του Νίκου Στεριανού
Από τότε που η καθεστηκυία τάξη ομολόγησε ανοικτά την κρίση του χρέους πολύ λίγοι ήταν εκείνοι που τόνιζαν, ευθύς εξαρχής, ότι το ελληνικό χρέος είναι ανατροφοδοτούμενο, μη διαχειρίσιμο, έξω από τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και συνεπώς το κομβικό σημείο στο οποίο συναντούνταν και συμπυκνώνονταν όλες οι πλευρές της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού, στο πλαίσιο της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που έκανε το πρόβλημα απείρως δυσκολότερο. Η χώρα ήταν- και παραμένει- μπροστά σε ένα ιστορικό δίλλημα: Ή θα συνέχιζε την ίδια περπατησιά, προσπαθώντας να διευθετήσει το πρόβλημα με τους όρους και της προϋποθέσεις της κρατούσας κατάστασης, υπακούοντας στις απαιτήσεις των ισχυρότερων εκ των ετέρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΔΝΤ ή θα άλλαζε πορεία αρνούμενη να φορτωθεί μέρος της κρίσης του διεθνούς κεφαλαίου το οποίο γίνεται ακόμη μεγαλύτερο και περισσότερο δυσβάσταχτο λόγω της εξάρτησής της. Η πρώτη επιλογή ταυτίζεται με την πολιτική του μνημονίου και των εκάστοτε αναθεωρήσεων του, με την προσχώρηση στο Σύμφωνο του ευρώ και στους μηχανισμούς στήριξης, με τις απαιτήσεις των δανειστών. Η δεύτερη αφορά στη συγκέντρωση δυνάμεων με κεντρικό άξονα την μη αναγνώριση του χρέους και στο άνοιγμα του δρόμου για γενικότερες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο επιλογές, από πέρσι το Μάιο, εμφανίστηκε δειλά- δειλά και μία τρίτη που με γενικά και χωρίς περιεχόμενο αντικαπιταλιστικά συνθήματα, στην ουσία άφησε χωρίς πρόγραμμα πάλης και προοπτική τον ελληνικό λαό, με αποτέλεσμα να διευκολύνει τα μέγιστα την κυρίαρχη πολιτική έχοντας ένα στόχο: ή να υπάρξει κάποια λύση από το σύστημα οπότε «τραβάμε τον ίδιο αραμπά» ή να υπάρξει πλήρη αποτυχία της εφαρμοζόμενης πολιτικής, πλήρη εξαθλίωση των εργαζομένων, οπότε «κάτι θα τσιμπήσουμε κι εμείς». Είναι η πολιτική της ισχυρότερης δύναμης της Αριστεράς. Τώρα όμως έφτασε η ώρα της αλήθειας για όλους και για όλα. Ή καλύτερα τώρα έχουμε ήδη μπει στην τελευταία πράξη του δράματος. Μετά ακολουθεί πραγματικό χάος για το λαό και τη χώρα.
Το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ως προοίμιο της αναδιάρθρωσης του χρέους
Την περασμένη Παρασκευή στο Υπουργικό Συμβούλιο εγκρίθηκαν οι άξονες και οι στόχοι του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού προγράμματος σταθερότητας 2011- 2015, ύψους 76 δισ. ευρώ. Τα 26 δισ. θα προκύψουν από μέτρα τα οποία το 2011 αναμένεται να αποφέρουν 3 δισ. και 2012- 2015 αλλά 23 δισ. Τα 50 δισ. υπολογίζεται ότι θα προκύψουν από την εκποίηση της κρατικής περιουσίας. Τα νέα μέτρα- σοκ, μεταξύ άλλων, αφορούν στην κατάργηση φοροαπαλλαγών, αύξηση έμμεσων και άμεσων φόρων, περικοπές κοινωνικών και προνοιακών επιδομάτων, μείωση μισθών, 40 ώρες εργασίας και part time στο Δημόσιο, καθώς και αυξήσεις τιμολογίων σε ρεύμα, νερό, αέριο και δημοτικά τέλη. Στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, εκτός της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας, προβλέπονται η πλήρης ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ, της ΛΑΡΚΟ, των καζίνο, η μείωση του ποσοστού του κράτους στον ΟΤΕ, στο Αεροδρόμιο ‘‘Ελ. Βενιζέλος’’, στη ΔΕΠΑ, στην ΕΥΔΑΠ, στην ΕΥΑΘ, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, στα περιφερειακά αεροδρόμια και στα λιμάνια. Για τη ΔΕΗ έχει αποφασιστεί διατήρηση του μάνατζμεντ και μείωση του ποσοστού στο 34% από 51% που είναι σήμερα. Το όλο πρόγραμμα, που χαρακτηρίστηκε φιλόδοξο από τον Τύπο, θα εξειδικευθεί μετά το Πάσχα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα πρόγραμμα το οποίο αποτελεί την βασική προϋπόθεση ώστε στη συνέχεια να προχωρήσει η όποια αναδιάρθρωση του συνολικού ελληνικού χρέους. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αυτό το πρόγραμμα έφτασε στο υπουργικό συμβούλιο με την συγχορδία δημοσιευμάτων στον ξένο και στο ελληνικό Τύπο που όλα κατέληγαν στο συμπέρασμα πως η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι κάτι περισσότερο από επιβεβλημένη. Ας παρακολουθήσουμε τα σημαντικότερα απ’ όλα αυτά.
Ο χορός της αναδιάρθρωσης
Τα σενάρια περί αναδιάρθρωσης του συνολικού ελληνικού χρέους, έκαναν συχνά την εμφάνιση τους στον διεθνή και ελληνικό Τύπο, τουλάχιστον από τον Μάιο του 2010 που η Ελλάδα προσχώρησε στο μηχανισμό στήριξης της τρόικας. Εκρηκτικές διαστάσεις όμως έλαβαν προς το τέλος της πρώτης εβδομάδας του Απριλίου, όταν η κυβέρνηση μπήκε για τα καλά στην προετοιμασία του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Προγράμματος. Την Τετάρτη 6 Απριλίου, λίγο πριν αναχωρήσει για την Βουδαπέστη, ώστε να παραβρεθεί στις συνεδριάσεις των Συμβουλίων Eurogroup και Ecofin, ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου επιχειρούσε να καθησυχάσει τους δημοσιογράφους για το θέμα. «Ηρεμήστε με το θέμα της αναδιάρθρωσης, δεν υπάρχουν τέτοιες συζητήσεις», δήλωνε με τον κλασικό στόμφο της βεβαιότητας που πλέον έχει γίνει τόσο γνωστός ώστε όποιος έρχεται αντιμέτωπος μαζί του καταλαβαίνει τα ακριβώς αντίθετα απ’ όσα ακούει. Το πόσο ειλικρινής σ’ αυτές τις δηλώσεις ήταν ο υπουργός το δείχνει δημοσίευμα της τελευταίας ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ (17- 4- 2011). Υπό τον τίτλο «Επιμήκυνση όλου του χρέους ζήτησε ο υπ. Οικονομικών», ο Βασίλης Ζήρας γράφει: «Όπως φαίνεται, τα σενάρια περί αναδιάρθρωσης, που επανήλθαν στο προσκήνιο με ένταση το τελευταίο διάστημα, έχουν πυροδοτηθεί και από κινήσεις της ελληνικής πλευράς. Σύμφωνα με πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατά την πρόσφατη επίσκεψη των στελεχών της τρόικας, στις αρχές Απριλίου, ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου έθεσε το ζήτημα της επιμήκυνσης του συνόλου του χρέους, και όχι μόνο του δανείου των 110 δισ. ευρώ, ώστε να διευκολυνθεί η Ελλάδα στην εξυπηρέτησή του και να αρθούν οι ανησυχίες της αγοράς για ένα ενδεχόμενο ‘‘κούρεμα’’ της αξίας των ελληνικών ομολόγων». Έτσι, η πρώτη εβδομάδα του Απριλίου έληξε σε ένα εκρηκτικό περιβάλλον δημοσιευμάτων στον ξένο Τύπου τα οποία κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα: Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους βρίσκεται ήδη στο τραπέζι των συζητήσεων. Γι’ αυτήν μίλησε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Άνχελ Γκουρία, ο οποίος δήλωσε στην τηλεόραση του BLOOMBERG (11-4-2011): «Η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί περισσότερο χρόνο για να αποπληρώσει τους κατόχους των ομολόγων της και αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει με μία επιμήκυνση του χρέους που δεν θα θεωρείται χρεοκοπία». «Το πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας είναι πολύ επώδυνο και αν μία επιμήκυνση των πληρωμών είναι κάτι που απαιτείται για να μπορέσουν να είναι αποτελεσματικές οι δύσκολες πολιτικές, τότε αυτό πρέπει να γίνει».
Την επομένη, στο χορό μπήκε το γερμανικό IFO. Ο επικεφαλής του ινστιτούτου IFO Χανς-Βέρνερ Σιν δήλωσε ότι θεωρεί επιβεβλημένη την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη. Οι προσπάθειες των Ευρωπαίων να βοηθήσουν την υπερχρεωμένη Ελλάδα δεν είχαν σημαντικά αποτελέσματα τον τελευταίο χρόνο, ανέφερε ο Σιν σε συνέντευξη που παραχώρησε στις 12 Απριλίου το βράδυ στην τηλεόραση του REUTERS. «Είναι προφανές ότι η Ελλάδα είναι χρεωκοπημένη», είπε. «Πρέπει να βάλουμε το χρέος στο τραπέζι και να απελευθερώσουμε κάπως αυτή τη χώρα από αυτό το μεγάλο βάρος του χρέους».
Κατόπιν ακολούθησαν κι άλλοι. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι κρίσιμη για τα περί αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους θα είναι η αξιολόγηση του Ιουνίου, δεδομένου ότι, όπως τόνισε ο ίδιος, αν αποδειχθεί πως η βιωσιμότητα του είναι αμφίβολη, «κάτι θα πρέπει να γίνει». Επίσης, σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «DIE ZEIT»,εμπειρογνώμονες της ΕΕ εκτιμούν ότι η Ελλάδα πρέπει να περικόψει το χρέος της κατά 40-50% για να το καταστήσει βιώσιμο. Σε συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα, ο Μόριτζ Κρέμερ επικεφαλής ανάλυσης κρατικού χρέους για την Ευρώπη της STANDARD & POOR’S, σημείωσε πως οι πιθανότητες αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους είναι περίπου 1 στις 3. Παράλληλα, ο κ. Κρέμερ τόνισε ότι για να είναι αποτελεσματική η αναδιάρθρωση θα πρέπει να διαγραφεί η αξία των ελληνικών ομολόγων σε ποσοστό 50% έως 70%. Τέλος, ο διευθύνων σύμβουλος της PIMCO, Ελ Εριάν, και η CITIGROUP υποστήριξαν ότι «η αναδιάρθρωση είναι αναπόφευκτη».
Στο εσωτερικό της χώρας το τελευταίο διάστημα ανοικτά υπέρ της αναδιάρθρωσης τάχθηκε η Βάσω Παπανδρέουενώ η πιο ηχηρή τοποθέτηση στο θέμα ήταν αυτή του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη. Στη συνέντευξή του στοΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ (17-4) διαβάζουμε: «Η αναδιάρθρωση θεωρείται αναγκαία, ιδίως από οικονομολόγους και ερευνητικά κέντρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κύριο επιχείρημά τους είναι ότι η αποπληρωμή του ελληνικού χρέους προϋποθέτει επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας οι οποίες είναι αμφίβολο αν θα επιτευχθούν. Εξαρτάται, για παράδειγμα, από την πραγματοποίηση πλεονασμάτων από το Δημόσιο σε ύψος και σε διάρκεια που δεν έχουν επιτευχθεί έως τώρα σε άλλες χώρες της Ένωσης. Πιστεύουν λοιπόν ότι ή θα πρέπει να περικοπεί το χρέος ή να επιμηκυνθεί κατά πολύ ο χρόνος εξόφλησής του και να μειωθεί δραστικά το επιτόκιο. Αναδιάρθρωση μπορεί να επιβληθεί στη χώρα το 2013 από το Εurogroup. Αν ζητήσουμε τη βοήθεια του νέου μηχανισμού στήριξης και το χρέος μας κριθεί μη βιώσιμο, η αναδιάρθρωση θα αποτελέσει τότε όρο της χρηματοδότησής μας. Η αναδιάρθρωση μπορεί να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες και δεν είναι σκόπιμη όταν η χώρα είναι απροετοίμαστη και σε αδυναμία να ελέγξει τις επιπτώσεις. Μια καλά προετοιμασμένη αναδιάρθρωση θα βελτιώσει ουσιαστικά τη θέση μας… Το ζητούμενο δεν είναι να τα καταφέρουμε “κουτσά στραβά” με βάση τις ισχύουσες ρυθμίσεις. Η εμπειρία δείχνει ότι μια λύση που κινείται στα απώτατα όρια των δυνατοτήτων της οικονομίας δεν αποτελεί ενδεδειγμένη αντιμετώπιση ενός προβλήματος. Είναι επιπόλαιο να ελπίζουμε ότι τα επόμενα 20 χρόνια, που κατά τα διάφορα σενάρια είναι ο αναγκαίος χρόνος για την πλήρη ομαλοποίηση της κατάστασης, δεν θα προκύψουν οικονομικές αναταραχές, νομισματικές κρίσεις, ανατιμήσεις του πετρελαίου. Θα απορρυθμίσουν τον μηχανισμό τακτοποίησης του χρέους που με τόση επιμέλεια και κόπο δημιουργήσαμε. Θα αναπαράγονται οι κρίσεις. Χρειάζεται μια λύση που θα έχει σταθερότητα και δεν θα ακυρωθεί από τις μεταγενέστερες διεθνείς εξελίξεις. Η αναδιάρθρωση ξεκαθαρίζοντας το τοπίο μπορεί να απελευθερώσει δυνάμεις. Τα επόμενα 15-20 χρόνια πρέπει να είναι περίοδος στην οποία θα ξαναχτίσουμε με αισιοδοξία μια σταθερή οικονομία και θα επανενταχθούμε στην ευρωπαϊκή εξέλιξη, και όχι ένα διάστημα μιζέριας, όπου θα ζούμε στο έλεος των κλυδωνισμών της παγκόσμιας οικονομίας».
Μεσοπρόθεσμο και αναδιάρθρωση
Θα ήταν εντελώς εθελοτυφλία να μην αντιλαμβάνεται κανείς ότι η αναδιάρθρωση- όπως προαναφέραμε- είναι έξω από τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης και των επικεφαλής της ΕΕ και του ΔΝΤ που με συνεχείς δηλώσεις τους την αποκηρύσσουν αλλά ταυτόχρονα κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να την συντηρούν στην επικαιρότητα. Στο πλαίσιο αυτό, εξίσου βλακώδες θα ήταν να μην βλέπει κανείς ότι το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πρόγραμμα 2011- 2015 συνδέεται άμεσα με την προοπτική της αναδιάρθρωσης. Πρόκειται για τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Για την προϋπόθεση και το αποτέλεσμα. Οι δανειστές ζητούν ζεστό χρήμα και πηγές κερδοφορίας για να συναινέσουν με τη σειρά τους σε μια αναδιάρθρωση που θα καταστήσει τη χώρα όμηρο τους και πεδίο λεηλασίας για δεκαετίες. Το ζεστό χρήμα και τις πηγές κερδοφορίας τους τις δίνει το Μεσοπρόθεσμο. Τις αλυσίδες της αναδιάρθρωσης θα μας τις περάσουν εκείνοι.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Γιώργου Παπαϊωάννουστο ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ το σενάριο της αναδιάρθρωσης που επεξεργάζονται Αθήνα, Φρανκφούρτη και Βρυξέλλες προβλέπει επιμήκυνση του χρέους με περίοδο χάριτος και χωρίς το λεγόμενο κούρεμα. Διαβάζουμε: «Πολυετή περίοδο χάριτος με πληρωμή μόνο των τόκων προβλέπει το σχέδιο που επεξεργάζονται οι Βρυξέλλες και η Φραγκφούρτη, σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση, για την εξυπηρέτηση του χρέους σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν μπορέσει να επιστρέψει στις αγορές. Στις Βρυξέλλες απορρίπτουν το ενδεχόμενο ονομαστικής μείωσης («κούρεμα») των ελληνικών ομολόγων, καθώς κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα σε τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. Επιπλέον, θα έπληττε την αξιοπιστία και το κύρος της ευρωζώνης. Αντιθέτως, προκρίνουν την επιμήκυνση της αποπληρωμής των ομολόγων, με τη σύμφωνη γνώμη των πιστωτών μας. Η διευκόλυνση αυτή σημαίνει την καταβολή περισσότερων τόκων για την αποπληρωμή του χρέους. Ταυτόχρονα επιτρέπει τη μείωση του χρέους σε διαχειρίσιμα επίπεδα, δηλαδή κάτω από το 120% του ΑΕΠ (από 150%-160% του ΑΕΠ που είναι σήμερα) ώστε να επιστρέψει η Ελλάδα στις αγορές. Ειδικότερα, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες κοινοτικές πηγές, το επικρατέστερο σενάριο είναι να δοθεί στην Ελλάδα περίοδος χάριτος 8-10 ετών. Στο διάστημα αυτό το Δημόσιο θα πληρώνει μόνο τόκους. Το κεφάλαιο θα το καταβάλει στη λήξη της περιόδου. Δηλαδή, ένα ομόλογο που λήγει εφέτος θα πληρωθεί για παράδειγμα ύστερα από 10 χρόνια, το 2021, τα ομόλογα του 2012 το 2022, κτλ. Έτσι, το Δημόσιο θα απαλλαγεί προσωρινά από την υποχρέωση να εξασφαλίζει κάθε χρόνο κεφάλαια ύψους 30-35 δισ. ευρώ για να πληρώνει τα ομόλογα που λήγουν. Όσο διαρκεί η περίοδος χάριτος, η κυβερνητική προσπάθεια θα επικεντρωθεί στη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ και στη δημιουργία πλεονασμάτων ώστε να μπορέσει η χώρα να επιστρέψει στις αγορές και να δανειστεί με καλύτερους όρους».
Σύμφωνα με το διάγραμμα που δημοσιεύει η εφημερίδα στην πραγματικότητα η επιμήκυνση με περίοδο χάριτος που προετοιμάζεται, μεταφέρει την πίεση του χρέους από την περίοδο 2011- 2020 (θα χρειάζονται κάθε χρόνο για την εξυπηρέτησή του από 35 έως 50 δισ. ευρώ) στην επταετία 2021- 2027. Πρόκειται για ένα τέχνασμα με υψηλότερο κόστος για την ελληνική οικονομία αφού θα αυξηθούν οι τόκοι λόγο της περιόδου χάριτος έτσι ώστε να κάπως ελαφρυνθεί προσωρινά η πίεση πάνω στα λαϊκά στρώματα, να υλοποιηθεί με μεγαλύτερη ευκολία το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα- και όσα ακολουθήσουν- και σε δέκα χρόνια θα ξαναρχίσουμε πάλι από την αρχή, ενδεχομένως με ακόμη χειρότερες προϋποθέσεις. «Είναι προφανές- ομολογείται στο ρεπορτάζ του Γ. Παπαϊωάννου- ότι η επιμήκυνση σε καμία περίπτωση δεν λύνει το πρόβλημα του χρέους. Διευκολύνει τη διαχείρισή του και μεταφέρει την αποπληρωμή των ομολόγων στο μέλλον, οπότε κάτω από καλύτερες συνθήκες η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει στις αγορές. Από την άλλη, η εξυπηρέτηση του χρέους γίνεται ακριβότερη, καθώς συνολικά θα πληρωθούν περισσότεροι τόκοι». Το σχέδιο μάλιστα αυτής της επιμήκυνσης πάει γάντι με τις δηλώσεις Γκουρία που παραθέσαμε πιο πάνω.
Έφτασε η ώρα της Αλήθειας
Είναι προφανές ότι η άλλη πλευρά κάνει καλά τη δουλειά της. Αλλά δεν είναι καθόλου προφανές ότι κάνουν καλά τη δική τους δουλειά εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που διακηρύσσουν ότι υπάρχουν για τον λαό και τους εργαζόμενους. Αν η Αριστερά, για παράδειγμα ενεργούσε με την συνέπεια και τη μεθοδικότητα των αντιπάλων της και δεν «ένιπτε τας χείρας της» για ό,τι καλείται να πληρώσει ο λαός, η κ. Παπαρήγα δεν θα έκανε δηλώσεις σαν αυτή: «όποιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ είναι αντίθετος με αυτή την πολιτική, παραιτείται και από τη βουλευτική του ιδιότητα και περνάει με το λαό ανοιχτά. Ας πάει στο λαϊκό κίνημα και να ξεκινήσει μαζί με το λαό» (Ριζοσπάστης 14- 4- 2011). Δηλαδή η κ. Παπαρήγα αναγόρεψε τον εαυτό της σε θεματοφύλακα της ενότητας του ΠΑΣΟΚ και σε εγγυητή της δυνατότητας του κ. Παπανδρέου να περάσει το Μεσοπρόθεσμο. Αν δηλαδή ένας βουλευτής του ΠΑΣΟΚ διαφωνεί με το μεσοπρόθεσμο η κ. Παπαρήγα δεν τον καλεί να το καταψηφίσει. Τον καλεί να παραιτηθεί και να πάει με το λαό ώστε ο κ. Παπανδρέου να βάλει στη θέση του τον επόμενο που θα είναι πρόθυμος να δώσει θετική ψήφο. Την πειράζει φαίνεται την κ. Παπαρήγα κάποιοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ να καταψηφίσουν την πολιτική της κυβέρνησης, να ρίξουν την κυβέρνηση ενδεχομένως και μετά να πάνε όπου θέλουν!!!
Η ώρα της αλήθειας ήρθε, έρχεται, φθάνει. Και φτάνει για όλους γιατί είναι η ώρα των αποφάσεων, των καθαρών αποφάσεων που ούτε μετατίθενται, ούτε αναβάλλονται, ούτε συσκοτίζονται με παραμύθια του μέλλοντος. Το αύριο, το πολύ κοντινό αύριο φέρνει μαζί του τον απολογισμό και κυρίως τον λογαριασμό.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.