Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ακούμε συχνά, άλλοτε πυκνότερα κι άλλοτε αραιότερα, να απευθύνονται ηγέτες, πολιτικά στελέχη, παράγοντες του δημόσιου βίου, ορισμένα ΜΜΕ, τραπεζίτες, κάποιοι δημοσιογράφοι από χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και από το ΔΝΤ προς την Ελλάδα, τα κόμματα, την κοινωνία, το λαό και να χρησιμοποιούν το «πρέπει να» συνοδεύοντάς το με το «τι πρέπει να κάνουμε».
Περίοπτη θέση κατέχει η Γερμανία στη χρήση αυτού του απρόσωπου «πρέπει» που ακολουθείται από το «να», ενώ ιδιαίτερα έχει ενταθεί τις τελευταίες ημέρες η χρήση του, σχετικά με την υπόθεση της υπογραφής του Αντ. Σαμαρά.
Ολα τα λεξικά συμφωνούν τι σημαίνει το απρόσωπο «πρέπει» ακολουθούμενο από το να: είναι επιβεβλημένο, υποχρεωτικό, επιβάλλεται, είναι αναγκαίο, σωστό και δίκαιο, απαιτείται. Διαλέγουμε και παίρνουμε, λοιπόν, μεταξύ της επιβολής, της υποχρέωσης, της απαίτησης, της ανάγκης, της αναγκαιότητας. Εξυπακούεται ότι όλ' αυτά έρχονται απ' αυτούς που επιβάλλουν, απαιτούν κ.λπ. και απευθύνονται σ' αυτούς που τα δέχονται (ή πρέπει να δέχονται) ή που τα υφίστανται.
Σταχυολογώντας από τις δηλώσεις των κορυφαίων ιθυνόντων της Γερμανίας, που γίνονται κατά κόρον και με μεγάλη συχνότητα, μπορούμε να σταθούμε έστω σε μια αποστροφή της ομιλίας της Ανγκελα Μέρκελ πριν από πέντε ημέρες: «Αλλά θα καταφέρουμε να το διατηρήσουμε (το ευρώ), μόνον εάν κάθε χώρα-μέλος (των 17) κάνει αυτά που πρέπει (να κάνει)».
Αυτό το «πρέπει» το καθορίζει η ίδια και η οικονομική και πολιτική ηγεσία της χώρας της και απευθύνεται ανοιχτά στις άλλες χώρες-μέλη, οι οποίες, σύμφωνα με τις συνθήκες, τις συμβάσεις, τις συμφωνίες είναι (υποτίθεται) ισότιμοι εταίροι και (θα πρέπει να) έχουν και αυτοί λόγο και θέσεις -ίσως διαφορετικές από αυτές της Γερμανίας.
Οι εξελίξεις τον τελευταίο καιρό δείχνουν ότι η κρίση χτυπά πλέον την καρδιά της ευρωζώνης, όπως λέγεται. Και εκεί ακριβώς έρχεται η καγκελάριος της Γερμανίας και λέει ότι «πρέπει να» αλλάξουν οι ευρωπαϊκές συνθήκες, ώστε να μπορούν να επιβάλλονται κυρώσεις στις δημοσιονομικά απείθαρχες χώρες. Μ' άλλα λόγια δείχνει -απαιτώντας- τη δημοσιονομική πειθαρχία, δηλαδή πειθαρχία των άλλων στα κελεύσματα της χώρας της.
Και επιπλέον, εμμένει γενικώς στην πολιτική, που οδήγησε στην κρίση στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην ευρωζώνη, πολιτική που οδηγεί σε αδιέξοδες καταστάσεις άλλες χώρες αλλά κρατάει το κεφάλαιο, τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις της χώρας της σε υψηλά επίπεδα δραστηριότητας, κέρδους, συμφερόντων. Το κεφάλαιο, τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, όχι τους εργαζομένους, στους οποίους επεκτείνεται σταδιακά η όξυνση της εκμετάλλευσης με καταστρατήγηση ή κατάργηση του ωραρίου εργασίας, με την περιοδική απασχόληση, με την καθήλωση των μισθών την τελευταία δεκαετία.
Ξεπεράστηκε ή ξεχάστηκε η φάση, όταν διατυπώνονταν οι κατηγορίες για τους Ελληνες, ότι είναι τεμπέληδες, διεφθαρμένοι, στις οποίες κατηγορίες είχαν συμβάλει καθοριστικά και οι κυβερνώντες την Ελλάδα Γ. Παπανδρέου, Γ. Παπακωνσταντίνου, Θ. Πάγκαλος και άλλοι, με διακηρύξεις τους ανοιχτά εντός και εκτός της χώρας.
Τώρα έρχεται η κ. Μέρκελ και γενικεύει το πρόβλημα, παντού στις χώρες των εταίρων της: Εχει τελειώσει η εποχή που ζούσαμε όλοι με δανεικά. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι και στο μέλλον. Κι όμως, είναι τουλάχιστον ανακόλουθη όταν υποστηρίζει (και επιβάλλει) τον Λ. Παπαδήμο ως πρωθυπουργό, ο οποίος πριν από μια δεκαετία, ως διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, ενθάρρυνε την πολιτική του δανεισμού από τις τράπεζες, πολιτική στην οποία είχε συμβάλει ο ίδιος επί εκσυγχρονισμού του Κ. Σημίτη.
Δεν είναι ανακόλουθη. Οι τράπεζες όχι μόνο δείχνουν αλώβητες από την κρίση, αλλά ενισχύονται -και στην Ελλάδα και πανευρωπαϊκά- και εξακολουθούν να υπαγορεύουν το «δέον γενέσθαι». Εχουμε το φαινόμενο να αναπτύσσεται, για ακόμα μια φορά σε περίοδο κρίσης, η συμμαχία κεφαλαίου, χρηματοπιστωτικού συστήματος, πολιτικού συστήματος και αγορών (ανωνύμως αλλά σαφώς με επώνυμα και σχέσεις).
Το «πρέπει να» επεκτείνεται σε νέο πεδίο. Μετά τις ομάδες των επιτηρητών, εποπτών, ελεγκτών (Ράιχενμπαχ, τρόικα κ.λπ.) έγινε και το πρωτάκουστο: το σχέδιο προϋπολογισμού της Ιρλανδίας, πριν ακόμη κατατεθεί στη Βουλή της χώρας, εξετάστηκε στη γερμανική Βουλή, η οποία και θα ανάψει το «πράσινο φως»! Μπορεί να ήταν απαίτηση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, αλλά αυτό το όργανο είναι πιο ίσο από αντίστοιχα ή ανάλογα όργανα των άλλων χωρών και επιβάλλεται;
Το «πρέπει να» προδίδει, φωνάζει, αποκαλύπτει τις προθέσεις αυτού που το λέει. Δεν το κρύβει άλλωστε και απευθύνεται, προειδοποιώντας, παντού, παρακάμπτοντας ή αγνοώντας σχέσεις, όρους και προϋποθέσεις, που κατοχυρώνονται από τις διεθνείς συμβάσεις και συνθήκες.
Ο αυταρχισμός στο μεγαλείο του!
Την ίδια ώρα βλέπουμε την κ. Μέρκελ να συνεχίζει την πολιτική του Γκ. Σρέντερ (στέλεχος τώρα της ρωσικής Γκαζπρόμ) και «δένει» τα ενεργειακά θέματα της χώρας της με τη Ρωσία του Πούτιν, εγκαθιστώντας τον υποθαλάσσιο αγωγό αερίου στη Βαλτική. Η κ. Μέρκελ επεκτείνει τα της Γερμανίας στον ενεργειακό τομέα, παρά τα αντίθετα κελεύσματα της Ουάσιγκτον. Πράττει για τη χώρα της και καθίσταται ισχυρότερος παράγων να επιβάλλει όρους.
Ο Γ. Παπανδρέου πριν να γίνει πρωθυπουργός είχε φροντίσει να... αποδεσμευθεί από τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και το δρόμο του Κ. Καραμανλή. Γίνεται σύγκριση;
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, μπορούμε να δούμε στο βάθος τον νέας μορφής ιμπεριαλισμό, μέσα στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων. Και είναι ο ιμπεριαλισμός όχι διά των όπλων, αλλά διά των όρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.