Του Στίβεν Σ. Ρόουτς*
Στις αρχές Μαρτίου, το Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο της Κίνας θα εγκρίνει το 12ο Πενταετές Πρόγραμμα, το οποίο ενδέχεται να μείνει στην ιστορία ως μία από τις πιο δυναμικές στρατηγικές πρωτοβουλίες της Κίνας.
Στην ουσία, θα αλλάξει τον χαρακτήρα του οικονομικού μοντέλου της κινεζικής οικονομίας των τελευταίων 30 ετών, το οποίο στηρίζεται στις εξαγωγές και τις επενδύσεις, προς την κατεύθυνση ενός αναπτυξιακού μοντέλου με βασικό άξονα τους Κινέζους καταναλωτές. Μια τέτοια μεταστροφή συνεπάγεται σοβαρές επιπτώσεις για την Κίνα, την υπόλοιπη Ασία και την παγκόσμια οικονομία γενικότερα.
Όπως το Πενταετές Πρόγραμμα στα τέλη της δεκαετίας του 1970 που έθεσε τις βάσεις για «τις μεταρρυθμίσεις και το άνοιγμα» και το Εννεαετές Πρόγραμμα στα μέσα της δεκαετίας του 1990 που προώθησε την εμπορευματοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων, το σημερινό πρόγραμμα καλεί την Κίνα να αναθεωρήσει το κεντρικό σύστημα αξιών της οικονομίας της. Τις βάσεις έθεσε ο πρωθυπουργός, Γουέν Τζιαμπάο, πριν από τέσσερα χρόνια, όταν επισήμανε για πρώτη φορά το παράδοξο των «τεσσάρων στερητικών άλφα», σύμφωνα με το οποίο η επιφανειακή ισχύς μιας οικονομίας κρύβει μια ολοένα πιο «ασταθή, ανισόρροπη, ανοργάνωτη και τελικώς α-βιώσιμη» δομή.
Η Μεγάλη Ύφεση των ετών 2008-2009 υποδηλώνει ότι η Κίνα δεν μπορεί να αντιμετωπίζει πλέον τα «τέσσερα στερητικά άλφα» ως μια θεωρητική εικασία. Στη μετά-κρίση εποχή, ο ανεπτυγμένος κόσμος θα κλονίζεται λογικά για πολύ καιρό από μετασεισμούς, οι οποίοι θα υπονομεύουν την εξωτερική ζήτηση, από την οποία ανέκαθεν εξαρτιόνταν η Κίνα. Αυτό σημαίνει ότι η κινεζική κυβέρνηση δεν έχει μεγάλα περιθώρια επιλογών –αυτό που πρέπει να κάνει είναι να στραφεί στην εσωτερική ζήτηση και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των «τεσσάρων στερητικών άλφα».
Αυτός ακριβώς είναι ο στόχος του 12ου Πενταετούς Προγράμματος, το οποίο επικεντρώνεται σε τρεις πρωτοβουλίες ενίσχυσης της κατανάλωσης. Καταρχάς, η Κίνα θα αρχίσει να απογαλακτίζεται από το μοντέλο της μεταποίησης το οποίο αποτελεί κινητήριο άξονα της ανάπτυξης που βασίζεται στις εξαγωγές και τις επενδύσεις. Παρότι ότι η Κίνα ακολουθεί αυτόν τον άξονα εδώ και 30 χρόνια, το γεγονός ότι η ενίσχυση της παραγωγικότητάς της εξαρτάται από την αύξηση των κεφαλαιουχικών αγαθών και τη μείωση της εργασίας στην παραγωγή δεν της επιτρέπει να απορροφήσει την πλεονάζουσα προσφορά εργασίας.
Η αλήθεια είναι ότι στο πλαίσιο του νέου Προγράμματος, η Κίνα θα υιοθετήσει ένα μοντέλο υπηρεσιών εντάσεως εργασίας. Μπορεί κανείς να ελπίζει ότι το εν λόγω πρόγραμμα θα παρέχει λεπτομερές σχέδιο ανάπτυξης των κλάδων εντάσεως συναλλαγών μεγάλης κλίμακας, όπως ο κλάδος πωλήσεων χονδρικής και λιανικής, δημόσιων μεταφορών και διοικητικής μέριμνας στην αλυσίδα προμηθειών, καθώς και οι κλάδοι υγείας, αναψυχής και τουριστικών υποδομών.
Μια τέτοια μεταστροφή θα ενισχύσει σημαντικά τους ρυθμούς δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στην Κίνα. Δεδομένου ότι μια μονάδα παραγωγής στον κλάδο των υπηρεσιών χρειάζεται 35% περισσότερους εργαζομένους απ’ ό,τι στο μεταποιητικό και κατασκευαστικό κλάδο, το Πεκίνο μπορεί να πετύχει τον στόχο απασχόλησης που έχει θέσει ακόμη και με μικρότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Επιπλέον, ο τομέας των υπηρεσιών δεν είναι στον ίδιο βαθμό εντάσεως πόρων με τον κλάδο της μεταποίησης, γεγονός που σημαίνει ότι η Κίνα θα απολαμβάνει τα προνόμια ενός πιο ελαφριού, καθαρού και πράσινου αναπτυξιακού μοντέλου.
Η δεύτερη πρωτοβουλία του Προγράμματος για τόνωση της κατανάλωσης στοχεύει στην εκτίναξη των μισθών. Στο επίκεντρο θα βρεθούν κυρίως οι εργαζόμενοι των αγροτικών περιοχών που λαμβάνουν πολύ κατώτερες αμοιβές και το κατά κεφαλήν εισόδημά τους είναι σήμερα 30% χαμηλότερο σε σύγκριση με τα αστικά κέντρα –κάτι το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τις φιλοδοξίες της Κίνας για μια «αρμονική κοινωνία». Στις μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνονται φορολογικές πολιτικές με στόχο την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης στις αγροτικές περιοχές, μέτρα διεύρυνσης της ιδιοκτησίας αγροτικής γης και τεχνολογικά προγράμματα για ενίσχυση της παραγωγικότητας στη γεωργία.
Μεγαλύτερη μόχλευση, ωστόσο, θα επιτευχθεί μέσω των πολιτικών που ενθαρρύνουν τη συνεχή και ραγδαία μετανάστευση από την περιφέρεια στα αστικά κέντρα. Μετά το 2000, οι εσωτερικοί μετανάστες ανέρχονται σταθερά σε 15-20 εκατομμύρια ετησίως. Για να συνεχιστεί η μετανάστευση με αυτούς τους ρυθμούς, το Πεκίνο θα πρέπει να «χαλαρώσει» τις μακροχρόνιες παγιωμένες δομές του συστήματος καταγραφής των νοικοκυριών (hukou), το οποίο εμποδίζει την κινητικότητα των εργαζομένων, περιορίζοντας τους εργαζομένους και τις παροχές τους στον τόπο καταγωγής τους.
Η ενίσχυση της απασχόλησης μέσω του τομέα υπηρεσιών και η αύξηση των μισθών μέσω της αυξημένης στήριξης των εργαζομένων στις αγροτικές περιοχές θα αυξήσει μακροπρόθεσμα το προσωπικό εισόδημα των Κινέζων, το οποίο σήμερα αντιστοιχεί μόλις στο 42% του ΑΕΠ -το μισό απ’ ό,τι στις ΗΠΑ. Ωστόσο, για την ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης στην Κίνα απαιτούνται πολύ περισσότερα από την επίτευξη μεγαλύτερων ρυθμών αύξησης των εισοδημάτων από την εργασία. Πρέπει, επίσης, να καταβληθούν μεγάλες προσπάθειες για μεταστροφή των καταναλωτών από την αποταμίευση στην κατανάλωση.
Σε αυτό το πρόβλημα στοχεύει ο τρίτος βασικός άξονας της ατζέντας του νέου Προγράμματος που αποσκοπεί στην αύξηση της κατανάλωσης - στην ανάγκη να δημιουργηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας προκειμένου να μειωθεί η προληπτική αποταμίευση που απορρέει από την ανασφάλεια. Στην ουσία, αυτό σημαίνει ενίσχυση της κοινωνικής ασφάλειας, καθιέρωση συνταξιοδοτικού προγράμματος στον ιδιωτικό τομέα, ιατρική περίθαλψη και επιδόματα ανεργίας. Ανάλογα σχέδια υπήρχαν και σήμερα, μόνο που έμεναν στα σχέδια και δεν έχαιραν επαρκούς χρηματοδότησης.
Το 2009, για παράδειγμα, η συνολική αξία των συνταξιοδοτικών παροχών της Κίνας –εθνική κοινωνική ασφάλεια, περιφερειακά προγράμματα συνταξιοδότησης και συνταξιοδοτικό ιδιωτικού τομέα- ανερχόταν σε 364 δισ. δολάρια. Οι παροχές αυτές μεταφράζονται σε εφάπαξ εισόδημα 470 δολαρίων για τον μέσο Κινέζο εργαζόμενο. Δεν είναι να απορεί, λοιπόν, κανείς που οι οικογένειες στην Κίνα αποταμιεύουν από ανασφάλεια για το μέλλον. Το νέο Πρόγραμμα της Κίνας θα πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα αυτό το πρόβλημα.
Το 12ο Πενταετές Πρόγραμμα περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από την πολιτική τριών πυλώνων με στόχο την ενίσχυση της κατανάλωσης. Αξιοσημείωτη είναι, επίσης, η επικέντρωση του Προγράμματος στην ταχύτερη ανάπτυξη συγκεκριμένων αναδυόμενων κλάδων στρατηγικής σημασίας, όπως η βιοτεχνολογία, οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας και η πληροφορικής νέας γενιάς.
Το καθοριστικό στοιχείο, όμως, του νέου Προγράμματος θα είναι η έμφαση στον Κινέζο καταναλωτή, η οποία - κατά τη γνώμη μου- αρκεί για να αυξήσει το μερίδιο της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ από το εντυπωσιακά χαμηλό 36% που είναι σήμερα στο 42-45% έως το 2015. Παρότι το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να είναι χαμηλό με βάση τα διεθνή πρότυπα, μια τέτοια αύξηση σηματοδοτεί ένα ζωτικό βήμα για την Κίνα στο δρόμο της εξισορρόπησης.
Κάτι τέτοιο θα έδινε, επίσης, τεράστια ώθηση στους βασικούς εμπορικούς εταίρους της Κίνας - όχι μόνο στην Ανατολική Ασία αλλά και στην ευρωπαϊκή και αμερικανική οικονομία που παρουσιάζουν χαμηλότερα περιθώρια ανάπτυξης. Πράγματι, το 12ο Πενταετές Πρόγραμμα ίσως τροφοδοτήσει τη μεγαλύτερη αύξηση της κατανάλωσης στη σύγχρονη ιστορία. Τι άλλο να ζητήσει κανείς στη μετά-κρίση εποχή που διανύουμε;
Υπάρχει, ωστόσο, μία παγίδα: κατά τη μεταστροφή προς μια ανάπτυξη που τροφοδοτείται περισσότερο από την κατανάλωση, τα αποταμιευτικά πλεονάσματα της Κίνας θα μειωθούν με αποτέλεσμα να υπάρχουν λιγότερα διαθέσιμα για τη χρηματοδότηση των σταθερών αποταμιευτικών ελλειμμάτων άλλων κρατών, όπως οι ΗΠΑ. Η διαμόρφωση μιας τέτοιας νέας, ασύμμετρης ισορροπίας σε παγκόσμιο επίπεδο, κατά την οποία η Κίνα θα προπορεύεται και ο προηγμένος κόσμος θα ακολουθεί με συρτό βήμα, αποτελεί μια πιθανή παρενέργεια του 12ου Πενταετούς Προγράμματος της Κίνας.
*Ο Στίβεν Σ. Ρόουτς είναι μέλος της επιστημονικής κοινότητας του Πανεπιστημίου Γέιλ και διατεθεί μη εκτελεστικός πρόεδρος της Morgan Stanley Asia. Επίσης, έχει συγγράψει το βιβλίο «The Next Asia».
Copyright: Project Syndicate, 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.