|
βαδίζει προς καταστροφικά αδιέξοδα με τις εναλλακτικές λύσεις να συρρικνώνονται. Το ΠΑΣΟΚ, ως κίνημα, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο, ενώ η κυβέρνηση έχει αποσυνδεθεί πλήρως από πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που την ανέδειξαν. Η κριτική που της ασκείται προέρχεται από δύο διαφορετικές πλευρές: Αφενός από τις δυνάμεις που εκφράζουν, αλλά δεν οργανώνουν, την πλειοψηφία της κοινωνίας. Από αυτές κατηγορείται, ορθά και λογικά, για τη μονόπλευρη πολιτική λιτότητας που ακολουθεί, για τις συνεχείς υποχωρήσεις στα εθνικά ζητήματα, καθώς και για την ολοένα και πιο ισχυρή τάση που επιδεικνύει να περιορίσει τη δημοκρατία. Κριτική τής ασκείται, αφετέρου, από τις δυνάμεις της κοινωνικής πλεονεξίας. Αυτές, εξυπηρετούνται μεν από την πολιτική της κυβέρνησης, αλλά θέλουν κι άλλα. Η πολιτική μονόπλευρης λιτότητας δεν τους αρκεί, ενώ θεωρούν σειρά υπουργών ως μη επαρκώς στρατευμένων στις υποθέσεις τους αλλά και αναποτελεσματικούς. Επιθυμούν περισσότερο αυταρχισμό και μεγαλύτερη διευκόλυνση στα κέρδη τους. Επιθυμούν, δηλαδή, να προωθήσουν με «νόμο και τάξη» την πιο στυγνή μονόπλευρη πολιτική υπέρ των συμφερόντων τους. Οι δυνάμεις της πλεονεξίας επεξεργάζονται δύο σενάρια με την προώθηση των οποίων ευελπιστούν να αυξήσουν τα προνόμιά τους στην ελληνική οικονομία, καθώς και τις θέσεις επιρροής που διαθέτουν στο πολιτικό σύστημα. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Πίσω από αυτό τον τίτλο, οι δυνάμεις που αδιαφορούν για το μέλλον του τόπου και τα εθνικά του δίκαια κρύβουν τα σχέδιά τους για κυβερνήσεις πλήρως ελεγχόμενες από αυτές. Ελεγχόμενες υπό την έννοια ότι πλέον δεν τις ενδιαφέρει τόσο το ποιο κόμμα κυβερνά, όσο το ποια πρόσωπα κυβερνούν. Να είναι, δηλαδή, πρόσωπα καθημερινοί «συνομιλητές» τους. Υπό μια έννοια πολιτικοί υπάλληλοί τους. Με αυτούς ελπίζουν να κυβερνήσουν χωρίς τη συμμετοχή των σημερινών αρχηγών και με τη συμμετοχή προσώπων που από καιρό προβάλλουν ως τους σωτήρες της χώρας. Ανάμεσά τους και πρόσωπα που έχουν σημαντικότατες ευθύνες για το ότι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Με άλλα λόγια, επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν το θυμό της κοινωνίας για τα καμώματα των κομμάτων και να επιβάλλουν άμεσα δικούς τους ανθρώπους. Αν αυτό δεν γίνει κατορθωτό, επιλέγουν ένα δεύτερο σενάριο, παραπλήσιο του πρώτου. Με το δεύτερο σενάριο επιδιώκεται μια κυβέρνηση από «προσωπικότητες και τεχνοκράτες», ικανούς, υποτίθεται, να βγάλουν τη χώρα από την κρίση. Η πλειοψηφία τους προβλέπεται να είναι πρόσωπα με «ειδικές ικανότητες», που εξυπηρέτησαν το κόμμα του Μνημονίου και της πλεονεξίας κατά το παρελθόν, ακόμα κι από κυβερνητικές θέσεις. Πρόσωπα φθαρμένα, που, αντί να κάνουν αυτοκριτική για τις ευθύνες τους, εμφανίζονται ως οι σωτήρες της κοινωνίας. Ως απόδειξη των δήθεν εξαιρετικών ικανοτήτων αυτών των τεχνοκρατών θεωρείται η πρότερη υπηρεσία τους, ενώ αποσιωπώνται οι ευθύνες και οι αποτυχίες τους κατά τη θητεία τους σε κρίσιμες για τον τόπο θέσεις. Προς το σκοπό αυτό, παρουσιάζονται τα μεγάλα προβλήματα της πολιτικής ως τεχνοκρατικά προβλήματα και μόνο. Ο λόγος απλός και ισχύει από την αρχαιότητα, οπότε γεννήθηκε η πολιτική: Όταν τα πολιτικά ζητήματα εμφανίζονται ως ζητήματα ειδικών και τεχνοκρατών, τότε κάποιοι θέλουν να τα αφαιρέσουν από τη δημόσια σφαίρα της δημοκρατίας, ώστε ανεξέλεγκτα να υπηρετηθούν τα στενά τους συμφέροντα. Με άλλα λόγια, θέλουν κυβερνήσεις «ειδικών λογιστών», που να διαχειρίζονται τις υποθέσεις της χώρας προς όφελος των πολύ λίγων. Τα συμφέροντα που απεργάζονται αυτά και άλλα σενάρια, όπως τα προαναφερθέντα, επιθυμούν να μην κληθούν στο ταμείο της κρίσης προς πληρωμή, παρόλο που φέρουν βαρύτατη ευθύνη για τη δημιουργία και την παραπέρα αρνητική εξέλιξή της. Επιδιώκουν, ακόμα, να εξάγουν κέρδη με μια πολιτική περιορισμού δικαιωμάτων για την πλειοψηφία των πολιτών και άγρια ανακατανομή εισοδήματος υπέρ των ιδίων. Μοχλός τους, ο αυταρχισμός και οι περί «νόμου και τάξη» πρακτικές.
Νίκος Κοτζιάς
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα"
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.