Κέζα Λώρη
Την συμπεριφορά την αναγνωρίζουμε από τα ναζιστικά στρατόπεδα: ένα τριγωνάκι ραμμένο στο μανίκι. Μαύρο για τους τσιγγάνους, ροζ για τους γκέι. Ένα τέτοιο τριγωνάκι έραψαν στο μανίκι της Κικής Δημουλά οι επικριτές της. Γιατί οι επικριτές, όλοι αυτοί που υπερασπίζονται άκριτα οτιδήποτε σχετίζεται με αλλοδαπούς, δεν μπαίνουν στον κόπο να ξεχωρίσουν το άτομο, δεν μπαίνουν στον κόπο να σκεφτούν λίγο πιο αναλυτικά. Η Κική Δημουλά λοιπόν απέκτησε ένα διακριτικό τριγωνάκι στα ρούχα της. Είναι ρατσίστρια Κυψελιώτισσα. Είναι ρατσίστρια επειδή μίλησε για τον φόβο.
Έγινε μια εκδήλωση στη γειτονιά μας και προσκλήθηκε να μιλήσει. Προσκλήθηκε ως πνευματικός άνθρωπος και μίλησε ως μόνιμος κάτοικος μια περιοχής που απαξιώνεται μήνα με το μήνα. Αυτό από μόνο του, κατά τους επικριτές της, έχει ρατσιστική χροιά. Δεν δικαιούται να μιλάει ο κάτοικος της Κυψέλης που έχει επιφυλάξεις για την ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών. Δεν δικαιούται να περιγράφει καν περιστατικά της καθημερινότητάς του. Η Κική Δημουλά περιέγραψε οικογενειακές εμπειρίες: κάποιοι αλλοδαποί χτύπησαν ηλικιωμένους συγγενείς της, τους έστειλαν στο νοσοκομείο και τώρα ζει με το φόβο ότι ίσως της επιτεθούν κι εκείνης.
Εκείνοι που ράβουν το τριγωνάκι του ρατσιστή κατά το δοκούν συντηρούν τους χειρότερους αποκλεισμούς. Τρομοκρατούν με τον πιο ύπουλο τρόπο. Απειλούν: «μην τυχόν και περιγράψεις αυτό που νιώθεις ή αυτό που βλέπεις, γιατί θα σε εξευτελίσουμε, θα σε πούμε ρατσιστή». Καταργούν το διάλογο επειδή αδυνατούν να δουν τις αποχρώσεις. Αδυνατούν να δουν την ίδια την πραγματικότητα και να προτείνουν λύσεις. Δεν απαντούν στο απλό ερώτημα: πως θα επιβιώσει κάποιος που δεν έχει στέγη, δεν έχει τροφή, δεν έχει νερό, δεν έχει χαρτιά, δεν έχει ελπίδα; Είναι πολύ πιθανό ο απελπισμένος, που δεν έχει τίποτα να χάσει, να ασκήσει βία για την επιβίωσή του.
Η Κική Δημουλά μίλησε για το φόβο. Μίλησε εκ μέρους όλων μας, που κοιτάμε πίσω μας πριν ανοίξουμε την πόρτα της πολυκατοικίας, πριν ξεκλειδώσουμε το διαμέρισμα. Τον γνωρίζω κι εγώ αυτόν το φόβο, ως κάτοικος της Κυψέλης. Τον γνωρίζω από εκείνη τη μέρα, πριν από ένα χρόνο, όταν δυο άτομα επιτέθηκαν σε μια γειτόνισσα, στον όροφό μας. Άρπαξαν την τσάντα, πήραν το πορτοφόλι (σιγά τη δυσκολία, ηλικιωμένη, λιπόσαρκη…) κι αφού είχαν πάρει αυτό που ήθελαν την ξυλοκόπησαν. Την έκλεψαν και αντί να φύγουν την πάτησαν κάτω, της κλώτσησαν το πρόσωπο, την άφησαν μελανιασμένη παντού. Κι από τότε φοβάμαι κι εγώ, σαν την Κική Δημουλά. Φοβάμαι κάθε φορά που μπαίνω στην πολυκατοικία. Φοβάμαι και κάνω βιαστικές κινήσεις. Ξεκλειδώνω και σπρώχνω ελαφρά τα παιδιά στην πλάτη, να μην χρονοτριβούμε έξω από την πόρτα μας.
Η κυρία του ορόφου μας δεν είναι η μόνη της γειτονιάς που δάρθηκε. Είναι κι άλλοι, που τους ξέρω προσωπικά. Δεν διάβασα ποτέ αφηγήσεις σε ακροδεξιές ιστοσελίδες, αρκεί να βγω στο δρόμο και να μιλήσω με τους γείτονες. Είμαστε λοιπόν ρατσιστές επειδή περιγράφουμε γεγονότα και αισθήματα; Είμαστε ρατσιστές αν πούμε ότι δεν νιώθουμε άνετα όταν περνάμε δίπλα από ομάδες κοιμισμένων ανδρών στο Πεδίον του Άρεως; Είμαστε ρατσιστές επειδή δεν αντέχουμε πλέον τα διασκορπισμένα σκουπίδια δίπλα από τους κάδους; Γιατί η συμπόνια δεν μπορεί να έχει πολλές κατευθύνσεις; Γιατί ο κάτοικος της Κυψέλης δεν αξίζει την κατανόηση για την υποβάθμιση της ζωής του;
Για να μην πολυλογούμε. Η Κική Δημουλά είπε απλές αλήθειες της καθημερινότητάς μας. Οσοι παριστάνουν ότι αυτά δεν συμβαίνουν απλώς ενισχύουν την ακροδεξιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.