Tου Nicolas Veron*
Το χάος που ακολούθησε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers πριν από δύο χρόνια έπληξε τα χρηματοπιστωτικά συστήματα των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Δεν ήταν, όμως, παντού ίδιες οι συνέπειες. Στις ΗΠΑ εξαφανίστηκαν πολλά μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μερικώς εξαιτίας των αυστηρών απαιτήσεων διαφάνειας που οδήγησαν σε άμεση αναδιάρθρωση του τοπίου στον κλάδο. Την άνοιξη του 2009, τα τεστ κοπώσεως εξανάγκασαν τις ασθενέστερες τράπεζες σε αυξήσεις κεφαλαίου και σύντομα τα ιδρύματα που βρίσκονται στην καρδιά του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος άρχισαν να ανακτούν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Αρχικά φαινόταν πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπορούσαν να επωφεληθούν από την εμπιστοσύνη που ενέπνευσαν τα αμερικανικά τεστ κοπώσεως. Οι τιμές των μετοχών σημείωσαν άνοδο και ορισμένες τράπεζες επωφελήθηκαν για να αντλήσουν σημαντικά κεφάλαια. Το έκαναν, όμως, οι ισχυρότερες τράπεζες και όχι εκείνες που είχαν υποστεί μεγαλύτερες ζημίες. Οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές προχώρησαν στα δικά τους τεστ κοπώσεως τον Σεπτέμβριο του 2009, αλλά δεν δημοσίευσαν τα αποτελέσματά τους. Η υφέρπουσα αδυναμία των ευρωπαϊκών τραπεζών ήταν αδύνατον να συγκαλυφθεί όταν εκδηλώθηκε η δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας. Οι ιθύνοντες συνειδητοποίησαν πως τα τραπεζικά του συστήματος ήσαν πολύ αδύναμα για να αντέξουν μια ενδεχόμενη πτώχευση της Ελλάδας. Γι’ αυτό και αποφάσισαν να στηρίξουν το ελληνικό κράτος και να δημιουργήσουν μηχανισμό στήριξης για όλη την Ευρωζώνη.
Σε μια επίδειξη αποφασιστικότητας, άλλωστε, τον Ιούνιο του 2010 αποφάσισαν να δημοσιεύσουν τα αποτελέσματα του επόμενου γύρου των τεστ κοπώσεως.
Φάνηκε να δουλεύει το σύστημα και η αρχική αντίδραση της αγοράς ήταν θετική. Σύντομα, όμως, διεφάνησαν προβλήματα. Τα στοιχεία δεν είχαν ελεγχθεί επαρκώς. Η κεφαλαιακή επάρκεια ήταν αμφίβολη. Ορισμένες προβλέψεις κερδών ήταν υπερβολικά αισιόδοξες. Στις 7 Σεπτεμβρίου, η Wall Street Journal επισήμανε τη μεγάλη απόκλιση ανάμεσα στα αποτελέσματα των τεστ κοπώσεως και της έκθεσης σε επισφαλή κρατικά ομόλογα που δημοσιοποίησε η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών βάσει στοιχείων που της παρείχαν οι ίδιες αρχές. Οι πολιτικοί επικαλέσθηκαν ζητήματα τεχνικής φύσης, αλλά δεν έπεισαν τους επενδυτές. Λίγες εβδομάδες αργότερα η κρατική ενίσχυση ιρλανδικών τραπεζών που είχαν περάσει τα τεστ με επιτυχία, απεκάλυψε ότι η όλη υπόθεση ήταν για γέλια.
Το σημαντικότερο όλων είναι πως τα τεστ κοπώσεως δεν κατόρθωσαν να κινήσουν μια διαδικασία αύξησης κεφαλαίου και αναδιάρθρωσης των προβληματικών τραπεζών της Ευρώπης. Πρόσφατα ο Γιούργκεν Σταρκ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ανέφερε πως μεγάλο τμήμα των γερμανικών ταμιευτηρίων έχει πρόβλημα κεφαλαιακής επάρκειας. Σε πολλές χώρες οι αρχές εξακολουθούν να προσπαθούν να κρύψουν τα προβλήματα παρά να τα αντιμετωπίσουν.
Είναι ενθαρρυντική η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής Τραπεζών αλλά δεν αρκεί. Για να λυθεί το τραπεζικό πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης χρειάζεται η πολιτική δέσμευση που απουσιάζει ιδιαίτερα στις μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης.
* Ο κ. Νίκολας Βερόν είναι συνεργάτης του Bruegel στις Βρυξέλλες και του Peterson Insitute for Internaitonal Economics της Ουάσιγκτον.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.