«Βιώνουμε ένα ακραίο παράδειγμα της δυσαρμονίας μεταξύ του γενικού και του ειδικού συμφέροντος. Κάθε κράτος, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει την σχετική του θέση, παίρνει μέτρα βλαβερά για την ευημερία των γειτόνων του. Επειδή δε αυτή η τακτική δεν περιορίζεται μόνο σε ένα κράτος, ο καθένας υφίσταται πολύ περισσότερες συνέπειες παρόμοιων λογικών που εφαρμόζουν οι γείτονες του – σε σχέση με τα οφέλη που έχει ο ίδιος, από τις επιλογές του.Πρακτικά, όλα τα λαοφιλή «οικονομικά φάρμακα» που κυκλοφορούν σήμερα, είναι τέτοιου «αλληλοεξοντωτικού» χαρακτήρα. Ανταγωνιστικές μειώσεις μισθών, ανταγωνιστικοί δασμοί, ανταγωνιστική ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή, ανταγωνιστικές υποτιμήσεις, ανταγωνιστικά οικονομικά προγράμματα – η κατάσταση του «θα κάνω τον γείτονα ζητιάνο», λόγω του ότι οι δαπάνες του ενός είναι κανονικά τα έσοδα κάποιου άλλου. Έτσι, καθώς προσπαθούμε να βελτιώσουμε το δικό μας περιθώριο, μειώνουμε το περιθώριο κάποιου άλλου – εάν δε η ίδια πρακτική ακολουθηθεί παντού θα χειροτερέψει η κατάσταση όλων». (Keynes 1932).
.
Ανάλυση: Βασίλης Βιλιάρδος
Ο μεγαλύτερος φόβος των Η.Π.Α. είναι προφανώς ο αποπληθωρισμός – επειδή έχουν βιώσει την πλέον επώδυνη ίσως οικονομική ασθένεια σε όλο της το «μεγαλείο», κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης που ακολούθησε την κατάρρευση των χρηματιστηρίων το 1929.
Έχουν ταυτόχρονα μία δεύτερη εμπειρία από την Ιαπωνία, η οποία είναι βυθισμένη πάνω από δύο δεκαετίες στη δίνη του αποπληθωρισμού, αδυνατώντας να ξεφύγει – ενώ σήμερα διεξάγει το πλέον επικίνδυνο πείραμα στην χρηματοπιστωτική ιστορία του πλανήτη, με εξαιρετικά αβέβαιες προοπτικές.
Οι Η.Π.Α. γνωρίζουν επίσης ότι, κατάφεραν τότε να ξεφύγουν «με τη βοήθεια» του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου – χωρίς τον οποίο η εξέλιξη της οικονομίας τους θα ήταν εντελώς διαφορετική. Επομένως, κάνουν ότι μπορούν για να αποφύγουν τον αποπληθωρισμό (QE, μηδενικά επιτόκια), εφαρμόζοντας τα ακριβώς αντίθετα μέτρα από το παρελθόν – με πιθανότερο αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε πληθωρισμό, ελπίζοντας να καταφέρουν να τον ελέγξουν.
Η μείωση της αγοραστικής αξίας των εισοδημάτων των Πολιτών τους (διάγραμμα που ακολουθεί), καθώς επίσης η υποτίμηση του δολαρίου, όταν πάψει να εξάγεται ο πληθωρισμός στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, είναι μάλλον νομοτελειακή – ενώ μόνο με τη βοήθεια του πληθωρισμού θα αποφευχθεί η κατάρρευση του υπερτιμημένου χρηματιστηρίου τους, καθώς επίσης των υπολοίπων περιουσιακών τους στοιχείων.
.
.
Αντίθετα, ο μεγαλύτερος φόβος της Ευρώπης είναι ο υπερπληθωρισμός – επειδή κυβερνάται από τη Γερμανία, η οποία έχει βιώσει τα επώδυνα αποτελέσματα του, καθώς επίσης τα δεινά της πλήρους απαξίωσης των χρημάτων, δύο φορές (τη δεκαετία του 1920 και τη δεκαετία του 1940). Επομένως, η Γερμανία και, κατ’ επέκταση η Ευρώπη, κάνει ότι μπορεί για να τον αποφύγει (πολιτική λιτότητας, μειωμένη ρευστότητα στις αγορές κοκ.) – με πιθανότερο αποτέλεσμα να βυθιστεί στον αποπληθωρισμό.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα οδηγήσει τις περισσότερες χώρες, ειδικά τις υπερχρεωμένες, στα όρια τους – ενώ, εάν δεν επιτευχθεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση (πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική), δεν είναι καθόλου απίθανο να ξεσπάσει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος από την Ευρώπη, μετά από προσπάθειες «εκφασισμού», καθώς επίσης μετά από μία σειρά αιματηρών κοινωνικών εξεγέρσεων.
Σύμφωνα τώρα με τη Eurostat, η αύξηση των τιμών στον τομέα των υπηρεσιών το Δεκέμβρη ήταν μόλις 0,8% σε σχέση με το 2012 – παρά τις προβλέψεις, οι οποίες την τοποθετούσαν στο 0,9%. Υπενθυμίζουμε πως τον Οκτώβρη είχε διαμορφωθεί στο 0,7% – στο χαμηλότερο ύψος των τελευταίων τεσσάρων ετών.
Αν και η ΕΚΤ προβλέπει αύξηση το 2014 στο 1,1% (1,3% το 2015), κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος – πόσο μάλλον όταν οι τιμές σε κάποιες χώρες, όπως η Ελλάδα, διαμορφώνονται σε αρνητικά επίπεδα, παρά την αύξηση των φόρων (εξαίρεση σε εποχές αποπληθωρισμού αποτελούν συχνά οι τιμές των τροφίμων και λοιπών προϊόντων βασικής διατροφής, οι οποίες συνεχίζουν να αυξάνονται – όπως αποδεικνύεται από τις πρόσφατες στατιστικές στην ΕΕ, όπου οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 1,8%).
Ένα άλλο πολύ ανησυχητικό γεγονός, όσον αφορά τις αποπληθωριστικές ενδείξεις, τις προειδοποιήσεις εκ μέρους των αγορών δηλαδή, είναι αναμφίβολα η μείωση των αποδόσεων των ομολόγων – ειδικά η πρόσφατη διαπραγμάτευση των ιρλανδικών τίτλων του δημοσίου, όπου η ζήτηση ήταν τριπλάσια της προσφοράς.
Η πτώση των αποδόσεων (επιτοκίων δανεισμού) υποδηλώνει ότι, οι επενδυτές πιστεύουν πως ο αποπληθωρισμός στην Ευρώπη είναι βέβαιος – ενώ αγοράζουν ομόλογα της Ιρλανδίας γνωρίζοντας πως πρόκειται για ένα «σίγουρο στοίχημα», αφού ουσιαστικά εγγυώνται η ΕΚΤ και η Γερμανία (για λόγους που έχουμε αναφέρει στο κείμενο μας «Η ιρλανδική πρόκληση»).
Λογικά λοιπόν θα έπρεπε να προετοιμαζόμαστε για αποπληθωρισμό – ο οποίος, χωρίς καμία υπερβολή, είναιθανατηφόρος για τους οφειλέτες και ειδικά για τα υπερχρεωμένα κράτη, ενώ εκτοξεύει την ανεργία στα ύψη. Στα πλαίσια αυτά, οι ιδιοκτήτες χρημάτων και περιουσιακών στοιχείων, θα πρέπει να προσέξουν τα εξής:
.
Καταθέσεις όψεως και προθεσμιακές
Επειδή σε περιόδους αποπληθωρισμού «τα μετρητά χρήματα είναι Βασιλιάς» (cash is King), τόσο τα επιτόκια καταθέσεων, όσο και χορηγήσεων παραμένουν συνήθως χαμηλά – λόγω του ότι η ζήτηση για χρήματα περιορίζεται αισθητά, ενώ η προσφορά είναι υψηλή. Εν τούτοις, οι καταθέσεις όψεως και προθεσμίας είναι συμφέρουσες – επειδή, εάν κάποιος λαμβάνει 1% επιτόκιο, όταν ο αποπληθωρισμός είναι -2%, τότε η πραγματική απόδοση των χρημάτων του είναι 3% (για τις χορηγήσεις, για τα δάνεια δηλαδή, ισχύει το ακριβώς αντίθετο).
Πόσο μάλλον αφού, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, το ευρώ προβλέπεται να ισχυροποιείται συνεχώς απέναντι στα περισσότερα νομίσματα – επειδή αφενός μεν «τρέφεται» από τον αποπληθωρισμό, αφετέρου συμφέρει τη Γερμανία.
Η αιτία είναι το ότι, η Γερμανία εξάγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, τα οποία δεν επηρεάζονται σημαντικά από την ισοτιμία του νομίσματος, ενώ για την παραγωγή τους απαιτούνται εισαγωγές πρώτων υλών της τάξης του 40% τους κόστους τους – οπότε, με ακριβότερο νόμισμα, τα αγοράζει πολύ φθηνότερα, αυξάνοντας εύλογα την ανταγωνιστικότητα της.
Σε κάθε περίπτωση είναι καλό να προσέχουν οι καταθέτες σε ποια τράπεζα εμπιστεύονται τις αποταμιεύσεις τους – αφού, σε περιόδους αποπληθωρισμού, αυξάνονται οι κίνδυνοι τραπεζικών χρεοκοπιών. Προφανώς δε πρέπει να αποφεύγονται εκείνες οι τράπεζες που προσφέρουν υψηλά επιτόκια, για να προσελκύσουν πελάτες – επειδή αυτές είναι οι πιο επικίνδυνες (πρόσφατα παραδείγματα στην Κύπρο και στην Ισλανδία).
Ομόλογα
Σύμφωνα με την έρευνα 19 χωρών εκ μέρους δύο οικονομολόγων του LSE, για την περίοδο 1900 έως 2011, υπήρξαν, στο 5% των περιπτώσεων, έτη αποπληθωρισμού, με μειώσεις των τιμών της τάξης του -3,5%. Στα χρόνια αυτά, οι πραγματικές αποδόσεις των ομολόγων ήταν της τάξης του 20,2% – γεγονός που αποδεικνύεται και από τις τρείς χρυσές δεκαετίες των ομολόγων (1982 – 2011), όπου οι επενδυτές σε «παγκόσμια ομόλογα» κέρδιζαν 7,5% ετησίως, κατά μέσον όρο.
Βέβαια θεωρείται πως πολύ δύσκολα θα πραγματοποιηθούν πλέον τέτοιες αποδόσεις, αφού οι χώρες που εκδίδουν σίγουρα ομόλογα, όπως για παράδειγμα η Γερμανία (περιορισμένο ρίσκο χρεοκοπίας), προσφέρουν πλέον μηδενικά επιτόκια – αντίθετα με τις χώρες υψηλού ρίσκου, οι οποίες όμως, σε περιόδους αποπληθωρισμού, κινδυνεύουν σε μεγάλο βαθμό να χρεοκοπήσουν (παρασέρνοντας ενδεχομένως μαζί τους, ειδικά εντός της Ευρωζώνης, και τις σίγουρες).
Σε γενικές γραμμές πάντως, συμφέρουν μόνο τα ομόλογα χωρών με χαμηλό δημόσιο χρέος και περιορισμένα ελλείμματα – καθώς επίσης τα ομόλογα επιχειρήσεων με πολύ μικρό δανεισμό και σταθερές προοπτικές (πάρα πολύ προσεκτικά όμως, επειδή οι χρεοκοπίες πολλαπλασιάζονται σε αποπληθωριστικό περιβάλλον). Εάν βέβαια τα ομόλογα είναι σε ξένο συνάλλαγμα, πρέπει να προσέχει κανείς τους νομισματικούς κινδύνους – ειδικά τις έντονες υποτιμήσεις, όπως στο παράδειγμα της Ιαπωνίας σήμερα (γράφημα).
.
.
Συμπερασματικά λοιπόν, τα μετρητά χρήματα και οι καταθέσεις, καθώς επίσης τα ομόλογα, συμφέρουν υπό τις σωστές προϋποθέσεις. Στα πλαίσια αυτά, εάν κανείς αγοράζει ομόλογα με αποδόσεις της τάξης του 4% (Ισπανία, Ιρλανδία κλπ.), προβλέποντας αποπληθωρισμό -2%, τότε ουσιαστικά κερδίζει 6% συν την πιθανή υπεραξία από την ενδεχόμενη μεταπώληση τους – γεγονός που επεξηγεί, μεταξύ άλλων, τη μεγάλη ζήτηση που παρατηρήθηκε στην Ιρλανδία.
.
Μετοχές
Σε ένα αποπληθωριστικό περιβάλλον, οι μετοχές δεν ανήκουν στους κερδισμένους – κυρίως επειδή η κατανάλωση μειώνεται, παρά την πτώση των τιμών, οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν και τα κέρδη τους καταρρέουν. Επομένως, οι τιμές των μετοχών μειώνονται υπερβολικά – όπως διαπιστώθηκε το 1929 στις Η.Π.Α., όπου μέσα σε τρία έτη έχασαν το 33% της αξίας τους. Μεσοπρόθεσμα, οι ζημίες έφτασαν στο 89% (ο Dow Jones έπεσε από τις 381 μονάδες στις 41 τις 8 Ιουλίου του 1932) – ενώ μόλις στις 23 Νοεμβρίου του 1954 ο δείκτης έφτασε ξανά στις 382 μονάδες.
Το ίδιο παρατηρήθηκε και στην Ιαπωνία – όπου ο δείκτης (Nikkei 225) έπεσε από τις 38.916 μονάδες το 1989, στις 9.100 στα μέσα του 2012 (διαμορφώθηκε σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα προηγουμένως). Αυτοί που επιμένουν στις μετοχές πάντως, είναι καλύτερα να επιλέγουν τίτλους εξαιρετικά υγιών επιχειρήσεων, με υψηλά μερίσματα και μηδενικά χρέη.
.
Ακίνητα
Τα ακίνητα επίσης δεν αποτελούν σωστές τοποθετήσεις σε περιόδους αποπληθωρισμού – γεγονός πουτεκμηριώνεται από την πτώση της αξίας τους στην Ιαπωνία, κατά 80% (αν και προηγουμένως υπήρξε μία τεράστια φούσκα, το σπάσιμο της οποίας οδήγησε τη χώρα στην κρίση).
Ειδικά για τους ιδιοκτήτες ενυπόθηκων ακινήτων, για αυτούς που χρωστούν δηλαδή το ακίνητο τους, ο αποπληθωρισμός είναι καταστροφικός – αφού οι οφειλές τους ουσιαστικά αυξάνονται σε πραγματικές τιμές (για παράδειγμα, εάν πληρώνουν 5% επιτόκιο με αποπληθωρισμό -2%, τότε το πραγματικό επιτόκιο είναι 7%), η αξία των ακινήτων τους μειώνεται, οι αμοιβές τους περιορίζονται και το κόστος διαβίωσης γίνεται υψηλότερο.
Εάν δε έχουν την ατυχία να διαθέτουν ακίνητο σε μία χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου η φορολόγηση του είναι κυριολεκτικά «δρακόντεια», δημευτική, τότε ο αποπληθωρισμός μπορεί να θεωρηθεί ως η χαριστική βολή, σε έναν ήδη ετοιμοθάνατο.
.
Χρυσός και λοιπά ευγενή μέταλλα
Οι τοποθετήσεις εδώ είναι θετικές – αφού, σύμφωνα με τη μελέτη του LSE, ο χρυσός είχε μέσες ετήσιες αποδόσεις, σε περιόδους αποπληθωρισμού, της τάξης του 12,2%. Οφείλει βέβαια κανείς να προσέξει τη χειραγώγηση που διαπιστώνεται (ανάλυση), καθώς επίσης την υψηλή μεταβλητότητα των τιμών του – επίσης το ότι, οι επενδύσεις σε μέταλλα δεν αποφέρουν τόκους ή μερίσματα. Η πιθανή χειραγώγηση φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί – όπου, ενώ οι αγορές χρυσού σε φυσική μορφή αυξάνονται, οι τιμές του σε άλλες μορφές (παράγωγα, επενδυτικά κεφάλαια) καταρρέουν.
.
.
Προσοχή απαιτείται επίσης, όσον αφορά τυχόν απαγόρευση της κατοχής χρυσού – όπως συνέβη το 1933 στις Η.Π.Α., όπου η αναστολή της απαγόρευσης διήρκεσε μέχρι το 1974. Είναι προτιμότερη δε η αγορά γνωστών νομισμάτων χρυσού που εκδίδουν μερικές χώρες, από τις ράβδους – επειδή αφενός μεν είναι ευκολότερη η συναλλαγή, αφετέρου τα νομίσματα έχουν μία επί πλέον αξία (συλλεκτική κλπ.)
Οι τιμές των υπολοίπων μετάλλων (άργυρος, πλατίνα, παλλάδιο κλπ.), είναι περισσότερο εξαρτημένες από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας – επειδή χρησιμοποιούνται και από τη βιομηχανία, οπότε μειώνονται σε εποχές αποπληθωρισμού.
.
Εμπορεύματα
Οι τιμές των εμπορευμάτων (καφές, καουτσούκ, μετάξι, βαμβάκι κλπ.) μειώνονται σημαντικά, λόγω της πτώσης της ζήτησης – όπως διαπιστώθηκε το 1929, όπου μέσα σε ένα χρόνο έχασαν το 50% της αξίας τους.
Είναι καλύτερα λοιπόν να αποφεύγει κανείς τις τοποθετήσεις σε αυτά – ενώ συνήθως, μαζί με τα μέταλλα και τα ενεργειακά προϊόντα υπό προϋποθέσεις (πετρέλαιο, φυσικό αέριο), προηγούνται της πτώσης των τιμών των μετοχών.
Αμοιβαία κεφάλαια (Investment Funds).
Είναι προφανές ότι, η απόδοση τους εξαρτάται από το είδος των επενδύσεων τους – αφού, για παράδειγμα, εάν έχουν τοποθετηθεί σε μετοχές επιχειρήσεων χωρών που έχουν βυθιστεί σε αποπληθωρισμό, η απόδοση τους θα είναι αρνητική.
Το πλεονέκτημα τους είναι το ότι, αποτελούν ένα «ειδικό περιουσιακό στοιχείο» – με αποτέλεσμα, όταν χρεοκοπεί η τράπεζα ή η εταιρεία που τα εκδίδει, να μην κατάσχονται από τους πιστωτές τους.
.
Διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (ETF)
Πρόκειται για επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία διαπραγματεύονται στα χρηματιστήρια – συνδεδεμένα συνήθως στους δείκτες των χρηματιστηρίων ή σε άλλα επενδυτικά προϊόντα. Σε γενικές γραμμές είναι πιο συμφέροντα για τους ιδιώτες επενδυτές, από τα «παραδοσιακά» επενδυτικά κεφάλαια – ενώ, επειδή αγοράζονται με αυτά πολλά διαφορετικά προϊόντα, χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη διασπορά κινδύνων, οπότε είναι ασφαλέστερα.
Σε περιόδους αποπληθωρισμού βέβαια, δεν αποτελούν τη σωστή επενδυτική επιλογή – ενώ είναι καλύτερα να αποφεύγονται αυτά που τοποθετούνται σε παράγωγα προϊόντα (derivates) ή σε πτωτικές τιμές (short), αφενός μεν επειδή δεν θεωρούνται κατάλληλα για μακροπρόθεσμες επενδύσεις, αφετέρου λόγω του ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνα.
.
Δομημένα προϊόντα και πιστοποιητικά (certificates)
Ορισμένα από αυτά τα «προϊόντα» έχουν το πλεονέκτημα ότι, μπορούν να προσφέρουν προστασία σε περιόδους αποπληθωρισμού – επειδή έχουν τη δυνατότητα να τοποθετούνται τόσο σε αυξήσεις, όσο και σε μειώσεις τιμών (μετοχών κλπ.). Το ίδιο ισχύει και για τα «πιστοποιητικά», τα οποία είναι πολύ πιο ευέλικτα από τα άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.
Οι επενδυτές όμως οφείλουν να προσέχουν ιδιαίτερα, όσον αφορά την επιλογή αυτών των προϊόντων, επειδή εκδίδονται συνήθως από τράπεζες – οπότε έχουν ρίσκο, σε περίπτωση χρεοκοπίας τους (γεγονός που αποδείχθηκε μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers). Επειδή σε περιόδους αποπληθωρισμού οι χρεοκοπίες των τραπεζών είναι συχνότερες, είναι λοιπόν καλύτερα να αποφεύγονται.
Ορισμένες τράπεζες στο παρελθόν εξέδωσαν «δομημένα προϊόντα», με τα οποία σκόπευαν να αποφευχθεί το ρίσκο του εκδότη. Τέτοιου είδους προϊόντα πρέπει να είναι ασφαλισμένα απέναντι σε κατασχέσεις – όπου όμως κοστίζουν περισσότερο.
Επειδή βέβαια οι επενδυτές οφείλουν να τηρούν πιστά τον κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο δεν πρέπει να αγοράζουν ποτέ προϊόντα που δεν καταλαβαίνουν, είναι πολλές φορές καλύτερο να αποφεύγουν τις τοποθετήσεις σε τέτοια επενδυτικά «εργαλεία» – τα οποία απαιτούν συνήθως επιστημονικές γνώσεις για την κατανόηση τους.
Σε κάθε περίπτωση ισχύει το ότι, «όσο πιο διαφανές και ευκολονόητο είναι ένα επενδυτικό προϊόν, τόσο πιο ακριβό πωλείται» – ενώ τα δομημένα προϊόντα είναι συνήθως πιο αδιαφανή, συγκριτικά με άλλα.
.
Ασφάλειες ζωής
Σε περιόδους αποπληθωρισμού οι ασφάλειες ζωής επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό – κυρίως λόγων των χρεοκοπιών κρατών, επειδή οι ασφαλιστικές εταιρείες τοποθετούνται ως επί το πλείστον σε «σίγουρα» ομόλογα δημοσίου.
Εκτός αυτού, οι ασφάλειες ζωής είναι ακριβές, λόγω του ότι πληρώνουν μεγάλες προμήθειες στους ασφαλιστές – ενώ τα χαμηλά επιτόκια κάνουν τα προϊόντα τους μη ελκυστικά. Συνήθως δε τα συμβόλαια τους είναι αδιαφανή, με την έξοδο των αποταμιευτών από κάποιο συμβόλαιο να είναι πολύ ακριβή.
Στην περίπτωση βέβαια που η ασφάλεια ζωής είναι συνδεδεμένη με ένα θανατηφόρο ατύχημα ή με αναπηρία, μπορεί να έχει κάποιο νόημα – επίσης εάν παρέχει φορολογικές ελαφρύνσεις.
.
Συνταξιοδοτικά ταμεία και συνταξιοδοτικά κεφάλαια
Ο αποπληθωρισμός αποτελεί και για αυτά έναν εφιάλτη – επειδή τα χαμηλά επιτόκια δεν επιτρέπουν εκείνες τις αποδόσεις που εξασφαλίζουν τις συντάξεις. Το αποτέλεσμα είναι η εμφάνιση ελλειμμάτων, τα οποία απαιτούν την εξυγίανση των ταμείων.
Στην περίπτωση αυτή, είναι υποχρεωμένοι ουσιαστικά να συμμετέχουν και οι εργαζόμενοι – με την αύξηση των κρατήσεων τους ή με διάφορους άλλους τρόπους. Συνήθως δε μειώνονται οι συντάξεις τους, αφού διαφορετικά είναι αδύνατη η διάσωση των ταμείων.
.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ουσιαστικά οι επενδύσεις και η εξέλιξη των αξιών των περιουσιακών στοιχείων είναι οι ακριβώς αντίθετες, σε περίπτωση (υπέρ)πληθωρισμού, από αυτές που αναφέραμε παραπάνω, για περιόδους αποπληθωρισμού – με ορισμένες ιδιαιτερότητες και εξαιρέσεις.
Ολοκληρώνοντας, φαίνεται πως η πολιτική σε πολλές χώρες είναι ανίκανη, ανεπαρκής ή δεν θέλει να συζητήσει ανοιχτά τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που επιδεινώνονται και διευρύνονται συνεχώς σε άλλες «πτυχές» της κοινωνικής ζωής – με σκοπό να βρει επιτέλους μία πραγματική λύση. Δυστυχώς, η πλήρης ανικανότητα διαλόγου είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό της εποχής μας – με τις θέσεις ισχύος να είναι σημαντικότερες, από την τεκμηρίωση των τοποθετήσεων που ο καθένας θεωρεί ορθολογικότερες.
Στα πλαίσια αυτά, οι παραλληλισμοί με το 1914 (ανάλυση) στην Ευρώπη (με το 1929 στις Η.Π.Α.), είναι πλέον «ορατοί δια γυμνού οφθαλμού». Οι δήθεν εθνικές λύσεις δε «απωθούν», διώχνουν σταδιακά καλύτερα την αναγκαιότητα μίας παγκόσμιας συνεργασίας. Το ίδιο ισχύει και εντός της Ευρώπης, ειδικά όσον αφορά τα δύο μεγάλα παράσιτα: τη Γερμανία και την Ελλάδα.
Επειδή όμως δεν υπάρχουν εθνικές λύσεις σε μία παγκοσμιοποιημένη ή «ενδοευρωπαϊκή» οικονομία, αφού δεν μπορούν να γίνουν όλοι ανταγωνιστικότεροι όλων, η προσπάθεια να αντικατασταθεί ο ισότιμος διάλογος με το «Δίκαιο του ισχυρότερου» είναι καταδικασμένη να αποτύχει – με αποτέλεσμα να ενισχύονται εύλογα οι ακραίες, καθώς επίσης οι εθνικιστικές παρατάξεις, η βία και η επιθετικότητα.
Το που θα μπορούσε να καταλήξει μία τέτοια «ασύμμετρη κατάσταση», είτε με τη βοήθεια του αποπληθωρισμού, είτε του υπερπληθωρισμού, δεν είναι καθόλου δύσκολο να προβλεφθεί – αφού το συναντάει κανείς πολλές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπάρχει φυσικά λύση, με την οποία όμως δεν συμφωνεί η οικονομική εξουσία, καθώς επίσης οι «διεφθαρμένοι» υπηρέτες της: οι πολιτικοί.
Η λύση αυτή είναι η «υποταγή» της οικονομίας στην πολιτική (ξανά, όπως μετά το 1945), κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη συμμετοχή των πολιτών στην ψήφιση των βασικών νόμων και στον έλεγχο της εφαρμογής τους – στην περίπτωση ενός κράτους, η επιλογή ενός προέδρου που θα διορίζει και θα ελέγχει τον εκάστοτε πρωθυπουργό (η κυβέρνηση του οποίου δεν θα αποτελείται από τα μέλη του κοινοβουλίου), απ’ ευθείας από τους Πολίτες (αντίστοιχα στην Ενωμένη Ευρώπη).
Η άμεση δημοκρατία λοιπόν, η οποία θα πρέπει να διαδεχθεί την «ψυχορραγούσα» πλέον κοινοβουλευτική,καθώς επίσης η αναζήτηση «υπερεθνικών» λύσεων – εάν επιμένουμε στη διατήρηση της παγκοσμιοποίησης και στις ενώσεις πολλών κρατών μεταξύ τους, κατά το παράδειγμα της Ευρωζώνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.