ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΛΩΝΙΑΤΗ
Εάν η Ευρώπη δεν εγκρίνει το μεγάλο χρηματοδοτικό πακέτο των 130 δισ. προς την Ελλάδα ώστε να μπορεί αυτή στις 20 Μαρτίου να εξυπηρετήσει το χρέος της (18 δις), ο κίνδυνος της άτακτης χρεοκοπίας της ελληνικής οικονομίας είναι αναπότρεπτος. Ο πρωθυπουργός κ. Παπαδήμος μάλιστα τονίζει εκβιαστικά πως αν δεν ληφθούν νέα μέτρα σύμφωνα με τις επιταγές της τρόικας, θα σημάνει μία καταστροφική κρίση εξαθλίωσης στη χώρα όπως αυτή που γνώρισε η Αργεντινή μετά το 2001.
Στις εκκλήσεις ενός μέρους της αριστεράς να υιοθετηθεί η στάση της Αργεντινής για παύση πληρωμών, μεγάλη διαγραφή χρέους και αποσύνδεση από το ευρώ (δηλαδή, έξοδο από την Ευρωζώνη), η κυβέρνηση απαντά κινδυνολογώντας και διαστρέφοντας την ιστορία, αδυνατώντας να διδαχθεί από την περίπτωση της Αργεντινής και θεωρώντας πως με τη συνταγή της μισθολογικής λιτότητας και της διαγραφής 100 δισ. δημοσίου χρέους η οικονομία μπορεί να ανακάμψει. Πρόκειται για τραγικό λάθος και στα τρία μέτωπα. Ας δούμε γιατί.
Πρώτον, κινδυνολογία για την κρίση της Αργεντινής είναι άνευ νοήματος. Η Αργεντινή πέρασε μία μεγάλη κρίση το 2001, όταν η κοινωνική εξαθλίωση είχε ήδη συντελεστεί χάρις στις προηγούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας που επέβαλε το ΔΝΤ. Αμέσως μετά το 2001, όμως, όταν χρεωκόπησε διαγράφοντας το 75% του χρέους της, υποτίμησε άλλο τόσο το νόμισμά της αποσυνδέοντας το από το δολάριο και προχώρησε σε αναδιανομή εισοδημάτων, η οικονομία της έπεσε αρχικά (2002) σε μεγάλη ύφεση (-11%), αλλά αμέσως μετά ανέκαμψε δυναμικά με ετήσιους ρυθμούς 6-9% (δύο φορές ταχύτερους της Βραζιλίας και από τους ταχύτερους στον κόσμο), η ανεργία μειώθηκε αισθητά, οι κοινωνικές δαπάνες από 10,3% του ΑΕΠ αυξήθηκαν σε 14,2%, ενώ η φτώχεια και η ακραία φτώχεια μειώθηκαν κατά 2/3, με συνέπεια να περιορισθούν σημαντικά οι εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες. Σημαντική συμβολή στην επιτυχία της νέας μακροοικονομικής πολιτικής της Αργεντινής είχε η θετική διεθνής συγκυρία και η άνοδος των διεθνών τιμών των εμπορευμάτων όπου βασίζεται ο εξαγωγικός τομέας της χώρας. Ωστόσο, εκτιμάται πως στην αύξηση του ΑΕΠ συνέβαλαν πρωτίστως η καταναλωτική δαπάνη (45%) και οι επενδύσεις (26%), με τις εξαγωγές να έχουν μικρότερο μερίδιο (13%). Το αντίτιμο της νέας αναπτυξιακής πολιτικής της Αργεντινής ήταν ο αποκλεισμός της από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου (αδυναμία έκδοσης ομολόγων) και ο πολύ υψηλός πληθωρισμός (επισήμως 9%, ανεπισήμως 25-30%). Όμως, εκ του αποτελέσματος, το πείραμα της Αργεντινής στέφθηκε από επιτυχία και αυτή η αλήθεια δεν μπορεί να παραγνωρίζεται διαστρεφόμενη σε κινδυνολογία.
Δεύτερον, θα ήταν λάθος ωστόσο η επιτυχία της Αργεντινής να μεταφερθεί μηχανικά στην ελληνική περίπτωση ως είδος προς μίμηση. Δεν είναι αυτό το δίδαγμα που πρέπει να βγάλουμε και αυτός ήταν ο λόγος που εξαρχής είχαμε αντιστρατευτεί τις σειρήνες περί εξόδου από το ευρώ. Αυτό που προτείναμε ήταν μεγάλη διαγραφή χρέους (70%) εντός του ευρώ με διαπραγματεύσεις και, εάν αυτό δεν ήταν δυνατόν, με παύση πληρωμών και φυσικά άρνηση εφαρμογής της καταστροφικής πολιτικής των Μνημονίων και της δανειακής σύμβασης. Με νέα δάνεια προκειμένου να ξεπληρώνουμε τα παλιά δεν λύνουμε το πρόβλημα της υπερχρέωσης, αντίθετα το διαιωνίζουμε κερδίζοντας προσωρινά λίγο χρόνο. Εδώ και δύο χρόνια σχεδόν έχουμε τονίσει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο και διαχειρίσιμο αναπτυξιακά εάν δεν διαγραφεί προηγουμένως κατά τα 2/3 (όχι επί του ιδιωτικής κατοχής, αλλά επί του συνόλου του). Τώρα το ίδιο παραδέχονται διεθνείς αναλυτές και κορυφαίοι οικονομικοί παράγοντες που θεωρούν αναπόφευκτη τη μεγαλύτερη διαγραφή ελληνικού χρέους ή την άτακτη χρεωκοπία, αλλά εντός του ευρώ. Ο λόγος δεν βρίσκεται μόνον στην αμοιβαία εξάρτηση Ελλάδας - Ε.Ε. μέσα στην κρίση και τον στρατηγικό χαρακτήρα της ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Βρίσκεται και στην σημαντική διαφορά -πέρα από τις ομοιότητες- που έχει η Ελλάδα από την τότε Αργεντινή.
Τέτοιες διαφορές είναι: το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης και ενσωμάτωσης των δύο χωρών σε περιφερειακές οικονομικές ενώσεις (Ευρωζώνη, Mercosur), η θετική για την Αργεντινή, αλλά αρνητική για την Ελλάδα διεθνής οικονομική συγκυρία (βλ. ευρωπαϊκή και διεθνή κρίση και κίνδυνο εμπορικού πολέμου) που επηρεάζει αποφασιστικά την αποτελεσματικότητα μιας μεγάλης νομισματικής υποτίμησης, η περιορισμένη στην Ελλάδα, αλλά εκτεταμένη στην Αργεντινή παραγωγική (βλ. φυσικό πλούτο) και εξαγωγική βάση κάθε χώρας, η αρνητική εμπειρία στη χώρα μας από προηγούμενες νομισματικές υποτιμήσεις, το έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας, οράματος και εμπιστοσύνης που χαρακτηρίζει τη χώρα μας. Τέλος, το γεγονός ότι η Αργεντινή αποσύνδεσε το νόμισμα της από το δολάριο, αλλά σύσφιξε τις σχέσεις της με τις λοιπές χώρες της Λ. Αμερικής που αποτελούσαν τη φυσική εμπορική της κοινότητα (Mercosur), αντίθετα με την Ελλάδα που, αν φύγει από το ευρώ, έρχεται σε σύγκρουση με την ίδια την εμπορική και οικονομική της κοινότητα (Ε.Ε.) σε μία περίοδο που η κρίση υποχρεώνει σε περιφερειακές συσπειρώσεις και ανταγωνισμούς.
Τρίτον, το δίδαγμα από την ελληνική μνημονιακή εμπειρία πρέπει να είναι πως η δίχως όρους ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών είναι αντιαναπτυξιακή, κοινωνικά καταστροφική και, τελικά, ασύμφορη για τους ίδιους τους πιστωτές (μπούμερανγκ). Το δίδαγμα από την ανατρεπτική πολιτική και αναπτυξιακή εμπειρία της Αργεντινής πρέπει να είναι πως η ικανοποίηση των ομολογιακών αγορών και των διεθνών επενδυτών με την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων δεν μπορεί να είναι η πιο σημαντική προτεραιότητα της εγχώριας οικονομικής πολιτικής όταν η τελευταία στερείται αναπτυξιακών βλέψεων και προοπτικών. Η επιτυχία της Αργεντινής απέδειξε πως οι εισροές κεφαλαίων δεν είναι πάντα τόσο θεμελιακά αναγκαίες όπως συνήθως πιστεύεται, ενώ αντίθετα το μείγμα της εφαρμοζόμενης μακροοικονομικής πολιτικής που περιλαμβάνει διαγραφή χρεών και αναδιανομή εισοδημάτων και φορολογικών βαρών μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην έξοδο από την κρίση.
Είναι πραγματικά να απορεί κανείς πως ο κ. Παπαδήμος μιλά για ένα «πλήρες και αξιόπιστο οικονομικό πρόγραμμα εξόδου από τη δημοσιονομική και οικονομική κρίση της χώρας» που διασφαλίζει τη θέση μας στο ευρώ αποτρέποντας την καταστροφική χρεωκοπία, όταν το προηγούμενο πρόγραμμα απέτυχε παταγωδώς, το νέο βαδίζει στην ίδια κατεύθυνση και ο ιθύνων νους του κ. Σόιμπλε ήδη προειδοποίησε για την μη επίτευξη του στόχου μείωσης του χρέους ακόμη και με τα νέα μέτρα. Ο κ. Παπαδήμος υπόσχεται ανάκαμψη της οικονομίας μέσω προσέλκυσης ξένων επενδυτών. Όμως οι συνετοί επενδυτές λένε πως ‘μαχαίρι που πέφτει, δεν αγγίζεται’. Ποιος θα επενδύσει σε μία χώρα όπου οι μισθοί κουρεύονται ‘γουλί’ παρασύροντας όλες τις αξίες προς τα κάτω; Κανείς! Κανείς πριν ολοκληρωθεί το έργο της αποδόμησης, της ερήμωσης και της καταστροφής. Είναι τυχαίο που οι ιδιωτικοποιήσεις των 50 δισ. έγιναν τώρα 15 δισ.; Ο κ. Παπαδήμος όφειλε να γνωρίζει πως η καταστροφή είναι ήδη παρούσα στην χώρα του. Πως η παραμονή στο ευρώ δεν είναι αυτοσκοπός. Και πως η χρεωκοπία εντός του ευρώ με ευρεία διαγραφή χρέους έπρεπε να έχει τεθεί επί τάπητος τουλάχιστον ένα χρόνο πριν αντί Μνημονίου. Αλλά και πάλι, ίσως ακόμη δεν είναι αργά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.