Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ
Η κάθοδος αυτόνομων μουσουλμανικών συνδυασμών στην Κομοτηνή και την Ξάνθη και η εκλογή περιφερειάρχη Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης σύμφωνα με την κατευθυνόμενη από το τουρκικό προξενείο ψήφο των μειονοτικών, αποτέλεσαν ένα ακόμα βήμα στη στρατηγική του νεοοθωμανισμού. Και δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από το μικρό ποσοστό των τουρκικών ψηφοδελτίων σε Κομοτηνή και Ξάνθη.
Αυτό αποτελούσε ηθελημένη στρατηγική του προξενείου για να μην τρομάξει η ελληνική κοινή γνώμη και να συνεχίσουν να επηρεάζουν τα ελληνικά κόμματα στην περιοχή.
Αυτό αποτελούσε ηθελημένη στρατηγική του προξενείου για να μην τρομάξει η ελληνική κοινή γνώμη και να συνεχίσουν να επηρεάζουν τα ελληνικά κόμματα στην περιοχή.
Το πρόβλημα στη Θράκη τείνει να γίνει εκρηκτικό και η μειονότητα να μεταβληθεί σε στρατηγική μειονότητα, δεδομένου ότι συγκεντρώνονται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Α. Γειτνίαση με μια αναθεωρητική και επεκτατική χώρα.
Β. Αποδυνάμωση της χώρας στην οποία ζει η μειονότητα και αντίστοιχη ενδυνάμωση της γειτονικής αναθεωρητικής δύναμης, που προετοιμάζει ψυχολογικά τη μειονότητα για κινήσεις αποσχιστικού χαρακτήρα ή, στην καλύτερη περίπτωση, την απομακρύνει συναισθηματικά από την παρούσα πατρίδα της.
Γ. Ύπαρξη μιας μειονότητας με παρόμοια ταυτότητα σε μια γειτονική χώρα.
Στην περίπτωση των μουσουλμανικών μειονοτήτων στην Ελλάδα, η Τουρκία θα προσπαθήσει να προωθήσει ως ενδιάμεσο στάδιο μια λογική αυτονομίας των μουσουλμάνων της Θράκης, ενεργοποιώντας ένα μέχρι σήμερα «κρυφό χαρτί» της, την άμεση γειτνίαση των ελλήνων μουσουλμάνων με τις μουσουλμανικές μειονότητες της Βουλγαρίας.
Το μειονοτικό ζήτημα στην περίπτωση της Βουλγαρίας είναι πολύ πιο σημαντικό από ό,τι στην Ελλάδα. Τα μεγέθη είναι άλλης κλίμακας -μάλλον γύρω στο 10% του πληθυσμού- με παρόμοια σύνθεση με την Ελλάδα, δηλαδή ένα σημαντικό ποσοστό Πομάκων υπό διαδικασία τουρκοποίησης, τουρκογενείς, τσιγγάνοι κ.λπ. Η μειονότητα στη Βουλγαρία χρησιμοποιείται ως στρατηγική μειονότητα με διαφορετικό ρόλο, ανάλογα με την περίπτωση και τη συγκυρία: Επί Ζίβκοφ η κύρια κατεύθυνση ήταν η προσπάθεια χρησιμοποίησής της για να αποσταθεροποιηθεί το βουλγαρικό καθεστώς. Στη σημερινή συγκυρία κυρίαρχη είναι η προσπάθεια ελέγχου από την Τουρκία της Βουλγαρίας, μέσω του μειονοτικού και της απειλής που αντιπροσωπεύει, ούτως ώστε να διαλυθεί ό,τι απέμεινε από τους άξονες Σόφιας – Μόσχας και Αθήνας – Σόφιας. Και για την ώρα φαίνεται αυτή η στρατηγική να αποδίδει. Τα προβλήματα επιδεινώνονται με την ένταξη της Βουλγαρίας στην ΕΕ και τη δημιουργία των κάθετων αξόνων της Εγνατίας που θα διασυνδέουν Βουλγαρία και Ελλάδα, που θα φέρουν σε άμεση επαφή τις δύο μειονότητες για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση, μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά συνέπεια θα υπάρχει η πιθανότητα σχετικής ομογενοποίησης των μουσουλμανικών μειονοτήτων σε Βουλγαρία και Ελλάδα.
Αν λοιπόν ευοδωθούν τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας -σε συνεργασία με τους υπερασπιστές των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» Γερμανούς και Αμερικανούς και με την αμέριστη στήριξη διαφόρων εγχώριων υπερασπιστών τους- τότε θα εμφανιστεί η δυνατότητα για τη διεκδίκηση μιας αυτόνομης περιοχής της Ροδόπης ή, στην καλύτερη για την Τουρκία περίπτωση, της Δημοκρατίας της Ροδόπης, που θα περιλαμβάνει πληθυσμούς από τις δύο πλευρές των συνόρων…
Το ζήτημα πλέον δεν είναι καθόλου μακρινό και αν κρίνουμε τον τρόπο που το ελληνικό κράτος χειρίστηκε το θέμα των μειονοτήτων, όπως και εκείνο της ανάπτυξης και του πληθυσμού της Θράκης, θα πρέπει να φοβηθούμε τα χειρότερα. (Χαρακτηριστικό είναι πως σύμφωνα με την απογραφή του 1940 η Θράκη είχε 370.000 πληθυσμό ενώ μόνο με τη φυσική ανάπτυξη του πληθυσμού θα έπρεπε να έχει 540.000 κατοίκους το 2001. Αντ’ αυτού είχε μόνο 362.000, όσο δηλαδή οι δήμοι Περιστερίου και Καλλιθέας μαζί!) Ή μήπως δεν θα πρέπει να μας φρονηματίζει το προηγούμενο της Κύπρου και ο ρόλος των Τουρκοκυπρίων;
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα, πέρα από τις υπόλοιπες παραμέτρους -δηλαδή ανάπτυξη της αυτόνομης ταυτότητας των Πομάκων και των Ρομά, αποκλεισμός των παρεμβάσεων του τουρκικού προξενείου και κατάργησή του στον βαθμό που δεν συμμορφώνεται, εκπαιδευτική πολιτική που να ευνοεί την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία-, θα πρέπει να ακολουθηθεί μια συγκεκριμένη αναπτυξιακή στρατηγική με ενίσχυση του ελληνικού πληθυσμού.
Η ανάπτυξη της Ξάνθης και της Κομοτηνής πρέπει να είναι κατ’ εξοχήν ενδοστρεφής μια και υπάρχουν τεράστια περιθώρια για μια τέτοια ανάπτυξη, και η εξωστρεφής ανάπτυξη με κατεύθυνση την Βουλγαρία και τον Εύξεινο να επικεντρωθεί στον Νομό Έβρου, που εξάλλου διαθέτει και τα γεωγραφικά και τα μορφολογικά πλεονεκτήματα για κάτι τέτοιο. Το Πανεπιστήμιο της Θράκης πρέπει να γίνει το μεγαλύτερο ελληνικό πανεπιστήμιο και να συνδεθεί με την οικονομία της περιοχής, ενώ στη Θράκη πρέπει να εγκατασταθούν βιομηχανίες εξυπηρέτησης και των αναγκών των ένοπλων δυνάμεων.
Για να μην ξυπνήσουμε αύριο με ένα νέο κυπριακό πρόβλημα στο εσωτερικό της ίδιας της Ελλάδας, πρέπει πριν απ’ όλα να αφυπνιστεί ο ελληνικός λαός για τον άμεσο κίνδυνο που συνιστά ο νεοοθωμανισμός στη Θράκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.