Wolfgang Munchau
Η ανακοίνωση του Μάριο Μόντι ότι σκοπεύει να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία της Ιταλίας μας λέει δύο πράγματα: Πρώτον η πολιτική παρεμβαίνει απρόσκλητη και δεύτερον η κρίση επιδεινώνεται και πάλι.
Πάντα έτρεφα σεβασμό για τον κ. Μόντι ως Ευρωπαίο επίτροπο και σοφό παρατηρητή των ευρωπαϊκών υποθέσεων, αλλά είμαι πιο διστακτικός ως προς την πορεία του στο τιμόνι της ιταλικής κυβέρνησης. Απολάμβανε – ορισμένες φορές – αβασάνιστες κολακείες οι οποίες βασίστηκαν στην ιδέα ότι τα προβλήματα της Ιταλίας θα μπορούσαν να λυθούν εάν παραμεριστεί η πολιτική, εάν επιβληθούν λίγες μεταρρυθμίσεις και αρκετή λιτότητα. Στην Ιταλία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μόνο μία τεχνοκρατική κυβέρνηση θα μπορούσε να καθοδηγήσει αυτές τις πολιτικές.
Το μαγικό ραβδί του Μόντι φάνηκε να λειτουργεί για λίγο. Μάλιστα περισσότερο από όσο προέβλεπα. Η απόδοση του 10ετούς ιταλικού ομολόγου υποχώρησε κατά περίπου 200 μονάδες βάσης κατά τη δική του θητεία επειδή οι επενδυτές, ζητώντας απεγνωσμένα κάποια καλή είδηση, θέλησαν να πιστέψουν στη μαγεία.
Η ετήσια θητεία του κ. Μόντι στην πρωθυπουργία όμως, ήταν φούσκα, η οποία ήταν καλή για τους επενδυτές όσο κράτησε, αλλά τώρα… ξεφούσκωσε. Ιταλοί πολίτες και ξένοι επενδυτές δεν θα αργήσουν να καταλάβουν ότι ελάχιστα άλλαξαν κατά τον τελευταίο χρόνο, πέρα από το ότι η οικονομία βυθίστηκε σε ύφεση.Τώρα, δύο πράγματα χρήζουν άμεσης επιδιόρθωσης στην Ιταλία. Και τα δύο απαιτούν πολιτική ισχύ και υπερβαίνουν το πεδίο δράσης των τεχνοκρατών. Το πρώτο είναι να ανατραπεί άμεσα η λιτότητα – να ανατραπεί ουσιαστικά το έργο του κ. Μόντι.
Οι αυξήσεις στη φορολογία και η περικοπές των δαπανών έχουν αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα. Μειώνοντας ταυτόχρονα χρέος και ανάπτυξη, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ έχει αυξηθεί βραχυπρόθεσμα και αμφιβάλω εάν θα μειωθεί σημαντικά μακροπρόθεσμα. Η επιδείνωση της βιωσιμότητας του ιταλικού χρέους θα γίνει πιο σαφής τον επόμενο χρόνο, καθώς θα έχουμε περισσότερα στατιστικά στοιχεία για τον καταστροφικό αντίκτυπο της λιτότητας.
Τα αποτελέσματα γίνονται ήδη αισθητά προτού εφαρμοστεί ο προϋπολογισμός του 2013. Το φορολογικό βάρος για την ιταλική οικογένεια σχεδόν διπλασιάστηκε αυτό το μήνα – ως αποτέλεσμα της εισαγωγής του νέου φορολογικού συστήματος για την ακίνητη περιουσία – που έχει άμεσο αντίκτυπο το θάνατο της προεορταστικής περιόδου για το λιανικό εμπόριο. Η Confcomercio, εκτιμά ότι η κατανάλωση θα μειωθεί κατά 13%.Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η εναντίωση στην Άνγκελα Μέρκελ. Ο κ. Μόντι δεν ήθελε – ή δεν μπορούσε – να ανταποκριθεί σε αυτό το καθήκον. Προσπάθησε λίγο να εντυπωσιάσει, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τη γερμανίδα καγκελάριο στο θέμα που είχε τη μεγαλύτερη σημασία. Να πει ότι χωρίς κάποιας μορφής αμοιβαιοποίησης του χρέους – ένα ευρωομόλογο – δύσκολα μπορεί να παραμείνει μέλος της ευρωζώνης μία χώρα με χρέος στο 130% του ΑΕΠ και πρακτικά καμία ανάπτυξη μετακυλύοντας εσαεί τα χρέη της. Μόνο ένας εκλεγμένος ηγέτης μπορεί να επιβάλει αυτή την επιλογή. Ένας τεχνοκράτης πρωθυπουργός δεν μπορεί να προσφέρει μία αξιόπιστη απειλή εάν η απάντηση από το Βερολίνο είναι «όχι».
Συχνά με ρωτούν τι θα κάνει η Γερμανία εάν βρεθεί αντιμέτωπη με την επιλογή ευρωομολόγου ή αποχώρησης της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Πιστεύω ότι εάν το Βερολίνο βρεθεί ενώπιον αυτού του αδιεξόδου αρχικά θα τα χάσει. Ο λόγος για τον οποίο ο κ. Μόντι είναι τόσο δημοφιλής στη Γερμανία είναι επειδή με τη φούσκα που έχει δημιουργήσει και τη λιτότητα που έχει επιβάλει παίζει το παιχνίδι της καγκελαρίου αναβάλλοντας τις δύσκολες αποφάσεις για τακτοποίηση του χρέους και θεσμικές μεταρρυθμίσεις μετά τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία το επόμενο έτος.
Υπάρχει όμως, άξιος ηγέτης να καθοδηγήσει την Ιταλία;
Ο Πιερ Λουίτζι Μπερζάνι, ο νέος ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος σαφέστατα δεν είναι αυτός ο άνδρας. Ανήκει στη συντηρητική πλευρά της κεντρο-αριστεράς που στήριξε τη λιτότητα του κ. Μόντι και λιγότερο τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις: ο χειρότερος δυνατός συνδυασμός.
Ο Ματέο Ρέντζι, ο νέος δήμαρχος της Φλωρεντίας που έχασε την ηγεσία του κόμματος από τον κ. Μπερζάνι, ίσως να ήταν πιο κατάλληλος για να επαναφέρει αυτοπεποίθηση στην ιταλική πολιτική. Οι πρόσφατες εκλογές στο Δημοκρατικό Κόμμα όμως, έφεραν τον Μπερζάνι στην ηγεσία. Και οι δημοσκοπήσεις φέρουν τους Δημοκρατικούς να προηγούνται. Εκτιμώ κατά συνέπεια ότι το κατεστημένο θα προσπαθήσει τώρα να τον παρουσιάσει ως τον επόμενο «ασφαλή» υποψήφιο, ως τον άνδρα που πιθανότατα θα δώσει και πάλι λίγο αέρα στη φούσκα.
Μια ακόμη πιθανότητα είναι η επιστροφή του κ. Μόντι ως υποψήφιο στην πολιτική αρένα και για τη συμμαχία του κέντρου.
Τι θα γίνει όμως με τον κ.. Σίλβιο Μπερλουσκόνι, του οποίου η επιστροφή στην πολιτική πυροδότησε και την επικείμενη αποχώρηση Μόντι; Δεν θα γίνει πρωθυπουργός. Οι Ιταλοί τον βαρέθηκαν αν και χαίρει ακόμη κάποιας δημοτικότητας στη δεξιά.
Όσο κωμικός και άχρηστος αν ήταν ο κ. Μπερλουσκόνι όμως, κατά την τελευταία του θητεία στην ηγεσία της Ιταλίας, η διάγνωσή του για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα είναι σωστή. Δηλώνει ότι η Ιταλία χρειάζεται μία νέα συμφωνία με την ευρωζώνη προσθέτοντας ότι ακόμη και η έξοδος της χώρας από το ευρώ δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ταμπού. Και έχει κατ’ επανάληψη υποστηρίξει ότι η λιτότητα δεν αποδίδει. Θα έπρεπε να τα είχε πει όμως, όσο ήταν πρωθυπουργός
Το αποτέλεσμα των εκλογών περιπλέκεται περαιτέρω και από το ρόλο του αντιευρωπαϊκού Κινήματος των Πέντε Αστέρων του οποίου ηγείται ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο, ο οποίος εδώ και καιρό βρίσκεται στη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις.
Η καλύτερη έκβαση για την Ιταλία θα ήταν ένας πολιτικός ηγέτης που θα επιβάλει τη συζήτηση για το μέλλον της χώρας με νηφάλια αίσθηση των επιλογών της ευρωζώνης αλλά και της ίδιας της Ιταλίας. Σε αντίθετη περίπτωση, η Ιταλία κινδυνεύει να βρεθεί στην ίδια θέση με την Ελλάδα, η οποία έλαβε παρόμοιες πολιτικές και δεν έχει άλλες επιλογές.
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/744559/ArticleFTgr.aspx
Πάντα έτρεφα σεβασμό για τον κ. Μόντι ως Ευρωπαίο επίτροπο και σοφό παρατηρητή των ευρωπαϊκών υποθέσεων, αλλά είμαι πιο διστακτικός ως προς την πορεία του στο τιμόνι της ιταλικής κυβέρνησης. Απολάμβανε – ορισμένες φορές – αβασάνιστες κολακείες οι οποίες βασίστηκαν στην ιδέα ότι τα προβλήματα της Ιταλίας θα μπορούσαν να λυθούν εάν παραμεριστεί η πολιτική, εάν επιβληθούν λίγες μεταρρυθμίσεις και αρκετή λιτότητα. Στην Ιταλία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μόνο μία τεχνοκρατική κυβέρνηση θα μπορούσε να καθοδηγήσει αυτές τις πολιτικές.
Το μαγικό ραβδί του Μόντι φάνηκε να λειτουργεί για λίγο. Μάλιστα περισσότερο από όσο προέβλεπα. Η απόδοση του 10ετούς ιταλικού ομολόγου υποχώρησε κατά περίπου 200 μονάδες βάσης κατά τη δική του θητεία επειδή οι επενδυτές, ζητώντας απεγνωσμένα κάποια καλή είδηση, θέλησαν να πιστέψουν στη μαγεία.
Η ετήσια θητεία του κ. Μόντι στην πρωθυπουργία όμως, ήταν φούσκα, η οποία ήταν καλή για τους επενδυτές όσο κράτησε, αλλά τώρα… ξεφούσκωσε. Ιταλοί πολίτες και ξένοι επενδυτές δεν θα αργήσουν να καταλάβουν ότι ελάχιστα άλλαξαν κατά τον τελευταίο χρόνο, πέρα από το ότι η οικονομία βυθίστηκε σε ύφεση.Τώρα, δύο πράγματα χρήζουν άμεσης επιδιόρθωσης στην Ιταλία. Και τα δύο απαιτούν πολιτική ισχύ και υπερβαίνουν το πεδίο δράσης των τεχνοκρατών. Το πρώτο είναι να ανατραπεί άμεσα η λιτότητα – να ανατραπεί ουσιαστικά το έργο του κ. Μόντι.
Οι αυξήσεις στη φορολογία και η περικοπές των δαπανών έχουν αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα. Μειώνοντας ταυτόχρονα χρέος και ανάπτυξη, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ έχει αυξηθεί βραχυπρόθεσμα και αμφιβάλω εάν θα μειωθεί σημαντικά μακροπρόθεσμα. Η επιδείνωση της βιωσιμότητας του ιταλικού χρέους θα γίνει πιο σαφής τον επόμενο χρόνο, καθώς θα έχουμε περισσότερα στατιστικά στοιχεία για τον καταστροφικό αντίκτυπο της λιτότητας.
Τα αποτελέσματα γίνονται ήδη αισθητά προτού εφαρμοστεί ο προϋπολογισμός του 2013. Το φορολογικό βάρος για την ιταλική οικογένεια σχεδόν διπλασιάστηκε αυτό το μήνα – ως αποτέλεσμα της εισαγωγής του νέου φορολογικού συστήματος για την ακίνητη περιουσία – που έχει άμεσο αντίκτυπο το θάνατο της προεορταστικής περιόδου για το λιανικό εμπόριο. Η Confcomercio, εκτιμά ότι η κατανάλωση θα μειωθεί κατά 13%.Η δεύτερη προτεραιότητα είναι η εναντίωση στην Άνγκελα Μέρκελ. Ο κ. Μόντι δεν ήθελε – ή δεν μπορούσε – να ανταποκριθεί σε αυτό το καθήκον. Προσπάθησε λίγο να εντυπωσιάσει, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τη γερμανίδα καγκελάριο στο θέμα που είχε τη μεγαλύτερη σημασία. Να πει ότι χωρίς κάποιας μορφής αμοιβαιοποίησης του χρέους – ένα ευρωομόλογο – δύσκολα μπορεί να παραμείνει μέλος της ευρωζώνης μία χώρα με χρέος στο 130% του ΑΕΠ και πρακτικά καμία ανάπτυξη μετακυλύοντας εσαεί τα χρέη της. Μόνο ένας εκλεγμένος ηγέτης μπορεί να επιβάλει αυτή την επιλογή. Ένας τεχνοκράτης πρωθυπουργός δεν μπορεί να προσφέρει μία αξιόπιστη απειλή εάν η απάντηση από το Βερολίνο είναι «όχι».
Συχνά με ρωτούν τι θα κάνει η Γερμανία εάν βρεθεί αντιμέτωπη με την επιλογή ευρωομολόγου ή αποχώρησης της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Πιστεύω ότι εάν το Βερολίνο βρεθεί ενώπιον αυτού του αδιεξόδου αρχικά θα τα χάσει. Ο λόγος για τον οποίο ο κ. Μόντι είναι τόσο δημοφιλής στη Γερμανία είναι επειδή με τη φούσκα που έχει δημιουργήσει και τη λιτότητα που έχει επιβάλει παίζει το παιχνίδι της καγκελαρίου αναβάλλοντας τις δύσκολες αποφάσεις για τακτοποίηση του χρέους και θεσμικές μεταρρυθμίσεις μετά τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία το επόμενο έτος.
Υπάρχει όμως, άξιος ηγέτης να καθοδηγήσει την Ιταλία;
Ο Πιερ Λουίτζι Μπερζάνι, ο νέος ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος σαφέστατα δεν είναι αυτός ο άνδρας. Ανήκει στη συντηρητική πλευρά της κεντρο-αριστεράς που στήριξε τη λιτότητα του κ. Μόντι και λιγότερο τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις: ο χειρότερος δυνατός συνδυασμός.
Ο Ματέο Ρέντζι, ο νέος δήμαρχος της Φλωρεντίας που έχασε την ηγεσία του κόμματος από τον κ. Μπερζάνι, ίσως να ήταν πιο κατάλληλος για να επαναφέρει αυτοπεποίθηση στην ιταλική πολιτική. Οι πρόσφατες εκλογές στο Δημοκρατικό Κόμμα όμως, έφεραν τον Μπερζάνι στην ηγεσία. Και οι δημοσκοπήσεις φέρουν τους Δημοκρατικούς να προηγούνται. Εκτιμώ κατά συνέπεια ότι το κατεστημένο θα προσπαθήσει τώρα να τον παρουσιάσει ως τον επόμενο «ασφαλή» υποψήφιο, ως τον άνδρα που πιθανότατα θα δώσει και πάλι λίγο αέρα στη φούσκα.
Μια ακόμη πιθανότητα είναι η επιστροφή του κ. Μόντι ως υποψήφιο στην πολιτική αρένα και για τη συμμαχία του κέντρου.
Τι θα γίνει όμως με τον κ.. Σίλβιο Μπερλουσκόνι, του οποίου η επιστροφή στην πολιτική πυροδότησε και την επικείμενη αποχώρηση Μόντι; Δεν θα γίνει πρωθυπουργός. Οι Ιταλοί τον βαρέθηκαν αν και χαίρει ακόμη κάποιας δημοτικότητας στη δεξιά.
Όσο κωμικός και άχρηστος αν ήταν ο κ. Μπερλουσκόνι όμως, κατά την τελευταία του θητεία στην ηγεσία της Ιταλίας, η διάγνωσή του για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα είναι σωστή. Δηλώνει ότι η Ιταλία χρειάζεται μία νέα συμφωνία με την ευρωζώνη προσθέτοντας ότι ακόμη και η έξοδος της χώρας από το ευρώ δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ταμπού. Και έχει κατ’ επανάληψη υποστηρίξει ότι η λιτότητα δεν αποδίδει. Θα έπρεπε να τα είχε πει όμως, όσο ήταν πρωθυπουργός
Το αποτέλεσμα των εκλογών περιπλέκεται περαιτέρω και από το ρόλο του αντιευρωπαϊκού Κινήματος των Πέντε Αστέρων του οποίου ηγείται ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο, ο οποίος εδώ και καιρό βρίσκεται στη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις.
Η καλύτερη έκβαση για την Ιταλία θα ήταν ένας πολιτικός ηγέτης που θα επιβάλει τη συζήτηση για το μέλλον της χώρας με νηφάλια αίσθηση των επιλογών της ευρωζώνης αλλά και της ίδιας της Ιταλίας. Σε αντίθετη περίπτωση, η Ιταλία κινδυνεύει να βρεθεί στην ίδια θέση με την Ελλάδα, η οποία έλαβε παρόμοιες πολιτικές και δεν έχει άλλες επιλογές.
http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/744559/ArticleFTgr.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.