Του Κώστα Βεργόπουλου
Aντιμέτωπος με την τρέχουσα κρίση του ευρώ, ο Γερμανός... | |
υπουργός Σόιμπλε συνιστά σε όλους ως «άριστη επιλογή» τη σιωπή, εφόσον ό,τι και να ειπωθεί παρερμηνεύεται από τις αγορές και υποθάλπει τις κερδοσκοπικές κινήσεις τους. Η Γαλλίδα συνάδελφός του Λαγκάρντ συνιστά επίσης στις αγορές «να μην κάνουν σαν πανικόβλητα κουνέλια, να σιωπούν, διότι, με ό,τι και να πούμε, προσβάλλουμε το μέλλον». Ο Λουξεμβούργιος προεδρεύων της Ευρωζώνης Γιούνκερ χαρακτηρίζει συλλήβδην ως «επικίνδυνη ανοησία» κάθε σχόλιο σχετικό με το μέλλον του ευρώ. Εφόσον τόσο έγκυρα και θεσμοθετημένα πρόσωπα μας απαιτούν την αποχή από κάθε ανάλυση, πρόβλεψη και σύσταση, θα πρέπει η κοινή γνώμη είτε φιλική έναντι του ευρώ είτε δύσπιστη να συμμορφωθεί, πράγμα που δεν φαίνεται τόσο αυτονόητο ούτε εφικτό. Ιδίως όταν με τις αυτοτροφοδοτούμενες προφητείες υπάρχει πάντα κάποιος που αποκομίζει αμύθητα οφέλη και ασφαλώς αυτός δεν είναι ποτέ ο φορολογούμενος ούτε ο εργαζόμενος, αλλά κατά σύστημα αυτός που στοιχηματίζει στη δυστυχία αμφοτέρων. Θα μπορούσαμε ακόμη να συμφωνήσουμε, όπως στην αρχαιότητα, στο να εκτελούνται οι αγγελιοφόροι όχι μόνον κακών και ανησυχητικών ειδήσεων, αλλά και καλών. Απόλυτη σιωπή, προκειμένου να πάνε όλα καλά! Όμως, γιατί άραγε τόσος εκνευρισμός, πανικός και αμηχανία των Ευρωπαίων αρμοδίων σχετικά με τη διαχείριση του κοινού νομίσματος; Και γιατί τόση δυστοκία όσον αφορά τη λήψη μέτρων για την αναγκαία σταθεροποίησή του; Στο παρελθόν, όποιος επισήμαινε τις θεσμικές αδυναμίες του ευρωσυστήματος αποσπούσε πάραυτα το χαρακτηρισμό του «ευρωσκεπτικιστή» και οι επισημάνσεις του αγνοούντο. Σήμερα, που οι αγνοημένες ενστάσεις επανεμφανίζονται και μάλιστα δικαιώνονται, ατεκμηρίωτοι «ευρωλάγνοι» υποστηρικτές συνεχίζουν να τις αγνοούν, να υποβαθμίζουν κάθε πρόταση θεσμικής βελτίωσης του ευρώ, να καλύπτουν τη γερμανική μονομέρεια, αλαζονεία και αδράνεια έναντι των προβλημάτων της Ευρωζώνης, να αποδέχονται ως «πρακτική λύση» την αποβολή ή την αποχώρηση χωρών-μελών από αυτή, προκειμένου δήθεν να διασωθεί κάποιο ισχυρό τμήμα της. Σε κάθε περίπτωση, επικρατεί το σύνδρομο της δουλοπρέπειας έναντι του θεωρούμενου ως «ισχυρού», της διεκτραγώδησης και ελεεινολογίας των αδύναμων κρίκων, που στιγματίζονται για τα προβλήματα που δημιουργούν στη νομισματική περιοχή του ευρώ. Όμως, από τη στιγμή που η Γερμανία οφείλει την ισχύ της στην αδυναμία των εταίρων της, τα προβλήματα των τελευταίων καταλήγουν να είναι ταυτόχρονα και προβλήματα της πρώτης, όπως βέβαια και της συνολικής λειτουργίας της Ευρωζώνης. Η πρόταση της κυρίας Μέρκελ, με την οποία από το 2013 τα δημόσια χρέη θα μπορούν να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των υπερχρεωμένων χωρών και των ιδιωτών πιστωτών τους, φθάνοντας ακόμη και μέχρι τη «συναινετική πτώχευση» ή διαγραφή μέρους της αξίας τους, προκάλεσε την οργή του Έλληνα πρωθυπουργού και των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, αλλ’ επίσης την ιρλανδική κρίση, όπως ακόμη και την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητος του Ελληνικού Δημοσίου από την Standard & Poor’s. Η κίνηση της καγκελαρίου ισοδυναμεί με κάποια απόσυρση του γερμανικού κράτους από τους μηχανισμούς εξασφάλισης των ιδιωτών πιστωτών. Οι τελευταίοι αισθάνονται μειωμένη εγγύηση από τα κράτη προέλευσής τους και ανησυχούν για την τελική εξασφάλιση των πιστώσεών τους, πράγμα που μειώνει τη φερεγγυότητα των ελληνικών χρεογράφων. Σύμφωνα με τον αξιολογικό οίκο, υπάρχει η εντύπωση των αγορών ότι η πρόταση της Μέρκελ ισοδυναμεί με μερική τουλάχιστον απεμπλοκή του γερμανικού Δημοσίου από τις διασώσεις των χωρών-μελών και τη μετάθεση του κόστους αυτών στον ιδιωτικό τομέα. Ο τελευταίος αντιδρά αρνητικά, υποβαθμίζοντας τη φερεγγυότητα των υπερχρεωμένων κρατών. Ο ίδιος αξιολογικός οίκος εκτιμά ότι, με αυτή την πρόταση, ευνοείται αθέμιτα το γερμανικό Δημόσιο εις βάρος των ιδιωτών πιστωτών. Κόσμος αγγελικά πλασμένος Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος! Όμως, πόσο άραγε αποτελεσματικός; Στην εποχή του θριαμβεύοντος φιλελευθερισμού, τα κράτη παραδίδονται στις αγορές και αποβαίνουν όμηροι αυτών: η άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, όπως η έκδοση νομίσματος και η ανάληψη δημόσιου χρέους από κεντρικές τράπεζες, έχουν απαγορευθεί, ώστε τα κράτη να μην διαθέτουν άλλη οδό χρηματοδότησης, παρά μόνον εκείνη των αγορών, στις οποίες υποχρεώνονται να προσέρχονται ως ιδιώτες με κριτήρια και όρια ιδιωτικοοικονομικής δανειοληπτικής ικανότητος. Όμως, η απληστία του ιδιωτικού και μάλιστα του τραπεζικού τομέα δεν έχει όρια: δεν αρκεί η εξουδετέρωση κάθε έννοιας κυριαρχικής κρατικής λειτουργίας, αλλά επιβάλλεται στα κράτη να επαναφέρουν τις κυριαρχικές εξουσίες τους, οσάκις πρόκειται να διασώσουν με χρήμα των φορολογουμένων και εργαζομένων το τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα από την απειλή είτε της κατάρρευσης, λόγω κερδοσκοπικού ξεφουσκώματος, είτε της αδυναμίας πληρωμής των οφειλετών τους. Με δυο λόγια, ζητείται από το κράτος να συμπεριφέρεται ως ανίσχυρος ιδιώτης, όταν πρόκειται να δανεισθεί, αλλά ως πανίσχυρο κυριαρχικό δημόσιο, όταν πρόκειται να διασώζει τις τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα είτε από τις συνέπειες της ανεύθυνης και αυτοκαταστροφικής κερδοσκοπίας του είτε από την αφερεγγυότητα των χρεογράφων που οι αγορές τροφοδοτούν με τις κερδοσκοπικές κινήσεις τους. Ουδέν καινόν στην ιστορία: Δεν είναι η πρώτη φορά που τα κέρδη ιδιωτικοποιούνται, ενώ οι ζημίες κοινωνικοποιούνται. Όμως, ίσως είναι η πρώτη φορά που με τόση συνέπεια, ακρίβεια και σαφήνεια, με τα προγράμματα αυστηρής λιτότητος σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο, οι ζημίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος επιρρίπτονται, με την αναγκαία σύμπραξη του κράτους, όχι γενικά στο σύνολο της κοινωνίας, αλλά ειδικά στις τάξεις των μισθωτών και των συνταξιούχων, δηλαδή στα κατεξοχήν δυστυχή θύματα της οικονομικής κρίσης. Το κράτος δυσφημείται ως αρνητικό και περιττό, όταν ασκεί κοινωνική και αντικυκλική πολιτική, όμως εγκωμιάζεται ως άριστο και απαράκαμπτο, προκειμένου να αποφορολογεί τα υψηλά εισοδήματα και να περικόπτει με δεσποτικό τρόπο τα λαϊκά. O αντικρατισμός του κεφαλαίου συμπληρώνεται με το μονόπλευρο και χωρίς όρια κρατισμό του εις βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας. Ο κόσμος της εργασίας αντιμετωπίζει όχι μόνον το κόστος της δικής του επιβίωσης, αλλά και εκείνο της μόνιμης διάσωσης ολόκληρου του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, χωρίς αντάλλαγμα στο πεδίο της απασχόλησης, που συνεχίζει να συρρικνώνεται. Το κοινωνικό φορτίο είναι εξοντωτικό και δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι ο νόμος της σιωπής θα εξακολουθεί να ισχύει επ’ άπειρον, όπως φαντάζονται οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 9/12/10 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.