ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΔΡΕΤΤΑΚΗ*
Ο πρωθυπουργός, ως κακός μαθητής, κλήθηκε στις Κάννες για απολογία, και του δηλώθηκε κατάμουτρα από το δίδυμο Μέρκελ - Σαρκοζί ότι η συμφωνία δεν είναι διαπραγματεύσιμη και δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με ερώτημα την έγκριση ή απόρριψη της απόφασης της 26/27 Οκτωβρίου. Αν, όμως, επιμείνει στη διεξαγωγή του, το ερώτημα που θα τεθεί σ’ αυτό θα είναι «ναι ή όχι στην παραμονή ή όχι της Ελλάδας στην Ευρωζώνη»
Τα όσα ζήσαμε τις τελευταίες μέρες του Οκτωβρίου και τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου ήταν η έσχατη ταπείνωση της χώρας και ο εξευτελισμός μιας κυβέρνησης προκειμένου να επιβληθούν τα νέα αβάστακτα βάρη που συνοδεύουν τη συμφωνία της Ευρωζώνης της 26/27 Οκτωβρίου για το δημόσιο χρέος της χώρας. Ο πρωθυπουργός της χώρας, θεωρώντας ότι η συμφωνία αυτή ήταν διαπραγματεύσιμη, εξάγγειλε δημοψήφισμα για την έγκρισή της από τον λαό. Η εξαγγελία αυτή προκάλεσε πρωτοφανή αναστάτωση, όχι μόνο στη χώρα μας και στην Ευρωζώνη, αλλά και στον κόσμο ολόκληρο και καθίζηση όλων των χρηματιστηρίων.
Εξαιτίας της αναστάτωσης αυτής, ο πρωθυπουργός, ως κακός μαθητής, κλήθηκε στις Κάννες για απολογία, και του δηλώθηκε κατάμουτρα από το δίδυμο Μέρκελ - Σαρκοζί ότι η συμφωνία δεν είναι διαπραγματεύσιμη και δεν επιτρέπουν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με ερώτημα την έγκριση ή απόρριψη της απόφασης της 26/27 Οκτωβρίου. Αν, όμως, επιμείνει στη διεξαγωγή του, το ερώτημα που θα τεθεί σ’ αυτό θα είναι «ναι ή όχι στην παραμονή ή όχι της Ελλάδας στην Ευρωζώνη». Και σαν να μην έφτανε αυτό όρισαν ως ημερομηνία διεξαγωγής του την 4η Δεκεμβρίου. Ο πρωθυπουργός, έσκυψε ταπεινά το κεφάλι και δέχτηκε την, καταστροφική αυτή για την Ελλάδα, αλλαγή του ερωτήματος του δημοψηφίσματος. Επρόκειτο για την έσχατη των συνεχών ταπεινώσεων της χώρας από την κυβέρνηση του τους τελευταίους 18 μήνες.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα ο πρωθυπουργός αντιμετώπισε την απόρριψη της διεξαγωγής δημοψηφίσματος με το ερώτημα που του επέβαλε το δίδυμο Μέρκελ-Σαρκοζί, όχι μόνο από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης και τη συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης, αλλά και από κορυφαία στελέχη του κόμματός του, με αποτέλεσμα να εξαναγκαστεί να αποσύρει την πρόταση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Η έσχατη, όμως, ταπείνωση της χώρας είχε και συνέχεια. Πρόκειται για την απαίτηση της Ευρωζώνης, όπως εκφράστηκε με δήλωση του αρμόδιου επιτρόπου της Ε.Ε., για την ψήφιση της συμφωνίας από μια κυβέρνηση συνεργασίας των δύο μεγάλων κομμάτων, μια δήλωση που έγινε λίγες ώρες πριν από τη συνάντηση των αρχηγών τους με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το αποτέλεσμα της ωμής αυτής παρέμβασης στα εσωτερικά της χώρας ήταν να σκύψουν και οι δύο το κεφάλι και να συμμορφωθούν στις απαιτήσεις της Ευρωζώνης.
Η κυβέρνηση, στον σχηματισμό της οποίας συμφώνησαν τα δύο κόμματα, είναι υποχρεωμένη να φέρει εις πέρας τα όσα συμφωνήθηκαν στις 26/27 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες, τα οποία συνοψίζονται στη συνέχιση, με ακόμα σκληρότερα μέτρα, της πολιτικής που εφαρμόζεται εδώ και δύο χρόνια, δηλαδή την επιβολή νέων δυσβάστακτων βαρών στις πλάτες του λαού. Μόνο όταν ολοκληρώσει το έργο αυτό η νέα κυβέρνηση, θα προκηρυχτούν εκλογές.
Όπως, όμως, έχει αποδείξει η σκληρή πραγματικότητα, η πολιτική, που έχει επιβάλει η τρόικα και εφαρμόζεται επί ενάμισι χρόνο τώρα, επιδείνωσε την ύφεση στην οποία είχε εισέλθει η ελληνική οικονομία το 2009 εξαιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της πολιτικής που είχε εφαρμόσει η προηγούμενη κυβέρνηση, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ τόσο το 2010 όσο και το 2011 και το ίδιο πρόκειται να συμβεί το 2012. Το κοινωνικό και οικονομικό κόστος που έχει καταβάλει ο ελληνικός λαός, εξαιτίας της πολιτικής αυτής, είναι τεράστιο και «μεταφράζεται» σε αλματώδη αύξηση της ανεργίας, δραστική μείωση των αποδοχών των εργαζομένων και των συνταξιούχων, αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων και καταστροφικές περικοπές των πιστώσεων για την παιδεία, την υγεία, την πρόνοια.
Παρ’ όλα, όμως, τα παραπάνω δεινά, τα δημόσια ελλείμματα της χώρας κινούνται σε υψηλά ποσοστά και το δημόσιο χρέος αναμένεται, σύμφωνα με το Προσχέδιο Προϋπολογισμού, να εκτιναχθεί το 2012 στα 372 δισ. ευρώ ή στο 173% του ΑΕΠ. Και αν ακόμα ολοκληρωθεί και εφαρμοστεί πλήρως η συμφωνία της 26/27 Οκτωβρίου -με τα όσα νέα επιπλέον αβάστακτα βάρη θα επισωρεύσει στον ελληνικό λαό- το δημόσιο χρέος θα είναι γύρω στα 300 δισ. ευρώ, ακριβώς, δηλαδή, στο ύψος στο οποίο βρισκόταν το 2009 (!), ενώ ως ποσοστό το ΑΕΠ το 2020 (!!) θα είναι σχεδόν ίσο με εκείνο στο οποίο βρισκόταν το 2009.
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι η συμφωνία της 26/27ης Οκτωβρίου προβλέπει την εγκατάσταση μόνιμων επιτηρητών των κυβερνήσεων της χώρας μέχρι το 2020, οι οποίοι θα αποφασίζουν εάν και κατά πόσο τα μέτρα τα οποία έχουν επιβληθεί και θα επιβληθούν στη χώρα μας εφαρμόζονται και αποδίδουν τα προσδοκόμενα αποτελέσματα. Στην περίπτωση που θα υπάρχουν αποκλίσεις οι επιτηρητές θα απαιτούν από την κυβέρνηση την επιβολή νέων μέτρων για να εκλείψουν οι αποκλίσεις αυτές, με τις γνωστές συνέπειες.
Το μέλλον της χώρας βρίσκεται πλέον στα χέρια του ελληνικού λαού, ο οποίος θα κληθεί μετά από 3-4 μήνες να αποφασίσει αν θα δεχτεί τη συνέχιση αυτής της πολιτικής ή θα προτιμήσει κάποια άλλη. Τα αποτελέσματα της συνέχισης της πολιτικής αυτής δεν μπορεί να είναι διαφορετικά από αυτά που έχουμε βιώσει μέχρι σήμερα. Ο λαός, με την αντίδρασή του μέχρι τις εκλογές και με την ψήφο την ημέρα της διεξαγωγής τους, πρέπει να απαιτήσει μια ριζικά διαφορετική πολιτική, η οποία, χωρίς να διακυβεύει την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά δύο από τα βασικότερα προβλήματα της χώρας, δηλαδή:
(α) Την αποκόλληση της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση που τη μαστίζει επί μια τετραετία, ώστε να τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης και βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της, προκειμένου να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, να μειωθεί η ανεργία και να αποκατασταθεί η αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων, και
(β) Την κατάστρωση και άμεση και πιστή εφαρμογή ενός συγκροτημένου προγράμματος πάταξης της φοροδιαφυγής, της εισφοροδιαφυγής και της διαφθοράς, το οποίο θα προβλέπει σκληρές ποινές στους παρανομούντες, ώστε όλοι, με πρώτους του μεγάλους φοροφυγάδες και εισφοροφυγάδες, να καταβάλουν τα όσα οφείλουν στο Δημόσιο και στα Ασφαλιστικά Ταμεία.
Μόνο με τους παραπάνω τρόπους -και όχι με νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και ξεπούλημα μισοτιμής πολύτιμης δημόσιας περιουσίας- είναι δυνατόν να επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσματα και να αρχίσει να μειώνεται σταδιακά και σε βάθος χρόνου το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος.
*Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.