Το έγραψε η πιο έγκυρη γερμανική εφημερίδα και το αναδημοσίευσε η «Ε» (Σάββατο, 2 Ιουλίου 2011, σελ. 2): «Σε πολύ υψηλότερο βαθμό από ό,τι συνηθίζεται και είναι αναγκαίο για ένα μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να παραδώσει την ανεξαρτησία του κράτους (...).
Πράγματι η Ελλάδα θα είναι για προβλεπόμενο χρονικό διάστημα μία περιορισμένη δημοκρατία. Ο ελληνικός λαός μπορεί να εκλέγει όποιον θέλει, ουσιαστικώς όμως δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε. Αλλά γι' αυτό δεν ευθύνονται μόνον οι εκλεγέντες, που προπηλακίζονται εδώ και εβδομάδες στην πλατεία Συντάγματος.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θ. Πάγκαλος -πολιτικός με συνήθως προκλητικό λόγο- είχε την τόλμη να τονίσει και τις ευθύνες του εκλογικού σώματος, σ' ένα πολιτικό σύστημα όπου οι εκλογείς συνήθως πωλούν τις ψήφους τους». Αυτή η ωμή περιγραφή της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η πατρίδα μας, καθώς τελεί υπό ξένη και κατ' επίφαση φιλική Κατοχή, ενέχει πολλές αλήθειες. Ομως δεν καταγράφει όλη την αλήθεια, δηλαδή ότι η Ελλάδα, ύστερα από πολλών αιώνων δουλεία, ποτέ δεν κατόρθωσε να έχει «ανεξαρτησία κράτους».
Ούτε οι άλλοτε κοτζαμπάσηδες (ήδη δε ο λεγόμενος πολιτικός κόσμος, αντάμα με κάποιους ανώτατους δικαστές, στρατηγούς, πανεπιστημιακούς, καθώς και επιχειρηματίες που επίσης σιτίζονται από τις χοντρές δουλειές του Δημοσίου) μήτε ο απλός ημιμαθής λαός είχαν ποτέ την απαιτούμενη θέληση να ιδρύσουν ευρωπαϊκών προδιαγραφών κράτος, κάτι που, φυσικά, δεν επιθυμούσε ούτε η βρετανική, αργότερα αμερικανική και ήδη γερμανική επικυριαρχία. Ετσι απέτυχαν όσες μικρές φιλότιμες προσπάθειες εκδηλώθηκαν ή θα μπορούσαν να είχαν δώσει την εικόνα της φιλότιμης πρωτοβουλίας.
Ηεύστοχη απειλητική προειδοποίηση της καυστικής μεταπολεμικής κωμωδίας «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» ήδη επαληθεύεται. Με κοινή ευθύνη όλων μας. Δίχως να εξαιρώ τον εαυτό μου, καθώς:
- πρώτον, ενώ εγκαίρως είχα συνειδητοποιήσει το φριχτό φιάσκο της λεγόμενης «Αλλαγής», είχα αποφύγει να βροντοφωνάξω την παγερή αλήθεια και είχα αρκεστεί στο να αποστασιοποιηθώ διακριτικά, και
- δεύτερον, για πολλά χρόνια, ενσυνειδήτως επέλεξα τη φυγή μου στη λυτρωτική μόνωση της μελέτης, της σπουδής και της συγγραφής, καθώς ήταν φανερό ότι καθ' υπερβολήν πολλοί, τόσο πολλοί, ώστε αφόβως να μπορούμε να πούμε «σχεδόν όλοι» (λαός, πολιτικά κόμματα, κρατικοί θεσμοί και πολλές, κατά τα φαινόμενα, σεβαστές προσωπικότητες), ήμασταν (και εξακολουθούμε να είμαστε) κατώτεροι των περιστάσεων και των ευθυνών μας.
Ως μοναδική μου προσωπική ανακούφιση παραμένει η παραδοχή του ότι, καθόλου μόνος, αλλ' αντάμα με ελάχιστους -επίσης καθυστερημένα προβληματιζόμενους- φίλους συναδέλφους, επί τέλους, ορθώσαμε ανάστημα και αντιτάσσουμε, σταθερά και αδιαπραγμάτευτα, τη δική μας αντίσταση, με μοναδικό όπλο τον τεκμηριωμένο (και ανοιχτό σε κάθε βάσιμη αντίρρηση) λόγο. Στο αναπόφευκτο (ακόμη κι όταν διατυπώνεται σαρκαστικά από παπαγαλάκια του κατεστημένου) ερώτημα, σε τι τάχα ωφελεί η καθυστερημένη αφύπνιση, η δική μου ειλικρινής απάντηση περιορίζεται στη διακριτική παρατήρηση ότι, τόσον εγώ όσο και οι λίγοι ομόδοξοι συνάδελφοί μου δεν εναντιωνόμαστε ούτε με την ιδιοτελή υστεροβουλία της κατάκτησης της εξουσίας (κάτι που προδήλως θα ήταν γελοίος παραλογισμός για κουρασμένους διανοουμένους της δικής μας προχωρημένης ηλικίας) μήτε με τη διάθεση της καθυστερημένης εκφοράς (του πάντως αναγκαίου) εισαγγελικού λόγου, καθώς έχουμε επίγνωση του ότι και εμείς είμαστε επίσης μέρος της καθολικής ανυποληψίας του Ελληνισμού. Οσα σταθερά καταγράφω και, από πολλά χρόνια, καταγγέλλω, απευθύνονται στα παιδιά και στα εγγόνια μας, καθώς και στους φίλους εκείνων, με την προσδοκία ότι εκείνα, σταδιακά, θα ευαισθητοποιηθούν, αναφορικά με τις δικές τους μελλοντικές ευθύνες, καθώς και με την ευχή και την προσδοκία μιας δικής τους ειρηνικής επανάστασης, που θα έχει ως πρωταρχικό στόχο την καλλιέργεια του ανεπιτήδευτου αυτοσεβασμού. Αν η νέα γενιά καταφέρει αυτόν το στόχο, τότε θα υπάρξει ελπίδα μιας νέας Ανάστασης του άλλοτε αγωνιστικού και δημιουργικού ελληνικού έθνους.
Στην ευκταία περίπτωση που θα αφυπνιζόταν το Εθνος, θα μπορούσε και θα έπρεπε (α) να σχηματιστεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας δίχως τις παλαιοκομματικές αμαρτίες και (β) να οριστεί για όλους, όσοι σιτιζόμαστε από το δημόσιο ταμείο, αξεπέραστο συνολικό ανώτατο όριο το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρώ, ενώ ως έσχατο επιτρεπόμενο κατώτατο το ποσό των 700 ευρώ.
Ορια που θα αφορούσαν τις συνολικές καθενός μας απολαβές από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, και που θα έπρεπε να ισχύουν από την κορυφή (τον Πρόεδρο της θλιβερής Δημοκρατίας μας, τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς, τους βουλευτές, τους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, τους στρατηγούς, τους επισκόπους, τους πανεπιστημιακούς καθηγητές και τις διοικήσεις των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα) ώς την έσχατη καθαρίστρια με οικογενειακές υποχρεώσεις. Αργότερα, θα έπρεπε να αρχίσει μια συστηματική προσπάθεια για εξορθολογισμό του κράτους σε όλους τους τομείς της δράσης του.
http://www.enet.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.