Ας υποθέσουμε ότι αποδεικνύομαστε πειθήνιοι και “καλοί μαθητές” της τρόικας. Ας υποθέσουμε ακόμα ότι κάποια στιγμή τα επόμενα χρόνια με ένα μαγικό τρόπο θα υπάρχει στην Ελλάδα μια ασθμαίνουσα μεγέθυνση και ότι θα έχει επιτευχθεί ένας βαθμός “ανακούφισης” της δημοσιονομικής πτυχής της κρίσης. Ποια θα είναι η Ελλάδα τότε;
Στη βάση θα υπάρχει μια εκτεταμένη πληβειακή μάζα, που στην πλειοψηφία της θα δίνει μάχη επιβίωσης κυρίως με βάση τη μαύρη, κακοπληρωμένη και ευκαιριακή εργασία ή στην καλύτερη περίπτωση χάρη σε χαμηλής ειδίκευσης παροχή υπηρεσιών. Ένα μικρότερο τμήμα θα απασχολείται στον πρωτογενή τομέα και ένα ακόμα στο δευτερογενή τομέα, σε επιχειρήσεις που ως επί το πλείστον θα αξιοποιούν την παροχή πάμφθηνης εργασίας, χωρίς δικαιώματα και χωρίς συλλογικές συμβάσεις.
Η χώρα θα έχει κατατμηθεί σε ανταγωνιστικές μεταξύ τους Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, όπου τα δικαιώματα των εργαζομένων, οι μισθοί, οι περιβαλλοντικοί όροι, οι φορολογικοί συντελεστές των επιχειρηματιών, οι ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις διαρκώς θα υποτιμώνται προς όφελος μιας άγριας κερδοσκοπίας. Θα υποβάλλεται σε εσωτερικό εργασιακό και περιβαλλοντικό ντάμπινκ και θα λειτουργεί ως κονσέρβα φτηνού, εφεδρικού εργατικού στρατού.
Επειδή βεβαίως ακόμα και έτσι η Ελλάδα δε θα μπορεί να συναγωνιστεί σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικές παραγωγικές επενδύσεις χώρες ακόμα χαμηλοτέρου κόστους, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις θα είναι ανύπαρκτες και το εξειδικευμένο προσωπικό θα αναζητά εργασία στο εξωτερικό, οι ΕΟΖ θα απαρτίζονται από ευκαιριακές δραστηριότητες και μη ανταγωνιστικές διεθνώς. Κατά συνέπεια σύντομα το μετά- μνημονιακό μοντέλο ανταγωνιστικότητας θα σαρωθεί μέσα σε ένα γενικευμένο κλίμα αποεπένδυσης.
Ωστόσο τα παραπάνω δε θα αποτρέψουν ούτε κατ’ ελάχιστο την περαιτέρω ενίσχυση του παρασιτικού, ολιγαρχικού κατεστημένου, το οποίο μέσα από εσωτερικές αναδιαρθρώσεις θα ενισχύσει περαιτέρω τη θέση του. Στον πυρήνα του μνημονιακού προγράμματος βρίσκονται τέσσερα προτάγματα: το πρώτο είναι το ξεπούλημα όλων των κερδοφόρων δημοσίων επιχειρήσεων που κατέχοντας μονοπωλιακή θέση και έτοιμη υποδομή χάρη σε δεκαετίες προσπαθειών του λαού εγγυώνται κερδοφορία. Το ξεπούλημά τους βεβαίως συνιστά από- επένδυση καθώς το δημόσιο ταμείο θα χάνει χρήματα, οι θέσεις εργασίας θα μειωθούν, οι αμοιβές και άρα τα κεφάλαια που κινούνται στο οικονομικό κύκλωμα θα συρρικνωθούν και φυσικά από ένα σημείο και μετά, επειδή τα ιδιωτικά κεφάλαια θα αδυνατούν να συντηρήσουν κοστοβόρες υποδομές θα απαιτήσουν επιδοτήσεις από το κράτος.
Ο δεύτερος στόχος, συναφής με τον πρώτο είναι μιας και παραγωγικές επενδύσεις δεν προβλέπονται, να ανοίξει μια σειρά ιδιωτικών, επιδοτουμένων, παρασιτικών αγορών, μέσα από την αντίστοιχη απόσυρση του κράτους από σειρά κοινωφελών, κοινωνικών και άλλων δραστηριοτήτων του. Η διάλυση της δημόσιας υγείας, παιδείας και κοινωνικής ασφάλισης αποτελούν χαρακτηριστικές περιπτώσεις δόμησης νέων ή διεύρυνσης ήδη υπαρχουσών παρασιτικών, ιδιωτικών αγορών. Δεδομένου ότι η μέχρι σήμερα δημόσια παρουσία κάλυπτε ανελαστικές ανάγκες των πολιτών, η απόσυρση του κράτους θα εξαναγκάσει τους πολίτες να στραφούν σε εντελώς ταξικά διαχωρισμένες ιδιωτικές υπηρεσίες.
Πιθανότατα και για ένα διάστημα το κράτος θα επιδοτήσει τμήμα των νέων αυτών αγορών. Η μεγάλη πληβειακή, προλεταριοποιημένη μάζα σταδιακά θα αποκλειστεί από τη σταθερή πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες. Θα οδηγηθεί είτε σε φιλανθρωπικά δίκτυα και σχετική περιθωριοποίηση, είτε στην πλήρη περιθωριοποίηση και αποκλεισμό. Στο εσωτερικό του νέου παρασιτισμού θα δομηθούν φυσικά νέα μονοπώλια και ολιγοπώλια, βάσει των σχέσεων των εν λόγω επιχειρηματιών με τους πολιτικούς παράγοντες της χώρας και με τον ξένο παράγοντα. Το ρουσφέτι και τα δίκτυα συνενοχής θα διογκωθούν με τον ιδιωτικό τομέα και τους εξαρτημένους από αυτόν κομματάρχες να παίζουν έναν απείρως χυδαιότερο ρόλο από ό,τι μέχρι σήμερα έχουμε γνωρίσει.
Ο συνδυασμός των δύο παραπάνω μεθόδων εγγυημένης, παρασιτικής κερδοφορίας- παρασιτικής υπό την έννοια ότι οι “επενδυτές” θα αποκομίσουν εγγυημένα από το κράτος και την κοινωνία κέρδη με μηδενικές δικές τους επενδύσεις, είτε σε κεφάλαιο, είτε σε τεχνολογία- οδηγεί και στον τρίτο στρατηγικό στόχο της μνημονιακής πολιτικής: την κερδοφορία της υψηλής πατρωνείας από το εξωτερικό του ελληνικού παρασιτισμού. Μια σειρά επιχειρήσεων που στήσανε τα δίκτυα της εκτεταμένης διαφθοράς εδώ και δεκαετίες, τώρα θα δράσουν ακόμα πιο απροκάλυπτα, επιθετικά και ανέλεγκτα.
Το τέταρτο πρόταγμα χτίζεται ήδη ως αναγκαίο συμπλήρωμα των προηγουμένων: ο πλήρης έλεγχος της πολιτικής ζωής, με επίκεντρο ένα συστημικό νεοφιλελεύθερο πόλο, που θα πλασάρεται άλλοτε ως κεντρώος και άλλοτε ως σοσιαλδημοκρατικός. Δίπλα του θα υπάρχει μια ισχυρή ακροδεξιά για όσο θα τη χρειάζεται το σύστημα, που επίσης θα διέρχεται οβιδιακών μεταμορφώσεων και στα αριστερά ένας κατακερματισμένος χώρος. Μέσα από τον έλεγχο της πολιτικής ζωής θα επιχειρηθεί η καταπίεση, η σύγχυση, ο αποπροσανατολισμός της λαϊκής ριζοσπαστικότητας και εν τέλει η εκτροπή της σε ακίνδυνες για το κατεστημένο κινήσεις.
Η ορθή περιγραφή της μετά- μνημονιακής Ελλάδας και εφόσον δεν ανατρέψουμε τη μνημονιακή στρατηγική είναι αυτή μιας χώρας και κοινωνίας υπό εσωτερική αποικιοποίηση. Μια μικρή, ολιγαρχική ελίτ που εξουσιάζει τη μεγάλη προλεταριοποιημένη, πληβειακή μάζα με στήριγμα τη συρρικνωμένη, ακρωτηριασμένη, οικονομικά και πνευματικά αποστεωμένη μεσαία αστική τάξη, υπό την υψηλή πατρωνεία του ξένου παράγοντα. Ένας σκληρός ταξικός διαχωρισμός που θα διακλαδώνεται παντού: από το αστικό περιβάλλον και την καθημερινή ποιότητα ζωής, ως την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες, τα δικαιώματα και τις αμοιβές. Δεν είναι καθόλου απίθανο κρίσεις που θεωρούσαμε ότι ανήκουν στο παρελθόν για αναπτυγμένες κοινωνίες, όπως η διατροφική κρίση για τμήματα του πληθυσμού να επανέλθουν επίμονα.
Η Ελλάδα θα αποτελέσει έτσι το υβρίδιο μεταξύ Λατινικής Αμερικής των δεκαετιών του ψυχρού πολέμου και Ανατολικής Ευρώπης μετά την πτώση του τείχους, που προτυποποιείται ήδη και εφαρμόζεται στο σύνολο της ευρωπεριφέρειας.
Σταδιακά δε, το ίδιο μοντέλο εσωτερικής αποικιοποίησης μεταφέρεται και στα κράτη του ευρωπαϊκού κέντρου. Η κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους δικαίου στο σύνολο της ευρωζώνης στο πλαίσιο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων θα οδηγήσει με μεγαλύτερη ή μικρότερη βιαιότητα σε τεκτονικές αλλαγές όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η διάκριση βορρά- νότου μεταφέρεται με απρόβλεπτες συνέπεις στο εσωτερικό τόσο του βορρά όσο και του νότου. Αποκτά μια ολοένα περισσότερο ταξικό- πολιτική διάσταση, διαίρεσης μεταξύ ολιγαρχίας και προλεταριοποιημένων μαζών.
Στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και φυσικά στη δική μας χτίζεται ένα νέο τείχος περιθωριοποίησης και απομόνωσης. Ένα είναι βέβαιο, δε: ότι αν υποταχθούμε σε αυτήν με βάση το επιχείρημα ότι ο άλλος δρόμος μπορεί να αποδειχτεί χειρότερος, αυτό το ζοφερό μέλλον θα καστεί ασφυκτικό παρόν.
Θέμης Τζήμας
Πηγή: http://www.harta.gr/?p=425
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.