Δεν θεωρεί την επιστροφή στη δραχμή «ταμπού», είπε ο Σόιμπλε, αλλά τη θεωρεί λάθος - και δυνάμει πρόβλημα για το ευρώ. Θα σταθώ στη φράση του ως αφορμή επισήμανσης ενός (ακόμη) κενού στον ελληνικό δημόσιο λόγο – και δη σε εκείνον των υποτιθέμενων διανοουμένων. Η δανειακή κρίση του ελληνικού κράτους, σε όποιες αιτίες και αν οφείλεται (γιατί το πιθανότερο είναι ότι οφείλεται σε πολλές: στην αφερεγγυότητά μας, στην κερδοσκοπία, στην έλλειψη πολιτικής ηγεσίας με ευρύ ορίζοντα στην Ευρώπη, στους άτεχνους χειρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης – αν και δεν διόγκωσε αυτή, αλλά η προηγούμενη το δημόσιο χρέος), έφερε στην επικαιρότητα μία σειρά από κρίσιμα ερωτήματα.
Απαριθμώ ενδεικτικά. Ποια είναι τα ελλείμματα του ευρώ και πώς επηρεάζουν (και) την Ελλάδα; Μήπως το νόμισμα λειτουργεί στα μέτρα της Γερμανίας και η τελευταία, αδύναμη και κολοβή σε ηγέτες, ακολουθεί μία πολιτική που περιορίζει την ίδια σε λιτότητα και την υπόλοιπη ευρωζώνη σε φτώχεια; Υπάρχει άλλη λύση μπροστά στη μετατόπιση της διεθνούς ισχύος προς την Ασία; Τι έπρεπε να κάνει η Ελλάδα; Να απειλήσει ότι θα διαλύσει το ευρώ και την Ε.Ε. μέσα από την κρίση της, μήπως πετύχει έτσι ένα μνημόνιο με καλύτερους, ίσον επιτεύξιμους, όρους; Θα μπορούσαν, ως πολιτικοί, να παίξουν τέτοιο παιχνίδι οι Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου ή το κοστούμι τους πέφτει δύο νούμερα μεγαλύτερο; Θα έπρεπε, ίσως, αν δεν γινόταν δεκτό ένα τέτοιο αίτημα, να κηρύξουμε στάση πληρωμών; Θα γινόταν κάτι τέτοιο χωρίς έξοδο από το ευρώ; Μήπως, ένα βήμα παραπέρα, έπρεπε – και πρέπει- να βγούμε από το ευρώ; Και ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις αν το κάναμε; Εντάξει, δεν περιμένουμε από τους «ειδικούς» να προβλέψουν το μέλλον, να προδιαγράψουν με ακρίβεια χιλιοστομέτρου τις επιπτώσεις, αλλά πάντως θα περιμέναμε να μας πουν το κατά πιθανολόγηση αναμενόμενο.
Επί ματαίω η αναμονή. Η ελληνική διανόηση αποδείχθηκε το ίδιο φτωχή και ανεπαρκής με την πολιτική – ή μάλλον αποδείχθηκε τόσο σφιχταγκαλισμένη μαζί της, ώστε να αδυνατεί να παραγάγει ο,τιδήποτε σαφές. Ούτε με καθοδήγηση! Για να διευκρινίσω το τελευταίο, αντιλαμβανόμαστε όλοι πως η πολιτική ηγεσία –και δη η κυβέρνηση- δεν θα μπορούσε, βέβαια, να ανοίξει διάλογο περί στάσης πληρωμών, αυτά είναι σαν τις υποτιμήσεις: ανακοινώνονται, δεν προαναγγέλλονται. Την προετοιμασία μπορεί, αντιθέτως, να την κάνει η επιστημονική κοινότητα – αρκεί να είναι επιστημονική και να μην υποτάσσει τις επιλογές της στα λάβαρα της κάθε συγγενούς της κομματικής κραυγής.
Αλλά η Ελλάδα δεν έχει επιστημονική κοινότητα τέτοιας διάστασης. Έχει ή «οργανικούς» διανοούμενους (είτε με την κομματική έννοια του Γκράμσι, είτε με την ευτελή των σιτιζομένων από πανεπιστήμια και κοινοτικά προγράμματα) ή πολιτικούς οπαδούς, που, όποτε οι διαπιστώσεις τους αντιστρατεύονται το ποθούμενο συμπέρασμά τους, ανατρέπουν τις …διαπιστώσεις τους. Στην Ελλάδα το δημόσιο χρέος είναι τεράστιο ποσοστό του συνολικού (δημόσιου και ιδιωτικού); Αντί να να το παραδεχθούμε, αναφερόμαστε στον ρυθμό αύξησης του …ιδιωτικού χρέους. Τι θα γίνει με τα καύσιμα, με τον προστατευτισμό, με τη θέση του καταναλωτή, αν βγούμε από το ευρώ; Σιγή – «είναι θέμα προς μελέτη», προς το παρόν θέλουμε λογιστικό έλεγχο του χρέους όπως η κ.Σακοράφα. Τι θα γίνει με τη διαρκή αύξηση των φόρων, τη μείωση της ρευστότητας και την ανεργία, αν δεν βγούμε από το ευρώ; Ομοίως σιγή. Θα δούμε, η Άγγελος Μπέρκελ μαζί μας.
Αλλά, ας είμαστε ειλικρινείς, γιατί θα μας υπερακόντιζαν οι πολιτικοί και οι επιστήμονες; Δείτε τα σχόλια στα μπλογκς: κραυγές άναρθρες, έτοιμες στα χείλη οι καταγγελίες για διαφθορά εναντίον όποιου η γνώμη μας απαρέσκει, προχειρολογία και αμορφωσιά, δρακόντεια λογική όποτε θίγεται το εύλογο συμφέρον του άλλου, μένος όποτε απομειώνεται το ιδιοτελές δικό μας. Ας μην αυταπατόμαστε. Δεν μπορούμε να έχουμε καλύτερους πολιτικούς και καθηγητές. Τοιούτοι έπρεπον ημίν αρχιερείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.