O Πέντρο Πάσους Κοέλιου θα ταξιδέψει σήμερα κανονικά στο Βερολίνο, για τη μίνι σύνοδο κορυφής για την ανεργία των νέων, ως πρωθυπουργός της Πορτογαλίας. Το επεσήμανε ρητά στο τηλεοπτικό του διάγγελμα χθες το βράδυ, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί παρά τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις. Ωστόσο, το εύλογο ερώτημα είναι αν βρίσκεται, πράγματι, στο χέρι του.
Αν η παραίτηση του υπουργού Οικονομικών Βίτορ Γκάσπαρ τη Δευτέρα ήταν μεγάλη έκπληξη και πλήγμα για την αξιοπιστία της χώρας, και τη δυνατότητα της να παραμείνει στρατευμένη στο οικονομικό πρόγραμμα διάσωσης που απαιτεί ρητά η τρόικα, η χθεσινή δεύτερη βόμβα, της αποχώρησης του υπουργού Εξωτερικών Πάουλου Πόρτας ξεπερνά τα όρια του συμβολισμού συνιστώντας ένα υπαρκτό κίνδυνο για τη κυβέρνηση. Και αυτό διότι ο Πόρτας δεν ήταν απλά υπουργός, αλλά και αρχηγός του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος CDS-PP, ήτοι του κυβερνητικού εταίρου των Σοσιαλδημοκρατών του Κοέλιου.
Βεβαίως, ο Πόρτας δεν ανήγγειλε την απόσυρση της στήριξης του κόμματος του από τη δικομματική κεντροδεξιά κυβέρνηση, η οποία προφανώς θα οδηγούσε αυτομάτως στη κατάρρευση της. Και ο ίδιος ο Κοέλιου ξεκαθάρισε ότι αρνήθηκε να αποδεχτεί την παραίτηση του Πόρτας σε μια προσπάθεια να εμποδίσει την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάρρευση της χώρας. Όμως, το πώς θα σωθεί η κυβέρνηση παραμένει ομιχλώδες.
Στο διάγγελμα του, ο Κοέλιου υποστήριξε ότι θα προσπαθήσει να διαπραγματευτεί, ήτοι δηλαδή να επανα-διαπραγματευτεί μα σταθερή κυβέρνηση με το Λαϊκό Κόμμα. Όμως, ο Πόρτας θα έχει σαφώς νέους όρους στο μυαλό του. Είναι κοινό μυστικό ότι οι δύο άντρες δεν έχουν αγαστές σχέσεις, και το τελευταίο διάστημα είχαν αρχίσει να συγκρούονται όλο και πιο συχνά, πάνω βεβαίως στο μέτωπο της οικονομικής πολιτικής. Οι αναλυτές είχαν θεωρήσει ότι η παραίτηση του Γκάσπαρ θα εκτόνωνε, έστω και προσωρινά, την ένταση μεταξύ τους. Όμως, η ανακοίνωση της παραίτησης του Πόρτας, λίγα λεπτά πριν ο πρόεδρος Άνιμπαλ Καβάκο Σίλβα ορκίσει τη νέα υπουργό Οικονομικών ήταν η καλύτερη απάντηση του.
Όπως γράφαμε και εμείς σε σχετικό άρθρο μας χθες, η μέχρι τώρα γενική γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών, Μαρία Λουίς ντε Αλμπουκέρκι, επελέγη για να διαδεχτεί τον Γκάσπαρ, όχι μόνο διότι ήταν ενήμερη για τα ανοιχτά θέματα του υπουργείου, αλλά και επειδή θα συνέχιζε διεκπεραιωτικά το έργο του προκατόχου της. Ήταν δε, ένα πρόσωπο γνωστό στη τρόικα, όπως φάνηκε και από την ψύχραιμη αντίδραση των ξένων πιστωτών στην είδηση της αλλαγής σκυτάλης στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Αυτό, ωστόσο, που καθησύχασε την τρόικα, φαίνεται ότι ξεπέρασε τα όρια αντοχής του Πόρτας, ο οποίος έστειλε το μήνυμα του ανακοινώνοντας καταρχήν την παραίτηση του, αλλά αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα αν αποσύρει και τη στήριξη του προς τη κυβέρνηση συνασπισμού.
Σε κάθε περίπτωση το ρήγμα που δημιουργήθηκε είναι αρκετά βαθύ για να καλυφθεί, ή τουλάχιστον για να καλυφθεί καλά ώστε να θωρακίσει για αρκετό καιρό τη κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης έσπευσαν άμεσα να ζητήσουν εκλογές, θεωρώντας ότι λύση δεν θα βρεθεί. Άλλωστε, τον ερχόμενο Σεπτέμβριο υπάρχει ο σκόπελος των δημοτικών εκλογών, όπως και η ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση της έναρξης των συζητήσεων για το προϋπολογισμό του 2014. Δύο διαδοχικά εμπόδια που μια εύθραυστη κυβέρνηση-συνασπισμού δύσκολα θα αντέξει.
Δεν είναι τυχαίο ότι διεθνείς αναλυτές άρχισαν ήδη να μιλάνε για το πώς τα γεγονότα έφεραν τη Λισαβόνα πιο κοντά στην ανάγκη ενός δεύτερου πακέτου στήριξης, όπως συνέβη δηλαδή και με τη χώρα μας, και άρα τον εκτροχιασμό του χρονοδιαγράμματος για την επιστροφή της στις αγορές. Και αυτά -για να μην ξεχνιόμαστε- από μια χώρα που οι Ευρωπαίοι εκθείαζαν για την ορθή και υπάκουη εφαρμογή του προγράμματος, και για τον τρόπο που θα κατάφερνε να ορθοποδήσει, και να επανέλθει στο δρόμο της σταθερότητας, πολύ γρηγορότερα σε σχέση με την Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.