Του Στέλιου Ελληνιάδη
Στη δεκαετία του '60, οι ταινίες της Αλίκης Βουγιουκλάκη, το «Ξύλο βγήκε απ' τον παράδεισο», «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Κλωτσοσκούφι», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» κ.ά., έκοβαν εκατοντάδες χιλιάδες εισιτήρια. Η Αλίκη ήταν το πρότυπο της λαϊκής οικογένειας. Νέα, όμορφη, δραστήρια, πετυχημένη ηθοποιός και επιχειρηματίας, μητέρα, με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ σύζυγο και τον Αλέκο Σακελλάριο σκηνοθέτη, με συμπρωταγωνιστές τον Παπαγιαννόπουλο, τον Ηλιόπουλο ή τον Βέγγο, και με μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, του Σταύρου Ξαρχάκου ή του Γιώργου Ζαμπέτα. Μπορεί να μην ήταν η νέα Παξινού και να μην άρεσε η ελαφρότητα της στους διανοούμενους, αλλά οι ρόλοι της δεν είχαν ούτε χυδαιότητα, ούτε βία, ούτε σαπίλα. Και οι ταινίες της ήταν απολίτικες, αλλά είχαν συναίσθημα, αφέλεια και χιούμορ. Τα χρόνια πέρασαν, τα ήθη και τα πρότυπα άλλαξαν, πολλοί άνθρωποι, στα πάνω και τα κάτω στρώματα, μεταλλάχθηκαν. Η τηλεόραση αντικατέστησε, μάλλον επώδυνα, το λαϊκό σινεμά. Και στην πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας, οι ταινίες της Τζούλιας Αλεξανδράτου κυκλοφορούσαν σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα.
Η Αλίκη είχε προ πολλού πεθάνει. Η Τζούλια φόρεσε το στέμμα των ΜΜΕ, σε prime time, ως πετυχημένο μοντέλο, αντιπροσωπευτικό της νέας εποχής. Βρόντηξαν και άστραψαν οι στάσεις της και οι καμπύλες της στο youtbe! Νέα, ωραία, λαϊκή, αλλά και αδίστακτη, αμόρφωτη, με μπράβους και μαφιόζους στο φυσικό της περιβάλλον. Ανάμεσα σε βίζιτες που πλημμύρισαν το λαϊκό φαντασιακό μέσα από την ιδιωτική τηλεόραση, τα περιοδικά και τις φυλλάδες του λάιφ στάιλ κουτσομπολιού παρέα με νεοπλούσιους γαμπρούς, τυχοδιώκτες επιχειρηματίες photosop τραγουδιστές και ακριβοπληρωμένους ποδοσφαιριστές! Οι μαμάδες παίρνουν απ' το χέρι τα κοριτσάκια τους και τα πηγαίνουν προσφορά στα καλλιστεία, ενώ οι μπαμπάδες απολαμβάνουν καναπεδάτοι τις τσόντες που νοικιάζουν από τα βιντεάδικα ή αγοράζουν στις καφετέριες και τα προποτζίδικα από πλανόδιους Αφρικανούς.
Πολιτισμικό κουβάρι
Όσο αυξανόταν η οικονομική απόσταση ανάμεσα στα κατώτερα στρώματα και την ολιγαρχία του πλούτου τόσο περισσότερο βομβάρδιζαν την «πλέμπα» με πνευματική σαβούρα και πολιτιστικά μπάζα. Όσο περισσότερο η μεσαία τάξη βελτίωνε τα οικονομικά της τόσο περισσότερο ελαστικοποιούσε τα κριτήρια της και έριχνε την αισθητική της. Σκότωσαν τον Χατζιδάκι μέσα τους και υιοθέτησαν τον Πέτρο Γαϊτάνο ή τον Νότη Σφακιανάκη. Ξεκίνησαν από την Ελένη Βλάχου και κατέληξαν στον Πάσχο Μάνδραβέλη. Ολιγάρχες, μεσαία τάξη και «λαϊκοί» γίνανε κουβάρι. Αυτό που υπήρχε ανέκαθεν, αλλά ήταν οριοθετημένο στις όχθες της Εθνικής Οδού, αναδείχτηκε από τα ιδιωτικά ΜΜΕ, νομιμοποιήθηκε και έγινε μέινστριμ, οικογενειακό. Η Αντζελα Δημητρίου, βασίλισσα στην πίστα, από τις μεταμεσονύχτιες ώρες βρέθηκε ξαφνικά στα πρωινάδικα, από τους ξενύχτηδες των σκυλάδικων στις κουζίνες και τα σαλόνια των νοικοκύρηδων.
Οι πόρνες πολυτελείας απέκτησαν πιστοποιητικό κοινωνικοφροσύνης στα δελτία ειδήσεων και τις εκπομπές μαγειρικής και κοινωνικού ξεκατινιάσματος. Από τις διαφημίσεις γιαουρτιών και απορρυπαντικών η γυναίκα καθιερώθηκε σαν σκεύος για κάθε χρήση και το εμπορευματοποιημένο άνευ συναισθήματος σεξ ανασύρθηκε από το περιθώριο και έγινε καθεστώς.
Η Τζούλια μπήκε σαν κυρία στα σαλόνια από την πόρτα, μετά τιμής και digital στις πανάκριβες οθόνες πλάσματος, ενώ ο Γκουσγκούνης, στην εποχή του, βολόδερνε στην Αλάσκα και στο Ροζικλαίρ, μέσα σε μυρωδιές από άπλυτες κάλτσες, χαλασμένα δόντια και ρέγκες από τον εξώστη. Τότε, οι θεατές έκρυβαν το πρόσωπο τους όταν έβγαιναν στην Πατησίων από το σινεμά, ενώ οι τηλεπαρουσιαστές χαμογελάνε πανευτυχείς και καμαρωτοί όταν προβάλλουν μέσα στα διαμερίσματα και τα παιδικά δωμάτια τις περιπέτειες της κάθε κυρίας Αλεξανδράτου. Η φτήνια και η τάχα μου άνεση πήγαν μια χαρά πακέτο με τον ατομισμό, τον εκμαυλισμό, το συντηρητισμό και το ρατσισμό.
Ο νέος τύπος πολίτη, λαϊκού, καταφερτζή και καταναλωτή, χαμηλού ήθους και αισθητικής, κατέλαβε απαιτητικά ένα μεγάλο μέρος από το δημόσιο χώρο. Αυτός ο τύπος πολίτη επανακαθόρισε την πολιτική και επέβαλε τους πολιτικούς του εκφραστές. Από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου ξέπεσε στον Γιωργάκη Παπανδρέου, τον Γιώργο Καρατζαφέρη και τον Αντώνη Σαμαρά, με καντηλανάφτες τον Παπακωνσταντίνου και τον Στουρνάρα και τσόντες τον Γεωργιάδη, τον Βορίδη, ταν Κεδίκογλου και τον Δένδια. Σ' αυτά τα ήθη, αυτοί οι πολιτικοί αντιστοιχούν. Και σ' αυτούς τους πολιτικούς, αυτά τα ήθη.
Άπληστοι και κομπλεξικοί
Η αισθητική και τα πολιτικά πιστεύω των κυβερνώντων είναι τόσο απελπιστικά ξεφτιλισμένα, που ενοχλούνταν ακόμα και από την υπό τον έλεγχο τους ΕΡΤ. Με διορισμένους από τους ίδιους διευθυντές, συμβούλους, δημοσιογράφους και παρουσιαστές, και με προσωπικό που σε μεγάλο βαθμό έχει επιλεγεί με κομματικά κριτήρια από Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, η ΕΡΤ παρέμεινε ασύμβατη με τη φτωχή και θλιβερή κουλτούρα τους, γιατί από παράδοση κρατούσε ένα υψηλότερο επίπεδο πολιτικής και πολιτισμού. Με αποτυχημένη τη Γιουροβιζιονοποίησή της, χωρίς Τατιάνα, Πάνια, Τζούλια, Μενεγάκη, Τρέμη, Καψή, Προτοσάλτε και Σουλεϊμάν, η ΕΡΤ φαινόταν στον Σαμαρά και τον Γεωργιάδη άντρο της επανάστασης, αντίπαλος της πολιτικής τους, εχθρός της κουλτούρας τους.
Διαβάζοντας τις ατάκες του στενού συμβούλου του πρωθυπουργού Φαήλου Κρανιδιώτη, καταλαβαίνεις, από τη γλώσσα που χρησιμοποιεί, γιατί μισεί την ΕΡΤ, αλλά καταλαβαίνεις και τη μετάλλαξη που έχει υποστεί ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, που έχασε τα πολιτισμικά του ερείσματα στο διάβα μερικών δεκαετιών και ξέπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο της μεταπολεμικής περιόδου. Καταλαβαίνεις και τους λόγους που έχουν απήχηση οι νεοναζιστές. Δεν είναι, βέβαια, οι μετανάστες που σήκωσαν τη Χρυσή Αυγή, γιατί οι μετανάστες εμφανίζονται ως πρόβλημα στην κοινωνία από το 1990, ενώ η Χρυσή Αυγή, επί μία εικοσαετία, μέχρι το 2009, είναι ανύπαρκτη. Η άνοδος της συμπίπτει με τη χρεοκοπία του παλιού κόσμου, τη χρεοκοπία των κομμάτων εξουσίας, τη γενικότερη ηθική κατάπτωση και την ανάδυση στην επιφάνεια ό,τι σάπιου έχει αναπτυχθεί μέσα στο κοινωνικό σώμα. Η καλλίγραμμη Τζούλια, ο ατσούμπαλος Άδωνις, ο πρετεντερικός τύπος δημοσιογράφου και ο -γυαλίζει το μάτι του- Κασιδιάρης είναι έκφραση και αντανάκλαση ενός νέου τύπου πολίτη, ανθρωποφάγου, μισογύνη, φτηνιάρη, κακόγουστου, κομπλεξικού και άπληστου. Κι αυτή η αξιοθρήνητη πραγματικότητα συμπληρώνεται, δυστυχώς, με τσόντες από τα αριστερά.
ΥΓ. Η ανάκτηση του χαμένου εδάφους στον πολιτισμό, προϋπόθεση για την ανάσχεση του κοινωνικού εκτραχηλισμού και της φασιστικοποίησης, είναι ζήτημα ζωής και θανάτου όχι μόνο για την Αριστερά, αλλά για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης. Εδώ και καιρό, τρίζουν όχι μόνο τα κόκαλα του Γιάννη Ρίτσου, αλλά και του Μάνου Χατζιδάκι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.