του Κυριάκου Κατσιμάνη *
∆ιδάκτωρα Φιλοσοφίας Σορβόννης - Επικ. Καθηγητή Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών.
Σχετικά με τη νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης, ∆ιαφάνειας και Ανθρωπίνων ∆ικαιωμάτων για την «Καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού ∆ικαίου»: Kάθε λογής αντίσταση στην άλωση του ελληνικού κράτους από τους λαθρομετανάστες (γιατί περί αυτoύ πρόκειται) θα μπορεί με συνοπτικές διαδικασίες να αποτελέσει ποινικό αδίκημα και να επισύρει αυστηρές κυρώσεις. Είτε πρόκειται για διαμαρτυρία είτε για καταγγελία είτε για διαδήλωση.
Ακόμη και η εμπεριστατωμένη ανάλυση με δεδομένα και στατιστικά στοιχεία ή η αποδεικτικά θεμελιωμένη αρθρογραφία, πολύ φοβάμαι ότι θα φιμωθούν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Όσο για το έσχατο προπύργιο της ελεύθερης σκέψης, τα blogs, αυτό έχει ήδη στοχοποιηθεί και θα ριχτεί με συνοπτικές διαδικασίες στην πυρά.
∆εν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες: από τη στιγμή που ο αποδέκτης της διαμαρτυρίας ή και της αγανάκτησης μπορεί, αξιοποιώντας τη θολή και ακαθόριστη ρετσινιά του «ρατσισμού» ή της «ξενοφοβίας», να εγκαλέσει το διαμαρτυρόμενο και να μετατραπεί σε εισαγγελέα και δικαστή του, ΟΛΑ είναι δυνατά. Πολύ περισσότερο, όταν μεταξύ των λαθρομεταναστών θα βρίσκονται κάθε φορά πολλοί και πρόθυμοι μάρτυρες κατηγορίας, αν όχι και καταδότες.
Κανένας δεν ισχυρίστηκε ποτέ πως οι λαθρομετανάστες πρέπει να αφεθούν στο έλεος εμπρηστικών καταγγελιών και εξτρεμιστικών ομάδων. Εφόσον βρίσκονται –για όσο καιρό ακόμη θα βρίσκονται και αναξαρτήτως του πώς βρέθηκαν-- στη χώρα μας, δικαιούνται να απολαύσουν την προστασία μιας ευνομούμενης δημοκρατικής Πολιτείας, προσηλωμένης στις αρχές του ανθρωπισμού. Αλλά για το σκοπό αυτό το υφιστάμενο ήδη νομοθετικό πλαίσιο ήταν ίσως επαρκές.
Με τον καινούργιο Νόμο –και παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις-- τίθεται υπό επιτήρηση η ελεύθερη έκφραση σκέψεων και ιδεών των Ελλήνων πολιτών, στοχοποιείται προκαταβολικά οποιοσδήποτε θα τολμήσει να διαμαρτυρηθεί για τα ανοιχτά σύνορα και για την ανυπαρξία μεταναστευτικής πολιτικής στη χώρα μας, στέλνεται στις μυρμηγκοφωλιές του Τρίτου Κόσμου το χαρμόσυνο μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να υποδεχτεί μετά βαΐων και κλάδων καινούργια στίφη λαθρομεταναστών και διατρανώνεται η ειλημμένη απόφαση της Ελληνικής Πολιτείας να ανεχτεί αν όχι και να ενθαρρύνει την αλλοίωση της εθνολογικής σύνθεσης του λαού μας, με τη δραματική συρρίκνωση του ελληνικού στοιχείου.
Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας πως οι λαθρομετανάστες είναι οργανωμένοι και έχουν ισχυρές διασυνδέσεις με κόμματα και ΜΚΟ, ότι οι εκπρόσωποί τους μιλούν και διαπραγματεύονται με ανώτατους αξιωματούχους της εκτελεστικής εξουσίας, ότι έχουν την υποστήριξη των ΜΜΕ, τα οποία ποδηγετούνται από την Κίρκη της «πολιτικής ορθότητας», ότι κάνουν επίδειξη δύναμης καταλαμβάνοντας πλατείες με το πρόσχημα της δημόσιας προσευχής και ότι εγκαθίστανται δυναμικά σε πανεπιστημιακές σχολές και δημόσια κτήρια, όπου, κραδαίνοντας τις σφιγμένες γροθιές τους, διατυπώνουν την αξίωση να υπαγορεύσουν στην Ελληνική Πολιτεία τους όρους τους, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι το καινούργιο νομοθέτημα, που καταπνίγει στη γένεσή τους διαμαρτυρίες ή και διαβήματα του ελληνικού λαού, δεν παρέχει απλώς προστασία σε αδύναμους μετανάστες. Τείνει, επιπλέον, να μετατρέψει τα στίφη των εισβολέων σε «εν δυνάμει» στρατό κατοχής! Ο «στρατός» αυτής της άτυπης κατοχής όχι μόνο δε συναντά πλέον την παραμικρή αντίσταση στη σαρωτική προέλασή του, αλλά και έχει την αποδοχή, την έγκριση, την επιδοκιμασία και την πλήρη κάλυψη (νομοθετική, δικαστική, αστυνομική, διοικητική, οικονομική) της ίδιας της Ελληνικής Πολιτείας, εναντίον της οποίας στρέφεται.
Η Ελληνική Πολιτεία έχει καταστήσει απολύτως σαφείς τις επιλογές της: συμπαράταξη με τον εισβολέα και προληπτικός σωφρονισμός του γηγενούς. Όποιος τολμήσει στο εξής να διαμαρτυρηθεί ή και να αντισταθεί, κινδυνεύει να πιαστεί από την τσιμπίδα του αντιρατσιστικού/αντιξενοφοβικού νόμου και να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Οι ωραιολογίες και οι εύηχες διακηρύξεις δεν πείθουν πλέον κανέναν. Το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης ακριβώς αυτές τις λαϊκές διαμαρτυρίες και αντιστάσεις αποσκοπεί να καταστείλει. Υπό τους αλαλαγμούς (αν όχι και με βάση τις καταγγελίες) των ΜΚΟ, των ταγμάτων εφόδου της Νέας Τάξης (αναρχικών-αντιεξουσιαστών) και των κατ' επάγγελμα «προοδευτικών» --με επί κεφαλής γνωστούς και μη εξαιρετέους πανεπιστημιακούς που δραστηριοποιούνται υπό την σκέπην των πτερύγων κάποιων ζάπλουτων «πατερούληδων»-- η ελληνική κοινωνία υποχρεώνεται να τηρήσει τη «σιγή των αμνών», ενώ οι λαθρομετανάστες αναδεικνύονται κυρίαρχοι του παιχνιδιού!
H πολυπολιτισμικότητα, η οποία καταργεί την κυριαρχία του ελληνικού πολιτισμού στην ελληνική επικράτεια, μοιραίως ακυρώνει την ελληνικότητα στην ίδια την κοιτίδα της, δηλαδή την Ελλάδα. Αν το καλοσκεφτούμε, η πολυπολιτισμικότητα πετυχαίνει ειρηνικά και αναίμακτα ό,τι δεν κατόρθωσαν οι ποικιλώνυμοι εχθροί του ελληνισμού στη διάρκεια της τρισχιλιετούς ιστορίας του. Αυτή η αθώα και ελκυστική έννοια της πολυπολιτισμικότητας, που στη συνείδηση των αφελών με τις ναρκωμένες αντιστάσεις δημιουργεί τους συνειρμούς της ανοχής απέναντι στο διαφορετικό, της πολυφωνίας και της ανθρώπινης επικοινωνίας, είναι μια θανάσιμη παγίδα για το ελληνικό έθνος, ένας ∆ούρειος Ίππος που οι σύγχρονοι Σίνωνες τον τοποθετούν στο κέντρο της εκπαίδευσης και της κοινωνίας μας με την προοπτική να αλώσουν και να εξαλείψουν την ελληνικότητά μας
Εδώ πρέπει να είμαστε σαφείς και κατηγορηματικοί: η καταπολέμηση του ρατσισμού είναι απλώς ένα πρόσχημα και μια δικαιολογία. Ουδείς Έλληνας φέρεται εχθρικά στον αλλογενή, επειδή τάχα τα φυλετικά χαρακτηριστικά του τελευταίου διαφέρουν από εκείνα του γηγενούς. Και ο νομοθέτης, που αυτά όλα τα γνωρίζει πολύ καλά έστω και αν προσποιείται ότι τα αγνοεί, κατά βάθος είναι παγερώς αδιάφορος απέναντι στον κίνδυνο ενός «stricto sensu» ρατσισμού. Στην ουσία, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι κάτι διαφορετικό και παραπολύ απλό. Να ελαχιστοποιηθούν ως την οριστική εξαφάνισή τους, αν είναι δυνατόν, οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας, την ώρα κατά την οποία: α) θα εξακολουθήσουν να εισβάλλουν στη χώρα μας ανεμπόδιστα τα στίφη των λαθρομεταναστών και β) θα εγκαθιδρύεται σταδιακά η «πολυπολιτισμικότητα», εξαιτίας της οποίας αλλοιώνεται η εθνολογική σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού και συντελείται η κοινωνική και εθνική αποδόμηση της χώρας. Μετατραπήκαμε άραγε ξαφνικά σε ιδανικούς αυτόχειρες ή μήπως πάσχουμε από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης και δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει;
Το ότι όμως η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών είναι αγανακτισμένη από τη γενικευμένη παραλυσία και ασυδοσία με αποτέλεσμα να μη θέλει λαθρομετανάστες στη χώρα μας δεν αποτελεί ξενοφοβία. Είναι λογική αντίδραση σε μια κατάσταση έκρυθμη και πολλαπλώς απειλητική. Οι Έλληνες πολίτες, που μια ζωή πληρώνουν φόρους, που με το υστέρημά τους στηρίζουν τα ασφαλιστικά ταμεία τους, που έχουν υπομείνει λιτότητες και έχουν υποστεί στερήσεις για ένα καλύτερο αύριο, που με το αίμα της καρδιάς τους συνέβαλαν στη δημιουργία κάποιων υποτυπωδών κοινωνικών αγαθών στη δύσμοιρη αυτή χώρα, γιατί θα πρέπει να κλείσουν τα μάτια την ώρα που η πατρίδα τους αλώνεται εξ απήνης και η ζωή τους υποβαθμίζεται; Άλλωστε, δεν πρόκειται για μετανάστες που ήρθαν νόμιμα στη χώρα μας για να καλύψουν υπαρκτές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό ούτε για αληθινούς πολιτικούς πρόσφυγες, οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι αριθμητικώς αμελητέοι.
Πρόκειται για στίφη ειρηνικών (επί του παρόντος) αλλά οπωσδήποτε παράνομων εισβολέων, που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη γλώσσα, τη νοοτροπία, την κουλτούρα και τις έγνοιες των Ελλήνων. Οι άνθρωποι αυτοί δε διαθέτουν τίποτα περισσότερο από τα προσωπικά προβλήματά τους και δεν απαιτούν τίποτα λιγότερο από το να τους επωμιστεί και να τους αποκαταστήσει μια χώρα, στο εσωτερικό της οποίας είναι ξένα σώματα και η οποία έχει από κάθε άποψη φτάσει προ πολλού στα όριά της.
Βέβαια, η συνωμοσιολογία δεν είναι πάντοτε καλός σύμβουλος και η εθνική μανία καταδίωξης μπορεί να οδηγήσει σε κυνήγι μαγισσών. Είναι, όμως, δύσκολο να μην αναρωτηθούμε πώς αυτοί οι εξαθλιωμένοι εισβολείς βρίσκουν αρκετές χιλιάδες δολάρια ο καθένας για να πληρώσουν τους «δουλεμπόρους» (άλλη κακοποιημένη λέξη!) και ποιος τους δασκαλεύει να κραδαίνουν από ένα τυπωμένο χαρτί με τα δικαιώματά τους. ∆ε χρειάζεται πολλή σκέψη για να συμπεράνει κανείς ότι κάποιοι τους χρηματοδοτούν, τους οργανώνουν και τους «σπρώχνουν» στην Ελλάδα για λόγους που εύκολα μπορούμε να μαντέψουμε. Θα φιμώσει ο νόμος κάθε αντίρρηση, διαμαρτυρία ή αντίδραση σε αυτή τη θεσμοθετημένη άλωση του Ελληνικού Κράτους.
ΜΕΡΙΚΑ ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ
• Με βάση ποια λογική η Ελλάδα πρέπει να γίνει ο χώρος υποδοχής των απανταχού της γης κατατρεγμένων, καταπιεσμένων και εξαθλιωμένων; Υπάρχει κάποιο ιστορικό συμβόλαιο που να μας επιβάλλει, στο όνομα της απανταχού της γης δυστυχίας, να δυστυχήσουμε και εμείς (ακόμη περισσότερο από ό,τι δυστυχούμε ήδη) στην ίδια την πατρίδα μας;
• Σεβόμαστε τον πόνο των αλλοδαπών –τον ανθρώπινο πόνο, γενικότερα-- και πονάμε βλέποντάς τους να υποφέρουν. Πονάμε, όμως, περισσότερο τους Έλληνες, τους ομοεθνείς μας, που η λαθρομετανάστευση τους βλάπτει πολλαπλά. Με ποια λογική χαρακτηριζόμαστε γι’ αυτό ρατσιστές και ξενόφοβοι και με ποια αιτιολογία ποινικοποιούνται τα συναισθήματα, η σκέψη μας και η ελεύθερη έκφραση των ιδεών μας, επειδή θα μπορούσαν τάχα να προκαλέσουν «εχθροπάθεια»;
• Ακόμη και αν η Ελλάδα δεσμεύεται από συνθήκες που με απίστευτη ενδοτικότητα και απρονοησία είχαν κάποτε σπεύσει ορισμένοι να υπογράψουν (η χρόνια νόσος του «καλού και υπάκουου παιδιού» κατατρύχει ανέκαθεν την εξωτερική πολιτική μας), πού είναι άραγε η στοιχειώδης εκείνη ελληνική λεβεντιά, που θα επέβαλλε σε τέτοιες περιπτώσεις τη μονομερή καταγγελία ή, έστω, τη σθεναρή επαναδιαπραγμάτευση αυτών των επαχθέστατων συνθηκών την ώρα που η κατάστα- ση για την πατρίδα μας έχει φτάσει πια στο «μη περαιτέρω»;
• Ποιος, αλήθεια, ρώτησε ποτέ τους Έλληνες αν θέλουν εν τέλει η ελληνική κοινωνία να γίνει πολυπολιτισμική;
• Σεβόμαστε τον πόνο των αλλοδαπών –τον ανθρώπινο πόνο, γενικότερα-- και πονάμε βλέποντάς τους να υποφέρουν. Πονάμε, όμως, περισσότερο τους Έλληνες, τους ομοεθνείς μας, που η λαθρομετανάστευση τους βλάπτει πολλαπλά. Με ποια λογική χαρακτηριζόμαστε γι’ αυτό ρατσιστές και ξενόφοβοι και με ποια αιτιολογία ποινικοποιούνται τα συναισθήματα, η σκέψη μας και η ελεύθερη έκφραση των ιδεών μας, επειδή θα μπορούσαν τάχα να προκαλέσουν «εχθροπάθεια»;
• Ακόμη και αν η Ελλάδα δεσμεύεται από συνθήκες που με απίστευτη ενδοτικότητα και απρονοησία είχαν κάποτε σπεύσει ορισμένοι να υπογράψουν (η χρόνια νόσος του «καλού και υπάκουου παιδιού» κατατρύχει ανέκαθεν την εξωτερική πολιτική μας), πού είναι άραγε η στοιχειώδης εκείνη ελληνική λεβεντιά, που θα επέβαλλε σε τέτοιες περιπτώσεις τη μονομερή καταγγελία ή, έστω, τη σθεναρή επαναδιαπραγμάτευση αυτών των επαχθέστατων συνθηκών την ώρα που η κατάστα- ση για την πατρίδα μας έχει φτάσει πια στο «μη περαιτέρω»;
• Ποιος, αλήθεια, ρώτησε ποτέ τους Έλληνες αν θέλουν εν τέλει η ελληνική κοινωνία να γίνει πολυπολιτισμική;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.