Του Κωνσταντίνου Κόλμερ
O βρετανικός Economist υπεστήριξε στο τελευταίο του... | |
τεύχος (4/12/10) ότι ενδέχεται να διασπασθή η Ευρωζώνη, εξαιτίας της αποδοκιμασίας των κρατικών ομολόγων υπό των επενδυτών. Πράγματι, εφέτος, τα spreads των περιφερειακών χωρών της Ευρωζώνης έχουν ανέβει κατακορύφως, ενώ ομόλογα αξίας 2 τρις ευρώ πρέπει ν’ αναχρηματοδοτηθούν εντός του 2011. Ποσόν δυσβάστακτο και η καλή βρετανική «εφημερίς» φοβείται μήπως η Γερμανία αποχωρήσει της Ευρωζώνης είτε μία από τις χώρες της «περιφέρειας» (Σ.Σ.: Ιρλανδία, Ελλάς, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία) εγκαταλείψει το ευρώ, επανερχομένη στο εθνικό της νόμισμα. Νομίζω ότι το πρώτο είναι μάλλον αδικαιολόγητο, ενώ η επάνοδος της Ελλάδος στη δραχμή αναπόφευκτη. Ιδού διατί: Καταρχάς, η έξοδος από το ευρώ είναι μία δύσκολη αλλ’ όχι αδύνατη υπόθεσις. Συνοδεύεται από πολλές αβεβαιότητες, όπως η αύξησις της νομισματικής κυκλοφορίας, η άνοδος του κόστους ζωής, η υποτίμησις, ο πανικός των καταθετών κ.λπ. Με κατάλληλα όμως μέτρα δύνανται οι κίνδυνοι αυτοί να μετριασθούν και να τεθή η οικονομία πάλι σε τροχιά αναπτύξεως – πράγμα απαραίτητο διά ν’ αποφευχθούν κοινωνικές εντάσεις. Εντούτοις, η αποχώρησις της Γερμανίας από το ευρώ φαίνεται μάλλον απίθανος καθ’ όσον δεν δικαιολογείται από τις βασικές παραμέτρους της οικονομίας, που κρίνονται ως θετικές: Το ΑΕΠ αυξάνεται 3,9% εφέτος, το τρέχον εξωτερικό πλεόνασμα ανήλθε στα 182,7 δις ευρώ (Σεπτέμβριος), ο πληθωρισμός διατηρείται χαμηλός (1,1%, Νοέμβριος), η ανεργία εμειώθη στο 7,5% (του ενεργού πληθυσμού) και τα επιτόκια 2,7% (για 10ετή ομόλογα) είναι τα χαμηλότερα στην «ηνωμένη Ευρώπη, ενώ το δημόσιον έλλειμμα συγκρατείται στο 3,7% του ΑΕΠ – πλησίον των επιταγών της Συνθήκης του Μάαστριχτ, ιδρυτικής της Ευρωζώνης του έτους 1997. Συμφέρουσα η παραμονή Τυχόν αποχώρησις της Γερμανίδος καγκελαρίου κυρίας Μέρκελ από την Ευρωζώνη –ως απείλησε τον πρωθυπουργό μας κ. Γιώργο Παπανδρέου τις προάλλες στις Βρυξέλλες– θα προκαλούσε μεγάλην ανατίμησι του επαναφερομένου μάρκου (λ.χ., ευρώ προς 1,5 μάρκα αντί 2) προς μεγάλον κακοφανισμό των Γερμανών βιομηχάνων που θα συναντούσαν δυσκολίες να πωλήσουν τα προϊόντα των στο εξωτερικόν, ακριβότερα κατά 25%. Οι ελαστικότητες της ζητήσεως θα επέφεραν πτώσι των γερμανικών εξαγωγών, υποχώρησι του εθνικού εισοδήματος κι αύξησι της ανεργίας. Ο αντιπληθωρισμός στη Γερμανία θα συνεπήγετο πτώσι της νομισματικής κυκλοφορίας και ο μηδενισμός των ήδη χαμηλών επιτοκίων θα εξάλειφε παν κίνητρο προς αποταμίευσι – τουλάχιστον έως ότου τα επιτόκια γίνουν θετικά. Η πτώσις του τζίρου θα μείωνε εν συνεχεία τα δημόσια έσοδα της ομοσπονδιακής γερμανικής κυβέρνησης, θ’ αύξανε το δημόσιον έλλειμμα και θα εξήγε την εγκατάλειψι του ευρώ τουλάχιστον στην Αυστρία και την Ολλανδία – αν όχι και σ’ άλλες χώρες της «ευρωλάνδης», με ισχυρούς δεσμούς στη γερμανική αγορά. Μόνον κίνητρον για τη Γερμανία να φύγη από την Ευρωζώνη θα ήταν να πληρώσει φθηνότερα τα χρέη της εις ευρώ. Το γεγονός όμως θα διετάρασσε τους ισολογισμούς των τραπεζών – ιδίως όταν οι γερμανικές επενδύσεις στο εξωτερικόν υπετιμώντο εις μάρκα. Ή μήπως το νέο μάρκο υπετιμάτο εν συνεχεία της αποχωρήσεως της Γερμανίας από την Ευρωζώνη; Ας αφήσωμε τη φαντασία ν’ απαντήσει: Εις πρώτη φάσι, η διαφυγή κεφαλαίων απ’ τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης στη Γερμανία θα λειτουργούσε όπως η καταφυγή των φοβικών επενδυτών στο ελβετικό φράγκο – που από 1,55 φράγκο/ευρώ ανετιμήθη στο 1,31 εφέτος. Στη δευτέρα φάσι, η πτώσις της αγοραστικής δυνάμεως των Ευρωπαίων καταναλωτών θα προκαλούσε μείωσι της ζητήσεως μάρκων – άρα υποχώρησι της ισοτιμίας του. Συνεπώς, αν οι Γερμανοί ορθολογίζονται δεν θα συνέφερε να φύγουν απ’ την Ευρωζώνη. Ασυμμετρία κέντρου και περιφερείας Αντιθέτως, οι μικρές «περιφερειακές χώρες» δεν δύνανται να παραμείνουν επί μακρόν στην Ευρωζώνη, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του κ. Τρισέ ν’ αποφύγει το φιάσκο του ευρώ. Εκεί οδηγεί, άλλωστε, η πολιτική της Γερμανίας, με τη ρήτρα της «συλλογικής ευθύνης» (των δανειστών) στην ίδρυσι του Διασωστικού Μηχανισμού της ευρώ (ΕSM). Εφόσον από του 2013 οι ομολογιούχοι θα δια τρέχουν τον κίνδυνο να συμμετάσχουν οικειοθελώς στη μείωσι του δανειακού κεφαλαίου («κούρεμα»), διατί να δανείζουν τα κράτη της Ευρωζώνης κι όχι την Αμερική ή την Ινδία; Αφού θα εξαφανισθή το πλεονέκτημα του ευκόλου δανεισμού στην Ευρωζώνη, διατί τα καταχρεωμένα κράτη-μέλη να παραμείνουν πιστά σ’ αυτή; Πρώτη υποψηφία χώρα αποχωρήσεως είναι η Ιρλανδία. Η κοινή γνώμη της μέμφεται το κυβερνών κόμμα Φιάνα Φέιλ και τις άπληστες ιρλανδικές τράπεζες διά τα χάλια του «κελτικού τίγρη» που τόσο διαφήμιζεν ο κ. Σημίτης. Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και η εκχώρησις των αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προκαλεί αισθήματα πικρίας στον υπερήφανο ιρλανδικό λαό. Στις επόμενες εκλογές, η αναμενομένη νίκη του ακραίου Σιν Φέιν ημπορεί να σημάνει έξοδο της χώρας απ’ το ευρώ και χρεοκοπία των ιρλανδικών τραπεζών – οπότε η κρίσις πιθανόν να μεταδοθή στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Η ελληνική ιδιομορφία Η περίπτωσις της Ελλάδος είναι ελαφρώς διάφορος. Δύναται να προκληθή από την αδυναμία του δημοσίου να δανεισθή από του μεθεπομένου έτους 2012 στις αγορές χρήματος. Ήδη, «οι φοβισμένες ελληνικές τράπεζες αγωνίζονται να εξεύρουν ρευστότητα, έγραφαν οι Financial Times στις 3 Δεκεμβρίου. Εξαιτίας της παρατεινομένης εκτοπίσεώς των απ’ το διεθνή δανεισμό και της περαιτέρω διαρροής καταθέσεων, ο κ. Παπακωνσταντίνου παρέσχε νέες εγγυήσεις στις τράπεζες, την περασμένη εβδομάδα, ύψους 20 δις ευρώ, να χρησιμοποιηθούν στην ΕΚΤ προκειμένου ν’ αναλάβουν αντίστοιχη ρευστότητα. Εντούτοις, η πρακτική αυτή «εμόλυνε» τις τράπεζες με τοξικά ομόλογα, που έχουν χάσει το 30% της αξίας των. Τίθεται επίσης το ερώτημα επί πόσον χρόνο ακόμη η ΕΚΤ θα παράσχει ρευστότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, πέραν των 95 δις ευρώ που ήδη έχει χορηγήσει και τι θα γίνη όταν ζητήσει πίσω τα λεφτά της; Δύναται ο κ. Τρισέ να εξαγοράσει ολόκληρο το χρέος της Ευρωζώνης αλλ’ οι συνέπειες στον πληθωρισμό δεν θ’ αργήσουν να εμφανισθούν. Εάν δεν σταματήσει η αιμορραγία των καταθέσεων (30 δις ευρώ μέχρι τούδε) και αν συνεχισθεί η δυσχέρεια των οφειλετών ν’ αποπληρώνουν ληξιπρόθεσμα δάνεια (ήδη 10% τ’ απλήρωτα), το τραπεζικό σύστημα μπορεί να κλονισθή, ακόμη κι αν καταβληθούν όλες οι επόμενες δόσεις της τρόικας. «Χώρες της περιφέρειας της Ευρωζώνης», καταλήγει ο Economist, «που αντιμετωπίζουν χρονία λιτότητα και υψηλή ανεργία μέσα στο ευρώ, δύσκολα θα πιστέψουν ότι τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα εκτός αυτού. Μία υποτίμησις (του νομίσματός των) θ’ απαλλάξει τη χώρα απ’ την καταπίεσι των μισθών, που χρειάζεται για να επανέλθουν οι άνεργοι στην εργασία». Η Ελλάς, αφότου ενετάχθη στο ευρώ, έχασε το 35%-40% της ανταγωνιστικότητος, το τρέχον έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών έφτασε τα 35 δις ευρώ το λήγον δωδεκάμηνο, δανείζεται τώρα μ’ επιτόκιο 12% (που διπλασιάζει το δημόσιο χρέος 530 δις ευρώ εντός 6ετίας) και έχει πληθωρισμόν τετραπλάσιο του γερμανικού, ανεργία 12,5% και μείωσις 5% του ΑΕΠ εφέτος. Εν τοιαύτη περιπτώσει, τι είδους νομισματική ένωσις είναι αυτή ή μήπως θα ήταν προτιμωτέρα η παραγραφή του δημοσίου χρέους, με συνεπαγομένην έξοδο απ’ την Ευρωζώνη; Η απάντησις δεν είναι οικονομικής φύσεως αλλά πολιτικής. Ποίος είναι εις θέσιν ν’ αναλάβει το ρίσκο της αποχωρήσεως της Ελλάδος απ’ το ευρώ; Πάντως όχι η κυβέρνησις Γ. Α. Παπανδρέου. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 9/12/10 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.