Σειρά παραγόντων της Ε.Ε., όπως ο φιλανδός επίτροπος Ο. Ρεν και ο πρόεδρος του Συμβουλίου, κάλεσαν τα ελληνικά πολιτικά συστήματα να συμφωνήσουν και να συναινέσουν στην πολιτική του «Μνημονίου 2». Μάλιστα, ορισμένοι δήλωναν ότι αν δεν υπάρξει ανταπόκριση, τότε η Ελλάδα δεν θα πάρει την επόμενη δόση. Πρόκειται για προτροπές που κινήθηκαν στα όρια της παρανομίας.
Η πρώτη παρανομία συνδέεται με το ίδιο το δίκαιο της Ε.Ε. Σύμφωνα με αυτό, οι υπάλληλοι και οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. δεν δικαιούνται να διατυπώνουν συστάσεις και πολύ λιγότερο εκβιασμούς ως προς την εσωτερική ζωή κράτους-μέλους. Παρανομούν όταν κινούνται σε περιοχές πολιτικών που δεν είναι κοινοτικές. Βέβαια τα βρίσκουν και τα κάνουν, αφού η κυβέρνηση επιτρέπει με τη στάση της να μας συμπεριφέρονται ως αποικία η οποία κυβερνάται από το εξωτερικό.
Η δεύτερη παρανομία αφορά στο διεθνές δίκαιο. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτεί ο διεθνής νόμος ότι υποκείμενο διεθνών διακρατικών συμβάσεων, όπως αυτές ανάμεσα στην Ελλάδα και τα κράτη-δανειστές της, μπορεί να είναι κάποιος άλλος θεσμός πλην του επίσημου κράτους και της αρμόδιας κυβέρνησης που το εκπροσωπεί, εκτός αν θεωρεί η διεθνής κοινότητα ότι υπάρχει ζήτημα διπλής νομιμότητας ενός κράτους προς τα έξω, όπως στην περίπτωση ενός υπό κατάρρευση και σε εμφύλιο πόλεμο ευρισκόμενου κράτους. Με άλλα λόγια, από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου, στις διακρατικές σχέσεις η αντιπολίτευση (κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική) υφίσταται μεν ηθικά και πολιτικά, όχι, όμως, νομικά.
Από αυτή τη σκοπιά, η κυβέρνηση ήδη συμπεριφέρεται ως να έχει παραιτηθεί. Παραμένει, όμως, αλαζονική ως κάτοχος της απόλυτης αλήθειας και εξουσίας. Κατοχή, όμως, που δεν διαθέτει πλέον. Ως προς την αλήθεια, όλα όσα έλεγε διαψεύστηκαν. Ως προς την εξουσία, την έχει παραδώσει στους δανειστές.
Η τρίτη παρανομία είναι η παραβίαση της συνέχειας του κράτους. Ενα κράτος εκπροσωπείται από την κυβέρνησή του, όσο συχνά και αν αλλάζει αυτή, όποιες διαφορετικές δυνάμεις και αν τη συναποτελούν. Μια κυβέρνηση που υπογράφει ένα κείμενο διεθνούς δικαίου δρα δεσμευτικά για το κράτος και όχι για λογαριασμό του κόμματος που κυβερνά. Κατά συνέπεια, ως προς το διεθνές δίκαιο, δεν χρειάζεται να συμφωνεί η αντιπολίτευση ακόμα και αν θεωρείται από την τρόικα ως πολιτικά προτιμητέο. Ας μην ξεχνάμε ότι σε πολλά κράτη της Ε.Ε. οι Συνθήκες επικυρώθηκαν σε δημοψηφίσματα στα οποία η απόρριψή τους έφτασε ακόμα και στο 49%, χωρίς ουδείς να διανοηθεί να το καλέσει να συμφωνήσει εκ των υστέρων με τις Συνθήκες προκειμένου να ισχύσουν.
Στην πραγματικότητα, η απαίτηση να υπάρξει εκ των προτέρων συμφωνία της αντιπολίτευσης δεν αφορά το διεθνές δίκαιο. Αντίθετα αποτελεί παράνομη πίεση προκειμένου να δεσμευτεί εκ των προτέρων η όποια αντιπολίτευση, πριν αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες, ώστε αν τυχόν τις αναλάβει να μην προσβλέπει, πλέον, μιας επαναδιαπραγμάτευσης των όποιων συμφωνιών.
Από τα ήδη εκτεθέντα, προκύπτει η τέταρτη παρανομία. Κανένα όργανο της Ε.Ε., ιδιαίτερα υπάλληλός της, δεν δικαιούται να απαιτεί δεσμεύσεις από κόμματα που εκείνος εκτιμά ότι θα είναι η επόμενη ελληνική κυβέρνηση, ή να θέλει να υπαγορεύσει, μακριά από την κοινωνία των πολιτών, το ποιος θα κυβερνά και με ποιον τρόπο την Ελλάδα την επομένη του «Μνημονίου 2»
http://www.enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.