Μετά τη χθεσινή πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να παρουσιάσει τις θέσεις του κόμματός του για την συνταγματική αναθεώρηση, οι αλλαγές στον καταστατικό χάρτη της χώρας αναμένεται να κάνουν το δικό τους πέρασμα από την προεκλογική ατζέντα.
Ο Αντώνης Σαμαράς είπε χθες πολλά και εξήγγειλε μεγάλες αλλαγές, λέγοντας, μάλιστα πως «η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει». Ωστόσο, επειδή η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι, για πολλούς λόγους, μία κορυφαία διαδικασία και οι επιλογές που θα γίνουν κατά τη διάρκειά της θα δεσμεύουν τη χώρα για εύλογο χρονικό διάστημα, είναι χρήσιμο να δούμε τί εξήγγειλε ακριβώς χθες ο πρωθυπουργός.
Στην πραγματικότητα, ο κ. Σαμαράς δεν εξήγγειλε απλώς μία αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά μία «συνταγματοποίηση» του Μνημονίου -και της νέας κατάστασης που φέρνει αυτό στην Ελλάδα.
Στην πραγματικότητα, ο κ. Σαμαράς δεν εξήγγειλε απλώς μία αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά μία «συνταγματοποίηση» του Μνημονίου -και της νέας κατάστασης που φέρνει αυτό στην Ελλάδα.
Υποβάθμιση του περιβάλλοντος, ένα κράτος περισσότερο αυταρχικό, αλλά και ενσωμάτωση του νεοφιλελευθερισμού στο Σύνταγμα είναι μερικές μόνο από τις προτάσεις της ΝΔ, που ανοίγουν την κερκόπορτα για συνταγματικές «δεσμεύσεις» που θα περιορίζουν την όποια κυβέρνηση και οποιαδήποτε δημοκρατικά νομιμοποιημένη πολιτική επιλογή της.
Σε μία συγκυρία που διεξάγεται διεθνής καμπάνια προκειμένου να σωθεί ο ελληνικός αιγιαλός και να πάρει πίσω η κυβέρνηση το επικίνδυνο νομοσχέδιο που γεμίζει μπετόν τις ελληνικές παραλίες, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε χθες αναθεώρηση των άρθρων 24 και 117. Πρόκειται για μία «δασοκτόνο» ρύθμιση που είχε επιχειρηθεί να αλλάξει και κατά την αναθεώρηση του 2008, ενώ χθες ο πρωθυπουργός μας ενημέρωσε πως πρέπει πια να... «ορίσουμε τι σημαίνει βοσκοτόπια».
Επίσης, χθες στο Μέγαρο Μουσικής εξαγγέλθηκε, με το πρόσχημα της... «ελεύθερης διακίνησης και ανεμπόδιστης πρόσβασης», ο περιορισμός των διαδηλώσεων, που αγγίζει το μαλακό υπογάστριο των πολιτικών δικαιωμάτων.
Σαν να μην έφταναν αυτά, όταν περάσουν οι εκλογές και οι αναγκαστικές παρασιωπήσεις της προεκλογικής περιόδου, θα έρθουν στο προσκήνιο, κατά πάσα βεβαιότητα, και άλλες συνταγματικές «πρωτοβουλίες», που ήδη προωθούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η παρούσα κυβέρνηση κάθε άλλο παρά έχει εκδηλώσει τη διαφωνία της: μ' άλλα λόγια, η ως τώρα «διαπραγμάτευση» της κυβέρνησης με τους δανειστές δεν προϊδεάζει για μία σκληρή στάση του Μαξίμου έναντι των γερμανικών απαιτήσεων για συνταγματικό «φρένο χρέους», ενώ στο παρασκήνιο, κυβερνητικά στελέχη «εμπλουτίζουν» την εν λόγω ιδέα και με το συνταγματικό «φρένο ελλειμμάτων». Πρόκειται για μια επικίνδυνη ιδέα, καθώς πλέον οι μελλοντικές κυβερνήσεις δε θα έχουν την αυτονόητη διακριτική ευχέρεια να ασκήσουν τη δική τους οικονομική πολιτική, αφού στο Σύνταγμα θα περιλαμβάνονται περιορισμοί για τον δανεισμό, για το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα του προϋπολογισμού.
Η συζήτηση που άνοιξε χθες ο πρωθυπουργός, μαζί με τις άρρητες -λόγω Ευρωεκλογών- σκέψεις, αλλά και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των πιστωτών της η χώρα ως τώρα, δεν αποτελούν παράθυρο για το μέλλον, ούτε πέρασμα της Ελλάδας σε μία εποχή μετά τα Μνημόνια.
Η συζήτηση που άνοιξε χθες ο πρωθυπουργός, μαζί με τις άρρητες -λόγω Ευρωεκλογών- σκέψεις, αλλά και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των πιστωτών της η χώρα ως τώρα, δεν αποτελούν παράθυρο για το μέλλον, ούτε πέρασμα της Ελλάδας σε μία εποχή μετά τα Μνημόνια.
Αντίθετα, σκιαγραφούν τη «Νέα Ελλάδα» έτσι όπως θα καταλήξει -ή μήπως καταντήσει;- μέσω της στρατηγικής που εφαρμόζεται σε βάρος της χώρας τα τελευταία 4 χρόνια: μία Ελλάδα με περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα, με τους εργοδότες να μην αφήνουν τους εργαζόμενους να απεργήσουν, με τις παραλίες και τα δάση να καταστρέφονται για τα «πετροδόλαρα» των επενδυτών και με τις μελλοντικές κυβερνήσεις δεσμευμένες -και, μάλιστα, συνταγματικά- να μην μπορούν να ενισχύσουν το κοινωνικό κράτος, να αυξήσουν τις συντάξεις ή τους μισθούς.
Τούτων δοθέντων, ίσως το πραγματικό ερώτημα να μην είναι ποιες προτάσεις πρέπει να υιοθετηθούν κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά ποια κυβέρνηση θα δρομολογήσει τη σχετική διαδικασία.
ΓΙΩΡΓΟΣ
ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ
ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.