Η μετατροπή βασικών αγαθών σε χρηματοοικονομικά προϊόντα και η επινόηση νέων ερμηνευτικών μοντέλων που μοναδικό σκοπό έχουν να δικαιολογήσουν τις παράλογα υψηλές τιμές τροφοδοτούν τη φούσκα των εμπορευμάτων, υποστηρίζει ο Ruchir Sharma, επικεφαλής της Morgan Stanley για τις αναδυόμενες αγορές.
Όπως υποστηρίζει στο βιβλίο του “Breakout Nations – In Pursuit of the Next Economic Miracles”, το οποίο κυκλοφόρησε στις 9 Απριλίου, οι ομοιότητες μεταξύ της φούσκας των εμπορευμάτων και εκείνης των dotcom είναι εντυπωσιακές.
«Όπως ο θεατρικός συγγραφέας Άρθουρ Μίλερ κάποτε παρατήρησε, ‘μια εποχή μπορεί να ειπωθεί ότι τερματίστηκε όταν θα έχουν εξαντληθεί οι βασικές αυταπάτες της’ σημειώνει ο Sharma. «Οι περισσότερες από τις αυταπάτες που καθόρισαν την τελευταία δεκαετία – η ιδέα ότι η παγκόσμια ανάπτυξη έχει περάσει σε ένα μόνιμα υψηλότερο επίπεδο, η ελπίδα ότι η Fed (ή οποιαδήποτε κεντρική τράπεζα) θα μπορούσε να εξομαλύνει τα σκαμπανεβάσματα των επιχειρηματικών κύκλων – έχουν όντως περάσει στο παρελθόν. Ωστόσο, μια ιδέα έχει ακόμα τη δύναμη να οδηγεί τη φαντασία των αγορών: ότι η αδυσώπητη άνοδος της Κίνας και άλλων μεγάλων αναπτυσσόμενων οικονομιών θα συνεχίσει να οδηγεί έναν υπερ-κύκλο στα εμπορεύματα, μια παρατεταμένη ανοδική κίνηση των τιμών των προϊόντων, από το πετρέλαιο έως το χαλκό και το ασήμι, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, το καλαμπόκι και τη σόγια. Αυτή η πεποίθηση είναι ο κύριος λόγος για την αισιοδοξία αναφορικά με τις προοπτικές πολλών χωρών που ζουν από τις εξαγωγές βασικών αγαθών, από τη Βραζιλία και την Αργεντινή έως την Αυστραλία και τον Καναδά».
«Αποκαλώ αυτή την ψευδαίσθηση commodity.com» αναφέρει ο Sharma, «διότι είναι εντυπωσιακά παρόμοια σε κάποιες πλευρές της με την μανία για τις μετοχές τεχνολογίας που κατέλαβε τον κόσμο στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Στο αποκορύφωμα της εποχής των dotcom, οι μετοχές τεχνολογίας αποτελούσαν το 30% του συνόλου των χρημάτων που επενδύονταν στις παγκόσμιες αγορές. Όταν η φούσκα τελικά έσκασε, οι μετοχές εμπορευμάτων -πρώτων υλών και ενέργειας- ενισχύθηκαν για να αντικαταστήσουν ως επενδυτική επιλογή τις μετοχές τεχνολογίας και, έως τις αρχές του 2011 αντιπροσώπευαν πλέον το 30% των παγκόσμιων χρηματιστηριακών αγορών».
«Καμία φούσκα δεν είναι καλή φούσκα, και όλες στο τέλος τους δημιουργούν σε κάποιο βαθμό δυστυχία» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Sharma. «Όμως η σημερινή εποχή commodity.com είχε μεγαλύτερο και ακόμα πιο αρνητικό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία σε σχέση με την τεχνολογική φούσκα».
Ο ίδιος προσθέτει ότι «η διαφημιστική εκστρατεία έχει δημιουργήσει μια νέα βιομηχανία που μετατρέπει βασικά αγαθά σε χρηματοοικονομικά προϊόντα τα οποία μπορούν να διαπραγματεύονται όπως οι μετοχές. Το πετρέλαιο, το σιτάρι, και η πλατίνα που κάποτε πωλούνταν κυρίως ως πρώτες ύλες, τώρα πωλούνται σε μεγάλο βαθμό ως κερδοσκοπικού χαρακτήρα επενδύσεις. Ο χαλκός συσσωρεύεται σε αποθήκες, όχι επειδή οι ιδιοκτήτες σχεδιάζουν να τον χρησιμοποιήσουν για να κατασκευάσουν καλώδια, αλλά επειδή οι κερδοσκόποι ‘κάθονται’ πάνω του, όπως και στον χρυσό, υπολογίζοντας ότι μπορούν να τον πουλήσουν μία ημέρα αποκομίζοντας τεράστιο κέρδος. Οι καθημερινές συναλλαγές στ πετρέλαιο επισκιάζουν πλέον την καθημερινή κατανάλωση, ανεβάζοντας τις τιμές. Ενώ οι αυξανόμενες τιμές των μετοχών, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογικών, γενικά τονώνουν την οικονομία, οι υψηλές τιμές για βασικά αγαθά, όπως το πετρέλαιο, επιφέρουν ένα αναπόφευκτο κόστος για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές ενεργούν ως μεγάλη τροχοπέδη για την οικονομία».
Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος πολίτης βιώνει το commodity.com, ως μια «άγκυρα» που βαραίνει κάθε του κίνηση, και όχι ως κάτι το συναρπαστικό. Στην φάση της δημιουργία της η φούσκα των dotcom είχε διαρρήξει τα όρια του οικονομικού κόσμου και είχε κυριαρχήσει στη λαϊκή φαντασία, προσελκύοντας ενθουσιώδη δημοσιότητα σε όλο τον κόσμο και δελεάζοντας τον οποπιοδήποτε ώστε να γίνει trader. Υπήρχε το όνειρο του μεγάλου πλούτου, ναι, αλλά και μια απέραντη αισιοδοξία και πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο, η αίσθηση ότι οι καινοτομίες που έρχονται από τη Silicon Valley θα αναμορφώσουν σύντομα τον κόσμο προς το καλύτερο».
«Οι CEOs των τεχνολογικών εταιρειών μετετράπησαν σε αστέρια της ροκ, επειδή υποσχέθηκαν μια ζωή με αυξανόμενη παραγωγικότητα, πτώση τιμών και υψηλούς μισθούς για την παραγωγή ιδεών, στο πλαίσιο μιας οικονομίας της γνώσης ή κάνοντας διαπραγμάτευση μετοχών τεχνολογίας από έναν φορητό υπολογιστή σε ένα σαλόνι. Ήταν αδύνατο εκείνες τις ημέρες να κάνεις τους επενδυτές να ενδιαφερθούν για κάτι που δεν αφορούσε την τεχνολογία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, κι έτσι κάποιοι από εμάς άρχισαν να αποκαλούν τις αναδυόμενες αγορές ως ‘e-merging’, ενώ οι αναλυτές ξόδευαν πολύ χρόνο ψάχνοντας για τη νέα Silicon Valley, την οποία ευσυνείδητα, αλλά συχνά αβάσιμα, ανακάλυπταν σε γραφεία σε κάποια σοφίτα, από την Πράγα έως την Κουάλα Λουμπούρ».
«Μια δεκαετία αργότερα όλη η συζήτηση επικεντρώθηκε στις μεγάλες αναδυόμενες αγορές και στο πετρέλαιο, αλλά με μια πιο μουντή διάθεση. Η εποχή commodity.com οδηγείται από το φόβο και την παντελή έλλειψη πίστης στην ανθρώπινη πρόοδο, από τον φόβο μιας όλο και πιο ισχυρής φάλαγγας αναδυόμενων εθνών με ακόρεστη ζήτηση οδηγούμενη από την Κίνα, από προβλέψεις ότι ο κόσμος ξεμένει από πετρέλαιο και από καλλιεργήσιμο έδαφος. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την έλλειψη τς πίστης στην ικανότητα του ανθρώπου να επινοήσει απαντήσεις, να βρει εναλλακτικές λύσεις στο πετρέλαιο ή τρόπους για να καταστεί η γεωργική γη πιο παραγωγική. Είναι μια μαλθουσιανική οπτική, σύμφωνα με την οποία οι τιμές αυξάνονται λόγω της πτώσης της προσφοράς και των αποθεμάτων και οι μισθοί πιέζονται προς τα κάτω λόγω του ανταγωνισμού από το εξωτερικό».
Όπως σχολιάζει ο Sharma, ο ενθουσιασμός για την άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων υπάρχει μόνο μεταξύ των επενδυτών, των χρηματιστών και των κερδοσκόπων, οι οποίοι μπορούν να κερδίσουν από αυτή. Η εποχή commodity.com έχει εμπνεύσει Ινδούς και Κινέζους επιχειρηματίες να διασχίζουν ολόκληρη την Αφρική αναζητώντας κοιτάσματα άνθρακα, όμως στην κοινή γνώμη δεν έχει καθόλου θετική χροιά, σημειώνει. «Στην κορύφωσης της τεχνολογικής φούσκας, μαθητές λυκείου στις ΗΠΑ φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν πτυχία διοίκησης επιχειρήσεων από το Stanford τα οποία θα αγόραζε η Silicon Valley. Σήμερα ο αυξανόμενος αριθμός των πανεπιστημιακών προγραμμάτων που αφορούν τη διαχείριση του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της ενέργειας αποτελούν ένα μικρό μόνο κομμάτι μέσα στον κόσμο των MBA. Τα μοναδικά ευρέως διαδεδομένα σχόλια που αφορούν το commodity.com είναι τα παράπονα για τις αυξανόμενες τιμές της βενζίνης και τις εστίες αναταραχής στις αναδυόμενες αγορές λόγω των αυξανόμενων τιμών των τροφίμων».
«Όλο αυτό είναι δικαιολογημένο» σημειώνει ο Sharma. «Αν μη τι άλλο, ο αρνητικός αντίκτυπος των ασύλληπτα υψηλών τιμών των εμπορευμάτων στην ευρύτερη οικονομία έχει υποτιμηθεί. Η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε απότομα στις δέκα από τις έντεκα μεταπολεμικές υφέσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου σχεδόν 60% μέσα στους δώδεκα μήνες που προηγήθηκαν της Μεγάλης Ύφεσης του 2008 και της ανόδου άνω του 60% στο διάστημα πριν η αμερικανική οικονομία χάσει την ορμή της, στα μέσα του 2011. Όταν η τιμή του πετρελαίου βάζει τρικλοποδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπαρασύρει προς τα κάτω και τις αναδυόμενες αγορές. Το 2008 και το 2009 ο μέσος ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης μειώθηκε κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες, τόσο στον αναπτυγμένο όσο και στον αναδυόμενο κόσμο, από το ανώτατο σημείο στο οποίο είχε βρεθεί μέχρι το κατώτατο σημείο της ύφεσης».
Ο ισχυρότερος κοινός παρονομαστής που συνδέει τις φούσκες dotcom και commodity.com είναι η θεμελιώδης δύναμη πίσω από όλες τις μανίες: η επινόηση νέων ερμηνευτικών μοντέλων που να δικαιολογούν τις παράλογα υψηλές τιμές. Είχαμε ακούσει κάθε είδους εξωτικές λογικές στην κορύφωση της φούσκας των dotcom, όταν οι αναλυτές έδιναν φλύαρες εξηγήσεις για ποιο λόγο μια εταιρεία χωρίς κέρδη, με πρόχειρο επιχειρηματικό σχέδιο, και με ένα χαριτωμένο όνομα θα πρέπει να διαπραγματεύεται σε αστρονομικές τιμές. Όλα αφορούσαν το μέλλον, και το γεγονός ότι σε μια ψηφιακά δικτυωμένη οικονομία οι τιμές ‘θέλουν να είναι ελεύθερες’, ενώ το πρόβλημα της ‘νομισματοποίησης’ (το πώς θα παράγεται χρήμα από το internet) θα λυνόταν από μόνο του στην πορεία».
«Η μανία των dotcom, για όσο διήρκησε, ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να αναδείξει τον Bill Clinton -ο οποίος φρόντισε να προβληθεί ως ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που αγκαλιάζει πλήρως τη ‘νέα οικονομία’- σε ένα ζωντανό σύμβολο της αμερικανικής ανάκαμψης. Έτσι ακριβώς, η έκρηξη των τιμών των εμπορευμάτων ανέδειξε τον Vladimir Putin σε σύμβολο της ρωσικής αναβίωσης και τον Lula da Silva σε πρόσωπο της ανάκαμψης της Βραζιλίας. Όταν η έκσταση καταλαγιάσει, τα έθνη και οι εταιρείες που ζούσαν από τις εξαγωγές εμπορευμάτων θα βιώσουν επίσης το αίσθημα βύθισης που ακολούθησε το σκάσιμο της φούσκας των dotcom», αναφέρει ο Sharma.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.