Την εμφάνισή τους έκαναν οι πρώτες ρωγμές στο γερμανικό οικονομικό θαύμα. Τα τελευταία στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι παρά τους ισχυρισμούς για το αντίθετο, η οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης δεν είναι άτρωτη απέναντι στην κρίση του ευρώ. Εάν το γερμανικό δόγμα της λιτότητας και των μεταρρυθμίσεων αποτύχει στην ίδια την πατρίδα του, η Άνγκελα Μέρκελ δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να επιλέξει έναν άλλο δρόμο. Τότε, μια νέα ημέρα θα ξημερώσει για την Ευρωζώνη.
«Έως τώρα, η Γερμανία έβγαινε αρκετά ισχυρή από την κρίση, ανεπηρέαστη από τις δυσκολίες των εμπορικών εταίρων της, όπως είναι η Ισπανία και η Ελλάδα. Όμως, τώρα, σύννεφα άρχισαν να μαζεύονται πάνω από την οικονομία της», παραδέχεται ο οικονομολόγος του Ifo, Κλάους Βολράμπε. Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους. Οι δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα της Γερμανίας συρρικνώθηκαν για τρίτο συνεχή μήνα. Συγκεκριμένα, ο συνολικός δείκτης ΡΜΙ της Markit υποχώρησε τον Ιούλιο στο 47,3 από 48,1 τον προηγούμενο μήνα. Πρόκειται για την πιο απότομη μείωση του δείκτη από τον Ιούνιο του 2009 – στο μέσο της χρηματοοικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Chris Williamson, επικεφαλής ανάλυσης της Markit, τα στοιχεία υποδεικνύουν συρρίκνωση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 0,1% το δεύτερο τρίμηνο. «Είναι πλέον αρκετά σαφής η εικόνα σημαντικής επιδείνωσης των συνθηκών στη Γερμανία ειδικότερα στην μεταποίηση και αυτό αποτελεί σύμπτωμα της εξασθένισης της εγχώριας και της εξωτερικής ζήτησης» δήλωσε.
Η γερμανική οικονομία παραμένει, βέβαια, η ισχυρότερη του ευρώ. Οι δικές της επιδόσεις ήταν εκείνες που προστάτευσαν την οικονομία της Ευρωζώνης από την ύφεση, κατά το πρώτο τρίμηνο. «Το γερμανικό ‘πλοίο’ είναι σταθερότερο από όλα στην Ευρωζώνη, όμως τα τελευταία στοιχεία μας θυμίζουν με τον καλύτερο τρόπο ότι ακόμα και το πιο καλό πλοίο μπορεί να αναποδογυρίσει σε μια δυνατή καταιγίδα», έχει δηλώσει ο οικονομολόγος της ING, Κάρστεν Μπρζέσκι. Την ίδια στιγμή οι οικονομολόγοι του Ifo φοβούνται αυτή την καταιγίδα. «Εάν η αβεβαιότητα ενισχυθεί ή η κρίση κλιμακωθεί, τότε οι επενδύσεις θα μειωθούν και η αγορά εργασίας θα επιδεινωθεί. Αυτό είναι γεγονός», προειδοποιεί ο Βολράμπε.
Γεμάτη νόημα η κίνηση της Moody’s
Ότι η Γερμανία δεν είναι άτρωτη αποδείχτηκε και από την κίνηση της Moody’s να υποβαθμίσει σε αρνητικές τις προοπτικές της γερμανικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, η απόφαση για υποβάθμιση του outlook της Γερμανίας οφείλεται στους εξής λόγους: 1. Στην αυξανόμενη αβεβαιότητα αναφορικά με το αποτέλεσμα της κρίσης της ευρωζώνης, δεδομένων του υφιστάμενου πολιτικού πλαισίου και της αυξημένης ευπάθειας σε event risks, που πηγάζουν από την αυξανόμενη πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, συμπεριλαμβανομένων των ευρύτερων επιπτώσεων που θα έχει κάτι τέτοιο στα μέλη της ευρωζώνης. 2. Στις αυξανόμενες απώλειες που θα αναλάβει η γερμανική κυβέρνηση ως αποτέλεσμα της αντιδραστικής και σταδιακής πολιτικής απάντησης των Ευρωπαίων πολιτικών, που έρχονται να προστεθούν στην επιδείνωση του επιπέδου του χρέους της χώρας σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα. 3. Στην ευπάθεια του γερμανικού τραπεζικού συστήματος στον κίνδυνο επιδείνωσης της κρίσης χρέους της ευρωζώνης. Η μεγάλη έκθεση των γερμανικών τραπεζών στις πιο προβληματικές χώρες της ευρωζώνης, και ιδιαίτερα στην Ιταλία και στην Ισπανία, σε συνδυασμό με την περιορισμένη δυνατότητά τους για απορρόφηση των απωλειών και των δομικά ισχνότερων κερδών τους, τις καθιστά ευάλωτες σε μεγαλύτερο βάθεμα της κρίσης. Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση Aaa της χώρας, η Moody’s αναφέρει ότι μπορεί να υπάρξει υποβάθμιση εάν παρατηρηθεί παρατεταμένη επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης ή της μακροπρόθεσμης ισχύος της οικονομίας. Αυτό ενδέχεται να συμβεί εάν: α) η γερμανική κυβέρνηση χρειαστεί να χρησιμοποιήσει τον ισολογισμό της για να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα, γεγονός που θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του επιπέδου χρέους της γενικής κυβέρνησης, β) οποιαδήποτε χώρα βγει από την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναμένεται να πυροδοτήσει αλυσίδα αναταράξεων στον χρηματοοικονομικό τομέα όπως και πιέσεις στη ρευστότητα κρατών, που συνεπάγεται πολύ αυξημένο κόστος για τις εύπορες χώρες όπως η Γερμανία. γ) τα κόστη αναχρηματοδότησης χρεών αυξηθούν σημαντικά μετά από απώλεια του status του ασφαλούς καταφυγίου.
«Η Γερμανία οδεύει προς μια απότομη αφύπνιση», προειδοποιεί ο Φέρντιναντ Φίχτνερ, επικεφαλής προβλέψεων και οικονομικής πολιτικής του ινστιτούτου DIW. «Έως τώρα, δεν υπήρχε κάποια χειροπιαστή κρίση στη Γερμανία. Η ανεργία ήταν τόσο χαμηλή που η Άνγκελα Μέρκελ δεν ήταν αναγκασμένη να δικαιολογεί την πολιτική της. Όμως, μόλις η κρίση του ευρώ πλήξει την αγορά εργασίας εδώ -και αυτό είναι κάτι που πρόκειται να συμβεί- το αίσθημα ότι η κρίση αυτή κοστίζει θέσεις απασχόλησης θα κάνει ακόμα λιγότερο δημοφιλή τα πακέτα διάσωσης και το κοινό νόμισμα», προειδοποιεί. Βέβαια, για κάποιους οικονομολόγους, αυτό το στραβοπάτημα της έως πρότινος πανίσχυρης οικονομίας, μπορεί και να ωφελήσει την Ευρώπη. «Ίσως υπάρχει και κάτι θετικό σε αυτά τα τελευταία απογοητευτικά στοιχεία για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης: Δείχνει ότι μια θεμελιώδης λύση στην κρίση του ευρώ είναι προς το συμφέρον της γερμανικής οικονομίας», τόνισε ο Μπρζέσκι, της ING. Ανάπτυξη αλά γερμανικά
Πάντως η Άνγκελα Μέρκελ παραμένει αμετακίνητη στις θέσεις της και θέλει να επιβάλλει σε όλες τις χώρες μια ανάπτυξη αλά γερμανικά. Το Βερολίνο δεν είναι βέβαια διατεθειμένο να βάλει το χέρι στην τσέπη, για να πληρώσει μέτρα και δράσεις που θα τονώσουν την οικονομική δραστηριότητα. Η ανάπτυξη θα έρθει μέσω μεταρρυθμίσεων, που θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα, ξεκαθαρίζει η Μέρκελ. Το συμπέρασμα είναι ότι έχει κατά νου το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε ο προκάτοχός της, Γκέρχαρντ Σρέντερ. Η λεγόμενη «Ατζέντα 2010» έθεσε τις βάσεις του οικονομικού θαύματος της Γερμανίας, μετατρέποντας τον άλλοτε «μεγάλο ασθενή» της Ευρώπης σε ατμομηχανή της. Είχε, όμως, βαρύ κόστος, το οποίο οι Γερμανοί εργαζόμενοι πληρώνουν έως σήμερα. Παρότι οι επιχειρήσεις περνούν ίσως την καλύτερη περίοδο στην ιστορία τους, πολλοί υπάλληλοί τους κερδίζουν σήμερα λιγότερα από όσα πριν από δέκα χρόνια. Σχεδόν 1,5 εκατομμύριο είναι εκείνοι που ενώ εργάζονται, εξαρτώνται από το επίδομα της πρόνοιας, για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.
Το αναγκαίο κακό
Πολλοί Γερμανοί φαίνεται ότι είναι αποκλεισμένοι από το οικονομικό θαύμα. Η έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων και η δημιουργία μιας στρατιάς φτωχών εργαζομένων είναι το τίμημα που πληρώνει η χώρα για την ανταγωνιστικότητά της. Το αναγκαίο κακό της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του οικονομικού ινστιτούτου DIW, τα πραγματικά εισοδήματα των Γερμανών που ανήκουν στη μεσαία και υψηλότερη βαθμίδα (δηλαδή εκείνων που βγάζουν περισσότερα από 3.400 ευρώ το μήνα) αυξήθηκαν ελαφρά από το 2000 έως το 2010. Αντίθετα, οι χαμηλόμισθοι, δηλαδή όσοι κερδίζουν από 960 ευρώ και κάτω, είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται κατά 10% στο ίδιο διάστημα. Η αιτία δεν είναι άλλη από τις μεταρρυθμίσεις, που σχεδιάστηκαν για να ενισχύσουν την ευελιξία της γερμανικής αγοράς απασχόλησης. Στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει την υψηλή ανεργία και να ανακόψει τη φυγή των επιχειρήσεων προς χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπου το εργατικό κόστος ήταν σημαντικά χαμηλότερο, ο τότε καγκελάριος Σρέντερ έλαβε, το 2003, μέτρα που διευκόλυναν την καθιέρωση της προσωρινής εργασίας. Η στρατηγική αυτή μπορεί να ενθάρρυνε τις προσλήψεις, όμως απέβη μπούμερανγκ για τους εργαζόμενους. Η Γερμανία μετρά σήμερα σχεδόν 1 εκατ. προσωρινούς εργαζόμενους. Αυτοί κάνουν συνήθως την ίδια δουλειά με τους συναδέλφους τους που δουλεύουν σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Αλλά κερδίζουν σημαντικά λιγότερα. Το 2010, ο μέσος εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης αμειβόταν με 2.700 ευρώ μεικτά το μήνα, ενώ ο προσωρινός εργαζόμενος δεν έβγαζε παρά 1.400 ευρώ. Και παρότι το καθεστώς προσωρινής εργασίας θεσπίστηκε για να δοθεί στους υπαλλήλους αυτούς η δυνατότητα να μπουν στην αγορά εργασίας, με την ελπίδα ότι αυτό θα είναι το πρώτο σκαλοπάτι για μια καλύτερη θέση, τα στοιχεία δείχνουν ότι μόνο το 8% των προσωρινών υπαλλήλων προσλαμβάνεται κανονικά μέσα σε ένα χρόνο από τις επιχειρήσεις, όπου δουλεύει.
Kοινωνία τριών ταχυτήτων στη Γερμανία
Οι μεταρρυθμίσεις κατάφεραν να δημιουργήσουν μια αγορά απασχόλησης -αλλά και μία κοινωνία- τριών ταχυτήτων. Στην κορυφαία βαθμίδα βρίσκονται τα στελέχη των επιχειρήσεων, που παίρνουν ολοένα και μεγαλύτερα πακέτα αμοιβών και μπόνους, καθώς τα κέρδη των εταιρειών τους αυξάνονται σε πρωτοφανή επίπεδα. Έπονται, στη δεύτερη βαθμίδα, οι καλά εκπαιδευμένοι εργαζόμενοι λευκού κολάρου και οι εξειδικευμένοι υπάλληλοι στη βιομηχανία και σε άλλους κλάδους. Στην τελευταία βαθμίδα βρίσκονται τα πιο παραδοσιακά επαγγέλματα, όπως οι πωλητές, οι μάγειροι και οι δάσκαλοι, οι οποίοι είδαν το μηνιαίο εισόδημά τους να συρρικνώνονται τα τελευταία 10 χρόνια. Αυτοί δεν απολαμβάνουν το παραμικρό όφελος από τον πλουτισμό των γερμανικών επιχειρήσεων και την ανάπτυξη της οικονομίας. Σε μια χώρα χωρίς νομοθετημένο κατώτατο μισθό, όσοι δεν εκπροσωπούνται από τα πανίσχυρα εργατικά συνδικάτα που αυτό τον καιρό πιέζουν ασφυκτικά για να εξασφαλίσουν μεγάλες αυξήσεις για τα μέλη τους, δείχνουν να μην έχουν καμιά δύναμη. Οι πωλητές αμείβονται συχνά με 6 ευρώ την ώρα, και οι κομμωτές μόλις με 4 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι κάποιες από αυτές τις δουλειές πληρώνουν 640 ευρώ το μήνα, έστω και εάν είναι πλήρους απασχόλησης. Μάλιστα, 1,37 εκατ. Γερμανοί που αμείβονται με μισθούς πείνας, αναγκάζονται να συμπληρώσουν το εισόδημά τους με το επίδομα της πρόνοιας, για να βγάλουν το μήνα.]
: Σοφοκλέους 10 μέσω http://www.inprecor.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.