'
Κραδαίνοντας την απειλή της «άτακτης χρεοκοπίας» τον Μάρτιο, ο Λ. Παπαδήμος παρουσίασε στους «κοινωνικούς εταίρους» ένα νέο εργασιακό μοντέλο χωρίς «δεδομένα και αμετακίνητα κεκτημένα». Για να μην υπάρξει περιθώριο παρερμηνειών ο πρωθυπουργός ανέφερε παραδείγματα χωρών όπου τα συνδικάτα συναίνεσαν σε τέτοιες λύσεις, όπως π.χ. η Βουλγαρία.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια για παρατεταμένες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Πρέπει να ολοκληρωθούν πολύ σύντομα», είπε ο -κατά τα άλλα- προσωρινός πρωθυπουργός, δίνοντας την σκυτάλη στον έτοιμο Σύνδεσμο Βιομηχάνων να καλέσει σε άμεση συνάντηση τις άλλες εργοδοτικές οργανώσεις και τη ΓΣΕΕ. Και προχωρώντας πιο πέρα όρισε ακόμα πιο καθαρά το ανελαστικό χρονοδιάγραμμα και έκανε πιο ωμό τον εκβιασμό του με αναφορές σε νομοθετικές παρεμβάσεις στους μισθούς της περιόδου 1985-87, δηλαδή την περίφημη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του τότε υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κ. Σημίτη.
Μια γνώριμη ατζέντα
Οι απαιτήσεις για μείωση του μισθολογικού και μη μισθολογικού «κόστους» είναι μια πάγια πίεση των επιχειρηματιών της χώρας, που στην συγκεκριμένη συγκυρία μας έρχεται ως «εντολή» από την τρόικα. Η κυβέρνηση, απλά, με την ψυχρότητα του τραπεζίτη ζητά υπακοή, για να μην έρθουν τα χειρότερα.
Στην ουσία η κυβέρνηση καθορίζει μια άμεση ατζέντα ενόψει της έλευσης της τρόικας στις 16 του μήνα που περιλαμβάνει:
1. Το «σπάσιμο» του κατώτερου μισθού, που σήμερα διαμορφώνεται στα 751 ευρώ. Από τους εκπροσώπους των δανειστών έχει γίνει αναφορά στο μοντέλο της Πορτογαλίας, όπου ο κατώτερος μισθός διαμορφώνεται στα 566 ευρώ.
2. Η κατάργηση των δώρων και του επιδόματος αδείας, δηλαδή του 13ου και του 14ου μισθού.
3. Τις ωριμάνσεις (τριετίες), τις οποίες προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις. Ήδη ο ΣΕΒ αμέσως μετά το τέλος της συνάντησής του με τον πρωθυπουργό ζήτησε συνάντηση, όπου ετοιμάζεται να θέσει ζήτημα παγώματος για συγκεκριμένο διάστημα των ωριμάνσεων, ενώ φαίνεται ότι καλλιεργείται κλίμα κατάργησης των επιδομάτων που προβλέπονται στις συμβάσεις.
4. Τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, που φαίνεται ότι είναι και το θέμα στο οποίο έχει εξασφαλιστεί «συναίνεση», υπουργείου Εργασίας, εκπροσώπων της εργοδοσίας και ΓΣΕΕ.
Το… ένοχο εργατικό κόστοςΗ επίκληση της ανταγωνιστικότητας, σε μια οικονομία που βυθίζεται στην ύφεση εξαιτίας της μαζικής φτωχοποίησης του λαού και η επαναφορά στα χιλιοειπωμένα επιχειρήματα που ακούμε κάθε φορά από τους επιχειρηματίες και τους ποικιλόμορφους απολογητές της «ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας», αφαιρούν κάθε σοβαρότητα από την κυβέρνηση και κάνουν ακόμα πιο ξεκάθαρους τους στόχους των μέτρων που ετοιμάζονται. Υπό τον μανδύα των «πιέσεων από την τρόικα», στρώνεται το έδαφος για να υλοποιηθεί η μόνιμη επιδίωξη του κεφαλαίου στη χώρα μας για μείωση του εργατικού κόστους.
Έτσι με τη μεθόδευση του «κοινωνικού διαλόγου» και μάλιστα με δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα ενός μηνός, ετοιμάζεται μια ακόμη επίθεση αφαίρεσης δικαιωμάτων. Με την άθλια προπαγάνδα περί χρεοκοπίας και εκβιασμών της τρόικας για να πάρουμε την επόμενη δόση του δανείου στήνεται ένα ακόμη κρεματόριο για τα εργατικά εισοδήματα.
«Θέλω να καλέσω τους κοινωνικούς εταίρους να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την ενίσχυση της απασχόλησης», κάλεσε ο Λ. Παπαδήμος τους εκπροσώπους εργοδοτών και εργαζομένων, δίνοντας αμέσως το στίγμα του ανταγωνισμού: «Η λειτουργία της αγοράς εργασίας και η σχέση με τις ανταγωνίστριες οικονομίες είναι καθοριστικοί παράγοντες. Κατά τη δεκαετία από την εισαγωγή του ευρώ έως το 2010, η ελληνική οικονομία υπέστη απώλεια ανταγωνιστικότητας της τάξεως του 25% σε σχέση με τις πιο ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης».
Βέβαια, κανείς δεν αναφέρει ότι οι πραγματικά ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης, δηλαδή, η Γερμανία και η Γαλλία, έχουν κατά πολύ υψηλότερο μισθολογικό κόστος από το δικό μας. Η σύγκριση γίνεται μονόπλευρα με τις βαλκανικές χώρες, όπου για χάρη της… ανταγωνιστικότητας το ¼ του πληθυσμού μετατράπηκε σε οικονομικούς μετανάστες.
Ώρα μηδενικής ανοχήςΟ άμεσος κίνδυνος για τους κατώτερους μισθούς, που έτσι κι αλλιώς έχουν παραβιαστεί με τις διάφορες εργασιακές αλλαγές (εκ περιτροπής εργασία, μειωμένα ωράρια κ.ά.) και τη θεσμοθέτηση «φθηνότερων» μισθών για τους νέους, είναι ορατός. Ακόμα πιο ορατός ο κίνδυνος παγώματος των διαφόρων επιδομάτων που αποτελούν βασικό τμήμα του εργατικού μισθού.
Και φυσικά άμεσος ο κίνδυνος για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αφού ήδη υπάρχουν έτοιμα σενάρια, είτε για μείωση των εισφορών και μάλιστα μέχρι 10% από τον Μάρτιο, είτε για πρόσθετη μείωση των εισφορών τον Ιούλιο, είτε για σύνδεση των εισφορών με τον τζίρο των επιχειρήσεων. Η ΕΣΕΕ του λαλίστατου κ. Κορκίδη, μάλιστα έχει μετρήσει το όφελος που θα προκύψει για τις επιχειρήσεις σε 2 δισ. ευρώ, από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους κατά 10%. Σε αυτό το τελευταίο μέτρο της μείωσης των εισφορών, που θα αποτελέσει την ταφόπλακα για το ασφαλιστικό σύστημα, φαίνεται ότι… τσιμπάει η ΓΣΕΕ, που απλά ψελλίζει κάτι για πρόσθετα μέτρα ώστε να καλυφθούν οι απώλειες των Ταμείων.
Η ώρα της μηδενικής ανοχής από πλευράς των εργαζομένων έχει σημάνει. Η συμμετοχή στην απεργία των εργατικών κέντρων της Αττικής στις 17 Γενάρη και η ενίσχυση όλων των απεργιακών μετώπων θα είναι η καλύτερη απάντηση.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια για παρατεταμένες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Πρέπει να ολοκληρωθούν πολύ σύντομα», είπε ο -κατά τα άλλα- προσωρινός πρωθυπουργός, δίνοντας την σκυτάλη στον έτοιμο Σύνδεσμο Βιομηχάνων να καλέσει σε άμεση συνάντηση τις άλλες εργοδοτικές οργανώσεις και τη ΓΣΕΕ. Και προχωρώντας πιο πέρα όρισε ακόμα πιο καθαρά το ανελαστικό χρονοδιάγραμμα και έκανε πιο ωμό τον εκβιασμό του με αναφορές σε νομοθετικές παρεμβάσεις στους μισθούς της περιόδου 1985-87, δηλαδή την περίφημη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου του τότε υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κ. Σημίτη.
Μια γνώριμη ατζέντα
Οι απαιτήσεις για μείωση του μισθολογικού και μη μισθολογικού «κόστους» είναι μια πάγια πίεση των επιχειρηματιών της χώρας, που στην συγκεκριμένη συγκυρία μας έρχεται ως «εντολή» από την τρόικα. Η κυβέρνηση, απλά, με την ψυχρότητα του τραπεζίτη ζητά υπακοή, για να μην έρθουν τα χειρότερα.
Στην ουσία η κυβέρνηση καθορίζει μια άμεση ατζέντα ενόψει της έλευσης της τρόικας στις 16 του μήνα που περιλαμβάνει:
1. Το «σπάσιμο» του κατώτερου μισθού, που σήμερα διαμορφώνεται στα 751 ευρώ. Από τους εκπροσώπους των δανειστών έχει γίνει αναφορά στο μοντέλο της Πορτογαλίας, όπου ο κατώτερος μισθός διαμορφώνεται στα 566 ευρώ.
2. Η κατάργηση των δώρων και του επιδόματος αδείας, δηλαδή του 13ου και του 14ου μισθού.
3. Τις ωριμάνσεις (τριετίες), τις οποίες προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις. Ήδη ο ΣΕΒ αμέσως μετά το τέλος της συνάντησής του με τον πρωθυπουργό ζήτησε συνάντηση, όπου ετοιμάζεται να θέσει ζήτημα παγώματος για συγκεκριμένο διάστημα των ωριμάνσεων, ενώ φαίνεται ότι καλλιεργείται κλίμα κατάργησης των επιδομάτων που προβλέπονται στις συμβάσεις.
4. Τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, που φαίνεται ότι είναι και το θέμα στο οποίο έχει εξασφαλιστεί «συναίνεση», υπουργείου Εργασίας, εκπροσώπων της εργοδοσίας και ΓΣΕΕ.
Το… ένοχο εργατικό κόστοςΗ επίκληση της ανταγωνιστικότητας, σε μια οικονομία που βυθίζεται στην ύφεση εξαιτίας της μαζικής φτωχοποίησης του λαού και η επαναφορά στα χιλιοειπωμένα επιχειρήματα που ακούμε κάθε φορά από τους επιχειρηματίες και τους ποικιλόμορφους απολογητές της «ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας», αφαιρούν κάθε σοβαρότητα από την κυβέρνηση και κάνουν ακόμα πιο ξεκάθαρους τους στόχους των μέτρων που ετοιμάζονται. Υπό τον μανδύα των «πιέσεων από την τρόικα», στρώνεται το έδαφος για να υλοποιηθεί η μόνιμη επιδίωξη του κεφαλαίου στη χώρα μας για μείωση του εργατικού κόστους.
Έτσι με τη μεθόδευση του «κοινωνικού διαλόγου» και μάλιστα με δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα ενός μηνός, ετοιμάζεται μια ακόμη επίθεση αφαίρεσης δικαιωμάτων. Με την άθλια προπαγάνδα περί χρεοκοπίας και εκβιασμών της τρόικας για να πάρουμε την επόμενη δόση του δανείου στήνεται ένα ακόμη κρεματόριο για τα εργατικά εισοδήματα.
«Θέλω να καλέσω τους κοινωνικούς εταίρους να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την ενίσχυση της απασχόλησης», κάλεσε ο Λ. Παπαδήμος τους εκπροσώπους εργοδοτών και εργαζομένων, δίνοντας αμέσως το στίγμα του ανταγωνισμού: «Η λειτουργία της αγοράς εργασίας και η σχέση με τις ανταγωνίστριες οικονομίες είναι καθοριστικοί παράγοντες. Κατά τη δεκαετία από την εισαγωγή του ευρώ έως το 2010, η ελληνική οικονομία υπέστη απώλεια ανταγωνιστικότητας της τάξεως του 25% σε σχέση με τις πιο ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης».
Βέβαια, κανείς δεν αναφέρει ότι οι πραγματικά ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης, δηλαδή, η Γερμανία και η Γαλλία, έχουν κατά πολύ υψηλότερο μισθολογικό κόστος από το δικό μας. Η σύγκριση γίνεται μονόπλευρα με τις βαλκανικές χώρες, όπου για χάρη της… ανταγωνιστικότητας το ¼ του πληθυσμού μετατράπηκε σε οικονομικούς μετανάστες.
Ώρα μηδενικής ανοχήςΟ άμεσος κίνδυνος για τους κατώτερους μισθούς, που έτσι κι αλλιώς έχουν παραβιαστεί με τις διάφορες εργασιακές αλλαγές (εκ περιτροπής εργασία, μειωμένα ωράρια κ.ά.) και τη θεσμοθέτηση «φθηνότερων» μισθών για τους νέους, είναι ορατός. Ακόμα πιο ορατός ο κίνδυνος παγώματος των διαφόρων επιδομάτων που αποτελούν βασικό τμήμα του εργατικού μισθού.
Και φυσικά άμεσος ο κίνδυνος για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αφού ήδη υπάρχουν έτοιμα σενάρια, είτε για μείωση των εισφορών και μάλιστα μέχρι 10% από τον Μάρτιο, είτε για πρόσθετη μείωση των εισφορών τον Ιούλιο, είτε για σύνδεση των εισφορών με τον τζίρο των επιχειρήσεων. Η ΕΣΕΕ του λαλίστατου κ. Κορκίδη, μάλιστα έχει μετρήσει το όφελος που θα προκύψει για τις επιχειρήσεις σε 2 δισ. ευρώ, από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους κατά 10%. Σε αυτό το τελευταίο μέτρο της μείωσης των εισφορών, που θα αποτελέσει την ταφόπλακα για το ασφαλιστικό σύστημα, φαίνεται ότι… τσιμπάει η ΓΣΕΕ, που απλά ψελλίζει κάτι για πρόσθετα μέτρα ώστε να καλυφθούν οι απώλειες των Ταμείων.
Η ώρα της μηδενικής ανοχής από πλευράς των εργαζομένων έχει σημάνει. Η συμμετοχή στην απεργία των εργατικών κέντρων της Αττικής στις 17 Γενάρη και η ενίσχυση όλων των απεργιακών μετώπων θα είναι η καλύτερη απάντηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.