Του Μενέλαου Γκίβαλου*
Η κοινωνία διαμαρτύρεται, αντιστέκεται, διαδηλώνει μαζικά στους δρόμους. Για πρώτη φορά, όμως, στη σύγχρονη ιστορία, δεν έχει πολιτικό συνομιλητή. Δεν υπάρχει στην πράξη μια πολιτική εξουσία, ένα πολιτικό υποκείμενο, το οποίο να αντιπροσωπεύει -με επιτυχία ή όχι- τα συμφέροντα της...
Απέναντι της έχει μια δοτή, μια διορισμένη, χειραγωγούμενη κυβερνητική δομή διαχείρισης, που εκτελεί τις εντολές των δυναστών-δανειστών μας. Οι ξένοι φορείς της κατοχικής εξουσίας δεν εποπτεύουν, δεν ελέγχουν απλώς την πορεία των νεοφιλελεύθερων - μνημονιακών προγραμμάτων που μας επέβαλαν. ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΛΑΒΕΙ, ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ. ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑ «ΨΥΧΟΡΡΑΓΕΙ» ΚΑΤΩ ΑΠΟΤΗ ΒΑΡΙΑ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ...
Για να θεμελιωθεί, όμως, στο χρόνο η δομή της ξένης κυριαρχίας θα πρέπει να αναπαραχθεί το υποτελές εγχώριο κομματικο-πολιτικό σύστημα, ώστε να χρησιμεύει ως νομιμοποιητικό πρόσχημα της ξένης οικονομικο-πολιτικής κατοχής.
Αυτό το καίριο πρόβλημα απασχολεί σήμερα τα κόμματα της -μέχρι τώρα- διακυβέρνησης, τα οποία συμπεριφέρονται ως «φερτή ύλη», που παρασύρεται από τα ισχυρά «ρεύματα» της νέας μορφής κυριαρχίας, η οποία επιβάλλεται και επίσημα πλέον στην Ευρώπη.
Στο ΠΑΣΟΚ έχουν τρωθεί και ακυρωθεί θεμελιώδη στοιχεία της ταυτότητας του, της πολιτικής του στρατηγικής. Έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση σύγκρουσης με την κοινωνία αλλά και ειδικότερα με την κοινωνική του βάση.
Πρόκειται άραγε για μια συνήθη «κυκλική κρίση» τακτικού χαρακτήρα, που μπορεί να ξεπεραστεί ή, αντίθετα, μέσα από τη διαδρομή των δύο τελευταίων χρόνων, το ΠΑΣΟΚ εξεμέτρησε το «πολιτικό του ζην»;
Το στελεχιακό δυναμικό του ΠΑΣΟΚ, οι παράγοντες, οι δελφίνοι, που «ώλεσαν και δήωσαν» τα χρόνια αυτά, θεωρούν τη -με οποιουσδήποτε όρους- συνέχεια και αναπαραγωγή του ΠΑΣΟΚ ως απόλυτα αναγκαίο όρο της προσωπικής πολιτικής του επιβίωσης. Η «συνταγή» για παρόμοιες περιπτώσεις είναι γνωστή: Πρώτον, επιδιώκεται μια νέα «μεταμφίεση», ένας νέος ιδεολογικοπολιτικός «μανδύας», μια νέα «λεοντή», που θα επιδιώξει να εξαπατήσει τους εναπομείναντες «αφελείς», με το πρόσχημα μιας «νέας αρχής», η οποία θα συνιστά «υπέρβαση» και ταυτόχρονα «άρνηση» των τελεσθέντων, κατά την τελευταία διετία, πολιτικών και εθνικών εγκλημάτων.
Δεύτερον, προσδιορίζεται ως «αποδιοπομπαίος τράγος» ο Γιώργος Παπανδρέου, στον οποίο χρεώνονται τόσο η παταγώδης αποτυχία της κυβέρνησης όσο και η πλήρης απαξίωση και η καταστροφική πορεία του ΠΑΣΟΚ. Ασφαλώς, τόσο η παντελής ανεπάρκεια του Γιώργου Παπανδρέου όσο και ο «ρόλος» που διαδραμάτισε για τη δραματική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα η χώρα θα παραμείνουν ως το μελανότερο στίγμα στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας.
Οι επικριτές του, όμως, παραβλέπουν τις δικές τους σημαντικές ευθύνες σε αυτή την πορεία καταστροφής.
Ήδη από το 2004, όταν ανέλαβε την προεδρία ο Γιώργος Παπανδρέου, το ΠΑΣΟΚ είχε αποδυναμωθεί τόσο στο επίπεδο της πολιτικο-ιδεολογικής του ταυτότητας όσο και στο επίπεδο έκφρασης των κοινωνικών συμφερόντων. Από τότε ο Γιώργος Παπανδρέου επιδίωκε να διαμορφώσει ένα μεταμοντέρνο ΠΑΣΟΚ με ισχυρές δόσεις νεοφιλελευθερισμού (Μάνος, Ανδριανόπουλος), διαλύοντας, παράλληλα, την πολιτικο-οργανωτική του δομή. Η πορεία διάλυσης της ταυτότητας του ΠΑΣΟΚ, η ακύρωση του «σκληρού πυρήνα» των αρχών και των κοινωνικών του αξιών δεν συνάντησαν καμία σοβαρή αντίσταση από κανέναν εκ των «ολοφυρόμενων» σήμερα για το κατάντημα του ΠΑΣΟΚ. Όλοι συστοιχήθηκαν, συναίνεσαν και συνήργησαν σε αυτή την πορεία σταδιακής απαξίωσης.
Γι' αυτό και το 2009 το ΠΑΣΟΚ παραδόθηκε αμαχητί στα συμφέροντα που το στήριξαν, γι' αυτό και αποτέλεσε, χωρίς να προβάλει την παραμικρή αντίδραση, το όχημα νομιμοποίησης των χρηματοπιστωτικών - κερδοσκοπικών συμφερόντων και της νέας εξουσίας του Δ' Ράιχ.
Το ΠΑΣΟΚ δεν κατέρρευσε επειδή ηττήθηκε σε εκλογές ούτε επειδή απέτυχαν οι πολιτικές του, ΑΛΛΑ ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΚΥΡΩΣΕ ΚΑΙ ΕΥΤΕΛΙΣΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ, ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΥΙΟΘΕΤΗΣΕ, ΧΩΡΙΣ ΔΙΣΤΑΓΜΟ, ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ, ΤΙΣ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ.
Αυτή την ιστορική αλήθεια κανένα πολιτικο-ιδεολογικό ψιμύθιο δεν μπορεί να την καλύψει. Κι όσοι θεωρούν ότι τα δύο τελευταία χρόνια υπήρξαν μόνο ένα «κακό όνειρο» σύντομα θα αντιμετωπίσουν την οδυνηρή γι'αυτούς πραγματικότητα.
Αλλωστε, «στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια»...
* Ο Μ. Γκίβαλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Το κείμενο του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.