Στον αστερισμό της αισιοδοξίας για τις προοπτικές της γερμανικής οικονομίας κινείται η πρόγνωση και του συμβουλίου των εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης. Οι «πέντε σοφοί της οικονομίας», όπως αποκαλούνται οι κορυφαίοι οικονομολόγοι που αποτελούν το συμβούλιο, δίνουν μια ακόμη πιο θετική εικόνα για την ανάπτυξη και την πορεία της απασχόλησης στη χώρα από ότι η ίδια η κυβέρνηση και τα οικονομικά ινστιτούτα. Για το τρέχον έτος οι κορυφαίοι Γερμανοί οικονομολόγοι προβλέπουν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινηθεί στο 3,7%, ενώ το 2011 θα μειωθεί στο 2,2%. Παρά την όποια ευφορία ωστόσο, ο καθηγητής Κρίστοφ Σμιντ μας καλεί να μην ξεχνούμε πόσο καταστροφικό ήταν για την οικονομία το 2009, το έτος της κρίσης, όταν η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες. «Στις αρχές της περασμένης χρονιάς κατατέθηκαν οι πρώτες σοβαρές εκτιμήσεις που έλεγαν ότι θα απαιτηθούν τέσσερα χρόνια μέχρι να φθάσουμε ξανά την οικονομική απόδωση που είχαμε πριν από την κρίση. Σήμερα τα πράγματα φαίνονται διαφορετικά. Έχουμε φθάσει ήδη το επίπεδο της περιόδου 2006/2007 και μέχρι το τέλος του επόμενου χρόνου θα είμαστε στο προ της κρίσης επίπεδο».
Έμφαση τώρα στην εγχώρια ζήτηση
Παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις, οι πέντε οικονομολόγοι αποφεύγουν να κάνουν λόγο για ένα «νέο οικονομικό θαύμα». Και αυτό γιατί, όπως υπογραμμίζουν, οι κίνδυνοι και οι απρόβλεπτοι παράγοντες διεθνώς είναι πολλοί και θα μπορούσαν να ακυρώσουν τη διαδικασία της οικονομικής ανάκαμψης. Η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ και η κρίση στην ευρωζώνη είναι μόνο δύο από τους σοβαρότερους κινδύνους. Οι πέντε «σοφοί» υπογραμμίζουν την ανάγκη να καταστεί η πορεία της γερμανικής οικονομίας πιο ανεξάρτητη από τον εξαγωγικό τομέα. Τα προγράμματα περικοπών που ακολουθούν πολλές ευρωπαϊκές χώρες θα επηρεάσουν με βεβαιότητα και τις εισαγωγές γερμανικών προϊόντων εκτιμά ο οικονομολόγος Πέτερ Μπόφινγκερ και εξηγεί: «Οι χώρες που τα τελευταία 10 χρόνια συνέβαλαν στην ανάπτυξή μας είναι σήμερα αντιμέτωπες με σοβαρά προβλήματα χρέους. Εννοώ τις χώρες της νότιας Ευρώπης, τις ΗΠΑ, την Ιρλανδία και τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Οι χώρες αυτές δεν έχουν πλέον περιθώρια αύξησης του χρέους τους. Το μοντέλο των τελευταίων δέκα ετών δεν λειτουργεί πλέον. Εάν θέλουμε υψηλότερη ανάπτυξη θα πρέπει να την αναζητήσουμε στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης».
Και στο πεδίο της εγχώριας κατανάλωσης τα πράγματα δεν είναι καθόλου άσχημα, θα συμπληρώσει ο καθηγητής Βόλφγκανγκ Φραντς και θα διευκρινίσει: «Κατ` αρχήν είναι η ιδιωτική κατανάλωση. Η ευνοϊκή εξέλιξη στην αγορά εργασίας διασκεδάζει τις ανησυχίες των εργαζομένων. Δεν φοβούνται για τη δουλειά τους. Δεύτερον, έχουμε την ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα, η οποία ενισχύεται από τα ιστορικά μοναδικά χαμηλά επιτόκια. Αυτό σημαίνει ότι η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης συντελείται αυτόματα.
Δεν υπάρχουν περιθώρια φοροελαφρύνσεων
Το συμβούλιο των εμπειρογνωμόνων αποφεύγει να αναφερθεί σε μέτρα που θα αυξήσουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Αντιθέτως, οι πέντε οικονομολόγοι προβαίνουν στην εκτίμηση ότι μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου είναι αδύνατο η κυβέρνηση να προχωρήσει σε φοροελαφρύνσεις και παραπέμπουν στην συνταγματική επιταγή της δημοσιονομικής σταθερότητας και της μείωσης του χρέους.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ο τίτλος της φετινής έκθεσης του συμβουλίου των εμπειρογνωμόνων φέρει τον τίτλο «Δυνατότητες μιας σταθερής ανάκαμψης». Κάτι περισσότερο από αυτό δεν θέλουν οι πολιτικοί και οι πολίτες στην παρούσα φάση.
Sabine Kinkartz/Σταμάτης Ασημένιος
Υπεύθ. Σύνταξης: Κώστας Συμεωνίδης
http://www.dw-world.de
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.