του Πίκου Απίκου
Μετά το πρώτο άρθρο[1] για την διεθνή διάσταση της υπόθεσης με τα μαύρα ταμεία της Siemens, θα παρακολουθήσουμε το χρονικό των «ερευνών» στην Ελλάδα απ’ το 2006 μέχρι τις μέρες μας. Το παρόν άρθρο καλύπτει την περίοδο μέχρι και τον Ιούνιο του 2008, όταν μετά την ομολογία Τσουκάτου, «περαιώνεται» η προκαταρκτική έρευνα και ξεκινάει η τακτική ανάκριση.
Στην Ελλάδα – τη χώρα της ΕΕ στην οποία η Siemens απ’ τα τέλη του ’90 μέχρι το 2004 έχει καταβάλλει τα περισσότερα «μαύρα κονδύλια»[2] – η αντίστροφη μέτρηση της υπόθεσης ξεκινάει τον Απρίλιο του 2006, όταν «αιφνιδιαστικά» ο διευθυντής τηλεπικοινωνιών της Siemens Hellas Πρόδρομος Μαυρίδης αποχωρεί απ’ την εταιρεία, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες και χωρίς κάποια επίσημη αιτιολογία, έπειτα από 18 χρόνια θητείας[3]. Ωστόσο το σημείο καμπής των εξελίξεων βρίσκεται 7 μήνες μετά, τη 15η Νοεμβρίου του 2006. Είναι η μέρα κατά την οποία ενώ η Siemens AG δέχεται έφοδο απ’ την εισαγγελία στα κεντρικά της γραφεία στο Μόναχο, οι νομικοί της σύμβουλοι υποβάλλουν στα δικαστήρια της Αθήνας αγωγή κατά του πρώην στελέχους της, για υπεξαίρεση 8 εκατ. ευρώ από τα ταμεία της[4].
Πρόδρομος Μαυρίδης και Μιχάλης Χριστοφοράκος
Ο Πρόδρομος Μαυρίδης ήταν στο στόχαστρο των Ελβετικών αρχών απ’ τον Αύγουστο του 2005 για «εκτεταμένο» ξέπλυμα μαύρου χρήματος μέσω των τραπεζικών του λογαριασμών στην Dresdner Bank. Οι Ελβετικές αρχές είχαν εντοπίσει έμβασμα 1 εκατ. ευρώ σε λογαριασμούς της off shore με την επωνυμία Martha Overseas Corporation. Το έμβασμα προερχόταν απ’ την εταιρεία Tamarind με δικαιούχο το Ράινχαρντ Σίκατσεκ και η οποία διατηρούσε λογαριασμό στο Λιχτενστάιν. Ουσιαστικά πρόκειται για μια απ’ τις εταιρείες «μαϊμού» που έχει συστήσει ο διαχειριστής των μαύρων ταμείων της Siemens AG και η αποστολή τους ήταν να εκδίδουν εικονικά τιμολόγια για τη μεταφορά ποσών σε off shore εταιρείες με σκοπό να ξεπλένονται οι μίζες και να εξαφανίζονται τα ίχνη τους πριν φτάσουν στους τελικούς αποδέκτες[5].
Ο Σίκατσεκ, ως κατηγορούμενος, στις 22 Νοεμβρίου του 2006 σε ιδιόγραφο σημείωμα που παραδίδει στην Ανακρίτρια του Μονάχου, εξηγεί σχετικά με το μαύρο πολιτικό χρήμα στην Ελλάδα, πως «Από το 2002, όλες οι πληρωμές σε ρευστό μεταφέρθηκαν στην Ελβετία, εκεί ο Ρ.Σ (σ.σ. Ράινχαρντ Σίκατσεκ) παρέδιδε στον Πρό (σ.σ. Πρόδρομο Μαυρίδη) ή το 2001 στο Ν.Γ. από την Αθήνα (σ.σ. Νόρμπερτ Γκεμπάουερ, ταμία του Μιχάλη Χριστοφοράκου). Ένας λογαριασμός παραλήπτη ήταν στην Dresdner Bank στη Γενεύη, στην εταιρεία Marthaoverseas, ένας άλλος εκείνος της Placid Blue στο Μονακό. Για αυτόν μιλούσε ο διευθύνων σύμβουλος της Siemensστην Ελλάδα με το Μ.Κ. (σ.σ. Μίχαελ Κούτσενρωυτερ)…»[6]. Διαχειριστής της Martha overseas είναι ο διευθυντής τηλεπικοινωνιών της Siemens Hellas Πρόδρομος Μαυρίδης και της Placid Blue ο διευθύνων σύμβουλος τηςSiemens Hellas Μιχάλης Χριστοφοράκος.
Στις 7 Δεκεμβρίου του 2006 απολογείται στην εισαγγελία του Μονάχου ο Μίκαελ Κουτσενρώυτερ και αναφέρει επιλήψιμες συναντήσεις και συνομιλίες που είχε με το Μιχάλη Χριστοφοράκο. Στα τέλη του 2001, αρχές του 2002 ο ισχυρός άνδρας της Siemens Hellas του ζητούσε την έγκριση ενός ποσού περίπου 1,7 εκ ευρώ για να κλείσει «παλιά θέματα εν εξελίξει συμβολαίων». Το ποσό αυτό αντιστοιχούσε στο 2% του τζίρου του τηλεπικοινωνιακού κλάδου της εταιρείας στην Ελλάδα το 2001. Στην ίδια κατάθεση ο εμπορικός διευθυντής δικτύων της Siemens AG θα πει επιπρόσθετα, ότι στις αρχές του 2004 στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάνια» στην Αθήνα, στο περιθώριο συνάντησης δημοσιογράφων και αναλυτών που διοργάνωσε η Siemens Com, (κλάδος τηλεπικοινωνιών) ο Μιχάλης Χριστοφοράκος του ζήτησε «μαύρα» λέγοντάς του, ότι ο προεκλογικός αγώνας των μεγάλων κομμάτων στην Ελλάδα γίνεται με τη χρηματοδότηση μεγάλων επιχειρήσεων. «Αντιλαμβανόμουνα ότι ήθελε να χρηματοδοτήσει τα δύο μεγάλα κόμματα για… να παραμείνουν φιλικά διακείμενα στη Siemens» θα πει χαρακτηριστικά ο Μ. Κουτσενρώυτερ.[7]
Το 2006 ο Πρόδρομος Μαυρίδης είναι ακόμα το κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής πτυχής του σκανδάλου της Siemens και για έναν ακόμα λόγο που καταγράφεται σε έγγραφο της Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς προς το δικαστήριο της Κολούμπια[8] και βασίζεται στα όσα είπε ο Πρόδρομος Μαυρίδης στις 8 Μαρτίου του 2006 σε τρία υψηλόβαθμα στελέχη της Μητρικής Εταιρείας στο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου. Πιο συγκεκριμένα ηΑμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναφέρει[9]: «Υπήρξαν πρόσθετα σημεία προειδοποίησης για διαφθορά περιλαμβανομένων και των ομολογιών για διαφθορά ή πληρωμές πριμ (Bonus payments) σε κυβερνητικούς αξιωματούχους τον Μάρτιο του 2006 από μάνατζερ της Siemens Hellas αξίας ύψους άνω των 37 εκατομμυρίων ευρώ…». Είναι απ’ τις πρώτες αναφορές σε χρηματισμό Ελλήνων πολιτικών παραγόντων και συνδέονται με τον Πρόδρομο Μαυρίδη…
Τα «προεόρτια» της Siemens στην Ελλάδα, 2006-2007
Το Νοέμβριο του 2006 ανατίθεται στον εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου συμπληρωματική έρευνα σχετικά με τη σύμβαση 8002 μεταξύ της Siemens και του ΟΤΕ για την προμήθεια τηλεπικοινωνιακού υλικού. Ως τότε οι εισαγγελικές έρευνες που είχαν ξεκινήσει στα τέλη Απριλίου του 2005 αφορούσαν στην προμήθεια του συστήματοςΑσφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων (C4i) από την αμερικανική κοινοπραξία SAIC, υπεργολάβος της οποίας ήταν η Siemens. Ο φάκελος της υπόθεσης αυτής διαβιβάστηκε στη βουλή στις 13 Φεβρουαρίου του 2006, καθώς ο εισαγγελέας Παναγιώτης Αθανασίου διαπίστωσε «στοιχεία που καθιστούν διερευνητέα την τέλεση αξιόποινων πράξεων από τον κ. Χρήστο Μαρκογιαννάκη Υφυπουργό Δημόσιας Τάξης»[10].
Κάπως έτσι κλείνει το ελληνικό 2006 για τη Siemens. Το 2007 η πολιτική επικαιρότητα σχετικά με την υπόθεση των μαύρων ταμείων της γερμανικής πολυεθνικής, είναι περισσότερο υποτονική[11]. Ωστόσο οι εισαγγελικές έρευνες που έχουν «επεκταθεί» στις σχέσεις του Γερμανικού Κολοσσού με τον ΟΤΕ οδηγούν το Μάρτιο του 2007 στην Ευελπίδων τους πρώτους υπόπτους για να δώσουν εξηγήσεις και τον Ιούλιο του ίδιου έτους ασκούνται οι πρώτες ποινικές διώξεις. Αλλά το 2007 επιφυλάσσει ένα δυναμικό και συμβολικό, από κάθε άποψη για την εξέλιξη των ερευνών στην Ελλάδα, φινάλε.
Στις 17 Δεκεμβρίου 2007 η Siemens εκδίδει δελτίο τύπου και ενημερώνει ότι ο δρ. Μιχάλης Χριστοφοράκος «δεν μετέχει πλέον στην εταιρεία», χωρίς να διευκρινίζει αν παραιτήθηκε ή αν αποπέμφθηκε απ’ τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της θυγατρικής εταιρείας στην Ελλάδα. Εκείνες τις μέρες ο ανταποκριτής στο Βερολίνο της εφημερίδας Το ΒΗΜΑ γράφει[12]: «Η Siemens Ελλάς «λάδωνε» συστηματικά υπαλλήλους του ΟΤΕ, καθώς και στελέχη των δύο μεγάλων κομμάτων, του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας. Αυτό αναφέρεται στη χθεσινή «Sueddeutsche Zeitung» σε ρεπορτάζ για τις ανακρίσεις που διενεργούν οι γερμανικές αρχές σχετικά με την ελληνική πτυχή του σκανδάλου της Siemens και τις δωροδοκίες την περίοδο 2000-2006».
Στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα Πέμπτη η εφημερίδα Wall Street Journal δημοσιεύει το σχεδιάγραμμα ενός πολυδαίδαλου μηχανισμού – από off shore εταιρείες και τράπεζες – διακίνησης μαύρου χρήματος. Ένα απ’ τα πρόσωπα αυτού του μηχανισμού είναι και ο… πρώην διευθυντής τηλεπικοινωνιών της Siemens Hellas Πρόδρομος Μαυρίδης, ο οποίος απ’ τον Απρίλιο του 2006 έχει παραιτηθεί και αποχωρήσει απ’ την εταιρεία.
17 χρόνια, μίζες 100 εκατομμυρίων σε ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και υπουργούς
Η υπόθεση των μαύρων ταμείων της Siemens εισέρχεται δυναμικά στη δημόσια ζωή της χώρας το2008. Τρεις μέρες μετά τη γενική συνέλευση των Μετόχων της Siemens στην Ολυμπιακή Αρένα του Μονάχου, την Κυριακή 27 Ιανουαρίου έρχεται το πρώτο δημοσίευμα στην Καθημερινή απ’ το δημοσιογράφο Τάσο Τέλλογλου με τίτλο «Μίζες Ζήμενς 100 εκατ. Ευρώ σε κόμματα και στελέχη ΟΤΕ…». Την άλλη μέρα, Δευτέρα 28 Ιανουαρίου του 2008 θα δημοσιοποιηθούν «λεπτομέρειες» των καταθέσεων στη γερμανική δικαιοσύνη, για την ελληνική πτυχή, στηνεκπομπή «Νέοι Φάκελοι» απ’ τον ίδιο, ενώ την ίδια μέρα και η Ελευθεροτυπία, σε ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Αριστέας Μπουγάτσου, έχοντας εξασφαλίσει τα ίδια έγγραφα από άλλο δικηγορικό γραφείο του Μονάχου[13] γράφει: «Σκάνδαλο Siemens. Η γερμανική δικαιοσύνη δείχνει ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και υπουργούς για μαύρο χρήμα». Έτσι η ιστορία αρχίζει να καταλαμβάνει περίοπτη θέση στον ελληνικό τύπο και τροφοδοτεί τις πολιτικές εξελίξεις στη Ελλάδα.
Στις 12 Φεβρουαρίου 2008 η γαλάζια πλειοψηφία του ελληνικού κοινοβουλίου απορρίπτει πρόταση του ΠΑΣΟΚ για σύσταση εξεταστικής επιτροπής, με πρόσχημα την εν εξελίξει δικαστική έρευνα.
Πριν προλάβουν να περάσουν δέκα μέρες, στις 21 Φεβρουαρίου 2008, με συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» ο επικεφαλής της εισαγγελίας του Μονάχου Κρίστιαν Σμιντ Ζόμερφελντ αναφέρει ότι 4 πρώην στελέχη της Siemens AG έχουν καταθέσει πως οι Χριστοφοράκος και Μαυρίδης είχαν ζητήσει χρήματα για να λαδώσουν πολιτικούς και ταμεία κομμάτων προκειμένου να πάρει η εταιρεία το έργο της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων και αφήνει αιχμές για κωλυσιεργία στην έρευνα της ελληνικής δικαιοσύνης[14]. Η ίδια εφημερίδα φιλοξενεί την ίδια μέρα και συνέντευξη του στελέχους της μητρικής εταιρείας Μίκαελ Κουτσενρόιτερ που μιλάει χωρίς περιστροφές, για λάδωμα κομματικών ταμείων το 2004 και Ελλήνων πολιτικών παραγόντων για το C4i[15].
Στις 30 Μαΐου 2008 ο εισαγγελέας Αθανασίου επεκτείνει την έρευνα και στις συμβάσεις της Siemens με τον ΟΣΕ. Στην εισαγγελική παραγγελία δίνεται εντολή να εξαιρεθούν από την εξέταση τα «πολιτικά πρόσωπα (υπουργοί) που εισηγήθηκαν και υπέγραψαν τη σχετική σύμβαση»[16]. Την πρώτη Ιουλίου παραγγέλνει τη διενέργεια κύριας ανάκρισης και η υπόθεση ανατίθεται στον πρωτοδίκη Νίκο Ζαγοριανό.
«Κόμμα και Κράτος, Θόδωρος Τσουκάτος[17]»
Στο μεταξύ όμως έχει μεσολαβήσει ένα καθοριστικό γεγονός. Στις 19 Ιουνίου 2008 ημέρα Πέμπτη το μεσημέριβλέπει το φως της δημοσιότητας μια δήλωση βόμβα: «Ως μέλος της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας, μετείχα ενεργά στην οργάνωση της καμπάνιας για τις εκλογές (σ.σ. εννοεί τις ευρωεκλογές του 1999). Δέχθηκα επίσκεψη στο γραφείο μου στο ΠΑΣΟΚ από τον κ. Μιχάλη Χριστοφοράκο και έγινα αποδέκτης πρότασης για οικονομική συνεισφορά στην καμπάνια του κινήματος και μου ζητήθηκε τραπεζικός λογαριασμός στο εξωτερικό για να γίνει η μεταφορά χρημάτων. Απευθύνθηκα σε γνωστό μου πρόσωπο που ανέλαβε να διευκολύνει το ΠΑΣΟΚ χωρίς δικό του όφελος και διεκπεραίωσε τη σχετική διαδικασία.
Τα χρήματα, χωρίς άλλη δική μου ανάμειξη, ήρθαν στον τομέα Οικονομικού του ΠΑΣΟΚ, παρελήφθησαν από τους αρμόδιους του τομέα Οικονομικού και εισήλθαν στο ακέραιο στο ταμείο του κινήματος (ένα εκατ. μάρκα, δηλαδή 420.000 ευρώ).
Δεν είχα ποτέ καμία προσωπική ανάμειξη ή άλλη αθέμιτη συμμετοχή.
Σημειώνω επίσης ότι ποτέ δεν διαχειρίστηκα χρήματα στο κίνημα ούτε είχα οποιαδήποτε θέση στο δημόσιο.
Οι δραστηριότητές μου στο ΠΑΣΟΚ ήταν πάντα πολιτικές και κινήθηκαν στα πλαίσια που όριζαν κάθε φορά τα αρμόδια όργανα του κινήματος. Κατά συνέπεια, για κάθε εμπλοκή του ονόματός μου που θα με εμφάνιζε να έχω προσποριστεί οποιοδήποτε όφελος, θα ασκήσω τα νόμιμα δικαιώματά μου». Τάδε έφη Θόδωρος Τσουκάτος.
«Λυπούμαι…»!
Στη Χαριλάου Τρικούπη έχει σημάνει συναγερμός απ’ τη βόμβα μεγατόνων που έχει εκτοξεύσει ο πάλαι ποτέ στρατηγός του ΠΑΣΟΚ και εξ’ απορρήτων του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Λίγη ώρα πριν ο τότε εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε διαμηνύσει ότι το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης «θα αναστέλλει την ιδιότητα του μέλους του Κινήματος για όσους έχουν σοβαρή εμπλοκή στην υπόθεση αυτή». Με εντολή του προέδρου Γιώργου Παπανδρέου αποφασίζεται να αρθεί η κομματική ιδιότητα τόσο του Θόδωρου Τσουκάτου όσο και του Τάσου Μαντέλη, ο οποίοςφωτογραφίζεται από δημοσιεύματα ως αποδέκτης μίζας ύψους 10 εκατομμυρίων μάρκων απ’ τη Siemens. Ο πρώην υπουργός Μεταφορών του ΠΑΣΟΚ δηλώνει αθώος του αίματος και σε ανακοίνωσή του υποστηρίζει: «Είναι εξοργιστικώς ψευδή και βαρύτατα συκοφαντικά τα δημοσιεύματα του Τύπου που με εμφανίζουν πως δήθεν εισέπραξα εκατομμύρια μάρκα από τη Siemens. Ζητώ όλα τα στοιχεία που υπάρχουν, να δοθούν στη Δικαιοσύνη, για να πράξει το καθήκον της και να αποκατασταθεί η αλήθεια».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου με δήλωσή του από τη Βουλή και ύστερα από σύσκεψη με στενούς του συνεργάτες δηλώνει ότι «δεν θα ανεχθεί καμία πρακτική, κανέναν που καταχράστηκε την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού και των ψηφοφόρων μας. Καμία ενέργεια που κηλιδώνει το κύρος του Κινήματός μας, αλλά και τους θεσμούς της Δημοκρατίας». Και ζητά «να απελευθερωθεί επιτέλους η πολιτική ζωή του τόπου από την κηδεμονία και την ομηρία, από αδιαφανή οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα»!
Το ίδιο απόγευμα, ο πρωθυπουργός της επίμαχης περιόδου των ομολογιών για τις μίζες, Κώστας Σημίτης με μια λακωνική γραπτή δήλωσή του παίρνει αποστάσεις απ’ το άλλοτε δεξί του χέρι Θόδωρο Τσουκάτο. «Λυπούμαι για την εμπλοκή στελεχών του ΠΑΣΟΚ στην υπόθεση Siemens, εφόσον αποδειχθούν αληθείς οι ισχυρισμοί που προβάλλονται. Δημιουργούνται έτσι σκιές και αμφιβολίες για μια μεγάλη προσπάθεια στην οποία συμμετείχε ένας πάρα πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων, που δεν είχαν καμιά σχέση με όλα αυτά», θα αρκεστεί να πει ο πρωθυπουργός της εισόδου της χώρας στην ΟΝΕ και του «ευχαριστούμε την κυβέρνηση των ΗΠΑ».
Που πήγαν τα λεφτά;
Ο Τσουκάτος ωστόσο είναι σαφής στη δήλωσή του που αποτελεί και την πρώτη πολιτική ομολογία στην υπόθεση με τις μίζες της Siemens. Απειλεί με μηνύσεις όσους τον κατηγορήσουν ότι τα έβαλε στην τσέπη και όχι στο κομματικό ταμείο του ΠΑΣΟΚ. Κατόπιν συνάντησης εκείνο το απόγευμα στη Χαριλάου Τρικούπη με το Νίκο Αθανασάκη, ο τότε (1999) γενικός διευθυντής του ΠΑΣΟΚ Σπύρος Αυγερινός με δήλωσή του ισχυρίζεται για το ένα εκατομμύριο μάρκα ότι «αποκλείεται να έχει μπει στο ΠΑΣΟΚ τέτοιο ποσό συγκεντρωτικά και μάλιστα να προέρχεται από εταιρεία, επιταγή ή τραπεζικό λογαριασμό» και προσθέτει «όλες οι συναλλαγές του ΠΑΣΟΚ πραγματοποιούνταν με κουπόνια, δηλαδή με μετρητά» για να καταλήξει ότι «αποκλείεται να έχει μπει έστω και μία δραχμή στο ΠΑΣΟΚ και να μην το γνώριζα». Μια προσεκτική ανάγνωση της δήλωσης του Σπύρου Αυγερινού δείχνει ότι αδυνατεί να διαψεύσει τα λεγόμενα Τσουκάτου που δεν αναφέρονται στην ακριβή διαδρομή των χρημάτων αλλά κυρίως στην πηγή τους, τη Siemens και το Χριστοφοράκο. Την ίδια αδυναμία διάψευσης επιδεικνύει και στη δική του δήλωση εκείνη τη μέρα ο τότε (1999) γραμματέας Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ Σταύρος Σουμάκης, ο οποίος προσπαθεί να αποποιηθεί οποιαδήποτε προσωπική ανάμιξη στο θέμα και λέει χαρακτηριστικά: «Διαψεύδω με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την οποιαδήποτε προσωπική μου εμπλοκή σε οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες ή εικαζόμενες συναλλαγές πολιτικού χρήματος που συνοδεύουν τη δύσοσμη αυτή υπόθεση. (…) ουδέποτε αντιλήφθηκα ούτε να εισπράττονται, ούτε να εγγράφονται στους λογαριασμούς μου οποιαδήποτε ποσά θα μπορούσαν να προέλθουν από την εν λόγω εταιρεία ή συναλλασσόμενους με αυτήν»…
«Ακόμα και τότε δεν το παραδέχεσαι…»![18]
Όπως προέκυψε αργότερα απ’ τις καταθέσεις τους στον εισαγγελέα, οι δύο ταμίες του ΠΑΣΟΚ, Σπύρος Αυγερινόςκαι Δήμητρα Παπαχρήστου είχαν συναντηθεί με το Θόδωρο Τσουκάτο στο γραφείο του στην Πανεπιστημίου, λίγο πριν ο «στρατηγός» προβεί στην ομολογία βόμβα. Στην πραγματικότητα ο Θόδωρος Τσουκάτος ανέλαβε την ευθύνη του ενός εκατομμυρίου μάρκων γιατί ο επιχειρηματίας Ιωάννης Πιταούλης, ένας απ’ την ανθρώπινη αλυσίδα που σχηματιζόταν για το σβήσιμο των ιχνών του μαύρου πολιτικού χρήματος, μόλις «είχε σπάσει» στην κατάθεσή του και είχε πει ότι χρησιμοποιήθηκε ο λογαριασμός του στην τράπεζα ABN AMRO στο Ρότερνταμ για τη μεταφορά ενός εκατομμυρίου μάρκων στην Ελλάδα το 1998. Τα χρήματα αυτά έρχονταν εδώ για λογαριασμό τουεπιχειρηματία Στέλιου Βίου, ο οποίος επίσης ανήκε στο κύκλωμα διοχέτευσης των μιζών προς τα ταμεία του ΠΑΣΟΚ. Ο Στέλιος Βίος ήταν και συγγενής του Μιχάλη Βόγια. Ο τελευταίος αποτελούσε, επίσης, ενδιάμεσο κρίκο στην σύστημα διοχέτευσης του μαύρου πολιτικού χρήματος στην Ελλάδα. Μάλιστα ο Μιχάλης Βόγιας[19] φαίνεται ότι παίρνει μέσα στο 1998 3,3 εκατομμύρια μάρκα που προορίζονταν για το ΠΑΣΟΚ[20].
Εκείνη την Πέμπτη το πρωί στις 19 Ιουνίου 2008 (η δήλωση Τσουκάτου έγινε αργά το μεσημέρι) η Καθημερινήκυκλοφορούσε με ρεπορτάζ υπό τον τίτλο: «Εμπλέκεται με Siemens και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, δεν κατείχε κυβερνητική θέση-φέρεται αποδέκτης 1 εκατομμυρίου μάρκων…». Έτσι ο Θόδωρος Τσουκάτος έσπευσε, αφού προηγουμένως ήρθε σε συνεννόηση με τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη και τον άλλοτε ισχυρό άνδρα της Siemens Hellas Μιχάλη Χριστοφοράκο, να αναλάβει την ευθύνη για το ένα μόλις εκατομμύριο. Στην πραγματικότητα το μαύρο χρήμα που διακινήθηκε απ’ τη Siemens μέσω των επιχειρηματιών Ιωάννη Πιταούλη και Μιχάλη Βόγια ωςμαύρο χρήμα για το ΠΑΣΟΚ το 1998 ήταν 4,3 εκατομμύρια μάρκα.
«Το σύστημα λειτούργησε»[21]
Η δήλωση Τσουκάτου στις 19 Ιουνίου του 2008, βάζει σε νέα φάση την υπόθεση Siemens στην Ελλάδα. Έχει προηγηθεί, στις 26 Μαΐου, η έναρξη της δίκης του διαχειριστή των μαύρων ταμείων της μητρικής εταιρείαςΡάινχαρντ Σίκατσεκ στο Μόναχο.[22] Την επόμενη μέρα 27 Μαΐου προσέρχεται στην Ευελπίδων η δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας Αριστέα Μπουγάτσου. Στην κατάθεσή της[23] δεν δίνει ονόματα πολιτικών στον εισαγγελέα. Ωστόσο η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης[24] και ο Άκης Τσοχατζόπουλος, όλοι τους ως αποδέκτες δώρων, οικοσκευών ή διευκολύνσεων στον εξοπλισμό των πολιτικών τους γραφείων, θα φιγουράρουν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και στα δελτία των τηλεοράσεων και των ραδιοφώνων εκείνες τις μέρες. Γεγονός που τροφοδοτείται και απ’ την έφοδο των εισαγγελικών αρχών στα γραφεία της Siemens Hellas στο Μαρούσι 2 μέρες μετά.
Οι σκιές πάνω απ’ το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ αρχίζουν να πέφτουν βαριές. Στις 18 Ιουνίου (την προηγούμενη της ομολογίας Τσουκάτου) Καθημερινή και Ελευθεροτυπία έχουν δημοσιεύσει ρεπορτάζ[25] που φωτογραφίζει τον Τάσο Μαντέλη ως αποδέκτη μίζας 10 εκατομμυρίων μάρκων για τις συμβάσεις του ΟΤΕ με τη Siemens. Λίγα 24ωρα μετά αρχίζει ένα ιδιότυπο bras de fer, ανάμεσα σε διάφορα κέντρα και στην κυβέρνηση της ΝΔ, για να εμπλακεί και γαλάζιο στέλεχος στην υπόθεση[26].
(φωτό από εφημερίδα «Το Ποντίκι»)
Έτσι έρχονται στα τέλη Ιουνίου του 2008δημοσιεύματα της Ελευθεροτυπίας με στοιχεία για ιδιωτικό – οικογενειακό ταξίδι του Μιχάλη Λιάπη[27]στη Γερμανία το 2005 προκειμένου να παρακολουθήσει το Κύπελλο Συνομοσπονδιών Ποδοσφαίρου με έξοδα του Μιχάλη Χριστοφοράκου. Τα δημοσιεύματα δεν περιέχουν κάτι επιλήψιμο νομικά και δεν εμπλέκουν στο σκάνδαλο με τα μαύρα ταμεία της Siemens τον τότε υπουργό. Ωστόσο οι συνειρμοί που δημιουργούν, προκαλούν σάλο, καθώς πρόκειται για μια εταιρεία που πληρώνει ιδιωτικά ταξίδια του εξάδελφου του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, ο οποίος μάλιστα προΐσταται σε ένα υπουργείο που έχει συμβάσεις με τη συγκεκριμένη εταιρεία. Το γαϊτανάκι ανάμεσα στον Τύπο και την κυβέρνηση, που παρέχει πλήρη κάλυψη στον υπουργό της συνεχίζεται.Τέσσερις μέρες μετά το δημοσίευμα ο Μιχάλης Λιάπης, σπάει τη σιωπή του και παίρνει θέση. Απαντάει σε οργίλο ύφος πως «το ταξίδι το πλήρωσα εγώ» και απειλεί την εφημερίδα με αγωγές[28].
Αυτού του είδους η «πολιτικοποίηση»[29] της εν εξελίξει έρευνας βόλευε εμπλεκόμενους στην υπόθεση παράγοντες. Η απειλή κατάρρευσης του πολιτικού συστήματος εξαιτίας της «εμπλοκής» στελεχών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που βρίσκονταν στην αυλή πρώην και νυν πρωθυπουργών, έκανε τους διωκόμενους απ’ τη δικαιοσύνη – ανώτερους κρατικούς υπαλλήλους, αλλά και τα στελέχη της Siemens – όπως ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, να προσδοκούν «να γίνει δυνατή και πάλι μια απόπειρα ελέγχου της διαδικασίας από πολιτικά και οικονομικά κέντρα που κατά καιρούς είχαν υποσχεθεί να «μεσολαβήσουν» υπέρ του διευθύνοντος συμβούλου της Siemens»[30]. Σε απλά ελληνικά όσοι απ’ τα μη πολιτικά πρόσωπα είχαν βρεθεί στο στόχαστρο της δικαιοσύνης επειδή γνώριζαν τα άπλυτα των δύο κομμάτων εξουσίας και τη διαπλοκή τους με τη Siemens, με αυτό τον τρόπο τους έστελναν το μήνυμα ότι «τους έχουν στο χέρι». Ο στόχος ήταν απλός. Θα αντάλλασαν τη σιωπή τους για πρώην υπουργούς και κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ με ανώδυνες για τους ίδιους ποινές, στο βαθμό που δεν μπορούσαν να τις αποφύγουν τελείως. Πράγματι, η δικαιοσύνη – ηγετικοί κύκλοι της οποίας μέχρι και την παραμονή της δήλωσης Τσουκάτου διέψευδαν οποιαδήποτε εμπλοκή πολιτικών προσώπων στο σκάνδαλο με τα μαύρα ταμεία της Siemens – πήρε το μήνυμα και έκλεισε την προκαταρκτική εξέταση. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών Παναγιώτης Αθανασίου αφού πρόλαβε να εξετάσει περίπου 40 υπόπτους και να πάρει αντίγραφα της γερμανικής δικογραφίας,[31] χαρακτήρισε την προκαταρκτική έρευνα «περαιωμένη» και την έκλεισε στις 30 Ιουνίου 2008. Στις 2 Ιουλίου 2008 παρέδωσε την υπόθεση στον 4ο ειδικό ανακριτή Νίκο Ζαγοριανό. Στο μεταξύ με το κλείσιμο της προκαταρκτικής εξέτασης ο εισαγγελέας Αθανασίου άσκησε ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος κατά παντός υπευθύνου για τα αδικήματα της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας σε βάρος του δημοσίου και του ΟΤΕ, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα (ξέπλυμα μαύρου χρήματος), της ηθικής αυτουργίας και της άμεσης συνέργιας στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Συνεχίζεται…
[1] http://www.inprecor.gr/index.php/archives/36866 «Siemens: Κέρδος και Ηθική για μια… ανθρώπινη οικονομία»
[2] Τάσος Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» ΣΚΑΪ βιβλίο
[3] Ο Πρόδρομος Μαυρίδης εργάστηκε στη Siemens απ’ το 1988 και το Μάρτιο του 1998 έγινε διευθυντής τηλεπικοινωνιών της θυγατρικής στην Ελλάδα, με μηνιαίο μεικτό μισθό, περί τα 2 εκατομμύρια δραχμές.
[4] Η 7μηνη απόσταση μεταξύ της αποχώρησης του Μαυρίδη απ’ τη Siemens και της αγωγής εναντίον του απ’ την εταιρεία οφείλεται στη, σύμφωνα με τις αναφορές του Τάσου Τέλλογλου στο βιβλίο του, διαφωνία του Μιχάλη Χριστοφοράκου, του τότε διευθύνοντος συμβούλου της Siemens Hellas για την ενέργεια αυτή της μητρικής εταιρείας. Ο Μιχάλης Χριστοφοράκος φέρεται να διαφωνεί έντονα με την υποβολή αγωγής από τη Siemens AG σε βάρος του Πρόδρομου Μαυρίδη στα ελληνικά δικαστήρια. Επίσης στοhttp://www.inprecor.gr/index.php/archives/36866 δες το άρθρο «Siemens: Κέρδος και Ηθική για μια… ανθρώπινη οικονομία», για τη στάση της μητρικής εταιρείας απέναντι στα πρώην στελέχη της.
[5] Δες στο http://www.inprecor.gr/index.php/archives/36866 το άρθρο «Siemens: Κέρδος και Ηθική για μια… ανθρώπινη οικονομία» και πιο συγκεκριμένα το Δίκτυο του μαύρου χρήματος. Ουσιαστικά αυτή η μορφή του δικτύου φαίνεται πως διαμορφώθηκε σταδιακά μετά το 1999 ως και το 2001. Βασίστηκε βέβαια στην προηγούμενη «πείρα» και εν γένει στο προηγούμενο «μηχανισμό» της εταιρείας που ήταν περισσότερο «απλοϊκός» και «παραδοσιακός».
[6] Στο «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» του Τάσου Τέλλογλου ΣΚΑΪ βιβλίο. Σύμφωνα με το βιβλίο το σημείωμα αυτό το συνέταξε ο Σίκατσεκ όταν σκεφτόταν να «αυτομηνυθεί» για τα μαύρα ταμεία.
[7] Τάσος Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» και δες επίσης, Πόρισμα Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για την υπόθεση Siemens.
[8] Δες http://www.inprecor.gr/index.php/archives/36866 το πρώτο άρθρο, «Siemens: Κέρδος και Ηθική για μια… ανθρώπινη οικονομία».
[9] Δες Τάσου Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» ΣΚΑΪ βιβλίο.
[10] Δες πόρισμα Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για την υπόθεση Siemens
[11] Το 2007 συμβαίνει ένα γεγονός που κανείς τότε αλλά και αργότερα δεν το συνδέει με την εν εξελίξει υπόθεση της Siemens. Στις 9 Φεβρουαρίου το βράδυ δολοφονείται ο διοικητής του ΙΚΑ Γιάννης Βαρθολομαίος απ’ το σύζυγο της ερωμένης του. Κανενός το μυαλό δεν πάει στο γεγονός ότι ο μακαρίτης ήταν απ’ τους ανθρώπους που διαχειρίζονταν τα οικονομικά της ΝΔ. Μάλιστα οι κακές γλώσσες στην πιάτσα λένε ότι δύο άνθρωποι γνωρίζουν τα κομματικά ταμεία καλύτερα απ’ τις τσέπες τους. Ο Γιάννης Βαρθολομαίος της ΝΔ και ο Πέτρος Λάμπρου του ΠΑΣΟΚ. Η απώλεια του Γιάννη Βαρθολομαίου θα φανεί αργότερα στην ιστορία με τα μαύρα ταμεία της Siemens, όταν θα τον εμπλέξει μαζί με τον τότε «συνάδελφό» του στο ΠΑΣΟΚ Κώστα Γείτονα, ο Μιχάλης Χριστοφοράκος και το βούλευμα της εισαγγελίας του Μονάχου.
[12] Εφημερίδα «Το ΒΗΜΑ», Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2007, «Νέες καταγγελίες για μίζες της Siemens.Δημοσίευμα γερμανικής εφημερίδας για δωροδοκίες υπαλλήλων του ΟΤΕ, αλλά και πολιτικών την περίοδο 2000-2006», Βερολίνο ανταπόκριση Ι. Γαλιάνος.
[13] Δες Τάσου Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» ΣΚΑΪ βιβλίο.
[14] Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 21 Φεβρουαρίου 2008 «Στα τέλη του 2006 ήρθε το πρώτο αίτημα δικαστικής συνδρομής από την Ελλάδα. Πριν ένα χρόνο θέσαμε στη διάθεση των Ελλήνων όσα γνωρίζαμε. Τώρα, τι συνέβη κατά τη διάρκεια του 2007, ή τι δε συνέβη και γιατί δε συνέβη, δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω. Ξέρω μόνο ότι τώρα οι ελληνικές αρχές μας ρώτησαν αν έχουν προκύψει επιπρόσθετα στοιχεία από τις έρευνές μας κατά τη διάρκεια του 2007 τα οποία μπορούμε να θέσουμε στη διάθεσή τους» θα πει ο γερμανός εισαγγελέας του Μονάχου.
[15] Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 21 Φεβρουαρίου 2008, «Ο Χριστοφοράκος με πληροφόρησε πως δωροδόκησε Έλληνες αξιωματούχους προκειμένου η εταιρεία να κερδίσει το χρυσό συμβόλαιο της “ολυμπιακής ασφάλειας”, ενώ χρειάστηκε να λαδώσει και τα ταμεία των πολιτικών κομμάτων, τα οποία προετοιμάζονταν για τις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004», λέει με τη σειρά του ο Μίκαελ Κουτσενρόιτερ.
[16] Δες πόρισμα εξεταστικής επιτροπής Βουλής για την υπόθεση Siemens.
[17] Το σύνθημα αυτό φώναζαν οι αντιπρόσωποι, οι υποστηρικτές του Κώστα Σημίτη, κυρίως απ’ τη νεολαία ΠΑΣΟΚ στο 4ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1996, όπου ο πρώην πρωθυπουργός επικράτησε του βασικού του αντιπάλου για την προεδρία, του Άκη Τσοχατζόπουλου. Σημείο που έκρινε την εκλογή ήταν και η στάση του Γιώργου Παπανδρέου που δήλωσε απ’ το βήμα του συνεδρίου ότι στηρίζει τον Κώστα Σημίτη.
[18] Φράση εκπροσώπου του «πολύ παλαιού ΠΑΣΟΚ» σε συνομιλία του με τον Τάσο Τέλλογλου αμέσως μετά την ομολογία Τσουκάτου: «Σ’ αυτές τις υποθέσεις είναι όπως όταν σε πιάνει η σύζυγός σου με κάποιαν άλλη. Ακόμα και τότε δεν το παραδέχεσαι…». Στο «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens», Τάσος Τέλλογλου, ΣΚΑΪ βιβλίο.
[19] Και οι τρεις «επιχειρηματίες» κατάγονται απ’ τη Χίο. Τρεις μέρες μετά τη δήλωση βόμβα Τσουκάτου, στις 22 Ιουνίου 2008, το Βήμα σε ρεπορτάζ του Βασίλη Λαμπρόπουλου με τίτλο «Οι μεσάζοντες της Χίου και το μαύρο χρήμα, ποια στοιχεία έχουν κατατεθεί στον ανακριτή για τα παρένθετα πρόσωπα, τις εταιρείες και τις διασυνδέσεις τους» αναφέρει στον πρόλογο: «Στην υπόθεση “μπερδεύονται” η ολοκλήρωση του πυραυλικού συστήματος “Patriots”, η παραγωγή “έξυπνων βομβών” και η ανακατασκευή πριν από μερικά χρόνια της ελληνικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον». Στο τέλος του ρεπορτάζ φιλοξενείται δήλωση του Στ. Γκαρίπη, δικηγόρου του Μιχάλη Βόγια στην οποία διευκρινίζει ότι «Την περίοδο 1998-1999 ο κ. Βόγιας εργαζόταν σε αμερικανική εταιρεία με έδρα τη Νέα Υόρκη, η οποία παρήγαγε συστήματα υψηλής τεχνολογίας – και προσθέτει – Τα χρήματαπου κατατέθηκαν στο λογαριασμό του κ. Βόγια στην Ελβετία αφορούσαν αμοιβή του για τη συμμετοχή του στηνκατασκευή σε συνεργασία με την εταιρεία Siemens Τηλεβιομηχανική στη Θεσσαλονίκη πλακετών ηλεκτρονικής πλοήγησης των πυραύλων Patriots, που αγόρασε το ελληνικό Δημόσιο, με απόφαση του ΚΥΣΕΑ, τον Φεβρουάριο του 1999. Ο πελάτης μου ήξερε ότι η αμοιβή του θα κατατίθετο στον λογαριασμό του στην ελβετική τράπεζα, αλλά δεν ήξερε τίποτα για τα μαύρα ταμεία της Siemens». Και το ρεπορτάζ κλείνει με έναν… θάνατο στη Νέα Υόρκη! Λέει συγκεκριμένα: «Αλλά και αυτή η υπόθεση λαμβάνει διαστάσεις θρίλερ, αυτή τη φορά εξαιτίας ενός θανάτου. Ιδιοκτήτης της εταιρείας της Νέας Υόρκης, στην οποία εργαζόταν ο κ. Βόγιας, ήταν ο ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας Χάρης Γκάλης, ο οποίος ήταν στενός συγγενής του. Όπως φέρεται να κατέθεσε ο κ. Βόγιας, ο Γκάλης βρέθηκε νεκρός υπό άγνωστες συνθήκες στο γραφείο του, ενώ ήταν σε εξέλιξη η συνεργασία του με τη Siemens για την κατασκευή των πυραύλων Patriots. Ο κ. Βόγιας επιμένει ότι δεν έχει καμία σχέση με πολιτικά πρόσωπα. Τα χρήματα που πήρε από τον λογαριασμό στην Ελβετία, τα διέθεσε για την αγορά ακινήτων…». Δες αναλυτικά στο http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=189566&ct=86&dt=22/06/2008
[20] Στο «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens», Τάσος Τέλλογλου, ΣΚΑΪ βιβλίο. Την περίοδο της ισχύος της προγραμματικής συμφωνία 8002 σύμφωνα με τη Debevoise είχαν διακινηθεί προς το Μιχάλη Χριστοφοράκο για πολιτικές πληρωμές 14.161.774 μάρκα. Αυτά κατανέμονταν ως εξής: 6,3 εκ στην Placid Blue, 1,75 εκ στην Fairways, 2 εκ στην Sandbury Investments -μυστηριώδης εταιρεία του Μονακό- και περίπου 4,2 εκ μάρκα σε διάφορους λογαριασμούς ιδιωτών.
[21] Η φράση αυτή ειπώθηκε από συνήγορο κεντρικού προσώπου της υπόθεσης μετά το κλείσιμο της προκαταρκτικής εξέτασης και την παραγγελία κύριας ανάκρισης. Δες «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» του Τάσου Τέλλογλου ΣΚΑΪ βιβλίο.
[22] Στην αρχική του κατάθεση μιλάει για πολιτικές πληρωμές στα 2 κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα.
[23] Η Αριστέα Μπουγάτσου καταθέτει στον εισαγγελέα ότι η ιδιαιτέρα γραμματέας του Χριστοφοράκου, Αικατερίνη Τσακάλου και ο Κυριάκος Μικές, διευθυντής του λογιστηρίου της εταιρείας έχουν μπει σε πρόγραμμα αμνηστίας της εταιρείας και έχουν προβεί σε αποκαλύψεις στους εσωτερικούς ελεγκτές της Siemens. Αμέσως καλείται για κατάθεση η Αναστασία Τσακάλου και στη συνέχεια και ο Κυριάκος Μικές και κάπως έτσι μπαίνουν στο κάδρο της υπόθεσης ο Άκης Τσοχατζόπουλος και η κόρη του για παροχές σε είδος, όπως οικοσκευές, η Ντόρα Μπακογιάννη αλλά και ο αδερφός της Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος έχει προμηθευτεί τον εξοπλισμό των δύο εκλογικών του κέντρων. Στην υπόθεση εμπλέκεται και η πρώην σύζυγος του βουλευτή της ΝΔ, ενώ η Υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη αποπέμπει στενό της συνεργάτη, με την αιτιολογία ότι δεν είχε εξοφλήσει τα τιμολόγια για την αγορά εξοπλισμού του πολιτικού της γραφείου από τη Siemens.
[24] Στις 5 Ιουνίου ο Τάσος Τέλλογλου τιτλοφορεί ρεπορτάζ στην Καθημερινή για την προμήθεια του τεχνολογικού εξοπλισμού του γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη με τίτλο «Σημάδια διαπλοκής με τη Siemens». Αυτό το δημοσίευμα είναι και η αφορμή για να πάει στην Ευελπίδων να καταθέσει στις 18 Ιουνίου ο ίδιος ο δημοσιογράφος.
[25] Δες Τάσου Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens», ΣΚΑΪ βιβλίο. Αναφέρει ότι το θέμα το διέρρευσε στον ίδιο στα μέσα Ιουνίου κεντρικό πρόσωπο της διαπραγμάτευσης της σύμβασης του ΟΤΕ για τα ψηφιακά. Το θέμα επίσης το είχε η Αριστέα Μπουγάτσου και ύστερα από συνεννόηση των δύο δημοσιογράφων το δημοσίευσαν στις 18 Ιουνίου του 2008.
[26] Το ΠΑΣΟΚ λίγους μήνες πριν, το Νοέμβριο του 2007 μετά την οριακή επικράτηση του Γιώργου Παπανδρέου έναντι του Ευάγγελου Βενιζέλου στην προεδρία του κόμματος έχει βγει τραυματισμένο και τα σενάρια διάσπασής του δεν έχουν ξεπεραστεί. Οι αποδείξεις εμπλοκής του ΠΑΣΟΚ στο σκάνδαλο Siemens με την ομολογία Τσουκάτου, την οποία η ΝΔ έχει κάνει σημαία αν και στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος υπάρχει σκεπτικισμός γι’ αυτή την τακτική, ενισχύουν αυτό το βαρύ κλίμα κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εκείνη την περίοδο μάλιστα οι υποστηρικτές του Γιώργου Παπανδρέου αξιοποιούν το γεγονός ότι φαινομενικά το «εκσυγχρονιστικό» μπλοκ του ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε – με ελάχιστες εξαιρέσεις – με τον Ευάγγελο Βενιζέλο για να πλήξουν τον εσωκομματικό τους αντίπαλο ότι στηρίζεται από διεφθαρμένα στελέχη. Είναι η περίοδος κατά την οποία η Βάσω Παπανδρέου λέει πως ξέρει «συντρόφους που πλούτισαν τα τελευταία χρόνια» και ανταπαντούσε ο Κώστας Σκανδαλίδης: «Ε και; Και εγώ ξέρω συντρόφους που πλούτισαν απ’ τη δεκαετία του ’80»! Η περίοδος εκείνη είχε δημιουργήσει μια διάχυτη αίσθηση σε πολλούς ότι οι διεργασίες είχαν στόχο την αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού συνολικά με καταλύτη τη Siemens και γενικότερα τις υποθέσεις διαφθοράς.
[27] Αρχικά τον φωτογραφίζουν, στη συνέχεια τον κατονομάζουν. Το ρεπορτάζ στηρίζεται στην κατάθεση της ιδιαιτέρας γραμματέως του Μιχάλη Χριστοφοράκου στον εισαγγελέα. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου και τις πληροφορίες του πολιτικού ρεπορτάζ που επιβεβαίωσε και ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Θόδωρος Ρουσόπουλος, ο τέως πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε επικοινωνήσει με τέσσερις υπουργούς προκειμένου να διαπιστώσει ποιος και αν σχετίζεται με το ταξίδι στη Γερμανία το 2005. Δεςhttp://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11378&subid=2&pubid=1246418
[28] Στην οργισμένη δήλωσή του ο κ. Μ. Λιάπης απορρίπτει κατηγορηματικά το ότι το ταξίδι του στη Γερμανία το πλήρωσε η Siemens και επισημαίνει ότι η επίθεση που δέχεται ο ίδιος έχει ως στόχο την κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό της αντίδρασης του υπουργού Πολιτισμού είναι πως ξεκινά με τη φράση «ως εδώ και μη παρέκει» και συνεχίζει: «Για μέρες διασύρεται το όνομά μου με ανυπόστατες φήμες. Φήμες που ενώ κάθε μέρα αυτοδιαψεύδονται, παρ όλα αυτά συνεχίζονται. Λάσπη κατά κύματα». «Ο στόχος», προσθέτει, «είναι προφανής:Πλήττοντας εμένα προσωπικά, θέλουν να πλήξουν την κυβέρνηση, για να αντισταθμίσουν τα αποδεδειγμένα πια ανομήματα των πολιτικών μας αντιπάλων». Σε ότι αφορά στην ουσία, ο κ. Λιάπης τονίζει: «Το ταξίδι μου στη Γερμανία, για τους αγώνες της Εθνικής μας ομάδας, ήταν ιδιωτικό, ταξίδεψα μόνο με τον γιο μου, το οργάνωσα και το πλήρωσα ο ίδιος. Και για να εμπεδωθεί από τους λασπολόγους μου καλύτερα: ΟΛΑ τα ιδιωτικά μου ταξίδια τα πληρώνω πάντα με δικά μου χρήματα. Και κρατάω και τα σχετικά παραστατικά». Και καταλήγει, «Την πολιτική τρομοκρατία δεν θα την ανεχθώ. Γι αυτό και θα δώσουν λόγο στη Δικαιοσύνη. Διότι δεν θα αλλάξουμε την έννομη τάξη στην Ελλάδα, όπου ο δεχόμενος τη λάσπη είναι υποχρεωμένος και να αποδεικνύει, συνεχώς και καθημερινά, την πασιφανή αλήθεια».
[29] Στο βιβλίο του «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» ο Τάσος Τέλλογλου αναφέρει για το διάστημα μετά την πρώτα δημοσιεύματα και τις τηλεοπτικές αναφορές στα τέλη Ιανουαρίου ότι «έπρεπε να κρατήσουμε το θέμα επί πολλούς μήνες στην ατζέντα, δημιουργώντας ένα «κλίμα πολιορκίας» του πολιτικού προσωπικού, που να μη δίνει άλλη διέξοδο στο πολιτικό σύστημα από την ανοχή της συνέχειας της δικαστικής έρευνας».
[30] Τάσος Τέλλογλου «Το Δίκτυο Φάκελος Siemens» ΣΚΑΪ βιβλίο. Μάλιστα ο Μιχάλης Χριστοφοράκος απ’ τα τέλη Μαΐου του 2008 έχει συστήσει στους Αλέξανδρο Λέτσα και Γιώργο Καλδή που βρίσκονται κάτω απ’ αυτόν που έχει το γενικό πρόσταγμα στην αλυσίδα διακίνησης του μαύρου χρήματος, να μη βιαστούν να δώσουν ονόματα πολιτικών.
[31] Το ταξίδι στο Μόναχο έγινε στις 26 Φεβρουαρίου του 2008, εφτά μήνες δηλαδή μετά το καλοκαίρι του 2007 όπως προγραμματιζόταν αρχικά. Στο μεταξύ είχαν μεσολαβήσει και οι εκλογές του Σεπτεμβρίου στις οποίες ο Κώστας Καραμανλής και η ΝΔ ανανέωσαν τη λαϊκή εντολή μετά από ένα, στην κυριολεξία, «πύρινο» καλοκαίρι. Εκείνη την περίοδο η χώρα μέτρησε 6000 πυρκαγιές, 2,5 εκατομμύρια στρέμματα αγροτικών και δασικών εκτάσεων καμένα και θρήνησε 73 νεκρούς απ’ την πύρινη λαίλαπα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.