της Πέννυς Κούτρα
Το στοιχείο της ελληνικότητάς τους αναδεικνύουν ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν το αυξανόμενο ενδιαφέρον των καταναλωτών για προϊόντα και υπηρεσίες που χαρακτηρίζονται ελληνικά.
Αν και οι περισσότερες καταναλωτικές έρευνες συμφωνούν πως η επιλογή αγορών είναιπολυπαραγοντική διαδικασία, η οικονομική κρίση φαίνεται πως επηρεάζει μερίδα των καταναλωτών υπέρ των ελληνικών προϊόντων.
Η τελευταία πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Εργαστηρίου Marketing καταγράφει για πρώτη φορά αυτήν την τάση στα έξι χρόνια που πραγματοποιεί τη σχετική μέτρηση, με τους καταναλωτές να δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται πλέον για τη χώρα προέλευσης των προϊόντων που προμηθεύονται. Η στάση αυτή ίσως να συνδέεται με την αντίληψη των ατόμων για την ανάγκη στήριξης της εθνικής οικονομίας, σχολιάζει η παραπάνω έρευνα, εξηγώντας το όψιμο ενδιαφέρον των καταναλωτών.
Η σήμανση Μade in EU σταδιακά αντικαθίσταται από τον Made in Greece, ο κωδικός 520 (που παραπέμπει σε εγχωρίως παραγόμενα ή εγχωρίως μεταποιημένα προϊόντα) αποτελεί για κάποιους προϋπόθεση για να αγοράσουν προϊόντα, ενώ το υπουργείο Ανάπτυξης δρομολογεί τη θέσπιση σήματος ελληνικών προϊόντων για την ενίσχυση των τοπικών αγορών και την αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα ελληνικά προϊόντα.
Το άτυπο αυτό κίνημα φαίνεται ότι υποβοηθάται και από μία άλλη παράμετρο, τηναύξηση της διείσδυσης των ελληνικών προϊόντων στο λιανεμπόριο. Εξαιτίας της κρίσης αρκετά προϊόντα εισαγωγής εξαφανίζονται από την εγχώρια αγορά, καθώς οι προμηθευτές δεν παρέχουν πλέον πίστωση στους εγχώριους εισαγωγείς.
Η αγορά για να καλύψει το κενό αφήνει χώρο σε εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, που είτε βρίσκουν ευκολότερα τον δρόμο για το ράφι, είτε αποτελούν τη μοναδική λύση για τους εμπόρους, που πλέον έχουν χάσει την επαφή με τους προμηθευτές του εξωτερικού.
Σε κάθε περίπτωση, η προτίμηση των καταναλωτών για κάποιες κατηγορίες προϊόντων, όπως τα νωπά τρόφιμα (κρέας, ψάρια, φρούτα, λαχανικά) είναι διαχρονική τάση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν προ πολλού κατοχυρώσει τη θέση τους στην καταναλωτική συνείδηση συνεχίζουν να κερδίζουν έδαφος ως καταξιωμένα και παρεμπιπτόντως ελληνικά.
Για παράδειγμα, οι εταιρίες Κορρές και Apivita, με ηγετικά μερίδια στην αγορά του φαρμακείου, επένδυσαν προ πολλού στην ελληνική τους προέλευση, αξιοποιώντας τη μάλιστα ως διαβατήριο για τις αγορές του εξωτερικού. Η Folli Follie έστησε την κεντρική διεθνή διαφημιστική της καμπάνια στις Σπέτσες, προβάλλοντας αφενός την ελληνικότητά της και αφετέρου εξυπηρετώντας ως έναν βαθμό τον στόχο προσέλκυσης τουριστών.
Εταιρίες που ελέγχονται από Έλληνες μετόχους επιχειρούν να αναδείξουν την ανταποδοτικότητά τους στην ελληνική οικονομία, όπως για παράδειγμα το δίκτυο τωνCarrefour Μαρινόπουλος, που προσφάτως πέρασε εξ ολοκλήρου στα χέρια της οικογένειας Μαρινόπουλου, ή η Ηλεκτρονική Αθηνών που συνεχώς -μετά την έλευση των μεγάλων ξένων αλυσίδων- υπογραμμίζει ότι είναι ελληνικών συμφερόντων. Αντίστοιχες κινήσεις πραγματοποιούν ελληνικές αλυσίδες ρούχων, ενώ έντονη διάδοση της ανταποδοτικότητάς της στην ελληνική οικονομία επιχειρεί η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία.
Ωστόσο, και οι πολυεθνικές που διατηρούν παραγωγή στην Ελλάδα προσθέτουν στις καμπάνιες τους ή ακόμη και επί των προϊόντων τους τη σχετική πληροφορία, που συνοδεύεται από την ελληνική σημαία. Για παράδειγμα η Bic, με εκτεταμένη καμπάνια, αναφέρεται στην παραγωγή που διατηρεί στη χώρα, η ένδειξη της εγχώριας παραγωγής έχει προστεθεί σε απορρυπαντικά της Unilever, ενώ πλήθος άλλων διεθνών σημάτων, που ωστόσο έχουν εργοστάσια παραγωγής στην Ελλάδα, φροντίζουν να το δηλώνουν στους καταναλωτές.
Το αν όλα τα παραπάνω είναι πρόσκαιρη μόδα του marketing ή γνήσια τάση που θα αναδείξει μελλοντικά την εγχώρια παραγωγή και οικονομία μένει να φανεί στο…ταμείο.
Αν και οι περισσότερες καταναλωτικές έρευνες συμφωνούν πως η επιλογή αγορών είναιπολυπαραγοντική διαδικασία, η οικονομική κρίση φαίνεται πως επηρεάζει μερίδα των καταναλωτών υπέρ των ελληνικών προϊόντων.
Η τελευταία πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Εργαστηρίου Marketing καταγράφει για πρώτη φορά αυτήν την τάση στα έξι χρόνια που πραγματοποιεί τη σχετική μέτρηση, με τους καταναλωτές να δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται πλέον για τη χώρα προέλευσης των προϊόντων που προμηθεύονται. Η στάση αυτή ίσως να συνδέεται με την αντίληψη των ατόμων για την ανάγκη στήριξης της εθνικής οικονομίας, σχολιάζει η παραπάνω έρευνα, εξηγώντας το όψιμο ενδιαφέρον των καταναλωτών.
Η σήμανση Μade in EU σταδιακά αντικαθίσταται από τον Made in Greece, ο κωδικός 520 (που παραπέμπει σε εγχωρίως παραγόμενα ή εγχωρίως μεταποιημένα προϊόντα) αποτελεί για κάποιους προϋπόθεση για να αγοράσουν προϊόντα, ενώ το υπουργείο Ανάπτυξης δρομολογεί τη θέσπιση σήματος ελληνικών προϊόντων για την ενίσχυση των τοπικών αγορών και την αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα ελληνικά προϊόντα.
Το άτυπο αυτό κίνημα φαίνεται ότι υποβοηθάται και από μία άλλη παράμετρο, τηναύξηση της διείσδυσης των ελληνικών προϊόντων στο λιανεμπόριο. Εξαιτίας της κρίσης αρκετά προϊόντα εισαγωγής εξαφανίζονται από την εγχώρια αγορά, καθώς οι προμηθευτές δεν παρέχουν πλέον πίστωση στους εγχώριους εισαγωγείς.
Η αγορά για να καλύψει το κενό αφήνει χώρο σε εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, που είτε βρίσκουν ευκολότερα τον δρόμο για το ράφι, είτε αποτελούν τη μοναδική λύση για τους εμπόρους, που πλέον έχουν χάσει την επαφή με τους προμηθευτές του εξωτερικού.
Σε κάθε περίπτωση, η προτίμηση των καταναλωτών για κάποιες κατηγορίες προϊόντων, όπως τα νωπά τρόφιμα (κρέας, ψάρια, φρούτα, λαχανικά) είναι διαχρονική τάση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν προ πολλού κατοχυρώσει τη θέση τους στην καταναλωτική συνείδηση συνεχίζουν να κερδίζουν έδαφος ως καταξιωμένα και παρεμπιπτόντως ελληνικά.
Για παράδειγμα, οι εταιρίες Κορρές και Apivita, με ηγετικά μερίδια στην αγορά του φαρμακείου, επένδυσαν προ πολλού στην ελληνική τους προέλευση, αξιοποιώντας τη μάλιστα ως διαβατήριο για τις αγορές του εξωτερικού. Η Folli Follie έστησε την κεντρική διεθνή διαφημιστική της καμπάνια στις Σπέτσες, προβάλλοντας αφενός την ελληνικότητά της και αφετέρου εξυπηρετώντας ως έναν βαθμό τον στόχο προσέλκυσης τουριστών.
Εταιρίες που ελέγχονται από Έλληνες μετόχους επιχειρούν να αναδείξουν την ανταποδοτικότητά τους στην ελληνική οικονομία, όπως για παράδειγμα το δίκτυο τωνCarrefour Μαρινόπουλος, που προσφάτως πέρασε εξ ολοκλήρου στα χέρια της οικογένειας Μαρινόπουλου, ή η Ηλεκτρονική Αθηνών που συνεχώς -μετά την έλευση των μεγάλων ξένων αλυσίδων- υπογραμμίζει ότι είναι ελληνικών συμφερόντων. Αντίστοιχες κινήσεις πραγματοποιούν ελληνικές αλυσίδες ρούχων, ενώ έντονη διάδοση της ανταποδοτικότητάς της στην ελληνική οικονομία επιχειρεί η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία.
Ωστόσο, και οι πολυεθνικές που διατηρούν παραγωγή στην Ελλάδα προσθέτουν στις καμπάνιες τους ή ακόμη και επί των προϊόντων τους τη σχετική πληροφορία, που συνοδεύεται από την ελληνική σημαία. Για παράδειγμα η Bic, με εκτεταμένη καμπάνια, αναφέρεται στην παραγωγή που διατηρεί στη χώρα, η ένδειξη της εγχώριας παραγωγής έχει προστεθεί σε απορρυπαντικά της Unilever, ενώ πλήθος άλλων διεθνών σημάτων, που ωστόσο έχουν εργοστάσια παραγωγής στην Ελλάδα, φροντίζουν να το δηλώνουν στους καταναλωτές.
Το αν όλα τα παραπάνω είναι πρόσκαιρη μόδα του marketing ή γνήσια τάση που θα αναδείξει μελλοντικά την εγχώρια παραγωγή και οικονομία μένει να φανεί στο…ταμείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.