«Το 1958, με αφορμή τη μετακόμιση από το σπίτι μας της οδού Βιζυηνού, στη συνοικία Κυπριάδου, όπου η οικογένεια Πικιώνη έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της, ανακάλυψα έκπληκτη σε ένα ξύλινο μπαούλο τα ζωγραφικά έργα του πατέρα μου.
Ο ίδιος δεν θέλησε ποτέ να τα παρουσιάσει», θυμάται η κόρη του, Αγνή Πικιώνη, αρχιτέκτων και η ίδια. Εκείνη τότε ήταν ένα κορίτσι 17 ετών, το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του σημαντικού αρχιτέκτονα.
Την ίδια χρονιά, ο Δημήτρης Πικιώνης, καταξιωμένος πια δημιουργός, ομολογεί σε αυτοβιογραφικό του κείμενο ότι η ζωγραφική ήταν η πραγματική του αγάπη. Το περιοδικό «Ζυγός» τού αφιέρωσε ένα τεύχος, με αφορμή την αποχώρησή του ως δασκάλου από το Πολυτεχνείο. Στο κείμενο, που γράφει ο ίδιος, αφηγείται γλαφυρά πώς και πότε εκδηλώθηκε η κλίση του για τη ζωγραφική, πολλά χρόνια πριν αφοσιωθεί στην αρχιτεκτονική.
Από την Τετάρτη, στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, ο κόσμος του Δημήτρη Πικιώνη, του αρχιτέκτονα που ήθελε να γίνει ζωγράφος, θα ξεδιπλωθεί στα μάτια του σύγχρονου θεατή, στην πιο ολοκληρωμένη και πλήρη έκθεση που έχει γίνει ποτέ για το έργο και τη ζωή του. Την επιμελείται η Αγνή Πικιώνη με την πολύτιμη συμβολή της κόρης της, Ντόρας Πικιώνη-Ρόκου, επιμελήτριας του μουσείου.
Τώρα πια ο όγκος του έργου του Πικιώνη, που διασώζεται χάρη στην οικογένεια, δωρίστηκε στο Μουσείο Μπενάκη. Ετσι η Αγνή Πικιώνη, που αφιέρωσε μια ζωή στο να αναδειχθεί το έργο του πατέρα της και να είναι προσιτό στους μελετητές και τους φοιτητές που της χτυπούσαν την πόρτα, αισθάνεται μεγάλη ικανοποίηση και τρομερή ανακούφιση. «Είναι σε πολύ καλά χέρια πια», τονίζει.
Η έκθεση «Δημήτρης Πικιώνης 1887-1968» ξεκινά με το ζωγραφικό του έργο, χωρισμένο στις ενότητες που ο ίδιος είχε ονομάσει ως εξής: «Από τη φύση» (καταδεικνύουν την καθοριστική, θρησκευτική του σχέση με το τοπίο), «Αναμνήσεις από το Παρίσι», «Αρχαία» (από τη μελέτη των εκθεμάτων στα μουσεία), «Της φαντασίας», «Λαϊκά».
«Τα μόνα ζωγραφικά έργα που γνώριζα μέχρι τότε ήταν έξι λάδια, με κυρίαρχο χρώμα το πράσινο, βασισμένα στην τεχνική του Σεζάν. Ηταν τοποθετημένα δεξιά και αριστερά από τον μπουφέ της τραπεζαρίας του σπιτιού. Τα άλλα έργα, που υπήρχαν στους τοίχους, ήταν των φίλων και μαθητών του, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Τσαρούχη, Διαμαντόπουλου, Ξενάκη...» εξηγεί η Αγνή Πικιώνη.
Τα περισσότερα έργα του είναι σχέδια. Πολλά απ' αυτά σε πολύ μικρά χαρτάκια, τα περισσότερα ευτελή. Τα μεγαλυτέρων διαστάσεων δεν υπερβαίνουν τα 60 x 70 εκατοστά. Υπάρχουν επίσης λάδια σε χαρτόνι ή μουσαμά, καθώς και ακουαρέλες, παστέλ και κολάζ.
Ο Δημήτρης Πικιώνης ανακάλυψε την κλίση του ήδη από τα μαθητικά του χρόνια. Οταν τελείωσε το Γυμνάσιο επέλεξε να μπει στο Πολυτεχνείο. «Απέναντι, στη Σχολή Καλών Τεχνών, φοιτούσαν ο Καντζίκης, ο Μπουζιάνης και ο Ντε Κίρικο. Ο Μπουζιάνης ήταν πολύ άγριος για να τον πλησιάσω. Αντίθετα, με τον Ντε Κίρικο είχα από τότε συνδεθεί», γράφει. Το 1906 γνώρισε τον Παρθένη, ο οποίος μαζί με τον Περικλή Γιαννόπουλο έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να σπουδάσει ζωγραφική. Ετσι το 1908 έφτασε στο Μόναχο. Σύντομα θα ανακάλυπτε τον Σεζάν («η ζωγραφική, η αληθινή ζωγραφική, είπα μέσα μου, είναι αυτή») και το 1909 το Παρίσι. Εκεί μελετά και αρχιτεκτονική. «Τα χρέη που θα είχα να αντιμετωπίσω στο γυρισμό μου ήταν σκληρά [...] Δεν ντρέπομαι να πω πως δεν ήταν η Αρχιτεκτονική το πραγματικό κέντρο των κλίσεών μου...», γράφει.
Το δεύτερο μέρος της έκθεσης στο «Μπενάκη» παρουσιάζει το αρχιτεκτονικό του έργο που περιλαμβάνει: τις οικίες Μωραΐτη (1921), και Καραμάνου (1925), το Δημοτικό Σχολείο Λυκαβηττού (1932), το θερινό θέατρο Κοτοπούλη (1933), τα σχέδια για το Δελφικό Κέντρο (1934), το Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης (1933-37), την πολυκατοικία της οδού Χέυδεν (1936), το περίπτερο Ειδών Λαϊκής Τέχνης (1938), το Ξενία των Δελφών (1951-55), την οικία - εργαστήριο της γλύπτριας Φ. Μενεγάκη Ευθυμιάδου (1949), την οικία Ποταμιάνου στη Φιλοθέη (1953-55), τα σχέδια για τον οικισμό της Αιξωνής (1951-55), τη διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη και το λόφο του Φιλοπάππου (1954-57) και τον παιδικό κήπο Φιλοθέης (1961-65). Επίσης θα παρουσιάζονται οι μελέτες του για την αρχιτεκτονική της Ζαγοράς και της Καστοριάς, τμήμα της μελέτης του για τη Λαϊκή Αρχιτεκτονική της Χίου.
Αλληλογραφία και άλλα ντοκουμέντα θα καταδείξουν τον περίγυρό του, τους φίλους του αλλά και τους συγχρόνους του αρχιτέκτονες: Φώτη Κόντογλου, Δ. Διαμαντόπουλο, Αγγελο Σικελιανό, Βάλτερ Γκρόπιους, Εγγονόπουλο, Στέρη, Κωνσταντίνο Δοξιάδη, Γιάννη Τσαρούχη. Με τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα έφτιαξαν το περιοδικό «Το 3ο μάτι», τεύχη του οποίου θα βλέπει κανείς στην έκθεση. Στη σύνταξη του εν λόγω περιοδικού συνεργάστηκαν οι Στρατής Δούκας, Σπύρος Παπαλουκάς, Σωκράτης Καραντινός, Τάκης Παπατσώνης, Μιχάλης Τόμπρος, Αγγελος Θεοδωρόπουλος.
«Ηταν τόσο απλός άνθρωπος, σεμνός, χωρίς καμία έπαρση. Την εποχή που δίδασκε στο Πολυτεχνείο είχε 10 μαθητές όλους κι όλους στην τάξη. Ολοι τους σχεδόν ζούσαν στο σπίτι μας. Ετρωγαν, διάβαζαν ποιήματα, μίλαγαν... Κι εγώ ήμουν από κοντά και μάθαινα τόσα πολλά μαζί τους. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ οικογενειακή και πολύ πιο άμεση απ' ό,τι συνηθίζεται σήμερα», θυμάται με νοσταλγία η Αγνή Πικιώνη.
Ως αρχιτέκτονας ο Δημήτρης Πικιώνης δεν εκτιμήθηκε όσο άξιζε στη χώρα του. Δεν αποτιμήθηκε ποτέ ουσιαστικά το έργο του και η επιρροή του. Ισως η έκθεση βοηθήσει στην αποτίμηση του πρωτοποριακού έργου του σπουδαίου αρχιτέκτονα και δασκάλου. «Είναι ο πρώτος αρχιτέκτων στην Ελλάδα που είχε το θάρρος να διακηρύξει ότι η Αρχιτεκτονική είναι Τέχνη και Ποίησις», έγραφε το 1987 ο Γιάννης Τσαρούχης. Δίκιο δεν είχε; Μια βόλτα στο «χειροποίητο» Ανδηρο του Φιλοπάππου τον επιβεβαιώνει...*
info:Η έκθεση εγκαινιάζεται την Τρίτη, στις 8 μ.μ., στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς 138. Διαρκεί έως τις 13 Μαρτίου.
«Αποφεύγω να επισκέπτομαι τα έργα του πατέρα μου»
Απαιτήθηκαν περισσότερα από 30 χρόνια -μετά την έκθεση το 1978 στην Εθνική Πινακοθήκη- για να γίνει μια συνολική παρουσίαση του έργου του Πικιώνη στην Ελλάδα. Τα ζωγραφικά του έργα παρουσιάστηκαν το 1998 στην Ακαδημία Αθηνών με την αφορμή της κυκλοφορίας της δίτομης έκδοσης «Πικιώνης Ζωγραφικά» από τον «Ινδικτο». Είχαν προηγηθεί μόλις το 1994 τα άπαντά του (εκδ. «Μπάστα-Πλέσσα»).
Στο εξωτερικό, τις τελευταίες δεκαετίες, η αναγνώριση του έργου του ήταν μεγάλη. Από την Αγγλία, την Ιταλία, τη Νορβηγία, τη Φινλανδία μέχρι την Ισπανία τον τιμούσαν όχι μόνο με εκθέσεις και ημερίδες αλλά και με εκδόσεις και δημοσιεύσεις σε περιοδικά. Οπως η έκδοση του Αλμπέρτο Φερλένγκα το 1999 (Electa Mondadori), που κυκλοφόρησε με αφορμή το αφιέρωμα στη Βενετία. Ή η διεθνής διάκριση του βραβείου «Κάρλο Σκάρπα» για τη διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη.
Την ώρα, όμως, που στο εξωτερικό έχει ανακηρυχθεί πρόδρομος μιας νέας στοχαστικής αρχιτεκτονικής, στην Ελλάδα δεν συντηρούμε καν τα έργα του. Στα αρχεία των εφημερίδων βρίσκει κανείς δεκάδες δημοσιεύματα που καταγγέλλουν την αδιαφορία της πολιτείας. Το ξύλινο περίπτερο, που σχεδίασε δίπλα στο ναό του Αγ. Δημητρίου Λουμπαρδιάρη στου Φιλοπάππου, ρημάζει έτσι όπως παραμένει κλειστό από το 2005. Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεότερων Μνημείων παραγγέλνει μελέτες για τη συντήρηση και αποκατάστασή του, το έργο εντάσσεται στο ΕΣΠΑ. Ε και; Παραμένει μέχρι σήμερα εγκαταλειμμένο. Και κανενός το αυτί δεν ιδρώνει. Αλλη μια θλιβερή εικόνα της σύγχρονης Ελλάδας, στο καλύτερο ίσως σημείο της πόλης.
«Στην αρχή του καλοκαιριού έστειλα ένα γράμμα στον υπουργό Πολιτισμού. Ελπίζω να το λάβει υπ' όψιν. Αποφεύγω να επισκέπτομαι τα έργα του πατέρα μου. Στενοχωριέμαι...», λέει η Αγνή Πικιώνη. «Θα έπρεπε να αφιερώσω άλλη μια ζωή στη συντήρηση. Ερχονται αρχιτέκτονες από το εξωτερικό για να δουν τη διαμόρφωση της Ακρόπολης και την παιδική χαρά στη Φιλοθέη. Ντρέπομαι, κιόλας. Στην παιδική χαρά, για παράδειγμα, πολύ λίγα πράγματα πρέπει να κάνει ο δήμος για να συντηρείται. Παλιά ήταν ένας φύλακας, ο κύριος Μίμης, που είχε γνωρίσει τον Πικιώνη. Αν έσπαγε ένα ξυλαράκι έβρισκε από ένα κορμό δίπλα και το συμπλήρωνε μόνος του. Το συντηρούσε με τα χέρια του, το πονούσε και δεν το άφηνε να χαλάσει...».
Η άλλη όψη του νομίσματος. Τις μακέτες των δύο σχολείων του Πικιώνη, του Λυκαβηττού και του Πειραματικού της Θεσσαλονίκης, που θα δούμε στην έκθεση, έφτιαξαν Ολλανδοί φοιτητές του Πανεπιστημίου του Ντελφτ. Ηρθαν στην Ελλάδα, μέτρησαν τα κτίρια και έτσι τις απέκτησε η Αγνή Πικιώνη. Οι αυθεντικές του πατέρα της καταστράφηκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.