Toυ Κ. Κόλμερ
Eίναι πραγματικώς συγκινητική η προσπάθεια των
σοσιαλιστών (Γιώργου Α. Παπανδρέου, Ντομινίκ Στρος-Καν, Ζοζέ Μπαρόζο και τινών άλλων) να εφαρμόσουν οικονομικοινωνικές «μεταρρυθμίσεις» , που μήτε ο Μίλτον Φρίντμαν ούτε ο αείμνηστος πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν θα διενοούντο ποτέ να προτείνουν: Την κατεδάφισι του συντεχνιακού κράτους και την απώλεια «κεκτημένων του λαού», που «πήραν δεκαετίες και κοινωνικούς αγώνες», ως θα έλεγε η σύντροφος Παπαρήγα, να γίνουν... βαρίδια στα πόδια της ελληνικής οικονομίας.
Όσες προσπάθειες κι αν καταβάλουν οι όψιμοι σοσιαλιστές, όσες απειλές κι αν διατυπώνει ο Έλλην πρωθυπουργός, ότι δεν θα διστάσει ακόμη και δημοψήφισμα να ζητήσει εάν η Γερμανίς καγκελάριος κυρία Μέρκελ «ψαλλιδίσει» την παράτασι του δανείου των 110 δις ευρώ στα μισά –ωσάν μην έχει υποχρεώσι η κυβέρνησις «σε έκτακτες περιπτώσεις και απρόβλεπτες ανάγκες» να προκηρύσσει δημοψήφισμα (άρθρον 44 του Συντάγματος, παρ. 2)–, εντούτοις τα μαθηματικά καθιστούν την παραγραφή του ελληνικού χρέους αναπόδραστη.
Σχετικώς τρεις «προτάσεις βρίσκονται στο τραπέζι», που θα έλεγεν ο κ. Γιώργος Παπανδρέου : 1. Η ανάληψις του χρέους υπό των πιστωτών της Ελλάδος, λ.χ., της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης – το γνωστόν bail out. 2. Η αναδιάρθρωσις του χρέους (παράτασις και μερική παραγραφή). 3. Η αδυναμία εξοφλήσεως της οφειλής, κοινώς default.
• Η πρώτη λύσις προσκόπτει στη Συνθήκη του Μάαστριχτ που αποκλείει το bail out και ευρίσκει «κάθετα αντίθετη» (κατά τηλεπαρουσιαστή) τη φράου Μέρκελ.
• Η δευτέρα, αν και έχει εφαρμοσθή επιτυχώς στο παρελθόν (στο χρέος της Λατινικής Αμερικής με τα ομόλογα Μπραίηντυ) φέρει τον κίνδυνο καταστροφής του τραπεζικού συστήματος (απ’ αθρόα ανάληψι των καταθέσεων) εάν δεν συνοδευθή από γενναία δοσίματα των πιστωτριών Τραπεζών, ως εκείνων της Κρεντί Αγκρικόλ διά τη διάσωσι της ημετέρας Εμπορικής Τραπέζης από της χρεοκοπίας (βλ. σχ. Economist, 11/12/10, σελ.27).
• Η τρίτη λύσις υπαγορεύεται απ’ την άλγεβρα η οποία θεωρεί το χρέος να καθίσταται αδιατήρητον όταν το επιτόκιον χρηματοδοτήσεώς του υπερβαίνει την αύξησι του εισοδήματος. Τούτο ισχύει εάν πρόκειται περί επιχειρήσεως είτε περί κράτους – ακόμη και με ισοσκελισμένο προϋπολογισμόν.
Όταν το επιτόκιον υπερβαίνει την αύξησι του εισοδήματος, η κυβέρνησις πρέπει να σχηματίσει πρωτογενές (προ χρεολυσίων) πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμόν, διά να σταθεροποιήσει τη σχέσι χρέους / εισοδήματος. Άλλως το χρέος αυξάνεται, παρά τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, περικοπές των συντάξεων κ.λπ.
Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού πρέπει να είναι τόσο μεγάλο όσον υψηλή είναι η αναλογία χρέους προς ακαθάριστον εθνικόν εισόδημα. Με άλλα λόγια, οι φόροι πρέπει ν’ αυξηθούν ταχύτερον του εισοδήματος.
Στον πραγματικό κόσμο τώρα, το μέσο επιτόκιον στην Ελλάδα (έπειτα απ’ την αφαίρεσι του πληθωρισμού) είναι σήμερα 6% περίπου και το ΑΕΠ εμειώθη εφετος 5% επισήμως, ενώ ο προϋπολογισμός «τρέχει» μ’ έλλειμμα 8% στο ΑΕΠ. Το δημόσιο χρέος όχι μόνον δεν εσταθεροποιήθη, αλλ’ αυξάνεται στο 135% του ΑΕΠ. Πολλοί παρατηρητές προβλέπουν το χρέος να εκτινάσσεται στο 155% του ΑΕΠ το 2015, όπου βεβαίως ουδείς θ’ αγοράζει ελληνικά ομόλογα – άρα η επάνοδος στις αγορές είναι μάλλον ευσεβής πόθος του Eurogroup.
Βεβαίως, υπάρχει πάντοτε η εκδοχή αυξήσεως των φόρων / μειώσεως των δαπανών αλλ’ ως διεφάνη εφέτος, όσον αυξάνουν οι φόροι (ΦΠΑ, φόρος εισοδήματος, φόροι κεφαλαίου) τόσον μειώνονται τα δημόσια έσοδα και όσον περιστέλλονται οι δημόσιες δαπάνες τόσον υποχωρεί το εθνικό εισόδημα. Οπότε το απαραίτητο πλεόνασμα στον προϋπολογισμό δεν εξασφαλίζεται...
Δεν τελειώνει, όμως, εδώ η περιπέτεια του ελληνικού δημοσίου χρέους. Διότι τροφοδοτεί το έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών. Παρά τις περικοπές μισθών, συντάξεων και κηρύξεως εσωτερικού χρεοστασίου, υπό του σοσιαλιστικού μας κράτους, το τρέχον έλλειμμα των εξωτερικών συναλλαγών ανήλθεν εφέτος στα 35,2 δις ευρώ ή 8,6% του ΑΕΠ, που είναι παγκόσμιο ρεκόρ!
Η άλγεβρα πάλιν εδώ δίδει λύσεις:
• Όταν οι εξαγωγικές εισπράξεις (περιλαμβανομένων του Τουρισμού και της Ναυτιλίας) υστερούν του ονομαστικού επιτοκίου (11% εν προκειμένω), τότε η χώρα πρέπει να σχηματίσει πλεόνασμα στο εμπορικό της ισοζύγιον διά ν’ αποφύγει την έλλειψι ρευστότητος.
• Όταν η αναλογία χρέους προς εξαγωγές είναι εξαιρετικώς μεγάλη (ως εν Ελλάδι) και η σχέσις χρέους προς εισόδημα μεγαλυτέρα της μονάδος, τότε ισοζύγιον τρεχουσών συναλλαγών πρέπει ν’ αφήνει πλεόνασμα. (Βλ. σχ., The Debt Threat, υπό Tim Gongton, εκδ. Basil Blackwell, 1988.)
Εξ ου και η κυβέρνησις ανεκάλυψε αιφνδίως τις εξαγωγές αλλ’ η εξωστρέφεια της οικονομίας θέλει μακρό χρόνον και μεγάλη προσπάθεια διά να επιτευχθή. Διότι προϋποθέτει αύξησι της παραγωγής και επίτασι της παραγωγικότητος – αμφότερα είδη εν ανεπαρκεία στο σοβιετικό μας κράτος, που θυμίζει το προ 100 ετών Παραμύθι χωρίς Όνομα της Πηνελόπης Δέλτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.