Ο καλός μας άνθρωπος. Ο δικός μας άνθρωπος. Η μεγαλύτερη... λαχανιασμένη τρεχάλα του ελληνικού κινηματογράφου. Το «φαινόμενο» Βέγγος. Ο νευρικός Θου Βου-πύραυλος. Ο άνθρωπος της σφαλιάρας, ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές, ο γνήσιος βιοπαλαιστής, ο σεμνός «εργάτης».
Πάνω απ' όλα -και στακάτα- ο «άνθρωπος» δεν υπάρχει πια. Χθες, λίγο μετά τις 7 το πρωί, ο Θανάσης Βέγγος άφησε την τελευταία του πνοή στον Ερυθρό Σταυρό. Ηταν 84 ετών. Η κατάστασή του είχε επιβαρυνθεί έπειτα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Στο πλευρό του βρίσκονταν διαρκώς η σύζυγός του Ασημίνα και οι γιοι του.
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε τον περασμένο Νοέμβριο, όταν εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Πάτρας με λοίμωξη του αναπνευστικού. Πήρε εξιτήριο. Αναθαρρήσαμε. Μία βδομάδα πριν απ' τα Χριστούγεννα μπήκε στον Ερυθρό Σταυρό με εγκεφαλικό αιμάτωμα έπειτα από ατύχημα στο σπίτι του. Χειρουργήθηκε και παρέμεινε διασωληνωμένος στην εντατική για πέντε μήνες. Αυτή τη φορά δεν άντεξε.
Δεν τον θρηνεί μόνο ο καλλιτεχνικός κόσμος, αλλά ολόκληρη η χώρα που την έκανε να σκέπτεται, σε εποχές δύσκολες, μέσα από το γέλιο την κατάστασή της. Δεν θα ξεχάσουμε την αμηχανία αυτού του σεμνού αυτοδίδακτου σπουδαίου θεατρίνου, που μετουσίωνε τις παύσεις του σε μεταφυσική αγωνία, απέναντι στα φλας. Δεν θα ξεχάσουμε τη συστολή του απέναντι στους δημοσιογράφους. Είναι χαρακτηριστικό το ότι δεν έδινε ποτέ συνεντεύξεις. Δεν θα ξεχάσουμε το ήθος του.
Το πόσο δημοφιλής ήταν συνιστά ένα φαινόμενο. Ο κόσμος, απ' τα μωρά έως τους γέροντες, τον λάτρευε. Κάτι που επιβεβαιώθηκε κι από την πρόσφατη έρευνα «Σφυγμός Πολιτισμού» που τον έφερε στην κορυφή, ανάμεσα στον Θόδωρο Αγγελόπουλο και στον Παντελή Βούλγαρη. «Κάτι είχε η φάτσα μου που έφερνε τον άλλο κοντά μου», διαπίστωνε αφοπλιστικός. «Ισως όταν έπεφτε η ματιά τους επάνω μου ήξεραν ότι είμαι ένας πολύ εντάξει άνθρωπος. Κάποιοι επέμεναν να με αποκαλούν "κύριε Βέγγο". Ε, εκεί γινόμουν έξω φρενών. "Μα, Θανάση με λένε". Ενας λαϊκός άνθρωπος ήμουν», προσέθετε.
Ο Θανάσης Βέγγος έδωσε σάρκα και οστά σε ένα πολύ συγκεκριμένο ανθρωπότυπο: στον τραγελαφικό καρπαζοεισπράκτορα, που αντιδρά στα πάντα σπασμωδικά, με νευρικές μανιερίστικες κινήσεις. Η εξπρεσιονιστική ερμηνεία του βασιζόταν επίσης στις κοφτές φράσεις, στις απότομες παύσεις. Κανένας άλλος ηθοποιός δεν ταυτίστηκε τόσο ισχυρά με τον ασθμαίνοντα βιοπαλαιστή. Είναι σίγουρα ο ηθοποιός που στον κινηματογράφο έχει τρέξει σαν Λούης περισσότερα χιλιόμετρα από όλους τους συναδέλφους του, ακόμη και τους πιο αθλητικούς.
«Δεν είχα ποτέ φιλοδοξία να γίνω καλός ηθοποιός. Ηθελα να είμαι δουλευταράς. Να δουλεύω με ταχύτητες μεγάλες», έλεγε με τη γνώριμη μετριοφροσύνη του. «Ποτέ μου δεν αισθάνθηκα έτοιμος. Ποτέ. Σε ό,τι και αν έκανα. Μια ζωή στην τσίτα ήμουν. Δεν ηρεμώ ποτέ. Είμαι της αγχωτικής κωμωδίας εγώ. Το άγχος είναι η σπεσιαλιτέ μου. Μόνο στον άλλο κόσμο θα ηρεμήσω».
Η ιδιαιτερότητά του, όμως, ήταν η διαθλασμένη, λοξή ματιά. Ενα μίγμα σουρεαλισμού, μελαγχολίας και λαϊκής σοφίας, μέσα από την οποία περνούσε και τελικά διακωμωδούσε την ελληνική παθογένεια.
«Δεν αρκούν η αγωνία και η έξυπνη ιδέα για να κάνεις καλή ταινία», έλεγε. «Χρειάζεται πολύ διάβασμα και μελέτη. Κλασική λογοτεχνία. Τα πάντα βρίσκονται στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια. Εγώ έμαθα σινεμά από τον Ομηρο. Είναι η αρχή των πάντων. Το Ευαγγέλιο της γνώσης και της ποιητικής».
Πέρασε μια δύσκολη ζωή, με φτώχειες, εξορίες κι οικονομικά βατερλό, αλλά δεν μετάνιωσε ποτέ για τίποτα. Τον δικαιώνουν «τα ωραιότερα λόγια», που του έχουν πει για ταινία του: «Τα άκουσα από μια γυναίκα που με πλησίασε, με φίλησε συγκινημένη και μου είπε: "Να είστε καλά. Μια μέρα πριν γεννήσω είχα δει μια ταινία σας και το ευχαριστήθηκα τόσο πολύ, που την επομένη που γέννησα, το μωρό μου λες και βγήκε μόνο του!"».
Λακωνικότατος, όποτε μιλούσε το έκανε εκ βαθέων: «Ετρεχα σε όλη μου τη ζωή με 300... Αλλά δεν έκοψα ποτέ το νήμα γιατί συνεχώς μου το μετακινούνε. Δεν χαλάρωνα ποτέ. Τώρα μόνο, αναγκαστικά... Με ενοχλεί ότι καταφθάνει η ώρα μηδέν», έλεγε προ ετών.
Με την Ασημίνα απέκτησε δύο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Από τον Βασίλη έγινε παππούς της Αγγελικής και του Θανασάκη, της μεγάλης αδυναμίας του. Τι κράτησε απ' τη ζωή του; «Οτι με αγάπησαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι και με μίσησαν τρεις. Δεν πρέπει να είναι παραπάνω». Ηξερε τι έλεγε.
Η νεκρώσιμος ακολουθία θα ψαλεί σήμερα στις 2 μ.μ. στην Αγία Μαρίνα Θησείου. Επιθυμία της οικογένειάς του είναι αντί στεφάνων τα χρήματα να δοθούν στο Χαμόγελο του Παιδιού. *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.