Του Μιχαλη Mασουρακη*
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη σύσταση ενός μόνιμου μηχανισμού διάσωσης για κράτη-μέλη που δεν έχουν πρόσβαση στις αγορές δημιουργεί νέα δεδομένα. Σε πρώτη φάση, παρέχεται ρευστότητα στη βάση ενός προγράμματος λιτότητας, όπως έγινε μέχρι σήμερα στην περίπτωση της Ελλάδας. Αν, όμως, σε κάποια μεταγενέστερη στιγμή, αποφασισθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι η πορεία του χρέους είναι μη διατηρήσιμη, τότε, για να συνεχισθεί η παροχή ρευστότητας, θα μπαίνει ως όρος η αναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους υπό την ευρεία έννοια. Η Ελλάδα, εφαρμόζοντας με συνέπεια το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών αλλαγών (το Μνημόνιο), έχει την πολυτέλεια να καλύπτει τις δανειακές της ανάγκες εκτός αγορών μέχρι τα μέσα του 2013, οπότε και αρχίζει να λειτουργεί ο νέος Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
Πώς θα εξελιχθούν, όμως, τα πράγματα μέχρι τότε; Υπάρχουν, λοιπόν, τρία σενάρια: το καλό, το κακό και το άσχημο!
Στο καλό σενάριο, η δημοσιονομική προσαρμογή και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις επιταχύνονται και το Μνημόνιο εφαρμόζεται ως έχει. Από τα μέσα του χρόνου γίνεται σαφές ότι η πιθανότητα επίτευξης των στόχων του προϋπολογισμού του 2011 είναι μεγάλη. Οι εταιρείες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αρχίζουν δειλά-δειλά να θέτουν την Ελλάδα σε προοπτική αναβάθμισης. Στο τέλος του 2011, διαφαίνεται πλέον ότι η Ελλάδα οδεύει προς μία διατηρήσιμη πορεία αποκλιμάκωσης του δημόσιου χρέους. Το τραπεζικό σύστημα βλέπει να επιστρέφουν οι καταθέσεις και αρχίζει να ενισχύει με νέο χρήμα τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ενώ μειώνει και την εξάρτησή του από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κάπου στις αρχές του 2012, η Ελλάδα αποκτά πρόσβαση στις αγορές. Το Δημόσιο και οι τράπεζες έχουν πλέον μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων και η χώρα μπαίνει σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο ανοδικό κύκλο οικονομικής ανασυγκρότησης, αποκατάστασης εμπιστοσύνης και ανάκαμψης. Το 2011, κατά συνέπεια, η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι έχει γυρίσει σελίδα και η χώρα βγαίνει από την κρίση.
Στο κακό σενάριο, το Μνημόνιο εφαρμόζεται μετ’ εμποδίων. Εφαρμόζεται με καθυστερήσεις, δισταγμούς, ανατροπές και αστοχίες έγκαιρης υλοποίησης. Η δημοσιονομική προσαρμογή, όμως, εμφανίζεται έτσι ως μία πορεία εύκολα αναστρέψιμη. Οι εταιρείες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας υποβαθμίζουν περαιτέρω τα ελληνικά ομόλογα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρχίζει να προβληματίζεται. Η συνέχιση της αγοράς ελληνικών ομολόγων για λόγους σταθεροποίησης των περιθωρίων εκλαμβάνεται ως πολιτική χωρίς προοπτική (ως εάν κάποιος να ρίχνει νερό σε ένα δοχείο με τρύπες στον πάτο του). Η στήριξη των ελληνικών τραπεζών προϋποθέτει τη μείωση των χρηματοδοτικών τους ανοιγμάτων στην οικονομία. Η περαιτέρω χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών γίνεται όλο και με πιο δυσμενείς όρους. Η ύφεση επιδεινώνεται. Η δημοσιονομική προσαρμογή γίνεται ακόμη δυσκολότερη. Καταφέρνουμε κουτσά-στραβά να εξασφαλίζουμε τις δόσεις μας από την τρόικα, με τον κίνδυνο όμως ανά πάσα στιγμή να μην ικανοποιούμε τα κριτήρια παροχής ρευστότητας και να διακοπεί η εκταμίευση της χρηματοδοτικής βοήθειας. Επέρχεται κόπωση προσαρμογής. Στο σενάριο αυτό, στην καλύτερη περίπτωση, εξαντλείται η περίοδος της τριετίας του Μνημονίου χωρίς να έχουμε καταφέρει να αποκτήσουμε μόνιμη και σταθερή πρόσβαση σε δανεισμό με όρους αγοράς, καθώς η όποια πρόσβαση είναι περιστασιακή, ενώ οι αγορές κατά κανόνα παραμένουν ουσιαστικά κλειστές. Ετσι, η χώρα εισέρχεται σταδιακά σε μία νέα φάση της νεότερης ιστορίας της, καθώς ενεργοποιείται η ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους. Οι ομολογιούχοι συμμετέχουν στη διάσωση της χώρας με συντεταγμένο τρόπο και όλα ξαναρχίζουν από την αρχή, χωρίς ασυνέχειες και αναστατώσεις. Ή, μήπως, δεν είναι έτσι τα πράγματα;
Η φράση «ελεγχόμενη αναδιάρθρωση» εκφράζει περισσότερο «ευσεβείς πόθους» παρά «εύλογες προσδοκίες». Δυστυχώς, δεν υπάρχει τίποτα προβλέψιμο σε μία ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους. Πολύ πριν αποφασισθεί ότι θα γίνει αναδιαπραγμάτευση του χρέους, θα αρχίσει η διαρροή καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα και η χρηματοδότηση της οικονομίας θα στερέψει. Παράλληλα, η ύφεση θα βαθαίνει και ο πληθωρισμός θα πέφτει έως ότου η χώρα μπει σε περίοδο αντιπληθωρισμού, που ασκεί πλέον σαρωτικές επιδράσεις. Μία μείωση των τιμών αυξάνει την αξία του χρέους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, οδηγώντας σε υψηλότερη αποταμίευση σε μία προσπάθεια αποπληρωμής των χρεών και μείωσης της δανειακής επιβάρυνσης. Αυτό, όμως, φέρνει μεγαλύτερη ύφεση, μεγαλύτερο αντιπληθωρισμό κ.ο.κ. Η χώρα εισέρχεται σε μία πορεία αποσταθεροποίησης, οικονομικής και πολιτικής, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Υπάρχει, όμως, και το άσχημο σενάριο, που δεν είναι τίποτα άλλο από το κακό σενάριο στη fast track εκδοχή του. Ο προϋπολογισμός του 2011 πέφτει έξω. Οι υποσχέσεις για βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές δεν τηρούνται ή οι νομοθετικές ρυθμίσεις απροκάλυπτα δεν υλοποιούνται. Η κυβέρνηση αδυνατεί να επιβάλει το πρόγραμμα λιτότητας. Κάποια στιγμή κρίνεται ότι δεν τηρούμε τα συμφωνηθέντα και μας κόβουν τη δόση μας. Η Ελλάδα προβαίνει σε στάση πληρωμών. Μέσα σε μια γενικευμένη ανασφάλεια, το σύστημα καταρρέει ανεξέλεγκτα. Αρχίζει η περίοδος της μεγάλης φτώχειας. Για τους εταίρους μας στην Ευρώπη έχει σημάνει η ώρα των μεγάλων αποφάσεων. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Μπορείς να διασώσεις μία χώρα που δεν θέλει να διασωθεί; Διότι, όπως λέει η παροιμία, μπορείς να φέρεις το άλογο στο ποτάμι για να ξεδιψάσει, αλλά μπορείς να το κάνεις και να πιει νερό; Ολα αυτά είναι αυτονόητα. Η επανάσταση του αυτονόητου, όμως, δεν είναι αυτονόητη. Δύο ενέργειες προβάλλουν ως παντελώς αυτονόητες.
Πρώτον, την κρίση δεν πρέπει να πληρώσουν οι οικονομικά αδύναμοι. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και οι επιδοτήσεις για τη διατήρηση της απασχόλησης είναι μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση. Χρειάζεται, όμως, να επιμηκυνθεί και η περίοδος καταβολής επιδομάτων ανεργίας από 1 σε 3 χρόνια, με ρήτρες σταδιακής απεμπλοκής και ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους μακροχρόνια άνεργους ή τους πιο ηλικιωμένους. Μια κοινωνία δεν μπορεί να είναι υπερήφανη όταν οδηγεί ανθρώπους στην απαξίωση στον βωμό οποιασδήποτε προσαρμογής. Είναι ντροπή να ρωτήσει κανείς πού θα βρεθούν τα χρήματα. Ολοι γνωρίζουμε. Και αν δεν μπορούμε να βρούμε τα χρήματα, δεν μας αξίζει κανένα μέλλον.
Δεύτερον, η ανάπτυξη είναι υπόθεση των τοπικών κοινωνιών. Δεν είναι υπόθεση κεντρικού σχεδιασμού. Η εξάρτηση από το κέντρο, η πηγή όλων των δεινών μας, πρέπει να μετριασθεί. Πρέπει να πάρουμε τις τύχες στα χέρια μας. Ο κρατικός κορβανάς μας τελείωσε. Ετσι, οι περιφέρειες πρέπει να επωμισθούν την ευθύνη του χωροταξικού σχεδιασμού και της προσέλκυσης επενδύσεων, ώστε να διαμορφώσουν προοπτικές ανάπτυξης σύμφωνα με τις τοπικές ανάγκες, επιθυμίες και ιδιαιτερότητες.
Οι Ελληνες ως λαός είμαστε επινοητικοί. Η αντοχή και η προσαρμοστικότητά μας στη διάρκεια των αιώνων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αρκεί να κατανοήσει η πολιτική ηγεσία το κόστος της αδράνειας και να οδηγήσει την κοινωνία προς τα εμπρός. Το πολιτικό σύστημα δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει και να αναρωτιέται για ποιον χτυπά η καμπάνα. Η ΚΑΜΠΑΝΑ ΧΤΥΠΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Η Ελλάδα του μέλλοντός μας δεν είναι η Ελλάδα που αρνείται να μεγαλώσει ούτε η Ελλάδα που δεν τα βγάζει πέρα μόνη της. Είναι η Ελλάδα που αναλαμβάνει κινδύνους, εκμεταλλεύεται ευκαιρίες και δεν φοβάται τις προκλήσεις. Μια Ελλάδα δημιουργική, φιλόδοξη και, προ πάντων, σίγουρη για τον εαυτό της.
* Ανώτερος διευθυντής Οικονομικών Μελετών Alpha Bank
Απ' την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, το είδα εδώ: http://www.inprecor.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.