Οι αληθινοί «αγανακτισμένοι» έχουν διαφορετική συμπεριφορά. Δεν χρησιμοποιούν τα παιδιά τους, δεν κουνάνε σημαίες, δεν μετέχουν στο φτηνό χιούμορ περί χοντρών πολιτικών που τρώνε και δεν δίνουν, δεν κρεμάνε πανό με ασυναρτησίες και συνωμοτικά σενάρια.
«Και ποιά είναι, λοιπόν, η πρότασή σας;» διερωτάται με ύφος ιεροεξεταστή ο κάθε δημοσιογράφος-καθηγητής-διανοούμενος (πραγματικός ή κατά φαντασίαν) που δυσφορεί, όταν συνειδητοποιεί πως οι μούντζες και οι κατάρες του λαού στις πλατείες και τους δρόμους περιλαμβάνουν στους αποδέκτες τους και... τον εαυτό του.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η τέχνη. Οι προοδευτικοί καλλιτέχνες μας είναι πάντα έτοιμοι να στηλιτεύσουν παρωχημένες μορφές ελέγχου, που έχει καταργήσει και αντικαταστήσει ο ίδιος ο καπιταλισμός, μα δεν δείχνουν την ίδια συνέπεια στις σύγχρονες μεθόδους εκβαρβαρισμού και αποκτήνωσης την κοινωνίας μας. Στο φαντασιακό τους η κοινωνία είναι και πάλι στη θέση του κατηγορούμενου – του απαίδευτου αγροίκου επαρχιώτη. Μοναδική τους έγνοια, να «αποδομήσουν», όπως λένε, οποιαδήποτε συλλογική έκφραση του λαού – οποιοδήποτε στήριγμα του έχει απομείνει, πριν κατρακυλήσει στην βαρβαρότητα μιας κοινωνίας-ζούγκλας, όλων εναντίον όλων. Με έναν «προοδευτισμό» και μια «επαναστατικότητα» που, περιέργως, ανταμείβεται απλόχερα μεεπιχορηγήσεις, αξιώματα και βραβεία. Μα –θα πείτε– υπάρχουν εξαιρέσεις. Σίγουρα. Αλλά λίγες. Και είμαι σίγουρος ότι οι εξαιρέσεις αυτές θα είναι οι πρώτοι που θα συμφωνούσαν με τις διαπιστώσεις μου.
O λαός, λοιπόν, έχει μείνει μόνος του και η ευθύνη του τώρα είναι διπλή. Δεν αρκεί πια να κάνει την σωστή επιλογή – να βρει, επιτέλους την σωστή ηγεσία. Τώρα πια πρέπει να το πάρει πάνω του – και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Την ώρα που διανοούμενοι και καλλιτέχνες μαζεύουν υπογραφές για να στηρίξουν την καταρρέουσα σαπίλα της Μεταπολίτευσης (όπως υπέγραφαν πιο παλιά για το σχέδιο Ανάν, την Ρεπούση κ.λπ. – πάντα πρόθυμοι να στηρίξουν με το κύρος τους τις επιλογές του συστήματος), ή κρύβονται πίσω από την σιωπή τους, ξεχνώντας τον ρόλο τους στην κοινωνία, ο λαός πρέπει να πάει ένα βήμα παραπέρα και να αναλάβει ΚΑΙ αυτόν τον ρόλο. Δεν αρκεί πια η σκέτη αγανάκτηση, δεν αρκούν οι καφενειακές κουβέντες και οι λεονταρισμοί «κάντε με πρωθυπουργό για μια μέρα» (ή, αν προτιμάτε, «κάντε με καπετάνιο για μια μέρα»). Δεν μπορεί να κυνηγάει εσαεί φαντάσματα και συνομωσίες, προκειμένου να καλύψει και να παραμυθιάσει την άγνοιά του. Τα πράγματα σοβαρεύουν και αν δεν θέλουμε να αφήσουμε για άλλη μια φορά τις ζωές μας στα χέρια των όποιων «ειδικών» (που μας πρόδωσαν κατ’ επανάληψη), θα πρέπει να σοβαρευτούμε και εμείς. Από όλες τις απόψεις. Και πρώτα πρώτα να ξεπεράσουμε τα δικά μας ταμπού και τις δικές μας «απόλυτες αλήθειες».

Mα δε θα λένε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί.
Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές τους;
Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές τους;
Μπ. Μπρεχτ

Ο ΙΤΑΛΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΚΟΝΣΤΑΝΤΣΟ ΠΡΕΒΕ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΕ ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΗ-ΤΕΡΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή* ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στη ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΛΑΖΟΥ
Είμαστε σε φάση μετάβασης από μια μορφή του καπιταλισμού σε μια άλλη μορφή του, γενικότερη και παγκοσμιοποιημένη. Περνάμε στον απόλυτο καπιταλισμό.