Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Εγγυάται η κυβέρνηση την "πολιτική σταθερότητα";


Θα εξασφαλιστεί η "πολιτική σταθερότητα", αν αποφευχθούν οι εκλογές και η κυβέρνηση συνεχίσει το έργο της; Ή μήπως η συνέχιση μιας πολιτικής που προκαλεί κοινωνική εξάντληση, μοιραία θα οδηγεί και σε πολιτική αστάθεια;
Τις τελευταίες ημέρες και ενόψει της συνεχιζόμενης διαδικασίας για την εκλογή προέδρου Δημοκρατίας, χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο η φράση «πολιτική σταθερότητα», με την έννοια ότι αυτή θα εξασφαλιστεί αν αποφευχθούν οι εκλογές και η κυβέρνηση συνεχίσει το έργο της.
Αν αυτό ίσχυε, τότε θα έπρεπε η πολιτική σταθερότητα να μην ήταν ζητούμενο αλλά, ήδη, δεδομένο, καθώς εδώ και δυόμιση χρόνια η κυβέρνηση  εφαρμόζει τη σκληρή δημοσιονομική πολιτική που συμφώνησε με την Τρόικα, έχοντας ψηφίσει δεκάδες μέτρα λιτότητας.
Ήταν, το ίδιο το εφαρμοζόμενο οικονομικό πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης και οι συνέπειες του, σε συνδυασμό με αυτά των κυβερνήσεων από το 2010 και μετά, που προκάλεσαν την κοινωνική αστάθεια αρχικά και την πολιτική αστάθεια ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα στη συνέχεια και έτσι ακούγεται οξύμωρο αλλά και ουτοπικό να περιμένουμε από τη συνέχιση της εφαρμογής του ίδιου προγράμματος να προκύψει κοινωνική και ως εκ τούτου και πολιτική σταθερότητα.
Είναι, λοιπόν, συνετό να υποθέσουμε πως αν δεν εξαλειφθούν τα αίτια που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση δε θα τροποποιηθεί και το αποτέλεσμα. Όμως, έτσι όπως τα έχει φέρει η κυβέρνηση, η Ελλάδα αντιμετωπίζει εκ νέου χρηματοδοτικό κενό και προκειμένου να ξεμπλοκάρουν οι διαπραγματεύσεις με την Τρόικα και να ενεργοποιηθεί η ασφάλεια της πιστοληπτικής γραμμής στήριξης που θα μπορέσει να το καλύψει, θα πρέπει να υπογράψει τη λήψη νέων μέτρων λιτότητας και να συνεχίσει την εφαρμογή όλων των προηγούμενων.
Το θετικότερο σενάριο για το 2015 που θα προκύψει από αυτήν την επιλογή, σύμφωνα με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, είναι  η  επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 3,00%, ανάπτυξη της τάξης του  2,9%, ανεργίας κοντά στο 24% και αυτά σε ένα περιβάλλον με αρνητικό πληθωρισμό.
Όπως δείχνει η διαφορά αναμενόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος και προβλεπόμενου ρυθμού ανάπτυξης, με το πρώτο να συνδέεται με τη λιτότητα και να συνεπάγεται μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική αστάθεια και με το δεύτερο να συνδέεται, προφανώς, με την ανάπτυξη και να συνδράμει στην κοινωνική και πολιτική σταθερότητα, η  ζυγαριά γέρνει και στο 2015 υπέρ της λιτότητας και άρα υπέρ της αστάθειας.
Μάλιστα, το πρωτογενές πλεόνασμα που αναμένει να επιτύχει η κυβέρνηση στο 2015, θα είναι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το μεγαλύτερο στην ευρωζώνη και το 15ο μεγαλύτερο μεταξύ των 215 κρατών  του κόσμου για τα οποία παρέχονται σχετικά στοιχεία. Από τη λίστα των δεκαπέντε αυτών κρατών, θα πρέπει να αφαιρέσουμε το Κουβέιτ, τη Νορβηγία, το Μπρουνέι, το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και τα Αραβικά Εμιράτα, καθώς πρόκειται για μερικά από τα πλουσιότερα κράτη του κόσμου όπου το πρωτογενές πλεόνασμα προκύπτει ως αποτέλεσμα της μεγάλης ανάπτυξης και των εσόδων του κράτους από την εκμετάλλευση των τεράστιων φυσικών  του πόρων και όχι συνεπεία μέτρων λιτότητας.
Αυτό αφήνει χώρες όπως το Μακάο, το Κονγκό και την Αγκόλα, μεταξύ των κρατών που ξεπερνούν το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας και δεν είναι πάμπλουτες και δυστυχώς οι χώρες αυτές μοιράζονται ένα αρνητικό χαρακτηριστικό μεταξύ τους, είναι πάμπτωχες. Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, οι ρυθμοί ανάπτυξης τους είναι πολύ μεγαλύτεροι από τους προβλεπόμενους για την Ελλάδα.
Η διαφορά, λοιπόν, αναμενόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος και προβλεπόμενου ρυθμού ανάπτυξης φέρνει την Ελλάδα στη χειρότερη θέση διεθνώς, για το 2015, ως προς το βαθμό λιτότητας που θα υποστεί και άρα ως προς την κοινωνική και πολιτική αστάθεια που θα αντιμετωπίσει.
Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κοινωνικής και πολιτικής αστάθειας, όμως, είναι και η ανεργία. Και από την πρόβλεψη για τα ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα το 2015, η χώρα αναμένεται να βρεθεί στη χειρότερη θέση μεταξύ των αναπτυγμένων κρατών του κόσμου και στην 24η μεταξύ των 203 κρατών για τα οποία υπάρχουν σχετικά στοιχεία, με  τη λίστα των κρατών αυτών να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το Κόσσοβο,  το Αφγανιστάν, την Υεμένη, την Κένυα, την Αϊτή, τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, το Νεπάλ, τη Σενεγάη, το Κονγκό, το Τουρκμενιστάν, τη Λιβερία και τη Ζιμπάμπουε, δηλαδή μερικά από τα φτωχότερα και πιο εξαθλιωμένα κράτη διεθνώς. Έτσι, ο παράγοντας ανεργία αναμένεται να ενισχύσει την κοινωνική και έτσι και την πολιτική αστάθεια στο 2015.
Τέλος, ένας παράγοντας για την κοινωνική και πολιτική αστάθεια είναι ο αρνητικός πληθωρισμός, ο οποίος μπορεί να έχει τόσο μεγάλες συνέπειες όσο και υπερβολικός πληθωρισμός. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία η Ελλάδα σε αυτόν τον τομέα κατακτά σήμερα την τρίτη χειρότερη θέση στον κόσμο, την οποία αναμένεται να διατηρήσει και στο 2015.
Το πρόβλημα,  γίνεται ακόμη μεγαλύτερο γιατί η παραπάνω λογική του προγράμματος αναμένεται να συνεχιστεί, τουλάχιστον, μέχρι το 2022, με τα χρόνια από εκεί και πέρα να αναμένονται ιδιαίτερα δύσκολα αφού θα έχει ξεκινήσει και η αποπληρωμή των δανείων προς την ΕΕ και το ΤΧΣ τα οποία και έχουν επιμηκυνθεί. Τουτέστιν, αν η κυβέρνηση ενδιαφέρεται, πράγματι, για την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας τότε θα πρέπει να επιδιώξει την αλλαγή πολιτικής και αυτό συνεπάγεται σκληρή διαπραγμάτευση με την Τρόικα με στόχο μία ευνοϊκότερη συμφωνία. Οτιδήποτε άλλο θα συνεπάγεται περισσότερη εφαρμογή ενός προγράμματος που έχει οδηγήσει, προ πολλού, στην κοινωνική εξάντληση και θα προμηνύει περισσότερη κοινωνική και πολιτική αστάθεια.
* Ο Πάνος Παναγιώτου είναι τεχνικός αναλυτής χρηματιστηριακών αγορών, εκδότης τουwww.analitis.gr , διευθυντής της Ελληνικής Κοινότητας Τεχνικών Αναλυτών στην Αγγλία (www.ekta.gr)  και διευθυντής εκπαίδευσης και έρευνας της Enalos LTD στο Λονδίνο. Είναι δημιουργός λογισμικών αυτοματοποίησης της τεχνικής ανάλυσης (3F, ModiStock) και συγγραφέας χρηματιστηριακών και οικονομικών βιβλίων. Άρθρα και συνεντεύξεις του δημοσιεύονται για μιάμιση δεκαετία σε πληθώρα ΜΜΕ ενώ είναι συχνός καλεσμένος σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.