφείλεται στον εσωτερικό διχασμό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και στην κατάσταση ομηρίας από την πτέρυγα του Tea Party στην οποία έχει περιέλθει ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων John Boehner.
Άγνωστο παραμένει ακόμη εάν μέχρι τις 07.00 της Τρίτης (ώρα Ελλάδος), οπότε εγκαινιάζεται το νέο δημοσιονομικό έτος, η υπερδύναμη θα έχει ή όχι ψηφισμένο νέο προϋπολογισμό ή θα πρέπει να μπεί σε τροχιά shutdown (ορισμένων εκ) των ομοσπονδιακών υπηρεσιών.
Η ελεγχόμενη από τους Δημοκρατικούς Γερουσία καταψήφισε το σχέδιο που πρότεινε η ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικανούς Βουλή και το οποίο πρόσφερε προσωρινό προϋπολογισμό έξι εβδομάδων με παράλληλη αναβολή εφαρμογής για ένα χρόνο κομβικών ρυθμίσεων του προγραμμάτος ασφάλισης και περίθαλψης που έχει ταυτισθεί με το όνομα του προέδρου (Obamacare).
Ο επικεφαλής της Γερουσίας Harry Reid διαμηνύει ότι το Σώμα θα συνεχίσει να καταψηφίζει οποιοδήποτε σχέδιο περιλαμβάνει προβλέψει που θίγουν το Obamacare, ενώ ο Boehner απαντά ότι η πλειοψηφία της Βουλής δεν θα εγκρίνει κανέναν προϋπολογισμό χωρίς “παραχωρήσεις” στο ζήτημα της της μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας.
Όμως, ο Boehner θυμάται πολύ καλά (ως στενός συνεργάτης του προκατόχου του Newt Gingrich) ότι το προηγούμενο επεισόδιο shutdown τον χειμώνα του 1995-΄96 κόστισε στους Ρεπουμπλικανούς και πιέζεται να υποχωρήσει. Αναζητά δε τρόπους να το επιτύχει χωρίς να αποξενώσει την πτέρυγα του Tea Party η οποία άλλωστε συγκροτήθηκε ως ρεύμα στην αμερικανική κοινωνία μέσα από την αντίθεσή της στο Obamacare. Εξ ού και τα προσχέδια που αρχικά προέβλεπαν την πλήρη κατάργηση του Obamacare έδωσαν διαδοχικά τη θέση τους στην πρόβλεψη της ετήσιας αναβολής του προγράμματος, ή στην κατάργηση του (αντιδημοφιλούς) φόρου επί του ιατρικού εξοπλισμού, ο οποίος το χρηματοδοτεί. Η πλέον ευφάνταστη πρόταση από Ρεπουμπλικανικής πλευράς προβλέπει την υπαγωγή του, του προέδρου, των ομοσπονδιακών λειτουργών και όλων των κοινοβουλευτικών σε καθεστώς ασφάλισης σύμφωνο με τις προβλέψεις του Obamacare – με την προσδοκία ότι οι κυβερνώντες θα εκτεθούν υπερασπιζόμενοι τα πλουσιοπάροχα κεκτημένα τους.
Ωστόσο, οι συσχετισμοί του “blame game” στη Ουάσιγκτον φαίνεται πως γέρνουν εις βάρος των Ρεπουμπλικανών, τους οποίους κατονομάζει ως υπεύθυνους για το αδιέξοδο το 46% των ερωτηθέντων Αμερικανών (έναντι 36% για τους Δημοκρατικούς). Εξ ού και η κυβέρνηση και ο Obama προσωπικώς δείχνουν να μη φοβούνται το ενδεχόμενο ενός αναίτιου shutdown, το οποίο εκτιμούν ότι θα χρεωθεί η άλλη πλευρά.
“Το δολάριο είναι το αποθεματικό νόμισμα όλου του κόσμου και δεν είναι δυνατόν να παίζονται παιχνίδια με αυτό” διαμήνυσε ο Obama μιλώντας τη Δευτέρα από το Οβάλ Γραφείο και επανέλαβε ότι δεν θα διαπραγματευτεί υπό την απειλή ενός κλεισίματος των ομοσπονδιακών υπηρεσιών το οποίο θα θίξει “βετεράνους, γυναίκες και παιδιά”.
“Θυμάστε ποτέ στη ζωή σας να υπήρχε ένα μεγάλο κόμμα το οποίο να παρακαλάει για την αποτυχία της Αμερικής” δήλωσε πολύ πιο γλαφυρά ο προκάτοχός του Bill Clinton τονίζοντας ότι αν ήταν ακόμη πρόεδρος δεν θα διαπραγματευόταν ποτέ με αυτούς που σκοπεύουν να στερήσουν το φαϊ από εργατικές οικογένειες, ενώ αφήνουν ανέγγιχτες τις επιδοτήσεις για τους μεγαλοαγρότες”. Πρόσθεσε δε με νόημα ότι ο όγκος των κοινωνικών επιδομάτων έχει μειωθεί με την υποχώρηση της ανεργίας και το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει περιορισθεί στο μισό.
Ο Λευκός Οίκος δεν φαίνεται έτοιμος να υποχωρήσει ούτε και στην επόμενη μάχη η οποία αφορά το νόμιμο όριο του δημοσίου χρέους, το οποίο θα έχει συμπληρωθεί στις 15 Οκτωβρίου. Παρά τις ερμηνείες του Αμερικανικού Συντάγματος οι οποίες επιτρέπουν στον πρόεδρο να προχωρήσει σε αναθεώρηση προς τα πάνω ή και κατάργηση του ορίου αυτού χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Jay Carney δηλώνει ότι κάτι τέτοιο “δεν θα ήταν μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση και δεν θα την έπαιρναν στα σοβαρά οι διεθνείς αγορές”. Στην πραγματικότητα η επιδίωξη του Λευκού Οίκου είναι να υποχρεωθούν οι Ρεπουμπλικανοί σε ταπεινωτική υποχώρηση.
Το τί είναι, τι θέλει και πόσο έτοιμο είναι να κυβερνήσει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα είναι πλέον ένα μείζον ερώτημα, όταν απειλείται “αυτοεκπληρούμενο” ξέσπασμα χρηματοπιστωτικής ασφυξίας και το διεθνές σύστημα πληρωμών κινδυνεύει από τη μία μέρα στην άλλη να βρεθεί με αθετημένα Treasuries τα οποία δεν έχει καν την τεχνική δυνατότητα να χειρισθεί...
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.