Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

H κρίση τῆς οἰκονομίας ὡς κρίση τοῦ ἡγούμενου λόγου



Το Γιώργου Καστρινάκη


«Έχουμε δείξει στὴν στορία μας, οἱ λληνες, τι στὶς δύσκολες καμπὲς ξαναβρίσκουμε τὸ πρόσωπό μας, πότε ξεπερνᾶμε τὰ προβλήματα.» Γι’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ εἴμαστε, λοιπόν, αἰσιόδοξοι καὶ γιὰ τὴν τρέχουσα περίσταση νάγκης;

Θ γινόταν, ς ποθέσουμε, νά ’ταν πράγματι τσι.

Μεσολαβε μως, σήμερα, μιὰ κρίσιμη διαφορὰ π λες τὶς προηγούμενες δοκιμασίες: Τότε, πνευματικ γεσία τοῦ τόπου ποδείκνυε τὴ λύση τοῦ προβλήματος. Τώρα, στόσο, αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ προτείνει εἶναι τὴν ναπαραγωγή του – διὰ τῆς δικαιώσεως, πλούστατα, τῶν αἰτίων τὰ ποα τὸ προκάλεσαν.

ν θελήσουμε νὰ παρακολουθήσουμε τὰ γεγονότα στὸ πλαίσιο μιᾶς λογικῆς λληλουχίας κατανοήσεων, τὸ πρῶτο ποὺ φείλουμε νὰ ξεκαθαρίσουμε εἶναι τί κριβς ζητᾶμε νὰ ρμηνεύσουμε: ντικρύζουμε, ραγε, μπροστά μας μιὰ κρίση οἰκονομικὴ διαβλέπουμε μιὰ κρίση κοινωνική;

Δύσκολα θὰ βρεθεῖ συμπολίτης μας ποὺ νὰ μὴν ναγνωρίζει τὸ δεύτερο. Κι μως: Οἱ διοι τοτοι πολίτες παραχωροῦν τὰ πρωτεῖα σέ ναν δημόσιο λόγο… καφετηριακῶν προδιαγραφῶν, ποος (βέβαιος τι οἱ «συνειδήσεις» διαπλάθονται π τὶς «δομές» - χι τὸ ντίθετο - ) δακτυλοδείχνει ς νοχο τὸ «κράτος» καὶ μαίνεται ναντίον τῶν διαχειριστῶν του.

π κοντά, νας λόκληρος λαὸς μέμφεται τοὺς πολιτικούς - μὰ γιατί πιτέλους; Λογικά, πειδ δὲν λαβαν γκαίρως τὰ παραίτητα (περιοριστικὰ) μέτρα. Γιὰ τὰ ποα, μως, ποτε κάποιος πεύθυνος ταγὸς ποτολμοσε νὰ τὰ διανοηθεῖ, τὸν τρομοκρατοῦσαν - π τὴν καθοδήγηση τῶν δημοσιογράφων, καὶ μέσῳ αὐθημερὸν διεκπεραιουμένων δημοσκοπήσεων - διὰ τοῦ καταλογισμοῦ νς καριαίου πολιτικοῦ κόστους καὶ τὸν ποχρέωναν σπευσμένως νὰ τὰ νακαλέσει!

Μ πλούστερες λέξεις, κοινωνία μέμφεται (κι παιτε τιμωρία!) τοὺς πολιτικούς της κπροσώπους πειδ κενοι πολιτεύονταν δημοκρατικά - πως, ξ σου παράλογα, μέμφεται τὸ κράτος της πειδ κριβς αὐτὸ νεργε ς σάρκα κ τῆς σαρκός της. κόμα χειρότερα: Τὸ διοτελέστερο (μά, συνάμα, κι ξαλλότερα διαμαρτυρόμενο) τμῆμα τοῦ πλήθους καταγγέλλει τὸ κράτος ταν, κριβς, αὐτὸ πιζητε μιὰ δικαιότερη κατανομὴ τῶν βαρῶν ( φορία, π.χ., μισεῖται πλς καὶ μόνο πειδήφίσταται).

Θ ξεπεράσουμε, ν τέλει, τὸ πρόβλημα! λλ μόνο ἐὰν κυρίαρχος λόγος ρθε πάνω παὐτὸ καὶ ρχίσει νὰ ντοπίζει, πραγματικές, τὶς αἰτίες του. Τί θὰ συμβεῖ, στόσο, ἐὰν λόγος αὐτὸς ξακολουθήσει νὰ νεργε ς (χι πλς συστατικὸ τῆς κρίσης, λλ ς) καθοριστικότερη αἰτία του;

Πρόκειται, συγκεκριμένα γι τὴν στία γύρω πτὴν ποία ξακολουθομε νὰ περιδινιζόμαστε σήμερα.

Κι εἶναι δύσκολοι οἱ καιροί, σφαλς, γιὰ πολλοὺς π μᾶς. Μὰ ξίζει νὰ συνειδητοποιήσουμε τι εἶναι πολὺ δυσκολότεροι, εἰδικά, γιὰ τοὺς φορεῖς τοῦ καθηγούμενου λόγου. Διότι αὐτ ποὺ ξελίσσεται νώπιόν μας εἶναι κατάρρευση νς λόκληρου προτύπου κοινωνικῆς νάπτυξης, τὸ ποο θεμελιώθηκε σὲ αὐτὸν κριβς τὸν γούμενο λόγο.

Στν οὐσία της, ν λλάδι οἰκονομικὴ κρίση δὲν εἶναι παρὰ κρίση κείνης τῆς νοοτροπίας ποία εἶχε καταξιώσει ς «ζωὴ» τὴ «μαγκιά»: Τῆς νοοτροπίας τι προκύπτει πλ νὰ γίνει να τομο μιὰ κοινωνία οἰκονομικὰ πιτυχημένη - ρκε μοναχὰ ν καταστεῖ θικάσυνείδητη.

Πόσο μακριὰ μπορεῖ νὰ φτάσει νας κόσμος μὲ τέτοια νοοτροπία χει καταστεῖ ρατό, πλέον, διὰ γυμνοῦ φθαλμο. ς μόνη διαφυγή, πότε, γιὰ τὴν κυρίαρχη ντίληψη πομένει ποκρυβ τοῦ ξόφθαλμου: φ καὶ ρχίζει νὰ πιδεικνύει ς αἰτίες τὰ ποτελέσματαδηλαδὴ νὰ σπέρνει τὴ σύγχυση σο καὶ νὰ διασφαλίζει τὴν νατροφοδοσία τοῦ διεξόδου.

Σ τελευταία ννόηση, κατάρρευση τῆς λλάδας τοῦ σήμερα δὲν εἶναι παρὰ κατάρρευση τῆς σχάτως πιλεγόμενης «νέας» λλάδας (κατ’ πιδεικτικν ντιδιαστολ πρὸς τὴν «παλαιά»). Τῆς λλάδας τοῦ Νέου νθρώπου νθρωποθεο. Δηλαδὴ τῆς λληνικς κδοχς τοῦ νθρωποειδώλου τῆς Νεωτερικότητας.

ποία λληνικ κδοχή, σημειωτέον, διόλου δὲν πολείπεται τῆς διεθνοῦς μολόγου της. λως ντιθέτως, πρωτοπορε καθὼς παρ’ μν κσυγχρονισμς προβαίνει ξτρεμιστικότερος τοῦ ρχετύπου του: Μιὰ ξ σου παράλογη κοινωνικὴ κρίση σο μεδαπ, λοιπὸς νεπτυγμένος κόσμος (κατὰ τούτη τὴν νάγνωση) θὰ τὴν βιώσει - πλς - λάχιστες δεκαετίες μεταγενέστερα.

Πόσο μᾶλλον ταν λες οἱ οἰκονομετρικὲς «σταθερὲς» ποὺ πιλέγονται νὰ «παγκοσμιοποιηθοῦν» εἶναι κενες ποὺ πακούουν στὴν ντικοινωνικότερη λογική: λληνικ κρίση - ς διακρίνουμε - χει πολὺ εἰδικότερες αἰτίες π τὴν εὐρωπαϊκή. κόμα καὶ χωρὶς τὴν λλαδική τους πίταση, πάντως, οἱ προδιαγραφὲς τῆς ποσυγκρότησης κεῖνται, αὐτούσιες, ς οἰκονομικὸ «Σύνταγμα» τῆς δυτικοευρωπαϊκῆς νοποίησηςδηλαδὴ ς πνεῦμα καὶ γράμμα τῆς περιώνυμης Συνθήκης τοῦ Μάαστριχτ (1992).

κε που τέθηκαν οἱ βάσεις γιὰ να οἰκοδόμημα ποὺ θ θυσιάζει τὴν ξιοπρέπεια τῶν νθρώπων γιὰ χάρη τῆς εὐημερίας τῶν ριθμν. νεοφιλελεύθερη, δηλαδή, συνταγὴ γιὰ τὴν ρθρωση μιᾶς κοινωνίας τῶν
«δύο τρίτων».

«νεοφιλελευθερισμὸς» τοτος μπεριεχε κάτι περισσότερο π τὴν ντιστροφ τῆς ννοιας τῆς λευθερίας: μπεριεχε τὸν πυρήνα κείνου τοῦἀντι-ανθρωπισμο ποὺ πιφυλλάσσεται ς θέατη ντελέχεια νς πολιτισμοῦ μὲ φαλτήριο ρόσημο τὸνἀντι-θεανθρωπισμό.

πιφανειακ προβολὴ μιᾶς νσυνείδητης (στὶς τάξεις τῶν θυνόντων) προσχώρησης στὸν μύχιο δαιμονισμὸ τῆς νθρώπινης βούλησης.




(Πηγή: «Πειραϊκή Εκκλησία» Ιούλ. – Αύγ. 2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.