Αθήνα
Στο 24,8% αυξήθηκε η ανεργία στο τρίτο τρίμηνο του έτους, από 23,6% το προηγούμενο τρίμηνο, λόγω της συνεχιζόμενης ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή την Πέμπτη.
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας από τουλάχιστον το 1998.
Στο τρίτο τρίμηνο του 2011, η ανεργία είχε ανέλθει στο 17,7%.
Η ΕΛΣΤΑΤ έχει ήδη δημοσιεύσει μηνιαία στοιχεία για την ανεργία μέχρι τον Σεπτέμβριο (26%).
Τα τριμηνιαία στοιχεία είναι πληρέστερα, καθώς βασίζονται σε μεγαλύτερο δείγμα και παρέχουν στοιχεία για κάθε κλάδο της οικονομίας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Κατά το γ' τρίμηνο, ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.739.018 άτομα και των ανέργων σε 1.230.918. Το ποσοστό ανεργίας ήταν 24,8%, έναντι 23,6% του προηγούμενου τριμήνου και 17,7% του αντίστοιχου τριμήνου 2011.
Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 8,3% σε σχέση με το γ' τρίμηνο του 2011. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 5,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 40,2% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2011.
Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (28,9%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,7%).
Το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (56,6%), το οποίο στις νέες γυναίκες φθάνει στο 65,4%.
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (41%) ενώ ακολουθούν τα άτομα με πτυχία Ανώτερης Τεχνολογικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (28%).
Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (12,6%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (17,2%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 43,9% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 48,2% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση.
Τέλος, το 7,8% αναζητά μερική απασχόληση ή δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (5,2%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του γ' τριμήνου, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή όσων εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, ανέρχεται στο 24,7% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 62,6%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη ιθαγένεια είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων (33,1% έναντι 24%). Επίσης, το 72,3% των ξένων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 51,7%.
Σε επίπεδο Περιφέρειας, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 31,0% και στη Στερεά Ελλάδα με 29,6%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στις Ιόνιους Νήσους με 11,4% και στο Νότιο Αιγαίο με 13,3%.
Κατά το τρίτο τρίμηνο, βρήκαν απασχόληση 95.355 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος.
Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 36.844 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης.
Αντίθετα, 207.924 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 93.198 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά.
Επιπλέον, 130.114 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα.
Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρούμε ότι σε όλους τους τομείς παρατηρείται μείωση στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον πρωτογενή τομέα η μείωση ανέρχεται σε 2,5%, στο δευτερογενή 13,8% και στο τριτογενή 8%.
Στο 7,9% η μερική απασχόληση
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 7,9% του συνόλου των απασχολουμένων.
Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 62% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 8,7% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 5,0% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 24,3% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 63,1%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανέρχεται στο 80% του συνόλου των απασχολουμένων.
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας από τουλάχιστον το 1998.
Στο τρίτο τρίμηνο του 2011, η ανεργία είχε ανέλθει στο 17,7%.
Η ΕΛΣΤΑΤ έχει ήδη δημοσιεύσει μηνιαία στοιχεία για την ανεργία μέχρι τον Σεπτέμβριο (26%).
Τα τριμηνιαία στοιχεία είναι πληρέστερα, καθώς βασίζονται σε μεγαλύτερο δείγμα και παρέχουν στοιχεία για κάθε κλάδο της οικονομίας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Κατά το γ' τρίμηνο, ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.739.018 άτομα και των ανέργων σε 1.230.918. Το ποσοστό ανεργίας ήταν 24,8%, έναντι 23,6% του προηγούμενου τριμήνου και 17,7% του αντίστοιχου τριμήνου 2011.
Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 8,3% σε σχέση με το γ' τρίμηνο του 2011. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 5,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 40,2% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2011.
Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (28,9%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,7%).
Το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (56,6%), το οποίο στις νέες γυναίκες φθάνει στο 65,4%.
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (41%) ενώ ακολουθούν τα άτομα με πτυχία Ανώτερης Τεχνολογικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (28%).
Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (12,6%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (17,2%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 43,9% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 48,2% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση.
Τέλος, το 7,8% αναζητά μερική απασχόληση ή δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (5,2%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του γ' τριμήνου, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
- δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (25,7%)
- δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (24,2%)
- δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (24%)
Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή όσων εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, ανέρχεται στο 24,7% του συνόλου των ανέργων, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 62,6%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη ιθαγένεια είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων (33,1% έναντι 24%). Επίσης, το 72,3% των ξένων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 51,7%.
Σε επίπεδο Περιφέρειας, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 31,0% και στη Στερεά Ελλάδα με 29,6%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στις Ιόνιους Νήσους με 11,4% και στο Νότιο Αιγαίο με 13,3%.
Κατά το τρίτο τρίμηνο, βρήκαν απασχόληση 95.355 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος.
Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 36.844 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης.
Αντίθετα, 207.924 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 93.198 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά.
Επιπλέον, 130.114 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα.
Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρούμε ότι σε όλους τους τομείς παρατηρείται μείωση στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον πρωτογενή τομέα η μείωση ανέρχεται σε 2,5%, στο δευτερογενή 13,8% και στο τριτογενή 8%.
Στο 7,9% η μερική απασχόληση
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 7,9% του συνόλου των απασχολουμένων.
Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 62% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 8,7% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 5,0% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 24,3% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 63,1%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανέρχεται στο 80% του συνόλου των απασχολουμένων.
Newsroom ΔΟΛ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.