Με την κατάρρευση της χρηματοπιστωτικής φούσκας, τη δυσπιστία στις χρηματαγορές που ακολούθησε και με την αγορά της πράσινης ενέργειας να μην λέει ν’ ανθοφορήσει, το κεφάλαιο περνάει στενόχωρες μέρες, αναζητώντας μια νέα φωλιά για να επωαστεί.
Το ότι η «ευκαιρία», όπως το μαύρο μαργαριτάρι, φωλιάζει στο κέλυφος των κρίσεων, το είχε πει από καιρό ο Φρίντμαν και το είχαν ήδη νοιώσει στο πετσί τους οι περισσότεροι λαοί της Λατινικής Αμερικής, της Σοβιετικής Ένωσης, της Ανατολικής Ευρώπης και της Νοτίου Αφρικής, οι οποίοι εν μια νυκτί είδαν σοκαρισμένοι τα πετρέλαια, τα ορυχεία και τις μεγάλες βιομηχανίες της χώρας τους να ιδιωτικοποιούνται, τους εργαζόμενους να απολύονται κατά εκατοντάδες χιλιάδες και τη φτώχεια να εξαπλώνεται σαν την πανούκλα.
Δεκαετίες μετά, όταν η κρίση χτύπησε και στην καρδιά του ανεπτυγμένου κόσμου, οι ιδέες του Φρίντμαν ξανάρθαν στο προσκήνιο, σαν τους βρικόλακες. Η ευκαιρία, αυτή τη φορά κρυβόταν στην καρδιά του ίδιου του κράτους. Όχι ότι το κεφάλαιο δεν έπαιρνε ως τα τώρα το κάτι τις του, απομυζώντας το. Κομμάτια του όμως και όχι ολόκληρη τη φραντζόλα. Τώρα είχε έρθει πια ο καιρός να την πάρει και αυτή, ολάκερη, και επιδοτούμενη από πάνω! Τεράστια η αγορά· της υγείας, της παιδείας, της πρόνοιας, της ενέργειας, των συγκοινωνιών, των μεταφορών, των υποδομών, των αεροδρομίων, των λιμανιών, των δασών, ένας τεράστιος συσσωρευμένος πλούτος, ο οποίος με λίγη τέχνη και μπόλικη λάσπη θα μπορούσε ν’ αποκτηθεί κοψοχρονιά.
Προηγουμένως όμως, έπρεπε να κανονιστούν ορισμένες λεπτομέρειες. Πρώτα έπρεπε το κράτος να απαξιωθεί ολοσχερώς και δεύτερον να ξεφορτωθεί προσωπικό. Η απαξίωση, σαν το σαράκι, δουλευόταν ήδη πόντο-πόντο από χρόνια, μα μόνον όταν ωρίμασε ο καιρός βρέθηκε και το τελειωτικό επιχείρημα που θα «πουλούσε» στην κοινή γνώμη: Για την κρίση και τα ελλείμματα φταίει το κράτος! Το υπερμέγεθες, το αναποτελεσματικό, το κράτος-ρουφήχτρα που απομυζά τον ιδιωτικό τομέα (ναι ακούσαμε κι αυτό το χαριτωμένο ανέκδοτο από τον σεβαστό πρόεδρο του ΣΕΒ), οι τεμπέληδες δημόσιοι υπάλληλοι, οι ευνοημένοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι προνομιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι καλοπληρωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, και άλλα συναφή.
Η ελληνική κοινή γνώμη, μουδιασμένη από το σοκ των μέτρων, των ανατροπών και της λυσσαλέας προπαγάνδας, αφομοίωσε αδιαμαρτύρητα και με αρκετούς τόνους ενοχής στην πλάτη την καναλική πραγματικότητα, ακόμα κι όταν τα νούμερα έδειχναν διαφορετικά. Όπως για παράδειγμα, ότι ούτε το ελληνικό κράτος από άποψη δαπανών και προσωπικού, ήταν μεγάλο συγκρινόμενο με το κράτος άλλων ευυπόληπτων χωρών, (Σκανδιναβικές χώρες και Γαλλία), ούτε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν οι πιο καλοπληρωμένοι, αν αναλογιστεί κανείς το διαρρηγμένο εργασιακό τοπίο του ιδιωτικού μεσαίωνα και το κατά μέσο όρο χαμηλότερο μορφωτικό του επίπεδο. Όποιος δυσπιστεί και έχει χρόνο και υπομονή ας κάνει τον κόπο να ξεφυλλίσει τις ετήσιες εκθέσεις του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.
Τεμπέληδες λοιπόν οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι; Ας πούμε ναι. Αλλά τεμπέληδες και οι Εγγλέζοι; Τεμπέληδες και οι Ιρλανδοί; Τεμπέληδες και οι Αμερικάνοι; Στιγματισμένοι ως καλοπληρωμένοι οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι; Άντε να το δεχτούμε. Αλλά το ίδιο και οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί; Άχρηστοι οι Έλληνες; Άντε να ‘ναι κι έτσι. Αλλά τι γίνεται και με τους υπόλοιπους; Κάτι τρέχει λοιπόν, που είναι παγκόσμιο, που είναι έξω και πέρα από τις δημοσιονομικές ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας και το οποίο καταφανώς μάς ξεπερνά.
Πραγματικά δεν πίστευα στα μάτια μου όταν αντίκρισα τις ίδιες ακριβώς κατηγόριες, «copy paste» θαρρείς απ’ το δικό μας οπλοστάσιο, να εκτοξεύονται με τον ίδιο βιτριολικό τρόπο ενάντια στους δημοσίους υπαλλήλους των προηγούμενων χωρών.
«Ο πλούσιος δημόσιος υπάλληλος: Η ανασκευή ενός μύθου»,
είναι ο τίτλος πρόσφατου άρθρου του Πoλ Κρούγκμαν στους New York Times, όπου αναλαμβάνει να αποκαταστήσει την αλήθεια. Σύμφωνα με αυτό, μόνο το 28% των δαπανών της ομοσπονδιακής και των τοπικών κυβερνήσεων πηγαίνει στη μισθοδοσία, και ένα άλλο 6% στις συντάξεις. Πόσο αληθεύει, συνεχίζει ο Κρούγκμαν, ότι οι δήθεν παχυλές συντάξεις και οι παροχές προς τους δημοσίους υπαλλήλους ευθύνονται για τα οικονομικά μας χάλια; Καθόλου, αν δει κανείς τις αναλύσεις οικονομικών ινστιτούτων, σύμφωνα με τις οποίες η διαφορά στις αποδοχές μεταξύ υπαλλήλων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα περιορίζεται στο πενιχρό 13%. Το οποίο, όμως προκύπτει από το καλύτερο μορφωτικό τους επίπεδο, μια και το 23.5% των ΔΥ είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου, ενώ μόνο το 8.9% των ιδιωτικών. Άλλες εκθέσεις βρίσκουν τουναντίον ότι ο μισθός των αμερικανών ΔΥ είναι όχι μεγαλύτερος, αλλά μικρότερος των ιδιωτικών.
Γιατί οι δημόσιοι υπάλληλοι βρίσκονται σήμερα, περισσότερο από παλιά, τότε που και ο ίδιος ο Κλίντον τους θεωρούσε τεμπέληδες και τους έσπρωχνε να βρούνε καμιά αληθινή δουλειά, στο στόχαστρο; αναρωτιούνται πολλοί αρθρογράφοι στην Αμερική. Πολύ απλό. Οι ΔΥ, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι συνδικαλισμένοι και έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν συντάξεις, ανθρώπινο ωράριο εργασίας και αξιοπρεπείς μισθούς, στοχοποιούνται ώστε να διοχετευτεί προς αυτούς η μήνις, καθ’ όλα υπαρκτή και πολιτικά εκμεταλλεύσιμη από δημαγωγούς, όλων όσων από τον ιδιωτικό τομέα έχουν χάσει μισθούς και δουλειά. Με τον ίδιο τρόπο βάλλονται και από τις τοπικές κυβερνήσεις για να ξεφορτωθούν προσωπικό και δημόσιες υπηρεσίες προς τους ιδιώτες που καραδοκούν. Αλλά, η κύρια αιτία είναι η κατάρρευση των φορολογικών εσόδων που ακολούθησε την κατάρρευση της Wall Street, γεγονός για το οποίο προφανώς και δεν ευθύνονται.
Τα ίδια πάνω κάτω συμβαίνουν και στην αντιπέρα όχθη του Ατλαντικού.
Για να μπορέσει το δίδυμο Κάμερον/Κλεγκ να προβεί στις προγραμματισμένες απολύσεις των 500,000 ΔΥ, περίπου το 8% του συνόλου, επιδόθηκε στη γνωστή τέχνη του διασυρμού, όπως λέγεται αλλιώς η «διαφάνεια». Το BBC , για να κερδίσει τις εντυπώσεις, δημοσίευσε πρόσφατα κατάλογο με τις αποδοχές των ΔΥ, ανάγοντας σε 38,045 αυτούς που κερδίζουν περισσότερο από 100,000 λίρες, ξεχνώντας φυσικά να αναφέρει ότι τα νούμερα αυτά αντιστοιχούν σε υψηλόβαθμους μανδαρίνους και σε γιατρούς του NHS (ΕΣΥ), και ότι τα 2/3 των δημοσίων υπαλλήλων κουτσοβολεύονται με 21,000 λίρες ετησίως.
«Robin Hood απ’ την ανάποδη»,
ονομάζει εφημερίδα της Β. Ιρλανδίας το ταξίδι προς το νεοφιλελεύθερο παράδεισο. Ταξίδι, που μέσα από τη συρρίκνωση των δημοσίων υπηρεσιών και τις απολύσεις, στοχεύει στην αντιστάθμιση των πόρων που θα χαθούν εξ αιτίας προγραμματισμένων φορολογικών ελαφρύνσεων του κεφαλαίου. «Τα χρήματα του δημοσίου τομέα που θα κατευθυνθούν προς τον ιδιωτικό, θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα φέρουν την ανάκαμψη», διατείνεται με θράσος αξιωματούχος της τράπεζας Ulster, ξεχνώντας τα £42 δις που έλαβε εσχάτως ως βοήθεια η εν λόγω τράπεζα για να ξελασπώσει. Και λησμονώντας επίσης τα £120 δις που χάνονται κάθε χρόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο από τη φοροδιαφυγή μόνο των μεγάλων εταιριών.
Οι ΔΥ βρέθηκαν επίσης στο στόχαστρο, τόσο στην Ιρλανδία, όσο και στην Πορτογαλία και Ισπανία, στις δυο τελευταίες, με λιγότερα προς το παρόν τραύματα. Στη Ρουμανία οι μισθοί κόπηκαν κατά 25% και οι συντάξεις κατά 15%. Στην Ιταλία οι περικοπές κατά 10% περιορίζονται λέγεται, στους υψηλόμισθους, ενώ η Γερμανία, παρ’ ότι παρουσιάζει πλεόνασμα προγραμματίζει να ξαποστείλει γύρω στους 10,000 στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.