του Έκτορα Μάγνη
Η επιβολή του μνημονίου στην Ελλάδα δεν μπορεί να εξηγηθεί μονοσήμαντα. Ασφαλώς ένας από τους λόγους είναι η διάσωση του ευρώ στο διεθνή ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα, σε εθνοκρατικό επίπεδο, επιχειρείται η μεταφορά της κρίσης από το μεγάλο κεφάλαιο στην εργατική τάξη, ενώ σε επίπεδο διακρατικό (ΕΕ) η μεταφορά της κρίσης από τους ισχυρούς ιμπεριαλιστικούς κρίκους στους ασθενείς. Ακριβώς αυτή η διαδικασία ενδυναμώνει την εξάρτηση των εξαρτημένων χωρών.
Η αστική απολογητική έχει να μας πει πολλά σχετικά με αυτό. Σε μια μελέτη του 18ου αιώνα διαπιστώνεται ότι: «Οι αποικίες δεν πρέπει ποτέ να λησμονούν ότι την ευημερία που απολαμβάνουν την οφείλουν στη μητέρα πατρίδα. Τα όσα της οφείλουν τις υποχρεώνει να παραμείνουν άμεσα εξαρτημένες από αυτήν και να υποτάξουν τα συμφέροντά τους, στα συμφέροντα εκείνης. Κατά συνέπεια, είναι καθήκον τους:
1ο. Να προσφέρουν στη μητρόπολη όσο το δυνατό μεγαλύτερη και καλύτερη πρόσβαση στα προϊόντα τους.
2ο. Να προσφέρουν απασχόληση σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό επιχειρηματιών, βιοτεχνών, ναυτικών.
3ο. Να της προσφέρουν τη μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα από τα αντικείμενα που έχει ανάγκη».[1]
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα ο Σέσιλ Ρόουντς παρατηρεί: «Χθες βρισκόμουν στο Ιστ Εντ (εργατική συνοικία του Λονδίνου) και παρακολούθησα μια συγκέντρωση ανέργων. Άκουσα τα όσα έλεγαν οι ομιλητές, αλλά το γενικό συμπέρασμα των λόγων τους ήταν η κραυγή του πλήθους: “Ψωμί! Ψωμί!”. Γυρίζοντας στο σπίτι μου ξανασκέφτηκα τα όσα είδα και άκουσα και πείστηκα για άλλη μια φορά σχετικά με τη μεγάλη σημασία του ιμπεριαλισμού […] για να σώσουμε τα τέσσερα εκατομμύρια του Ενωμένου Βασιλείου από τον κίνδυνο ενός δολοφονικού εμφύλιου πολέμου, εμείς οι αποικιοκράτες οφείλουμε να κατακτήσουμε καινούριες επικράτειες, ώστε να εγκαταστήσουμε εκεί το πλεόνασμα του πληθυσμού μας, προσφέροντας ταυτόχρονα νέες αγορές στα προϊόντα των εργοστασίων […] Αν θέλετε να αποφύγετε τον εμφύλιο πόλεμο οφείλεται να γίνετε ιμπεριαλιστές», (η υπογράμμιση δική μας.[2]
Ο Ρικάρντο έγραφε: «κάθε χώρα που παράγει εκείνα τα αγαθά στα οποία, βάσει της κατάστασής της, του κλίματός της και των υπόλοιπων φυσικών ή τεχνητών πλεονεκτημάτων της, έχει προσαρμοστεί, ανταλλάσοντάς τα με τα αγαθά άλλων κρατών θα οδηγούσε στην αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής και στο όφελος του συνόλου οικουμενικά». Ο Ρικάρντο υποστήριζε, ακόμη, ότι η Πορτογαλία έπρεπε να εξειδικευτεί στην παραγωγή κρασιού (κυρίως αγροτική δραστηριότητα), όπου παρουσίαζε το μεγαλύτερο συγκριτικό πλεονέκτημα, ενώ η Αγγλία έπρεπε να εξειδικευτεί στην παραγωγή υφάσματος (κυρίως βιομηχανική δραστηριότητα), όπου παρουσίαζε το μικρότερο συγκριτικό μειονέκτημα. Σχολιάζοντας τα παραπάνω ο Ρίτσαρν Πιτ καταλήγει: «Κι όμως, αυτή ακριβώς η εξειδίκευση είχε ήδη οδηγήσει σε αιώνες άνισων ανταλλαγών προς σωρευτικό όφελος της Βρετανίας».[3]
Ο Τζον Στιούαρτ Μιλ στο έργο του «Η Αποικιοκρατία στους σύγχρονους λαούς», το 1891 σημείωνε: «Σύμφωνα με τη σημερινή κατάσταση του κόσμου, η δημιουργία αποικιών αποτελεί την καλύτερη επιχείρηση για την επένδυση των κεφαλαίων μιας γριάς και πλούσιας χώρας. Η αποικιοκρατία είναι η επεκτατική δύναμη ενός λαού, ισχύς της αναπαραγωγής του, η διασπορά και ο πολλαπλασιασμός του στους ορίζοντες. Είναι η υποταγή του κόσμου ή ενός μεγάλου μέρους του κόσμου στη γλώσσα του, στις ιδέες του, στους νόμους του. Ένας λαός που δημιουργεί αποικίες είναι ο λαός που δημιουργεί τις βάσεις για το μεγαλείο του μέλλοντός του, για τη μελλοντική του ανωτερότητα και υπεροχή […] Δεν μπορούμε λοιπόν να μη δούμε την αποικιοκρατία σαν ένα από τα καθήκοντα που επιβάλλονται στα πολιτισμένα κράτη», (η υπογράμμιση δική μας.[4]
Ειδικότερα στην Ελλάδα, άνθησε η θεωρία της «ψωροκώσταινας». Δίνουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Σήμερα ο λαός μας συντηρείται από τους ξένους. Μόνο χάρη στην αμερικανική βοήθεια μπορούμε και επιζούμε […] Χωρίς αμερικανική βοήθεια δε θα σταθούμε ούτε για λίγους μήνες στα πόδια μας […] Όσο παίρνουμε τη βοήθεια αυτή θα εξαρτόμαστε από τους ξένους […] Να! το ιδιότυπο ελληνικό πρόβλημα: αδυναμία για επιβίωση του λαού μας και ανάγκη να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για αυτήν, ανάγκη να βασιστούμε στην ξένη βοήθεια, μα να μπορέσουμε να την αποδεχτούμε και να την απορροφήσουμε με το κεφάλι ψηλά σίγουροι για ό,τι κάνουμε, με πίστη στο σκοπό μας».[5]
Σε μια παρόμοια τοποθέτηση διαπιστώνεται: «Αν θέλωμεν να ίδωμεν πραγματοποιουμένας τα ως άνω βιομηχανίας παρ’ ημίν και κατά συνέπειαν τας υδραυλικάς μας δυνάμεις, είναι απαραίτητον και επιβάλλεται απολύτως όπως τα μεγάλα βιομηχανικά κράτη, αι Ηνωμέναι Πολιτείαι της Αμερικής και η Αγγλία, αναλάβωσιν υπό την προστασίαν των την ίδρυσην παρ’ ημίν τοιούτων βιομηχανιών και εξασφάλισιν της διαθέσεως των παραγόμενων προϊόντων […]».[6]
Στην αξεπέραστη μελέτη του Δημήτρη Μπάτση[7] (Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα/1947)- ενός πραγματικού ήρωα του προοδευτικού κινήματος που εκτελέστηκε μαζί με τον Μπελογιάννη (30 Μαρτίου 1952) κι ενός σπουδαίου θεωρητικού- γνωματεύσεις όπως οι παραπάνω διαλύονται με τον πιο αποφασιστικό τρόπο.
Ο Μπάτσης παρουσιάζει το σκεπτικό και την επιχειρηματολογία της αστικής απολογητικής, βασικό δόγμα της οποίας ήταν το «Η Ελλάδα πλουτολογικά υστερεί σε σχέση με τις πολιτισμένες χώρες». Άξονες αυτού του δόγματος ήταν οι παρακάτω:
- Η Ελλάδα έχει φυσικά φτωχό και άγονο έδαφος.
- Η Ελλάδα έχει περιορισμένες φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές στο έδαφος και στο υπέδαφος.
- Υπάρχει μεγάλη αναλογία πληθυσμού ανά μονάδα εδάφους, με αποτέλεσμα η όποια βελτίωση να μην μπορεί να επαρκέσει για την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου.
- Υπάρχει έλλειψη κεφαλαίων και πληθώρα χεριών.
- Η απόσταση από τις προηγμένες χώρες είναι τέτοια που δεν μπορεί να καλυφθεί.
Το συμπέρασμα από τους απολογητές προέκυπτε αβίαστα: η «σωτηρία» της Ελλάδας μπορεί να έρθει μόνο με λύσεις εξωτερικές (συνδυασμός μεγαλοϊδεατισμού και υποτέλειας). Η ελληνική αστική τάξη αποσκοπούσε:
- Στην προσάρτηση «γόνιμων εδαφών».
- Στη μετανάστευση των «χεριών» που περισσεύουν.
- Στην παραχώρηση ζωνών επιρροής εμπορικής και οικονομικής εκμετάλλευσης, κυρίως στα Βαλκάνια, μέσω της παρέμβασης των ισχυρών ξένων δυνάμεων.
- Στην προσφορά στο ξένο κεφάλαιο κάθε είδους προνομίων προκειμένου να εκμεταλλευτεί τους πόρους της χώρας. [8]
Ο Μπάτσης θεμελιώνει τη δυνατότητα αυτοδύναμης ανάπτυξης της Ελλάδας, αποκαλύπτει τη διπλή εκμετάλλευση του ελληνικού προλεταριάτου από το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιο, μιλάει για τη σημασία συγκρότησης βαριάς βιομηχανίας, για τον ορυκτό πλούτο της Ελλάδας, για τις δυνατότητες του εργατικού δυναμικού, διαλύει όλους τους αστικούς μύθους που σχετίζονται με όλα τα παραπάνω.
Λίγα ιστορικά στοιχεία
Ο Δημήτρης Μπάτσης είχε σπουδάσει νομικά, αλλά ασχολήθηκε κυρίως με την κοινωνιολογία και τα οικονομικά. Για να μπορεί κανείς να έχει ολοκληρωμένη αντίληψη ως προς τη συνεισφορά του, οφείλει να την εντάξει στο ιστορικό πλαίσιο της τότε εποχής, και ειδικότερα στο πλαίσιο μιας συλλογικής προοδευτικής επιστημονικής έρευνας και δράσης, η οποία, κατά την κατοχή εκφράστηκε μέσα από το ΕΑΜικό κίνημα, και μετά την απελευθέρωση, εκφράστηκε μέσα από την επιστημονική εταιρεία «Επιστήμη – Ανοικοδόμηση, Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων», η οποία ιδρύθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1945. Αν και κάπως …περίεργη, η ονομασία της συγκεκριμένης επιστημονικής εταιρείας, δηλαδή «Επιστήμη – Ανοικοδόμηση» απηχούσε με ακρίβεια την τότε πραγματικότητα. Η χώρα μόλις είχε βγει από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατοχή. Είχε περάσει, δηλαδή, από την πιο βαθιά κρίση του καπιταλιστικού συστήματος (πολιτική, κοινωνική και οικονομική), η οποία είχε φτάσει μάλιστα στην πιο ακραία εκδήλωσή της, δηλαδή στον πόλεμο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το ζήτημα της ανασυγκρότησης της χώρας δεν ήταν απλώς προτεραιότητα αλλά είχε τεθεί και από μηδενική βάση. Το δίλημμα ήταν σαφές. Η ανοικοδόμηση θα γινόταν στη βάση της προϋπάρχουσας του πολέμου κατάστασης, δηλαδή στη βάση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, ή στη βάση του προγράμματος Λαϊκής Δημοκρατίας του ΕΑΜ, που αναμφιβόλως έχαιρε αίγλης και ασκούσε τεράστια επιρροή στο λαό, και το οποίο έθετε ως στόχο την κοινωνική απελευθέρωση των εργαζόμενων τάξεων και του λαού;
Η ΕΠ.ΑΝ, στο προαναφερόμενο δίλημμα, πήρε ξεκάθαρη θέση. Στην ιδρυτική της διακήρυξή σημείωνε χαρακτηριστικά: «Ζητούμε να καταργήσουμε την επιστήμη σαν κοινωνικό προνόμιο και να την καταστήσουμε λαϊκό απόκτημα. Να μετατοπίσουμε τις υλικές και κοινωνικές βάσεις της από τη συντηρητική ολιγαρχία στο λαό». Και όριζε την ανοικοδόμηση ως εξής: «Μα όταν λέμε ανοικοδόμηση εννοούμε τις πιο ριζικές, τις πιο βαθειές και τις πιο ριζοσπαστικές μεταβολές στην κοινωνική και εθνική μας ζωή, εννοούμε την πιο δυνατή και με τα πιο σύγχρονα τεχνικά μέσα εκμετάλλευση του πλούτου μας, την ενεργητική αξιοποίηση της εργασίας του μέσα στους ανώτατους αποδοτικούς όρους, τη μετατροπή της Ελλάδας σε βιομηχανική χώρα, την αποκατάστασή της σε ανώτερα επίπεδα υλικού και πνευματικού βίου, γιατί μόνο μέσα από αυτές τις μεταβολές μπορεί να φτάσει η χώρα σ’ ένα πραγματικό σοσιαλιστικό καθεστώς». («Ανταίος», τεύχος 12/30 – 11- 1945).
Στην ΕΠ.ΑΝ συμμετείχε ο Δ. Μπάτσης, ο οποίος ανέλαβε ως υπεύθυνος συντακτικής επιτροπής του περιοδικού«Ανταίος» (της έντυπης έκφρασης της ΕΠ.ΑΝ.), από το 5ο τεύχος του. Το περιοδικό «Ανταίος» κυκλοφόρησε το πρώτο του τεύχος στις 20 Μάη 1945, προετοιμάζοντας ουσιαστικά και την επίσημη δημιουργία της ΕΠ.ΑΝ. Ο Δ. Μπάτσης, στη συνέχεια, έγινε διευθυντής του περιοδικού και παρέμεινε στη θέση αυτή ως το τελευταίο του τεύχος, που είχε ένδειξη Ιούνιος – Ιούλιος 1951, δηλαδή μέχρι τη σύλληψη από το μετεμφυλιακό καθεστώς, που κατέληξε στην εκτέλεσή του (για την οποία δεν μπορεί να μην περάσει από το νου κάποιου ότι σχετίζεται άμεσα τόσο με την πολιτική επιλογή του ως προς τη συστράτευσή του με το πολιτικό πρόγραμμα του ΕΑΜ όσο και ως προς την, με αποδείξεις, αποκάλυψη των σαθρών θεμελίων της λογικής της «ψωροκώσταινας» που καλλιεργούσε και τότε η αστική τάξη). Στο πρώτο τεύχος του «Ανταίου», ο Δ. Μπάτσης υπογράμμιζε πως «προϋπόθεση για να τεθούν τα θεμέλια της ανοικοδόμησης, στο απώτερο μέλλον σε πλατειές και κοινωνιστικές βάσεις είναι να λευτερωθή ο λαός και η οικονομία του από κάθε αντιπαραγωγικό, αντιοικονομικό και εκμεταλλευτικό μπόδιο που έστηνε στην πρόοδο της χώρας μια μονοπωλιακή κερδοσκοπική ολιγαρχία».
Η ΕΠ.ΑΝ., ως επιστημονική έκφραση του Πολιτικού Συνασπισμού Κομμάτων του ΕΑΜ (του οποίου ραχοκοκαλιά ήταν το ΚΚΕ), ανταποκρίθηκε, τότε, με τη μέγιστη δυνατή επάρκεια σε αυτό που ο Μαρξ είχε πει με μια φράση: «Πριν η εργατική τάξη κερδίσει τις μάχες των χαρακωμάτων, πρέπει πρώτα να κερδίσει μια σειρά από μάχες στο μέτωπο της επιστήμης». Με το έργο της ΕΠ.ΑΝ και επιστημόνων σαν τον Δ. Μπάτση, το λαϊκό κίνημα, τότε, κατάφερε να αντιπαραθετεί και να υπερσκελίσει την αστική τάξη στα ζητήματα της επιστημονικά τεκμηριωμένης λύσης του ελληνικού προβλήματος.
Αναλογίες: τότε και τώρα
Σήμερα, η ελληνική πραγματικότητα αναζητά λύσεις που μας οδηγούν ξανά στην αφετηρία του προβλήματος. Η κρίση συντρίβει καθημερινά τις βεβαιότητες και τις συνταγές διεξόδου στο πλαίσιο του συστήματος. Βάζει επί τάπητος την ανάγκη μιας νέας ανασυγκρότησης της κοινωνίας που θα βγαίνει έξω από τις σημερινές της δομές. Σήμερα, μέσω του μνημονίου ξοδεύεται προς όφελος των δυναστών και του χρηματιστικού κεφαλαίου, όλος ο πλούτος της χώρας στη βάση του οποίου μπορεί να συγκροτηθεί μια άλλη Ελλάδα.
Σήμερα, μέσω του μνημονίου αποσπάται ακόμη μεγαλύτερη υπεραξία από την ελληνική εργατική τάξη, αλλά συγχρόνως επιδιώκεται και η καταλήστευση της ελληνικής δημόσιας περιουσίας. Συγκεκριμένα, στο παράρτημα 4 του μνημονίου αναφέρεται ότι «ούτε ο Δανειολήπτης ούτε τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας […]».[9]
Εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι το γεγονός ότι η αριστερά σήμερα, αρνείται να αποκαλύψει αυτές τις πλευρές ή σε κάθε περίπτωση το κάνει με ασυνέπεια ενώ στερείται επιστημονικού λόγου και τεκμηρίωσης στις πολιτικές της προτάσεις. Το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός πιστεύει ότι ο τόπος έχει προσφερθεί στις ορέξεις των ιμπεριαλιστών, με τη σύμπραξη και του ελληνικού κεφαλαίου και των γραφειοκρατών εκπροσώπων του, σίγουρα δεν αποτελεί μια συλλογική φαντασίωση…
[1] .Πόστελθουάιτ, Η ερμηνεία του βρετανικού εμπορικού συμφέροντος, 1747. Αναφέρεται στο Michel Beaud, Η ιστορία του καπιταλισμού, σελ. 66, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, 1987
[2] . Αναφέρεται στο Michel Beaud, Η ιστορία του καπιταλισμού, σελ. 231, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, 1987
[3] . Richard Peet, Ανόσια τριάδα, το ΔΝΤ, η παγκόσμια τράπεζα και ο ΠΟΕ, σελ. 21, εκδ. Λιβάνη, 2010
[4] .Λερουά Μπολιέ, Η αποικιοκρατία στους σύγχρονους λαούς, 1891. Αναφέρεται στο Michel Beaud, Η ιστορία του καπιταλισμού, σελ. 232, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, 1987
[5]. Νέα Εστία, ειδικό αφιέρωμα, σελ. 19, 1950
[6] . Δαυίδ, Πολιτική Επιθεώρησις, 15/4/45, σελ. 44
[7] . Το βιβλίο του ΔΜ επανακυκλοφορεί στις εκδόσεις Κέδρος και το προτείνουμε στον αναγνώστη
[8] . Δες αναλυτικότερα Μπάτσης Δημήτρης, Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα, σελ. 377-379, εκδ. Κέδρος,
[9]. Μνημόνιο, Η δανειακή σύμβαση μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης-Ευρωπαϊκής Ένωσης- Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ειδική Έκδοση του περιοδικού Επίκαιρα, σελ. 42, 10/6-16/6/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.