Μύθοι και πραγματικότητα συχνά «παντρεύονται» όταν γίνονται αναφορές στα αίτια των τρομερών και αδιαμφισβήτητων αναταράξεων στα ελληνικά ΜΜΕ, ειδικά των έντυπων εκδόσεων. Η εύκολη δαιμονοποίηση της οικονομικής κρίσης, όμως, υπεραπλουστεύει ένα σύνθετο θέμα, με τα στοιχεία σε βάθος δεκαετιών να καταδεικνύουν ότι η πτώση απλώς επιταχύνεται λόγω της ύφεσης, αλλά το πρόβλημα ουσιαστικά παραμένει δομικό, παγκόσμιο και παράλληλα μπλεγμένο σε έναν ιστό ελληνικών μιντιακών παθογενειών.
Αρχικά η αμεσότητα της εικόνας στον «ιδιωτικό» τηλεοπτικό θρίαμβο των «breaking news», στη συνέχεια η... ασύμμετρη ενημέρωση - σπρίντερ στη νέα αυτοκρατορία των ιντερνετικών «κλικ» και, τέλος, η εξαετής ελληνική ύφεση, συνδυάστηκαν σε μια «τέλεια καταιγίδα», η οποία ξέσπασε κυρίως πάνω στον «παραδοσιακό» Τύπο. Με την τεχνολογία να ωθεί βιαίως τη δημοσιογραφία σε μια «ψηφιακή» εποχή και τη διαδραστικότητα να κυριαρχεί στα νέα ΜΜΕ, το παιχνίδι φαίνεται να αλλάζει εντελώς. Και στους κανόνες του! Οι πωλήσεις φύλλων, τα μηχανάκια τηλεθέασης και, πλέον, η θεοποίηση των «κλικ» φέρνουν όλο και πιο κοντά το νέο μοντέλο της «Βιομηχανίας της Είδησης», το Multimedia News Company, όπως θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε. Η κουλτούρα των «140 χαρακτήρων» του Twitter, η κυριαρχία του Facebook ακόμα και στην ειδησεογραφία, η υποχρέωση του δημοσιογράφου να τα κάνει όλα (να γράφει, να ηχογραφεί, να βιντεοσκοπεί, να μοντάρει, να μεταδίδει, να «τουιτάρει», να «μπλογκάρει»), η δυνατότητα οποιουδήποτε έχει ένα «έξυπνο» κινητό με υψηλής ποιότητας κάμερα και σύνδεση στο Ίντερνετ να γίνει «ο ρεπόρτερ της ημέρας», όταν θα τραβήξει και θα «ανεβάσει» αποκλειστικά πλάνα π.χ. από ένα τραγικό επεισόδιο στο λεωφορείο της γραμμής, η fast food υπερπληροφόρηση, όλα αυτά διαμορφώνουν το καινούργιο παγκοσμιοποιημένο και άκρως ομιχλώδες σκηνικό. Σαν χρυσοθήρες του μιντιακού Φαρ Ουέστ, όλοι ξαμολιούνται αναζητώντας την απάντηση στις νέες προκλήσεις. Η αρένα του Ίντερνετ, άλλωστε, παραμένει αχαρτογράφητη. Και δεν έχει... ακόμα σερίφη! Όπως το know how της τηλεόρασης ήταν διαφορετικό απ’ αυτό των εφημερίδων, το ίδιο συμβαίνει και με το Ίντερνετ, που δεν καταμετρά «αναγνώστες», αλλά «επισκέπτες». Χώρος υπάρχει για όλους, λοιπόν. Αρκεί το παιχνίδι να παίζεται σωστά. Το κάθε μέσο έχει τη δική του αυτονομία, λογική και δυναμική. Η πρόσφατη εξαγορά της θρυλικής, λόγω Γουότεργκεϊτ, «Washington Post» από τον μεγαλομέτοχο του Amazon Τζεφ Μπέζος δείχνει ότι η εφημερίδα εξακολουθεί να αποτελεί ένα βαρύ «χαρτί» και ότι το μέλλον ίσως βρίσκεται στη συμπόρευση των Μέσων και όχι στην αλληλοεξόντωση. Οι νέες μορφές δημοσιογραφίας στο Ίντερνετ μπορούν να αποφέρουν το σταδιακό αντιστάθμισμα της απώλειας εσόδων από τον «παραδοσιακό» Τύπο. Ο οποίος, άλλωστε, διατηρεί ισχυρό brand name, «ιστορία», εγκυρότητα, ιεράρχηση κι εμβάθυνση της είδησης. Οι εφημερίδες, άλλωστε, όπως όλα δείχνουν, δεν πρόκειται να εξαφανιστούν. Όχι τουλάχιστον από τη μια μέρα στην άλλη. Και, ανεξάρτητα απ’ αυτό, το μόνο διαχρονικά βέβαιο είναι ότι δημοκρατία χωρίς ενημέρωση δεν υφίσταται. Από το 1952 στο 1982 Ας δούμε, όμως, πώς έχει το χρονικό της βαθιάς εικοσαετούς κρίσης στον ελληνικό Τύπο αρχίζοντας από την εποχή που υπάρχουν επίσημα συνολικά στοιχεία: ♦ Το 1952 (εννιά πρωινές, εφτά απογευματινές εφημερίδες) οι συνολικές πανελλαδικές πωλήσεις ετησίως έφταναν τα 107 εκατ. φύλλα, με μέση ημερήσια κυκλοφορία για τις απογευματινές στα 168.000 φύλλα. ♦ Το 1962 η κυκλοφορία των εφημερίδων έχει εκτιναχθεί στα 144 εκατ. φύλλα (μέση ημερήσια κυκλοφορία 282.000 φύλλα). ♦ Ακόμη και το 1972, εν μέσω χούντας, με τη λογοκρισία να πηγαίνει σύννεφο, και πλέον μόνο με τέσσερις πρωινές και πέντε απογευματινές εφημερίδες, το σύνολο των φύλλων φτάνει τα 194 εκατ. ετησίως (μέση ημερήσια κυκλοφορία στα 430.000 φύλλα)! ♦ Δέκα χρόνια μετά, το 1982, ο κόσμος τρέχει περισσότερο από ποτέ στα περίπτερα, με τις εφημερίδες να κυκλοφορούν πια και σε σχήμα ταμπλόιντ. Με ετήσιες πωλήσεις στα 270 εκατ. φύλλα και τις απογευματινές να έχουν φτάσει τα 730.000 φύλλα μ.ό. ανά ημέρα, η κατάσταση μοιάζει ιδανική. Ρεκόρ στα μεγάλα γεγονότα Είναι χαρακτηριστικό ότι σε χρονιές μεγάλων γεγονότων, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’80, οι εφημερίδες έκαναν το ένα κυκλοφοριακό ρεκόρ μετά το άλλο. Η κρατική τηλεόραση και ραδιοφωνία, άλλωστε, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντίπαλο δέος. Το 1974, που ήταν το έτος της πτώσης της χούντας, της Μεταπολίτευσης και της εισβολής στην Κύπρο και, με τα ΜΜΕ να απελευθερώνονται πια από τις... αλυσίδες της δικτατορίας, υπάρχει μια πρωτοφανής και άκρως εντυπωσιακή άνοδος σε σχέση με το κοντινό 1972. Τα 194 εκατ. φύλλα ετησίως του 1972 γίνονται 240 εκατ. με την ώθηση της Μεταπολίτευσης του 1974 (754.000 μ.ό.). Ο κόσμος, δηλαδή, ακολουθεί τη δυναμική των εφημερίδων. Και οι εφημερίδες ακολουθούν τη δυναμική της κοινωνίας. Σε μια σχέση αλληλένδετη και άρρηκτη μέχρι τότε. Το πιο εντυπωσιακό «πικ» γίνεται στο «βρόμικο ’89», όταν η Ελλάδα έχει γίνει – και πολιτικά – άνω - κάτω από το σκάνδαλο Κοσκωτά και τις παρενέργειές του. Το 1988 οι πωλήσεις πρωινών κι απογευματινών εφημερίδων αγγίζουν τα 295 εκατ. φύλλα (939.000 ημερήσιος μ.ό. για τις απογευματινές) και το 1989 ξεπερνάνε πανελλαδικά τα 300 εκατ. ετησίως. Απλησίαστοι αριθμοί για κάθε εποχή του ελληνικού Τύπου! Ένα ρεκόρ που μάλλον δεν θα καταρριφθεί ποτέ. Ιδιωτική TV και πτώση 53 εκατ.! Κάπου εκεί γίνεται η μεγάλη ανατροπή! Τα χέρια αφήνουν το ξεφύλλισμα του χαρτιού και πιάνουν το τηλεκοντρόλ για «δωρεάν» ζάπινγκ. Η έναρξη της ιδιωτικής τηλεόρασης το 1989 προκαλεί αλυσιδωτές αστραπιαίες εξελίξεις, με τον κόσμο των «παραδοσιακών» εφημεριδάδων να δείχνει απροετοίμαστος. Το 1990, μέσα σε μόλις μία χρονιά, καταγράφονται τα πρώτα σημαντικά χτυπήματα που δείχνουν τι θα ακολουθήσει: Απότομη πτώση στα 247 εκατ. φύλλα (783.000 μέση ημερήσια κυκλοφορία για τις 15 απογευματινές εφημερίδες). Αυτή η απώλεια της τάξης των 53 εκατ. φύλλων σε ένα έτος είναι μεγαλύτερη σε απόλυτους αριθμούς από την πτώση (49,8 εκατ. φύλλα) στα τέσσερα πιο σκληρά χρόνια της ύφεσης 2009-2012, όπως θα δούμε στη συνέχεια! Τα... συγκοινωνούντα! Η διαφορά εκείνης της εποχής από τη σημερινή είναι ουσιώδης. Αρκετά από τα μεγάλα συγκροτήματα Τύπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κατάφεραν εν τέλει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να «κρατήσουν» τα περισσότερα από τα έσοδα της διαφημιστικής πίτας που έφευγαν ως απώλειες από τη μια τσέπη (εφημερίδες) για να πάνε στην άλλη ως κέρδη (τηλεόραση, ραδιόφωνα). Με συνέπεια οι επιχειρηματίες του Τύπου να μην κλονίζονται ακόμη ιδιαίτερα. Αυτό, ωστόσο, δεν συμβαίνει στα χρόνια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, αφού οι απώλειες θεωρούνται πιθανότατα οριστικές και ο αγώνας γίνεται μόνο για να μην διευρυνθούν κι άλλο! Ραγδαία καθίζηση Η εξέλιξη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 μέχρι σήμερα είναι ραγδαία σχετικά με την προηγούμενη χρυσή περίοδο: ♦ Το 1992 οι ετήσιες πανελλαδικές κυκλοφορίες του πρωινού και του απογευματινού Τύπου (τέσσερις και έντεκα εφημερίδες αντίστοιχα) φτάνουν πια μετά βίας τα 188 εκατ., από τα 300 εκατ. του 1989, μέσα σε μια τριετία... ♦ Το 2002 η ιδιωτική τηλεόραση μετρά ήδη μια δεκαετία παντοκρατορίας. Το Ίντερνετ, όμως, μπαίνει σταδιακά στη ζωή και του Έλληνα πολίτη, έστω κι αν οι οικιακές «συνδέσεις» τότε ήταν ακόμη λίγες. Κι αυτό το φρενάρισμα, όμως, «κόβει» φύλλα. Οι κυκλοφορίες κατρακυλάνε στα... 135 εκατ. φύλλα! Σε μόλις 13 χρόνια, από το 1989, οι απώλειες έχουν ξεπεράσει πια το 50%! Οι πολλές εφημερίδες στα περίπτερα αποτελούν μια εικονική πραγματικότητα «ευημερίας». Ουσιαστικά, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Η συνέχεια, αναμενόμενη. Το Ίντερνετ, με τη «δωρεάν», άμεση, αλλά ενίοτε δυστυχώς πρόχειρη ενημέρωση, εξαπλώνεται σε όλο και μεγαλύτερο κοινό. Το διαδίκτυο δεν «κόβει» πια διαφημιστικά έσοδα μόνο από εφημερίδες και περιοδικά, αλλά κυρίως από την τηλεόραση, που βρίσκεται πια κι αυτή σε δεινή θέση! Όλα τα χτυπήματα μαζί! Το 2008 έρχεται ο τρίτος τυφώνας μετά την τηλεόραση και το διαδίκτυο: η οικονομική κρίση! Η τέλεια καταιγίδα! Όλα τα χτυπήματα ταυτόχρονα... Τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν σκάει το κανόνι της Lehman Brothers, ο ελληνικός Τύπος ακολουθεί τη «φυσιολογική» και σταδιακή πτώση που παρατηρείται σε όλη τη Δύση, αν και οι προσφορές με κληρώσεις, CD, DVD κ.λπ., ειδικά στις εκδόσεις του Σαββατοκύριακου, επιβραδύνουν κάπως την κατηφόρα. ● Το 2008 οι εννιά πρωινές και δεκατρείς απογευματινές εφημερίδες πουλάνε πανελλαδικά 104 εκατ. φύλλα, με την παγκόσμια κρίση να μην επηρεάζει ακόμη άμεσα την Ελλάδα. Οι πωλήσεις, πάντως, επέστρεψαν στα επίπεδα του 1952! Κι όμως, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, το ίδιο πρόβλημα είχαν και οι ΗΠΑ. Η καθημερινή κυκλοφορία των εφημερίδων στην Αμερική ήταν το 2004 στο ίδιο «χαμηλό» κυκλοφοριακό επίπεδο με το 1950. Κι ας αυξήθηκε στο μεταξύ ο πληθυσμός κατά 130 εκατ.! ♦ Το 2009 οι ετήσιες πανελλαδικές πωλήσεις πέφτουν στα 92,8 εκατ. φύλλα (μ.ό. 223.000 φύλλα ημερησίως). ♦ Το 2010 μιλάμε πια για 79 εκατ. φύλλα (μ.ό. 196.000). ♦ Το 2011 ο γκρεμός φτάνει στα 57,8 εκατ. φύλλα (μ.ό. 162.000). Σε σχέση με το 2008 σχεδόν η μισή κυκλοφορία έχει «χαθεί»! ♦ Το 2012 πέφτουν ραγδαία στα 43 εκατ. φύλλα (121.000 μ.ό.). ♦ Το 2013 η μέση ημερήσια κυκλοφορία των απογευματινών εφημερίδων έχει πέσει στις 97.000, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (μέχρι τον Μάιο). Οι εξελίξεις στην Ελλάδα... Από το 2009 και ύστερα οι εφημερίδες που έκλεισαν είναι οι: «Ελεύθερος Τύπος» (ξανακυκλοφόρησε), «Απογευματινή», «Αδέσμευτος Τύπος», «Το Βήμα» (το ημερήσιο φύλλο), «Αγγελιοφόρος» (το ημερήσιο φύλλο), «Φίλαθλος», «Derby», «Αυριανή», «Ελευθεροτυπία» (ξανακυκλοφόρησε), «Βραδυνή» (το ημερήσιο φύλλο), «Ελεύθερος», «Score Live», «Veto» (μόνο κυριακάτικη), «Αποκαλύψεις» (εβδομαδιαία), «Ο Κόσμος του Επενδυτή» (εβδομαδιαία, ξανακυκλοφόρησε ως «Επενδυτής»), «Παρασκευή και 13» (εβδομαδιαία). Επίσης, το τηλεοπτικό κανάλι Alter, με χρέη άνω των 400 εκατ. ευρώ, δεν εκπέμπει από το 2011, ενώ αρκετοί μέχρι πρότινος ενημερωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί είναι πλέον από υποβαθμισμένοι ως απαξιωμένοι. Στα χρόνια της κρίσης κυκλοφόρησαν οι εφημερίδες: «Δημοκρατία», «Ελλάδα Αύριο», «Παραπολιτικά» (εβδομαδιαία), «Live Sport», «Εφημερίδα των Συντακτών», «6 μέρες» (ανέστειλε την κυκλοφορία της), «Εργασία Τώρα». Ο Εγκέλαδος της ύφεσης χτύπησε τόσο συγκροτήματα περιοδικού Τύπου (ΙΜΑΚΟ, εκδόσεις Λυμπέρη κ.ά.) όσο και διαφημιστικές. Οι απώλειες της διαφημιστικής δαπάνης είναι τεράστια στον ελληνικό Τύπο. Από τα 2,7 δισ. ευρώ του 2008 υποχώρησε σε 1,1 δισ. το 2012. Σημαντικές οι απώλειες εσόδων και για την τηλεόραση με πτώση 50% στο ίδιο διάστημα, ενώ ακόμα υψηλότερη είναι στο ραδιόφωνο (70%). Τα μεγαλύτερα θύματα της λαίλαπας είναι, φυσικά, οι εργαζόμενοι. Υπολογίζεται ότι την τελευταία πενταετία οι μισθοί έχουν μειωθεί κατά τουλάχιστον 30% στα ΜΜΕ, ενώ περισσότεροι από 5.000 εργαζόμενοι έχουν χάσει τη δουλειά τους (ένα σημαντικό ποσοστό χωρίς να πάρει καν αποζημίωση ή έστω μέρος των δεδουλευμένων), δίχως να υπολογίζεται το πρόσφατο «λουκέτο» στην ΕΡΤ. Αναπόφευκτα, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο όγκος των εκτυπώσεων εφημερίδων το πρώτο εξάμηνο του 2013 συρρικνώθηκε κατά 26% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2012. Τα λουκέτα, ο περιορισμός της ύλης και το μειωμένο τιράζ είχαν άμεσο αντίκτυπο στον εκτυπωτικό κλάδο. Στον υπόλοιπο κόσμο ♦ Στις ΗΠΑ, το 2008, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, οι εφημερίδες είχαν 53 εκατ. αγοραστές, που θεωρείται το χαμηλότερο επίπεδο από το 1946! Αντίστοιχα στη Γαλλία 3,8 εκατ. εφημερίδες πωλούνταν ημερησίως το 1974, έναντι 1,9 εκατ. το 2007. Στη Γερμανία η πτώση μεταξύ του 1997 και του 2007 υπολογίστηκε στο 17%. Πλήγμα για τα έσοδα θεωρήθηκε και η κατάρρευση των διαφημίσεων αγγελιών με την εισβολή του Ίντερνετ. ♦ Το 59% των ενήλικων Γάλλων διάβαζαν ημερησίως μια εφημερίδα το 1967. Το 2005 το ποσοστό έπεσε στο 34%. Στις ΗΠΑ το 1997 το 39% των νεαρών ηλικίας 18-24 ετών διάβαζε μια εφημερίδα. Δέκα χρόνια μετά το ποσοστό μειώθηκε στο 22%. ♦ Το 2007 η Goldman Sachs εκτιμούσε – άστοχα – ότι θα χρειαστούν μόλις πέντε χρόνια για να αντισταθμιστούν οι απώλειες των διαφημίσεων στις εφημερίδες από αυτές των ιντερνετικών τους εκδόσεων. ♦ Στις 30.9.2009 καταγράφεται ένα ιστορικό για τον Τύπο γεγονός. Η βρετανική αγορά έγινε η πρώτη μεγάλη οικονομία όπου το Ίντερνετ ξεπέρασε την τηλεόραση ως μέσο διαφήμισης. Το πρώτο εξάμηνο του 2009 η διαφημιστική δαπάνη στο διαδίκτυο άγγιξε τα 1,75 δισ. λίρες (από μόλις 19 εκατ. το 1998), με την τηλεόραση ύστερα από μισό αιώνα να χάνει την πρωτοκαθεδρία. Το Ίντερνετ «κέρδισε» το 23,5% της διαφημιστικής πίτας, έναντι 21,9% της τηλεόρασης (στοιχεία Internet Advertising Bureau, PricewaterhouseCoopers). ♦ Η τηλεοπτική «κόπωση» έχει ήδη εισβάλει για τα καλά σε πολλές χώρες. Το βραδινό δελτίο ειδήσεων παρακολουθούσαν στις ΗΠΑ 52 εκατ. τηλεθεατές το 1980. Πόσοι ήταν το 2004; Μόλις 28,8 εκατ. ♦ Ύστερα από πενταετή μελέτη, ερευνητές πανεπιστημίου του Λονδίνου ανακοίνωσαν το συμπέρασμα ότι «οι χρήστες του Ίντερνετ δεν διαβάζουν online όπως διαβάζουμε “κλασικά” στο χαρτί. Διαβάζουν οριζόντια ανάμεσα σε τίτλους και περιλήψεις, “γλιστράνε” πάνω στις σελίδες επιδιώκοντας να προχωρήσουν στην επόμενη σελίδα το συντομότερο. Είναι σαν να συνδέονται online για να αποφύγουν να διαβάσουν όπως διαβάζουμε παραδοσιακά». ♦ Στις 8 Μαρτίου 2008 η «Figaro» έκανε λόγο για τον μειωμένο χρόνο που μπορούν να μείνουν συγκεντρωμένοι πάνω σε μια σελίδα οι έφηβοι, «η γενιά του Google», αφού αποσπάται πλέον πιο εύκολα η προσοχή τους μέσα σε έναν κόσμο πολλαπλών συνδέσεων και παράλληλων εικόνων. Επίσης, μπορούν να γυρίσουν την πλάτη ακόμα και σε μια σοβαρή είδηση, επειδή τους προκαλεί στρες. ♦ Υπολογίζεται ότι κάθε «μοναδικός επισκέπτης» στο Ίντερνετ μπορεί να αποφέρει έσοδα 0,10-0,25 ευρώ. ♦ Στοιχεία που δημοσιεύθηκαν το 2009 στη γαλλική «Le Monde» εκτιμούν ότι ο μέσος αναγνώστης εφημερίδας αποφέρει ετησίως έσοδα 20-60 ευρώ, ενώ ο ιντερνετικός αναγνώστης ενός αντίστοιχου ειδησεογραφικού σάιτ μόνο 1-2 ευρώ. («La fin des journaux et l’avenir de l’information», του Bernard Poulet). ♦ Τον Νοέμβριο του 2012 περισσότεροι από 5,1 εκατ. Έλληνες διέθεταν σύνδεση στο Ίντερνετ, με μέση εβδομαδιαία χρήση στις 17,1 ώρες, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 14,8 ώρες! Ήταν η πρώτη φορά που διαπιστώθηκε ότι αφιερώνεται περισσότερος χρόνος στο διαδίκτυο απ’ ό,τι στην παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων (16,9 ώρες εβδομαδιαίως). Το 2020 υπολογίζεται ότι οι χρήστες Ίντερνετ παγκοσμίως θα έχουν ξεπεράσει τα 5 δισ.! ♦ Στη Γερμανία υπάρχουν σήμερα 50 εφημερίδες λιγότερες απ’ ό,τι 20 χρόνια πριν! Στη Ρωσία οι εφημερίδες ανήκουν στην πλειονότητά τους είτε στην κυβέρνηση είτε σε ολιγάρχες προσκείμενους στην κυβέρνηση. Στην Ιταλία πολλές μεγάλες εφημερίδες ανήκουν σε πανίσχυρες πολυεθνικές (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανίες). ♦ Το 1983, το 90% της παγκόσμιας ενημέρωσης προσφερόταν από 50 διαφορετικές μεγάλες εταιρείες ΜΜΕ. Το 2013 οι εταιρείες είχαν μειωθεί σε έξι, οι οποίες πια διαμορφώνουν ένα καταθλιπτικό παγκόσμιο ολιγοπώλιο στη διαχείριση της πληροφορίας. http://www.topontiki.gr/ |
Τρίτη 27 Αυγούστου 2013
Οι τρεις «τυφώνες» που απειλούν να σαρώσουν τα έντυπα ΜΜΕ
Αναρτήθηκε από
Unknown
στις
12:00
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Ετικέτες
Διαδίκτυο,
ΜΜΕ,
Τύπος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.