Στη στήριξη των Εγγλέζων υπολόγιζε, από τους Γερμανούς την έλαβε η Κύπρος του Δημήτρη Χριστόφια. Η Καγκελλάριος Μέρκελ διάλεξε τη Λευκωσία για να στείλει ένα, «γερμανικής σαφήνειας» και μεγάλης σημασίας μήνυμα, με πολλούς αποδέκτες: άμεσα προς την Άγκυρα, έμμεσα προς την Ουάσιγκτον, τον ατλαντικό άξονα, εντός και εκτός ΕΕ, που υποστηρίζει την τουρκική ένταξη, αλλά και προς τις δυνάμεις στο εσωτερικό της Γερμανίας και του δικού της κόμματος, που δεν συμμερίζονται τις επιφυλάξεις Μέρκελ και για την ένταξη και για τη «πολυεθνικότητα». Η οργίλη απάντηση του Ερντογάν στις δηλώσεις της, ότι περίπου δεν ξέρει τι λέει, ολοκλήρωσε το εγχείρημα, συσπειρώνοντας τους Γερμανούς πίσω της.
Tου Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Πέρυσι, η κυρία Μέρκελ χρησιμοποίησε την κρίση χρέους για να δείξει ποιος κάνει κουμάντο στα εσωτερικά της Ευρώπης. Με την επίσκεψη και τις σαφείς δηλώσεις της στη Λευκωσία, από όπου κάλεσε ξερά την Άγκυρα να συμμορφωθεί με τους όρους της Ένωσης, έστειλε το ίδιο μήνυμα σε ότι αφορά τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ, αλλά και τον νέο γεωπολιτικό ηγετικό ρόλο, που φιλοδοξεί να παίξει.
Δύο μέρες πριν την επίσκεψη, ο χριστιανοδημοκράτης Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της γερμανικής Βουλής είχε ζητήσει ταϊβανοποίηση της Κύπρου, επισημαίνοντας τους πονοκεφάλους που δημιουργεί το κυπριακό σε ζητήματα, όπως η συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ. Οι δηλώσεις του προκάλεσαν ανησυχία στη Λευκωσία για το μήνυμα που θα μετέφερε η Μέρκελ. Η Καγκελλάριος, όχι μόνο διέψευσε τις ανησυχίες, αλλά με τις δηλώσεις της έκανε ένα βήμα παραπάνω. Έγινε η πρώτη ξένη ηγέτης που επαίνεσε τη στάση της Λευκωσίας, αποδίδοντας, εμμέσως πλην σαφώς, ευθύνη για το ουσιαστικό αδιέξοδο στην «τουρκική πλευρά». (Xρησιμοποιώντας μάλιστα τον όρο τουρκική και όχι τουρκοκυπριακή).
Η Μέρκελ δεν επανέφερε τις απόψεις της για μη ένταξη της Τουρκίας, δεν είχε άλλωστε λόγο να το πράξει. Περιορίστηκε, πολύ αποτελεσματικότερα, στην υπενθύμιση των ρητών υποχρεώσεων που αγνοεί η Άγκυρα και, εμμέσως πλην σαφώς, της ευθύνης της για το άλυτο κυπριακό. Δεν έκανε έτσι μόνο επίδειξη διπλωματικής «πυγμής», αλλά και «βούλωσε» το στόμα της ενδοκομματικής, ενδογερμανικής και ενδοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης προς τις θέσεις της. Όπως και όσων, πολλών στην Ευρώπη, επιμένουν διαρκώς σε κάποια διευκόλυνση της Τουρκίας.
Για τον κ. Χριστόφια, που αντιμετωπίζει το υποκινούμενο από Λονδίνο και Ουάσιγκτων «πρέσσινγκ» του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και βουλευτικές εκλογές τον Μάιο, εν μέσω θύελλας επικρίσεων για τη διαπραγματευτική του τακτική και τις θέσεις του στο κυπριακό, οι δηλώσεις Μέρκελ ήταν «μάννα εξ ουρανού».
Παίρνοντας θάρρος από την Καγκελλάριο, ενδεχομένως και με αναπτερωμένη αυτοπεποίθηση, λόγω του κυπροισραηλινού «ειδυλλίου», ο Κύπριος Πρόεδρος χρησιμοποίησε, ενώπιον της Μέρκελ, τους όρους κατοχή-εισβολή, που δεν πολυσυνήθιζε σε ανάλογες περιστάσεις. Αυξημένη αυτοπεποίθηση επιδεικνύει και ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Κυπριανού, που έθεσε θέμα αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, με συνέντευξή του σε γερμανική εφημερίδα. Στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν, ο Πρόεδρος επικαλούνταν την μη απαίτηση αναγνώρισης της Δημοκρατίας, ως δείγμα μετριοπάθειας και διαλλακτικότητας.
Γερμανική ενηλικίωση
Γερμανική ενηλικίωση
Υποχρεωμένη σε γεωπολιτική ανυπαρξία επί Ψυχρού Πολέμου, η Γερμανία έδειξε τις φιλοδοξίες της αμέσως μετά την ενοποίηση, αναγνωρίζοντας τις γιουγκοσλαβικές δημοκρατίες, με καταστροφικά αποτελέσματα. Στολίδι των Βαλκανίων, η χώρα του Τίτο ρήμαξε από τους πολέμους με τελικό αποτέλεσμα την εμπέδωση της αμερικανικής επικυριαρχίας στα Βαλκάνια. Για πολλά χρόνια, οι γερμανικές φιλοδοξίες καθηλώθηκαν και πάλι στο έδαφος, με μόνη εξαίρεση την, χωρίς συνέχεια, αντίθεση στην εισβολή του Ιράκ και το επιτυχές σχέδιο του γερμανορωσικού αγωγού Nordstream.
H επίσκεψη στην Κύπρο μοιάζει να επιβεβαιώνει την απόφαση, τουλάχιστον της Μέρκελ, να διεκδικήσει τη διεθνή θέση που πιστεύει ότι ανταποκρίνεται στην οικονομική ισχύ της χώρας της και έναν ηγετικό ρόλο ως προς τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι το κάνει στην Αν. Μεσόγειο, περιοχή που οι Ευρωπαίοι είχαν σιωπηρά αναγνωρίσει ως αμερικανοβρετανικής «ευθύνης» και ότι το κάνει με τρόπο ελάχιστα ευχάριστο σε Ουάσιγκτον-Λονδίνο. Αν διάλεξε την ΑγιαΣοφιά για να αρχίσει το τουρ της Κωνσταντινούπολης πριν μερικούς μήνες, διάλεξε τώρα την (ή την διάλεξε αυτή) «πράσινη γραμμή» που εμπνεύστηκαν οι Βρετανοί στη Λευκωσία, καρδιά του Λεβάν, πύλη της Μέσης Ανατολής, σημείο συνάντησης ή σύγκρουσης Ανατολής-Δύσης, Ευρώπης-Ασίας, Ισλάμ-Χριστιανισμού, για να στείλει το μήνυμα μιας νέας Γερμανίας. Τόκανε μερικούς μήνες μόνο μετά την επίσκεψη του Γερμανού Πάπα στο νησί που κάποτε κατέκτησε ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος.
Μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας
Δεν είναι η πρώτη φορά που δυνάμεις της μητροπολιτικής Ευρώπης «ανακαλύπτουν» το κυπριακό και δείχνουν διάθεση στήριξης της Λευκωσίας στην επιβολή εντονότερων όρων στην Άγκυρα. Η ίδια η Μέρκελ τόκανε πριν γίνει Καγκελλάριος, ο Γάλλος πρωθυπουργός Βιλπέν προσπάθησε το 2005 να αναστείλει την έναρξη συνομιλιών με την Τουρκία, όσο δεν αναγνωρίζει την Κύπρο, αργότερα Σαρκοζί, Ζισκάρ και άλλοι απευθύνθηκαν σε Λευκωσία-Αθήνα. Οι Ευρωπαίοι αντίπαλοι της ένταξης ήταν διατεθειμένοι να δώσουν μεγάλη υποστήριξη στις ελληνικές θέσεις σε κυπριακό και Αιγαίο, αναζητώντας τρόπο μετατροπής σε όχι του ναι στην τουρκική ένταξη. Η εισβολή-κατοχή της Κύπρου είναι το πιο βαρύ επιχείρημα. Κύπρος και Ελλάδα είτε φοβήθηκαν να το κάνουν, είτε εκτίμησαν ότι η συνέχιση της τουρκικής ενταξιακής πορείας, έστω και χωρίς, έως τώρα, εκπλήρωση υποχρεώσεών της ή υποχωρήσεις της, είναι προς ελληνικό όφελος. Η Άγκυρα προσέλαβε αυτή τη στάση ως προϊόν φόβου, όπως επιβεβαίωσε ο κ. Μπαγκίς τις προάλλες, απειλώντας Ελληνοκυπρίους, και εμμέσως Αθήνα, με τις «συνέπειες» διακοπής της ενταξιακής πορείας.
Η κατάσταση ενδέχεται να μεταβληθεί σημαντικά, αν αλλάξει χέρια η εξουσία σε Γερμανία και Γαλλία, κάτι όχι απίθανο. Η ευρωπαϊκή σοσιαλιστική αριστερά και οι Πράσινοι παραμένουν δεσμευμένοι στην τουρκική ένταξη, παρόλο που μια σαφής πλειοψηφία Ευρωπαίων πολιτών δεν θέλει ούτε να ακούσει για νέες εντάξεις στην ΕΕ. Ιδίως σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης και χρήσης των νέων χωρών για την αποδόμηση του δυτικοευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους. Κύπρος και Ελλάδα πάντως είναι “στριμωγμένες’ σε μια περιοχή τεράστιας στρατηγικής σημασίας, μεταξύ Σλάβων, Ευρώπης και Ανατολής, όπου παρουσιάζονται μεγάλες ευκαιρίες, αλλά είναι δύσκολη η επιβίωση χωρίς μεγάλες στρατηγικές βάθους.
Πετρέλαια και Ισραήλ
Πετρέλαια και Ισραήλ
Η ανακάλυψη από την αμερικανοεβραϊκή Νόμπλ τεραστίων κοιτασμάτων αερίου στην ισραηλινή περιοχή Λεβιάθαν και η προσδοκία αντίστοιχων στο κυπριακό οικόπεδο 12 θα έχει, επιβεβαιούμενη, τεράστια μακροχρόνια σημασία για τα μεσογειακά πολιτικο-στρατηγικά δεδομένα. Προς το παρόν όμως μάλλον «εξιτάρει» δυσανάλογα κοινή γνώμη και διάφορους αυτοσχέδιους ή υστερόβουλους «αναλυτές». Αν υπάρχουν οι ποσότητες, τίθεται θέμα μεταφοράς στην Ευρώπη που ενδιαφέρει το Βερολίνο. Προς το παρόν, δεν υπάρχει πάντως ένδειξη ότι το ζήτημα αυτό έχει ενταχθεί στον τρέχοντα γερμανικό πολιτικό σχεδιασμό.
Είναι καταρχήν προς το συμφέρον Ελλάδας-Κύπρου η εξόρυξη πόρων που διαθέτουν, όσο και η διαμεσολάβηση στη μεταφορά τους. Είναι περισσότερο προς το συμφέρον του Ισραήλ, που έχει πολύ περισσότερο ανάγκη τους Έλληνες από το αντίστροφο. Το σχέδιο υποθαλάσσιου αγωγού προς Ελλάδα θα είχε μεγάλο στρατηγικό νόημα. Προς το παρόν, η μόνη πρόταση είναι της ισραηλινής Ντέρεκ για την κατασκευή σταθμού υγροποίησης αερίου στην Κύπρο. Το Ισραήλ δεν θέλει τέτοιο σταθμό, λόγω κινδύνου αν γίνει στόχος επίθεσης. Μια τέτοια συμφωνία όμως μεταφέρει τον κίνδυνο στην Κύπρο.
Αλλά η συμμαχία με το Ισραήλ τείνει τώρα να προσλάβει στην Κύπρο χαρακτήρα περίπου νέας «εθνικής ιδέας», βασισμένης σε μεγάλες υπερβολές και αγνοούσας σοβαρούς κινδύνους. Οι ιδεολογικές καταβολές του Προέδρου συνιστούν κάποιο φρένο, ανεπαρκές όμως όπως φάνηκε με τη Γάζα. Η νέα ιδέα βασίζεται στην προσδοκία τεραστίων οικονομικών ωφελημάτων από τα κοιτάσματα και στο βαθύτατο κυπριακό «φοβικό σύνδρομο» και συνακόλουθο «έλλειμμα αυτοπεποίθησης», από το οποίο ανακουφίζει η ιδέα «συμμαχίας» με το ισχυρό και δυτικότροπο Ισραήλ. Σε ορισμένους ακραίους εθνικιστικούς κύκλους, με πολύ περιορισμένη ευτυχώς απήχηση, δημιουργείται προσδοκία καταστροφής και διαμελισμού της Τουρκίας!
Μάταια, οι πιο σώφρονες προειδοποιούν ότι το άνοιγμα προς το Ισραήλ απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή και μαεστρία. Η τωρινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή, η ηγεμονία του Ισραήλ επ’ αυτής, αν όχι και η μακροημέρευσή του σε βάθος δεκαετιών, μόνο βέβαιες δεν θεωρούνται. Για τουρκο-περσική κυριαρχία στη Μέση Ανατολή (που ενίσχυσε σημαντικά η σταδιακή ελληνική αποστασιοποίηση, επί σειρά ετών), κάνει λόγο το αμερικανικό Foreign Policy. Το σύνολο των μουσουλμανικών λαών «πίνουν νερό» τώρα στα ονόματα των Ερντογάν, Νασράλα και Αχμαντινετζάντ, ενώ η ακροδεξιά πολιτική Νετανιάχου διχάζει βαθιά τον παγκόσμιο εβραϊσμό.
Κάθε προσέγγιση με το Ισραήλ, υπογραμμίζουν Κύπριοι διπλωμάτες, σε περίοδο κρίσης και όχι ανόδου της αμερικανικής ηγεμονίας, θέτει περίπλοκα ζητήματα ασφάλειας, κινδύνων για την ακόμα θετικότατη πολιτικο-πολιτιστική εικόνα του ελληνισμού στην Ανατολή, που είναι η κατά Nye «ήπια ισχύς» του και το «στρατηγικό βάθος» του. Μια συστράτευση όλου του Ισλάμ πίσω από την Τουρκία δεν είναι κάτι που ακριβώς θα μας ωφελήσει, υπογραμμίζουν οι σκεπτικιστές, που υπενθυμίζουν το προειδοποιητικό «σήμα» της συριακής αναγνώρισης της «Μακεδονίας». Τυχόν ανατροπή της κυβέρνησης Νετανιάχου και άνοδος του Καντίμα, μπορεί να οδηγήσει σε νέα επαναπροσέγγιση με την Άγκυρα.
Χρειάζεται μεγάλη επιδεξιότητα, προσοχή, συγκεκριμένη επιλογή τομέων συνεργασίας, υποστηρίζουν βετεράνοι Κύπριοι πολιτικοί. Ιδίως όταν μια χώρα, που στήριξε την πολιτική της σε αρχές και ηθική, συνεργάζεται με κράτος διεθνώς στιγματισμένο για πρακτικές κατοχής και απαρτχάιντ. Η στάση των Κυπρίων απέναντι στους Παλαιστινίους, παγκόσμια αναγνωρισμένο σύμβολο λαού-μάρτυρα, λίγο θα επηρεάσει την τύχη των τελευταίων, θα επηρεάσει όμως βαθύτατα και μόνιμα την εικόνα της παγκόσμιας κοινής γνώμης για τους Κυπρίους.
Πλαφόν σε είδη πρώτης ανάγκης από τον Χριστόφια
Μια σημαντική πρωτοβουλία, για όλη τη χειμαζόμενη από την οικονομική και κοινωνική κρίση Ευρωπαϊκή Ένωση, πήρε η κυβέρνηση Χριστόφια, επιβάλλοντας πλαφόν στις τιμές του ψωμιού, του γάλακτος και του νερού στην Κύπρο, αφού προηγουμένως είχε εξασφαλίσει την συγκατάθεση των 26 εταίρων της, όπως επιβάλουν οι κανόνες της ΕΕ. Παρόλο που αφορά μόνο τρία προϊόντα, η απόφαση είναι επαναστατική για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ως πρώτο δείγμα προσφυγής σε στοιχειώδεις μορφές οικονομικής ρύθμισης, τελείως απαραίτητες απέναντι στην καταστροφική ασυδοσία των «απελευθερωμένων» αγορών. Η συγκατάθεση των Ευρωπαίων δημιουργεί επίσης ένα προηγούμενο που μπορούν τώρα να χρησιμοποιήσουν και άλλες χώρες της ΕΕ.
Kόσμος του Επενδυτή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.