του Σαράντου Καργάκου
ιστορικού, φιλολόγου και δοκιμιογράφου
Ἡ λέξη ἔχει γίνει τίτλος στό τελευταῖο μυθιστόρημα πού ἔγραψε ὁ Mario Puzo, ὁ συγγραφέας τοῦ θρυλικοῦ –περισσότερο ὡς κινηματογραφικῆς ταινίας– «Νοννοῦ», πού «γύρισε» ὁ Φράνσις Κόπολλα. Omerta στή σημερινή διάλεκτο, ἤ μᾶλλον ἀργκό, εἶναι ὁ νόμος τῆς σιωπῆς ἤ ἕνας κώδικας σιωπῆς πού ἔχει ἐπιβληθεῖ ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες στή Σικελία (ἀλλά καί στίς προεκτάσεις τῆς Σικελίας ὅπου ἡ μαφία ἀποτελεῖ τόν ὑπέρτατο νόμο). Φύλακας-ἄγγελος τῆς omerta εἶναι ὁ φόβος. Στήν omerta στηρίζεται ἡ μαφία ἀλλά καί ἡ μαφία ἐπιβάλλει τήν omerta. Ὅσο κρατεῖ κάποιος τό στόμα του κλειστό γιά ὅσα εἶδε, ἄκουσε, γνωρίζει, τόσο περισσότερο νιώθει ἀσφαλής. Οἱ Ἰταλοί μπορεῖ νά εἶναι πολύλαλοι καί στωμύλοι, ὅπως τούς ἔλεγε ὁ Ροΐδης, ἀλλ᾽ οἱ Σικελοί εἶναι ἰδιαίτερα σιωπηλοί. Κι ἄν ἐρωτηθοῦν γιά πράγματα ὑπόπτου καταγωγῆς, ἀπαντοῦν «λοξῶς», δηλαδή μέ τόν τρόπο πού ἔδινε τούς χρησμούς ὁ Ἀπόλλων, πού καί γι᾽ αὐτό λεγόταν «Λοξίας».
Τήν τεχνική τῆς ὑπεκφυγῆς τή γνώρισα γιά μιά ἀκόμη φορά, ὅταν τόν περασμένο Σεπτέμβριο ἐπισκέφθηκα τή θεωρούμενη ὡς πρωτεύουσα τῆς μαφίας, τό θρυλικό Kορλεόνε. Παρόλο πού σέ μία πλατεία ὑπάρχει μνημεῖο τῶν θυμάτων τῆς μαφίας, ἀκόμη καί μουσεῖο ἀντι-μαφίας (!), ὅταν θέλησα νά συζητήσω στό ὑπέροχο πάρκο τῆς πόλης μέ δύο-τρεῖς ἐντοπίους περί μαφίας, προσποιήθηκαν ὅτι ἔχουν ἄγνοια τοῦ ὅρου ἤ ὅτι τόν ἔχουν ἀκούσει ἀπό κάποιους ἐπισκέπτες! Κι ὅμως μετά τό 1950, ὥς τά πρόσφατα χρόνια, ἡ δράση τῆς μαφίας στό Κορλεόνε κόστισε περισσότερους νεκρούς ἀπ᾽ ὅ,τι κόστισαν στήν πόλη οἱ δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι. Τό ἄκρως περιποιημένο νεκροταφεῖο τῆς πόλης, τό ὁποῖο περιέτρεξα ἐπί μία ὥρα, τηρεῖ κι αὐτό τό νόμο τῆς σιωπῆς. Μόνον ἀπέξω στόν ἀπέναντι τοῖχο κάποιες δυσνόητες, αἰνιγματικές ἐπιγραφές κάτι θέλουν νά ποῦν.
Τό Κορλεόνε, γεμάτο πολυκατοικίες, δέν εἶναι αὐτό πού βλέπουμε στίς ταινίες. Εἶναι μιά σιωπηλή, σχεδόν ἐρημική μεγαλόπολη. Ζῆ, ὅπως μέ διαβεβαίωσαν, μιά εἰρηνική ζωή, διότι ἡ μαφία ἔχει ἀναβαπτισθεῖ. Καί στό Παλέρμο τό ἴδιο. Στήν πρωτεύουσα τῆς Σικελίας (ἀγνώριστη σήμερα) κάποιος παλαιός γνωστός, μοῦ εἶπε ὄχι χωρίς σαρκασμό: «Τώρα ἡ μαφία ἔχει μεταφερθεῖ σέ σᾶς». Κι ἐννοοῦσε τόν κοινωνικό συμμοριτισμό πού κυριαρχεῖ σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἰδίως στήν Ἀθήνα, ὅπου νόμος εἶναι τό δίκαιο τοῦ ταραχοποιοῦ, τοῦ ἐμπρηστῆ, τοῦ κακοποιοῦ, τοῦ ἐγκληματία καί παντός ἄλλου κοινωνικοῦ περιτρίμματος ἤ κοινωνικοῦ παρασαρκώματος.
Στή Σικελία ἐδῶ καί χρόνια ἡ omerta ὑποχωρεῖ. Οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νά τολμοῦν. Στήν Ἑλλάδα ἡ omerta ἁπλώνεται παντοῦ. Παρά τίς δῆθεν τολμηρές ἀποκαλύψεις τῶν «μίντια», οὐσιαστικά στά μεγάλα σκάνδαλα ἐπικρατεῖ κενό σιωπῆς. Κάποτε ἀκουγόταν ὁ ἀκόλουθος στίχος ἑνός δημοφιλοῦς ἀσματίου: «Μή μιλᾶς, μή γελᾶς, κινδυνεύει ἡ Ἑλλάς». Τώρα ἄν τολμᾶς καί μιλᾶς, κινδυνεύεις ἐσύ. Ὄχι βέβαια ὅταν λές βαρύγδουπες ἀρλοῦμπες ἀλλ᾽ ὅταν τολμᾶς νά λές ἀλήθειες πού καῖνε. Ὅσο γιά τό «γελᾶς», τί νά πῶ; Τό γέλιο σήμερα –μέ ἐξαίρεση τά χαχανητά τῶν χαχῶν– ἔχει γίνει «Σαρδόνιος γέλως». Οἱ κυβερνῶντες –κι ὄχι μόνον οἱ νῦν– μᾶς τάισαν μέ φύλλα τοῦ φυτοῦ σαρδάνη (φαίνεται ἀφθονοῦσε στή Σαρδηνία) καί τό γέλιο μας εἶναι σπασμός ὀδύνης ἤ φρίκης.
Ἄς φωνάζουν οἱ ἐπαγγελματίες τῶν ἀποκαλύψεων, «ὅλα στά φῶς» ἤ τό χυδαιότερο: «Ξεβράκωμα σέ ὅλους». Αὐτό ἀφορᾶ στό χυδαῖο πού ἔγινε τροφή, ἀφορᾶ στήν κλοπή πού ἔγινε ἐπάγγελμα. Ἡ σιωπή ἐπιβάλλεται στό βαρύ καί βαθύ στοχασμό. Ἐπιβάλλεται σέ ὅσους τολμοῦν νά θίξουν τίς βαθύτερες αἰτίες καί τούς κυριώτερους αἴτιους τῆς ὁλικῆς μας κατολισθήσεως. Μπορεῖς ἐλεύθερα στήν Ἑλλάδα νά μιλᾶς μέ λόγια κατεδαφιστικά. Ὄχι μέ λόγια ἀνορθωτικά. Δηλαδή μπορεῖ νά κατεδαφίζεις ἀξίες καί ἀξίους, νά γκρεμίζεις ὅσια καί ἱερά, ὄχι ὅμως νά ὀρθώνεις λόγο ἐνισχυτικό γιά ὅ,τι μπορεῖ νά ἦταν μέχρι χθές «τζοβαϊρικό ἀξετίμητο». Γι᾽ αὐτά ἐπιβάλλεται omerta. Γιά παράδειγμα, ποιός τολμᾶ νά μιλήσει μέσα σέ πανεπιστημιακούς χώρους καί νά πεῖ πράγματα ἀντίθετα πρός αὐτούς πού «κάνουν τό νόμο» σέ σχολές, ἀκόμη καί σχολεῖα; Μπορεῖς νά μιλᾶς μόνον, ἄν πηγαίνεις μέ τά νερά τῶν ὀργανωμένων τραμπουκικά μειοψηφιῶν.
Ὅλα ἐπιτρέπονται στή σύγχρονη Ἑλλάδα, ἀρκεῖ νά εἶναι ἀνατρεπτικά, ὄχι ὅμως ἀνορθωτικά. Τό νά θέλεις νά διατηρήσεις τήν καθαρότητα τῆς γλώσσας σου, τήν ἀξιοπρέπεια τῆς πατρίδας σου, τόν σεβασμό πρός ἕνα προγονικό παρελθόν, ὅλα αὐτά καί ἄλλα τινά ὅπως ἡ θρησκευτική εὐλάβεια θεωροῦνται ἀναχρονιστικά, ὀπισθοδρομικά ἤ σύμφωνα μέ τήν καινούργια ἔκφραση, «δεξιά ἀπόκλιση». Ὅποιος δέν πηγαίνει μέ τό ρεῦμα καί μένει πιστός στό ὑπέρτατο ἐγώ του, στίς ἀξίες πού τόν γαλούχησαν, ὅποιος θέλει νά διατηρήσει τό ἀπροσκύνητο ἦθος του, ὑποχρώνεται σέ μιά ἐξαναγκαστική omerta. Εἶναι κομμένος ἤ «καμένος ἀπό χέρι».
Ἡ σύγχρονη omerta, ὅπως ἔχω γράψει συχνά, ἔχει ἰατρική συνταγή: Τό νά καταπίνεις τά λόγια σου εἶναι ἡ πιό θρεπτική δίαιτα. Ἀλλά ποιά λόγια; Ὅσα θά μποροῦσαν νά εἶναι θεραπευτικά γιά τόν τόπο αὐτό καί τίς πληγές του. Εἶσαι ἐλεύθερος νά μιλᾶς καί νά γράφεις γιά ὅ,τι ἀνοίγει ἤ ξύνει πληγές, ὄχι ὅμως γιά ὅ,τι ἐπουλώνει. Ὄχι γιά τά ἐθνικά μας θέματα, ὄχι γιά τίς ἀπειλές καί προσβολές τῶν γειτόνων μας. Στά σχολεῖα καί σέ κάποια δημοσιογραφικά χαλκεῖα, ἀκόμη καί σέ ΑΕΙ, ἡ λέξη Ἑλλάς, ἔθνος, πατρίς, θρησκεία, οἰκογένεια προκαλοῦν ἀποτροπιασμό. Γιά νά σταδιοδρομήσεις πολιτικά καί πνευματικά, πρέπει νά μάθεις νά καταπίνεις λέξεις, νά καταπίνεις ἔννοιες. Γιά ὅ,τι ὑψηλό, πού θά μποροῦσε νά ὑψώσει τόν τόπο αὐτό ἔχει ἐπιβληθεῖ omerta. Ἡ ἀπειλή, ἡ παντός εἴδους ἀπειλή, κρέμεται ὡς δαμόκλειος σπάθη πάνω ἀπό τήν κεφαλή κάθε ἀπροσκύνητου διανοητῆ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.