Ουτοπία για λίγους, κόλαση για πολλούς. Μια βόλτα στους γειτονικούς κόσμους των απολαύσεων και των κινδύνων.
Γράφει για την "Παρέμβαση"
ο Γιώργος Γιούλος*
Δεν ξέρω αν έχουν γραφτεί και ειπωθεί περισσότερα λόγια εναντίον των αποφάσεων μιας κυβέρνησης ένα περίπου χρόνο μετά από την άνοδό της στην εξουσία αλλά σίγουρα ο ιστορικός του μέλλοντος θα εκπλαγεί με τη σφοδρότητα και την οξύτητα της σχετικής κριτικής.
Οι δύο πόλοι που συνοψίζουν την αντίθεση είναι από τη μια πλευρά η άποψη ότι οι αποφάσεις της κυβέρνησης απέτρεψαν τη χρεωκοπία του κράτους και υπαγορεύθηκαν από την ίδια τη δομή της κρίσης, ενώ από την άλλη ότι η κυβέρνηση λαμβάνει αποφάσεις που εξασφαλίζουν τα κεφάλαια και τα κέρδη των πιστωτών του κράτους, επιβαρύνοντας τους πολίτες με το σχετικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος και υπονομεύοντας την ίδια την εθνική ανεξαρτησία.
Είναι ενδιαφέρον ότι η ανάγνωση των λεπτομερειών της κάθε θέσης αποκαλύπτει μια ομοφωνία σχετικά με την επίδραση των αποφάσεων στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Τόσο η «δικαιολογητική» όσο και η «αντιδραστική» πλευρά αναγνωρίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις για τους πολίτες και την οικονομία.
Η διαφοροποίηση εντοπίζεται στις προβλέψεις που κάνουν για το μέλλον. Η «δικαιολογητική» πλευρά κατασκευάζει μια «μελλοντολογία» στην οποία συνυπάρχουν ανάπτυξη, ευημερία, ανταγωνιστικότητα, και υγιή δημόσια οικονομικά. Πραγματικός παράδεισος!!!
Η «κριτική» πλευρά αντίθετα προβλέπει ύφεση, μείωση των εισοδημάτων, αύξηση των ανισοτήτων, έκρηξη της ανεργίας, αδυναμία περιορισμού του χρέους, χρεωκοπία. Προ των πυλών της κόλασης!!!
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, τι είναι αυτό που δικαιολογεί τα δύο τόσο διαφορετικά αναμενόμενα «μέλλοντα» στη βάση του κοινού παρόντος;
Η απάντηση είναι απλή: η σχετική θέση στην εξουσιαστική πυραμίδα.
Είναι προφανές ότι κανένα σενάριο δεν παράγει κινδύνους για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση όσων βρίσκονται στην κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας. Ακόμη και στο «μέλλον» των «κριτικών» κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί πρώην υπουργούς να αναζητούν εργασία μέσω του ΟΑΕΔ ή να αδυνατούν να καταβάλλουν δόσεις για ηλεκτρικά ψυγεία σε πολυκαταστήματα ηλεκτρικών ειδών. Ακόμη περισσότερο δεν μπορεί κανείς να φανταστεί πλούσιους και «ισχυρούς» κάθε χώρου (επιχειρηματικού, πολιτιστικού, ΜΜΕ, αθλητικού κλπ) να επιβιώνουν πλέον μέσω της συγκατοίκησης τους με τους υπέργηρους γονείς και της «κουρεμένης» σύνταξής τους.
Αντίθετα, για όσους δεν μπορούν να συνδεθούν με την κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας κάθε σενάριο αποτελεί πηγή κινδύνων για την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση. Στο σενάριο της «δικαιολογητικής» πλευράς πίσω από την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα παραμονεύουν απορρύθμιση –προς το χειρότερο – των όρων και των αμοιβών της εργασίας, εξαφάνιση του κράτους πρόνοιας, συρρίκνωση των εισοδημάτων και εκτεταμένη ανεργία. Στο σενάριο της «κριτικής» πλευράς καλύτερα να μη γίνει αναφορά των αναμενόμενων επιπτώσεων.
Είναι προφανές λοιπόν, γιατί παρά τη σφοδρότητα και την οξύτητα της κριτικής η κυβέρνηση λαμβάνει τις αποφάσεις που λαμβάνει: γιατί στην πραγματικότητα, αυτοί που λαμβάνουν αυτές τις αποφάσεις, δεν διακινδυνεύουν προσωπικά, οικονομικά και κοινωνικά τίποτα. Αντίθετα, για όσους υφίστανται τις συνέπειες των αποφάσεών τους οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται και επεκτείνονται.
Σε αυτό το πλαίσιο κάθε επιχείρημα υπέρ ή κατά της μιας απόφασης η της άλλης είναι καταδικασμένο να συναντά ένα τοίχο. Τον τοίχο που διαχωρίζει όσους αποφασίζουν για τις ζωές των άλλων και όσους αποφασίζουν για τις δικές τους σύντομες ζωές.
Οι δύο πόλοι που συνοψίζουν την αντίθεση είναι από τη μια πλευρά η άποψη ότι οι αποφάσεις της κυβέρνησης απέτρεψαν τη χρεωκοπία του κράτους και υπαγορεύθηκαν από την ίδια τη δομή της κρίσης, ενώ από την άλλη ότι η κυβέρνηση λαμβάνει αποφάσεις που εξασφαλίζουν τα κεφάλαια και τα κέρδη των πιστωτών του κράτους, επιβαρύνοντας τους πολίτες με το σχετικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος και υπονομεύοντας την ίδια την εθνική ανεξαρτησία.
Είναι ενδιαφέρον ότι η ανάγνωση των λεπτομερειών της κάθε θέσης αποκαλύπτει μια ομοφωνία σχετικά με την επίδραση των αποφάσεων στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Τόσο η «δικαιολογητική» όσο και η «αντιδραστική» πλευρά αναγνωρίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις για τους πολίτες και την οικονομία.
Η διαφοροποίηση εντοπίζεται στις προβλέψεις που κάνουν για το μέλλον. Η «δικαιολογητική» πλευρά κατασκευάζει μια «μελλοντολογία» στην οποία συνυπάρχουν ανάπτυξη, ευημερία, ανταγωνιστικότητα, και υγιή δημόσια οικονομικά. Πραγματικός παράδεισος!!!
Η «κριτική» πλευρά αντίθετα προβλέπει ύφεση, μείωση των εισοδημάτων, αύξηση των ανισοτήτων, έκρηξη της ανεργίας, αδυναμία περιορισμού του χρέους, χρεωκοπία. Προ των πυλών της κόλασης!!!
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, τι είναι αυτό που δικαιολογεί τα δύο τόσο διαφορετικά αναμενόμενα «μέλλοντα» στη βάση του κοινού παρόντος;
Η απάντηση είναι απλή: η σχετική θέση στην εξουσιαστική πυραμίδα.
Είναι προφανές ότι κανένα σενάριο δεν παράγει κινδύνους για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση όσων βρίσκονται στην κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας. Ακόμη και στο «μέλλον» των «κριτικών» κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί πρώην υπουργούς να αναζητούν εργασία μέσω του ΟΑΕΔ ή να αδυνατούν να καταβάλλουν δόσεις για ηλεκτρικά ψυγεία σε πολυκαταστήματα ηλεκτρικών ειδών. Ακόμη περισσότερο δεν μπορεί κανείς να φανταστεί πλούσιους και «ισχυρούς» κάθε χώρου (επιχειρηματικού, πολιτιστικού, ΜΜΕ, αθλητικού κλπ) να επιβιώνουν πλέον μέσω της συγκατοίκησης τους με τους υπέργηρους γονείς και της «κουρεμένης» σύνταξής τους.
Αντίθετα, για όσους δεν μπορούν να συνδεθούν με την κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας κάθε σενάριο αποτελεί πηγή κινδύνων για την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση. Στο σενάριο της «δικαιολογητικής» πλευράς πίσω από την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα παραμονεύουν απορρύθμιση –προς το χειρότερο – των όρων και των αμοιβών της εργασίας, εξαφάνιση του κράτους πρόνοιας, συρρίκνωση των εισοδημάτων και εκτεταμένη ανεργία. Στο σενάριο της «κριτικής» πλευράς καλύτερα να μη γίνει αναφορά των αναμενόμενων επιπτώσεων.
Είναι προφανές λοιπόν, γιατί παρά τη σφοδρότητα και την οξύτητα της κριτικής η κυβέρνηση λαμβάνει τις αποφάσεις που λαμβάνει: γιατί στην πραγματικότητα, αυτοί που λαμβάνουν αυτές τις αποφάσεις, δεν διακινδυνεύουν προσωπικά, οικονομικά και κοινωνικά τίποτα. Αντίθετα, για όσους υφίστανται τις συνέπειες των αποφάσεών τους οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται και επεκτείνονται.
Σε αυτό το πλαίσιο κάθε επιχείρημα υπέρ ή κατά της μιας απόφασης η της άλλης είναι καταδικασμένο να συναντά ένα τοίχο. Τον τοίχο που διαχωρίζει όσους αποφασίζουν για τις ζωές των άλλων και όσους αποφασίζουν για τις δικές τους σύντομες ζωές.
*O Γιώργος Γιούλος είναι Κοινωνιολόγος, με Μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Υποψήφιος Διδάκτορας στην Οικονομική Θεωρία.
_______________________________________________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.