Μια ατέλειωτη σειρά δημοσκοπήσεων δείχνει τους τελευταίους μήνες ότι τα δύο κόμματα που διεκδικούν την εξουσία, η κυβερνώσα Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση, κινούνται σε ποσοστά που, σε επίπεδο πρόθεσης ψήφου, δεν ξεπερνούν συνήθως το 20% έως 21%, με πολλές από αυτές να δείχνουν τα δύο κόμματα κάτω από το 20%.
Το προβάδισμα ανήκει συνήθως στον ΣΥΡΙΖΑ και αυξομειώνεται σε επίπεδα από μικρότερο της μονάδας έως και 2,5%, ενώ η Ν.Δ. κάνει κάποια... διαλείμματα εμφανιζόμενη αυτή ως πρώτη.
◆ Είναι όμως δυνατόν να πάρουν στην ευρωκάλπη τα δύο πρώτα κόμματα έως 45% ή έως 50% συνολικά (αποτελέσματα στα οποία παραπέμπουν είτε η αναγωγή της πρόθεσης ψήφου επί των εγκύρων ψηφοδελτίων είτε οι πολιτικές εκτιμήσεις που τροφοδοτούν οι σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης);
◆ Αν ναι, πώς θα διανεμηθεί το υπόλοιπο 50% ή 55%;
◆ Ποιο είναι εν τέλει το κριτήριο που θα καθορίσει το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών;
Με εκκίνηση αυτές τις πρωταρχικές απορίες, θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε το τοπίο που διαμορφώνεται.
Οι «σκληροί πυρήνες»
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να επισημάνουμε τη διαπίστωση των εταιρειών δημοσκοπήσεων ότι υπάρχει μεγάλη μείωση στις απαντήσεις. Κοινώς, ο κόσμος δεν απαντάει στις έρευνες, ενώ κάποιοι υπεύθυνοι εταιρειών είτε ρίχνουν αυτό το ποσοστό σε δραματικό επίπεδο είτε προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματα των ερευνών τους είναι επισφαλή.
Επί των αριθμών, η συχνότατη εμφάνιση ποσοστών πρόθεσης ψήφου στα επίπεδα του 18% έως 21% για τα δύο μεγάλα κόμματα και τα αξιοσημείωτα μεγάλα ποσοστά της «γκρίζας ψήφου» αποτυπώνουν το ότι οι εκ των προτέρων αποφασισμένοι είναι κυρίως οι «σκληροί πυρήνες» των κομμάτων, μεταβεβλημένοι υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ συγκριτικά με τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2012, οπότε αποτυπώθηκαν τα κατώτατα επίπεδα και των δύο κομμάτων.
Για παράδειγμα, η πρόθεση ψήφου για τις ευρωεκλογές στην τελευταία δημοσκόπηση της Pulse για το «Ποντίκι», η οποία διεξήχθη στις 17-18 Μαρτίου και δημοσιεύθηκε στις 20 Μαρτίου 2014, δίνει αντεστραμμένο το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του Μαΐου του 2012, με 19% για τον ΣΥΡΙΖΑ (16,78% τον Μάιο του 2012) και 17% για τη Ν.Δ. (18,85% τον Μάιο του 2012).
Προφανώς, λοιπόν, είναι δυνατόν να εμφανιστεί δημοσκοπικά προβάδισμα οποιουδήποτε από τα δύο κόμματα σε έρευνες στις οποίες η «πρόθεση ψήφου» αποτυπώνει ποσοστά που κινούνται πέριξ του εκλογικού αποτελέσματος του Μαΐου του 2012, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από το εκλογικό ποσοστό των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου του 2012, στις οποίες τόσο η Ν.Δ. (29,66%) όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ (26,89%) εμφάνισαν επιδόσεις αυξημένες σε ποσοστό άνω του 10%.
Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ
Προφανώς – εκτός από τις αυξομειώσεις ποσοστών οι οποίες θα προκύψουν στα άλλα κόμματα, αλλά και την εμφάνιση νέων κομμάτων όπως το Ποτάμι – τις επιδόσεις των δύο μεγαλύτερων κομμάτων θα κρίνουν κατά κύριο λόγο οι αναποφάσιστοι και η αποχή. Π.χ., θα πάνε στην κάλπη οι απογοητευμένοι από τη Ν.Δ. και, αν ναι, τι θα ψηφίσουν;
Στη δημοσκόπηση της Pulse, την οποία προαναφέραμε, οι αναποφάσιστοι βρίσκονται στο 12%, ενώ κάθε πρόβλεψη για την αποχή είναι παρακινδυνευμένη – να θυμίσουμε απλώς ότι στις προηγούμενες ευρωεκλογές έφτασε το 47,37%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κατά καιρούς αποδώσει στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών χαρακτήρα προκρίματος για τη βιωσιμότητα του κυβερνητικού σχήματος και τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών, ενώ προσφάτως ο πρόεδρός του Αλέξης Τσίπρας έθεσε ως στόχο ακόμη και τη νίκη με μία ψήφο διαφορά. Ας δούμε υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε – με τα τρέχοντα δεδομένα – να ελπίζει στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, λοιπόν, για να επιτύχει ένα αξιοσημείωτο και πολιτικά αξιοποιήσιμο αποτέλεσμα στην κάλπη, πρέπει να «σύρει» το αποτέλεσμα σε ποσοστά από 25% και πάνω και να κατοχυρώσει επίδοση όσο το δυνατόν πιο κοντά στο δικό του αποτέλεσμα του Ιουνίου του 2012, κάτι που για τη Ν.Δ. φαίνεται αδύνατον λόγω της καταγραφόμενης κυβερνητικής φθοράς.
Ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με πόλωση, η οποία θα αποτρέψει, σε κάποιο μέτρο, τη διασπορά της αντικυβερνητικής ψήφου και θα τονίσει το κοινωνικό αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση και η Ν.Δ. αποφεύγουν αυτού του είδους την πόλωση, με συνέπεια να κρατούν τη διαφορά σε επίπεδα εντός του στατιστικού λάθος.
Επιπλέον, για να καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ να φτάσει σε ένα υψηλό αποτέλεσμα, θα πρέπει να υπάρξει μεγάλη συμμετοχή στις εκλογές. Δηλαδή θα πρέπει να συμμετάσχει μεγάλο μέρος αυτών που έχουν πληγεί από την κρίση περισσότερο και, κατά συνέπεια, έχουν απογοητευθεί περισσότερο, καθώς θεωρητικά βρίσκονται πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ από όσο τα σχετικώς «ασφαλή» κοινωνικά στρώματα.
Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει όσοι – λόγω μεγάλης ατομικής και οικογενειακής οικονομικής καταπόνησης και συνακόλουθης απογοήτευσης – «παίζουν» με την αποχή (ενδεχομένως λόγω και της «χαλαρότητας» των ευρωεκλογών) να βρουν... κίνητρο για να ψηφίσουν, και μάλιστα πριμοδοτώντας την αξιωματική αντιπολίτευση.
Ζητείται πρόγραμμα
Το συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε από τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις είναι ότι η ρητορική περί ανατροπής της κυβέρνησης δεν έχει αποδώσει τα ζητούμενα, συνεπώς το υπό συζήτηση κίνητρο μπορεί να προσφερθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ κυρίως με όρους προγράμματος. Το «να ρίξουμε την κυβέρνηση», χωρίς να είναι σαφές ότι «αυτό θα κάνουμε», είναι ελλιπές.
Εδώ ακριβώς φτάνουμε στον πυρήνα της δυσκολίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης να εμφανίσει σοβαρό δημοσκοπικό προβάδισμα, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει αποτυπωθεί μια «βεντάλια» προγραμματικού χαρακτήρα, η οποία θα εκφέρεται συνεχώς, με ένταση και διάρκεια, σε κάθε τόπο και χρόνο και από κάθε μέσο, με τρόπο πανομοιότυπο από το σύνολο των στελεχών του και κατανοητό από τον τελευταίο πολίτη.
Όπως μάλιστα υποστηρίζουν προβληματιζόμενα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αφού το κριτήριο «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» δεν εμφανίζεται σε καμιά δημοσκόπηση στην πρώτη σειρά των κριτηρίων ψήφου, είτε πρόκειται για ευρωεκλογές είτε για τοπικές εκλογές, προφανώς η χαμηλή δημοσκοπική πτήση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία αποτελεί πονοκέφαλο για την Κουμουνδούρου, θα μπορούσε να ξεπεραστεί κυρίως με όρους προγράμματος, με επίκεντρο μάλιστα τη λεγόμενη... «καθημερινότητα»!
Στέλεχος, μάλιστα, του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει ότι θα πρέπει να πούμε στον κόσμο «εμείς θέλουμε να κάνουμε αυτά κι εκείνα και έλα να τα κάνουμε μαζί». Το αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει ή όχι μια παρόμοια επιλογή μένει να φανεί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.