Τις πιθανές συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ για τον σχηματισμό κυβέρνησης στη βουλή αν βγει πρώτο κόμμα, εξετάζουν οι HSBC, Barclays, Commerzbank, Citi.
Δεν αποκλείει και νέες εκλογές τον Μάρτιο στην Ελλάδα, ως μια επανάληψη του 2012, η HSBCσε ανάλυσή της με ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου.
Όπως επισημαίνει, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ακόμη και με το μπόνους των 50 εδρών που παίρνει το μεγαλύτερο κόμμα, το βαθιά κατακερματισμένο εκλογικό σώμα είναι απίθανο να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να σχηματίσει μια κυβέρνηση αυτοδύναμος.
Μετά από τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να κερδίσει την υποστήριξη άλλων μικρότερων κομμάτων, αλλά όπως και το 2012, μπορεί να χρειαστούν δεύτερες εκλογές για να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού. Διάφορα αποτελέσματα είναι ακόμη πιθανά αλλά το πιο πιθανό φαίνεται να είναι ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης υπό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ηγέτης του κόμματος, Αλ. Τσίπρας, έχει επανειλημμένως επιβεβαιώσει τη δέσμευσή του να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ, αλλά σκοπεύει να επαναδιαπραγματευτεί το εθνικό χρέος και επίσης σχεδιάζει μια στροφή στην λιτότητα και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα θα είναι δύσκολες και πιθανές συγκρούσεις και καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις του προγράμματος αναχρηματοδότησης της Ελλάδας, μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε νέες ανησυχίες για την θέση της Ελλάδας στο ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις πιθανές συνεργασίες στη βουλή μετά τις εκλογές για τον σχηματισμό κυβέρνησης, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, που ενστερνίζονται το αντιμνημονιακό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά βρίσκονται στο άλλο άκρο του φάσματος σε ό,τι αφορά άλλες εσωτερικές προτεραιότητες, και η ΔΗΜΑΡ, αυτή τη στιγμή βρίσκονται οριακά στο όριο του 3% που χρειάζεται για να εισέλθουν στην Βουλή.
Από τα κόμματα που σήμερα δείχνουν ότι μάλλον θα καταφέρουν να μπουν στη Βουλή, Το Ποτάμι είναι ένας πιθανός υποψήφιος για να ενώσει τις δυνάμεις του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, έχει πολύ λιγότερο ριζοσπαστική ατζέντα από τον ΣΥΡΙΖΑ και πιθανώς θα ενδιαφερόταν περισσότερο για έναν συνασπισμό με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον μετά από τον πρώτο γύρο. Ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να στραφεί στο ΠΑΣΟΚ, από το οποίο προέρχονται πολλά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά φαίνεται απίθανο ότι θα θέλει να αλλάξει αμέσως πλευρά.
Επομένως, μια επανάληψη του 2012, όταν διεξάχθηκαν δύο εκλογές προτού σχηματιστεί κυβέρνηση, φαίνεται πολύ πιθανή. Κάτι τέτοιο, θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, καθώς πρόκειται να συναντηθούν στις 12 Φεβρουαρίου, και μέχρι τότε ήλπιζαν για μια μεγαλύτερη σαφήνεια για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Εκτιμά ακόμη ότι εάν οι εκλογές πάνε σε δεύτερο γύρο, είναι πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να μαλακώσει κάποιες από τις προτάσεις του σε μια προσπάθεια να προσελκύσει περισσότερους ψηφοφόρους από το κέντρο και σε μια προσπάθεια να προσελκύσει λιγότερο ριζοσπαστικά κόμμα για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού.
Μετά από τη διεξαγωγή δεύτερων γενικών εκλογών, δεν θα πρέπει να αποκλείεται μια πιθανή νίκη της ΝΔ. Το χαρτί του «φόβου» που παίζει ο Αν. Σαμαράς από την ημέρα που προκηρύχθηκαν οι προεδρικές εκλογές στις αρχές Δεκεμβρίου, έχει βοηθήσει τη ΝΔ να συρρικνώσει τη διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο μήνα και μπορεί να παίξει έναν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο μετά από τον πρώτο, μη καθοριστικό γύρο. «Εάν η αρχική αντίδραση της αγοράς στην προοπτική εκλογών είναι πολύ αρνητική, μπορεί ακόμη να σημαίνει ότι δεν αποκλείεται και μια νίκη της ΝΔ από τον πρώτο γύρο».
Η Barclays από την πλευρά της κάνει λόγο για μεγαλύτερη αβεβαιότητα σχετικά με το αποτέλεσμα των εκλογών και την πολιτική στάση της νέας κυβέρνησης, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει υπάρξει ποτέ στην κυβέρνηση.
Με βάση τις δημοσκοπήσεις, η Barclays θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει τις εκλογές. Ωστόσο, δεν θα μπορέσει να αποκτήσει αυτοδυναμία, και θα υποχρεωθεί να προχωρήσει στον σχηματισμό συνασπισμού. «Θεωρούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση με ορισμένα μέλη του ΠΑΣΟΚ ή/και από το Ποτάμι. Ένα εναλλακτικό σενάριο θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να αποφάσιζε να παραμείνει στην αντιπολίτευση, ιδιαίτερα δεδομένου ότι η Ελλάδα πρέπει ακόμη να ολοκληρώσει την αξιολόγηση του προγράμματος (για να λάβει χρηματοδότηση και πριν από τη διαπραγμάτευση για μια προληπτική γραμμή), που υποδηλώνει ότι η χώρα θα παραμείνει υπό στενή εποπτεία από την τρόικα».
Το βασικό σενάριο της Barclays περιλαμβάνει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία. Για παράδειγμα, αβεβαιότητα που θα πλήξει την εμπιστοσύνη ακόμη και με την εξαίρεση τυχόν επιδράσεων από τις νέες πολιτικές.
Η Commerzbank σχολιάζει επίσης ότι οι πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα δεν θα ρίξουν την χώρα στο χάος. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στον ΣΥΡΙΖΑ, «το πολιτικό ρεύμα στην Ελλάδα φαίνεται ότι είναι έτοιμο να γυρίσει. Αλλά δεν θα έλθουν όλα τα πάνω-κάτω. Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί να στηριχτεί στις ψήφους άλλων κομμάτων στη Βουλή. Δεύτερον, ούτε η νέα κυβέρνηση θα είναι σε θέση να τα καταφέρει χωρίς την υποστήριξη της κοινότητας».
Σε ό,τι αφορά τις πιθανές συμμαχίες για τη δημιουργία κυβέρνησης, «το ΚΚΕ δεν φαίνεται σαν μια επιλογή, δεδομένης της αμοιβαίας αντιπάθειας. Μια συμμαχία με το συγκυβερνών ΠΑΣΟΚ είναι επίσης δύσκολο να τη φανταστούμε. Τελικά, ίσως το νέο κόμμα του Στ. Θεοδωράκη μπορεί να γείρει την πλάστιγγα».
Σε μια αριστερή κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ δύσκολο θα μπορέσει να εφαρμόσει τα ριζοσπαστικά του αιτήματα ένα προς ένα. Επίσης, «εδώ και εβδομάδες έχουμε ακούσει ξεκάθαρα πιο ήπιες φωνές από τα μέλη του. Δεν υπάρχουν πλέον φωνές για έξοδο από την ευρωζώνη ή την ΕΕ. Και υπάρχει ένας πιο διπλωματικός τόνος αναφορικά με το κούρεμα του χρέους: ένα τέτοιο βήμα θα γίνει ύστερα από συμφωνία με τους πιστωτές».
Αντιθέτως, θα είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσουν σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης με την τρόικα. Μια αριστερή κυβέρνηση πιθανώς θα αυξήσει τους μισθούς του δημοσίου, θα αρνηθεί να συρρικνώσει τις δημόσιες υπηρεσίες όπως προγραμματιζόταν και θα πάει πίσω πολλές μεταρρυθμίσεις του εργασιακού τομέα. Είναι απίθανο η τρόικα να συμφωνήσει σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης υπό αυτές τις προϋποθέσεις.
Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να προσπαθήσει να προχωρήσει χωρίς νέο πρόγραμμα στήριξης. Αλλά αυτό θα ισοδυναμούσε με μια πράξη ισορροπίας. Ενώ το ελληνικό δημόσιο θα χρηματοδοτήσει πιθανώς τις τρέχουσες δαπάνες του 2015 χωρίς νέο δανεισμό, τα κεφάλαιά του δεν θα είναι επαρκή για την εξυπηρέτηση του χρέους. Επομένως θα είναι απαραίτητο να έλθει τουλάχιστον σε μια συμφωνία για την αναδιάρθρωση χρέους με τους επίσημους πιστωτές, που κατέχουν το 80% του ελληνικού χρέους. Αλλά στο τέλος της ημέρας, αυτό μπορεί να αποδειχθεί ευκολότερο από το να συμφωνήσουν σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης.
Η Citigroup εκτιμά ότι η αποτυχία εκλογής προέδρου της δημοκρατίας και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ενισχύει την πολιτική αβεβαιότητα. Μέχρι να επιτευχθεί περαιτέρω πολιτική βεβαιότητα, παραμένει επιφυλακτική και δεν αποκλείει περαιτέρω μεταβλητότητα στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Ωστόσο, πιστεύει ότι μια ευρύτερη μετάδοση της κρίσης είναι απίθανη, παρά το ότι τα πολιτικά ρίσκα αυξάνονται στην ευρωζώνη γενικότερα.
Εκτιμά δε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα λάβει την αυτοδυναμία και θα πρέπει να στηριχτεί σε βουλευτές άλλων κομμάτων για να κυβερνήσει. Ωστόσο δεν είναι σαφές ποιος θα μπορούσε να παράσχει αυτή την στήριξη. Ακόμη, επισημαίνει ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Goldman Sachs: Ρίσκο για την Ελλάδα πιθανή διακοπή του προγράμματος
Ο κίνδυνος για την ελληνική οικονομία δεν συνδέεται με τη φυσική πορεία της δημοκρατικής διαδικασίας, αντιθέτως πηγάζει από την διακοπή της πολιτικής η οποία θα μπορούσε να περιλαμβάνεται σε μια αλλαγή της κυβέρνησης. Στην περίπτωση που η επόμενη ελληνική κυβέρνηση επιλέξει να μην συνεχίσει ή να αντιστρέψει τις προσπάθειες μεταρρύθμισης που πραγματοποιούνται από την έναρξη του προγράμματος προσαρμογής, η υποστήριξη της ΕΚΤ προς την ελληνική οικονομία μπορεί επίσης να τεθεί υπό αμφισβήτηση, επισημαίνει σε ανάλυσή της η Goldman Sachs.
Δεν αποκλείει και νέες εκλογές τον Μάρτιο στην Ελλάδα, ως μια επανάληψη του 2012, η HSBCσε ανάλυσή της με ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου.
Όπως επισημαίνει, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ακόμη και με το μπόνους των 50 εδρών που παίρνει το μεγαλύτερο κόμμα, το βαθιά κατακερματισμένο εκλογικό σώμα είναι απίθανο να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να σχηματίσει μια κυβέρνηση αυτοδύναμος.
Μετά από τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να κερδίσει την υποστήριξη άλλων μικρότερων κομμάτων, αλλά όπως και το 2012, μπορεί να χρειαστούν δεύτερες εκλογές για να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού. Διάφορα αποτελέσματα είναι ακόμη πιθανά αλλά το πιο πιθανό φαίνεται να είναι ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης υπό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ηγέτης του κόμματος, Αλ. Τσίπρας, έχει επανειλημμένως επιβεβαιώσει τη δέσμευσή του να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ, αλλά σκοπεύει να επαναδιαπραγματευτεί το εθνικό χρέος και επίσης σχεδιάζει μια στροφή στην λιτότητα και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα θα είναι δύσκολες και πιθανές συγκρούσεις και καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις του προγράμματος αναχρηματοδότησης της Ελλάδας, μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε νέες ανησυχίες για την θέση της Ελλάδας στο ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις πιθανές συνεργασίες στη βουλή μετά τις εκλογές για τον σχηματισμό κυβέρνησης, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, που ενστερνίζονται το αντιμνημονιακό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά βρίσκονται στο άλλο άκρο του φάσματος σε ό,τι αφορά άλλες εσωτερικές προτεραιότητες, και η ΔΗΜΑΡ, αυτή τη στιγμή βρίσκονται οριακά στο όριο του 3% που χρειάζεται για να εισέλθουν στην Βουλή.
Από τα κόμματα που σήμερα δείχνουν ότι μάλλον θα καταφέρουν να μπουν στη Βουλή, Το Ποτάμι είναι ένας πιθανός υποψήφιος για να ενώσει τις δυνάμεις του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, έχει πολύ λιγότερο ριζοσπαστική ατζέντα από τον ΣΥΡΙΖΑ και πιθανώς θα ενδιαφερόταν περισσότερο για έναν συνασπισμό με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον μετά από τον πρώτο γύρο. Ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να στραφεί στο ΠΑΣΟΚ, από το οποίο προέρχονται πολλά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά φαίνεται απίθανο ότι θα θέλει να αλλάξει αμέσως πλευρά.
Επομένως, μια επανάληψη του 2012, όταν διεξάχθηκαν δύο εκλογές προτού σχηματιστεί κυβέρνηση, φαίνεται πολύ πιθανή. Κάτι τέτοιο, θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, καθώς πρόκειται να συναντηθούν στις 12 Φεβρουαρίου, και μέχρι τότε ήλπιζαν για μια μεγαλύτερη σαφήνεια για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Εκτιμά ακόμη ότι εάν οι εκλογές πάνε σε δεύτερο γύρο, είναι πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να μαλακώσει κάποιες από τις προτάσεις του σε μια προσπάθεια να προσελκύσει περισσότερους ψηφοφόρους από το κέντρο και σε μια προσπάθεια να προσελκύσει λιγότερο ριζοσπαστικά κόμμα για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού.
Μετά από τη διεξαγωγή δεύτερων γενικών εκλογών, δεν θα πρέπει να αποκλείεται μια πιθανή νίκη της ΝΔ. Το χαρτί του «φόβου» που παίζει ο Αν. Σαμαράς από την ημέρα που προκηρύχθηκαν οι προεδρικές εκλογές στις αρχές Δεκεμβρίου, έχει βοηθήσει τη ΝΔ να συρρικνώσει τη διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο μήνα και μπορεί να παίξει έναν ακόμη μεγαλύτερο ρόλο μετά από τον πρώτο, μη καθοριστικό γύρο. «Εάν η αρχική αντίδραση της αγοράς στην προοπτική εκλογών είναι πολύ αρνητική, μπορεί ακόμη να σημαίνει ότι δεν αποκλείεται και μια νίκη της ΝΔ από τον πρώτο γύρο».
Η Barclays από την πλευρά της κάνει λόγο για μεγαλύτερη αβεβαιότητα σχετικά με το αποτέλεσμα των εκλογών και την πολιτική στάση της νέας κυβέρνησης, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει υπάρξει ποτέ στην κυβέρνηση.
Με βάση τις δημοσκοπήσεις, η Barclays θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει τις εκλογές. Ωστόσο, δεν θα μπορέσει να αποκτήσει αυτοδυναμία, και θα υποχρεωθεί να προχωρήσει στον σχηματισμό συνασπισμού. «Θεωρούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση με ορισμένα μέλη του ΠΑΣΟΚ ή/και από το Ποτάμι. Ένα εναλλακτικό σενάριο θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να αποφάσιζε να παραμείνει στην αντιπολίτευση, ιδιαίτερα δεδομένου ότι η Ελλάδα πρέπει ακόμη να ολοκληρώσει την αξιολόγηση του προγράμματος (για να λάβει χρηματοδότηση και πριν από τη διαπραγμάτευση για μια προληπτική γραμμή), που υποδηλώνει ότι η χώρα θα παραμείνει υπό στενή εποπτεία από την τρόικα».
Το βασικό σενάριο της Barclays περιλαμβάνει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία. Για παράδειγμα, αβεβαιότητα που θα πλήξει την εμπιστοσύνη ακόμη και με την εξαίρεση τυχόν επιδράσεων από τις νέες πολιτικές.
Η Commerzbank σχολιάζει επίσης ότι οι πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα δεν θα ρίξουν την χώρα στο χάος. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στον ΣΥΡΙΖΑ, «το πολιτικό ρεύμα στην Ελλάδα φαίνεται ότι είναι έτοιμο να γυρίσει. Αλλά δεν θα έλθουν όλα τα πάνω-κάτω. Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί να στηριχτεί στις ψήφους άλλων κομμάτων στη Βουλή. Δεύτερον, ούτε η νέα κυβέρνηση θα είναι σε θέση να τα καταφέρει χωρίς την υποστήριξη της κοινότητας».
Σε ό,τι αφορά τις πιθανές συμμαχίες για τη δημιουργία κυβέρνησης, «το ΚΚΕ δεν φαίνεται σαν μια επιλογή, δεδομένης της αμοιβαίας αντιπάθειας. Μια συμμαχία με το συγκυβερνών ΠΑΣΟΚ είναι επίσης δύσκολο να τη φανταστούμε. Τελικά, ίσως το νέο κόμμα του Στ. Θεοδωράκη μπορεί να γείρει την πλάστιγγα».
Σε μια αριστερή κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ δύσκολο θα μπορέσει να εφαρμόσει τα ριζοσπαστικά του αιτήματα ένα προς ένα. Επίσης, «εδώ και εβδομάδες έχουμε ακούσει ξεκάθαρα πιο ήπιες φωνές από τα μέλη του. Δεν υπάρχουν πλέον φωνές για έξοδο από την ευρωζώνη ή την ΕΕ. Και υπάρχει ένας πιο διπλωματικός τόνος αναφορικά με το κούρεμα του χρέους: ένα τέτοιο βήμα θα γίνει ύστερα από συμφωνία με τους πιστωτές».
Αντιθέτως, θα είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσουν σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης με την τρόικα. Μια αριστερή κυβέρνηση πιθανώς θα αυξήσει τους μισθούς του δημοσίου, θα αρνηθεί να συρρικνώσει τις δημόσιες υπηρεσίες όπως προγραμματιζόταν και θα πάει πίσω πολλές μεταρρυθμίσεις του εργασιακού τομέα. Είναι απίθανο η τρόικα να συμφωνήσει σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης υπό αυτές τις προϋποθέσεις.
Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να προσπαθήσει να προχωρήσει χωρίς νέο πρόγραμμα στήριξης. Αλλά αυτό θα ισοδυναμούσε με μια πράξη ισορροπίας. Ενώ το ελληνικό δημόσιο θα χρηματοδοτήσει πιθανώς τις τρέχουσες δαπάνες του 2015 χωρίς νέο δανεισμό, τα κεφάλαιά του δεν θα είναι επαρκή για την εξυπηρέτηση του χρέους. Επομένως θα είναι απαραίτητο να έλθει τουλάχιστον σε μια συμφωνία για την αναδιάρθρωση χρέους με τους επίσημους πιστωτές, που κατέχουν το 80% του ελληνικού χρέους. Αλλά στο τέλος της ημέρας, αυτό μπορεί να αποδειχθεί ευκολότερο από το να συμφωνήσουν σε ένα νέο πρόγραμμα στήριξης.
Η Citigroup εκτιμά ότι η αποτυχία εκλογής προέδρου της δημοκρατίας και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ενισχύει την πολιτική αβεβαιότητα. Μέχρι να επιτευχθεί περαιτέρω πολιτική βεβαιότητα, παραμένει επιφυλακτική και δεν αποκλείει περαιτέρω μεταβλητότητα στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Ωστόσο, πιστεύει ότι μια ευρύτερη μετάδοση της κρίσης είναι απίθανη, παρά το ότι τα πολιτικά ρίσκα αυξάνονται στην ευρωζώνη γενικότερα.
Εκτιμά δε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα λάβει την αυτοδυναμία και θα πρέπει να στηριχτεί σε βουλευτές άλλων κομμάτων για να κυβερνήσει. Ωστόσο δεν είναι σαφές ποιος θα μπορούσε να παράσχει αυτή την στήριξη. Ακόμη, επισημαίνει ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Goldman Sachs: Ρίσκο για την Ελλάδα πιθανή διακοπή του προγράμματος
Ο κίνδυνος για την ελληνική οικονομία δεν συνδέεται με τη φυσική πορεία της δημοκρατικής διαδικασίας, αντιθέτως πηγάζει από την διακοπή της πολιτικής η οποία θα μπορούσε να περιλαμβάνεται σε μια αλλαγή της κυβέρνησης. Στην περίπτωση που η επόμενη ελληνική κυβέρνηση επιλέξει να μην συνεχίσει ή να αντιστρέψει τις προσπάθειες μεταρρύθμισης που πραγματοποιούνται από την έναρξη του προγράμματος προσαρμογής, η υποστήριξη της ΕΚΤ προς την ελληνική οικονομία μπορεί επίσης να τεθεί υπό αμφισβήτηση, επισημαίνει σε ανάλυσή της η Goldman Sachs.
Όπως επισημαίνει, υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους η στήριξη της ΕΚΤ παραμένει «κλειδί»
α/Η Ελλάδα πιθανώς θα ζητήσει χρηματοδότηση από τον επίσημο τομέα της ευρωζώνης για να μετακυλήσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του 2015. Το πιθανό ποσό ποικίλει μεταξύ 6-15 δισ. ευρώ, ανάλογα με τις οικονομικές υποθέσεις. Ο Μάρτιος και ο Ιούνιος (λήξεις δανείων του ΔΝΤ) και ο Ιούλιος και ο Αύγουστος (της ΕΚΤ), είναι οι μήνες όπου οι ανάγκες χρηματοδότησης φαίνεται να είναι πιο πιεστικές. Μεταξύ του 2011 και του 2012, έγινε χρήση εκτάκτων μηχανισμών χρηματοδότησης για να βοηθήσουν την κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, ενώ το πρώτο ελληνικό πρόγραμμα διεκόπη προτού ξεκινήσει το δεύτερο. Αλλά όλα αυτά απαιτούσαν τόσο τη συναίνεση όσο και τη βοήθεια της ΕΚΤ.
α/Η Ελλάδα πιθανώς θα ζητήσει χρηματοδότηση από τον επίσημο τομέα της ευρωζώνης για να μετακυλήσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του 2015. Το πιθανό ποσό ποικίλει μεταξύ 6-15 δισ. ευρώ, ανάλογα με τις οικονομικές υποθέσεις. Ο Μάρτιος και ο Ιούνιος (λήξεις δανείων του ΔΝΤ) και ο Ιούλιος και ο Αύγουστος (της ΕΚΤ), είναι οι μήνες όπου οι ανάγκες χρηματοδότησης φαίνεται να είναι πιο πιεστικές. Μεταξύ του 2011 και του 2012, έγινε χρήση εκτάκτων μηχανισμών χρηματοδότησης για να βοηθήσουν την κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, ενώ το πρώτο ελληνικό πρόγραμμα διεκόπη προτού ξεκινήσει το δεύτερο. Αλλά όλα αυτά απαιτούσαν τόσο τη συναίνεση όσο και τη βοήθεια της ΕΚΤ.
β/Η ΕΚΤ αυτή τη στιγμή παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες, αποδεχόμενη τις εγγυήσεις της ελληνικής κυβέρνησης ως collateral. Εάν μια ελληνική κυβέρνηση καταστεί αφερέγγυα, τότε η χρήση των collateral των εγγυημένων από την ελληνική κυβέρνηση θα σταματούσε από την ΕΚΤ. Και αυτό θα σημαίνει μια σημαντική μείωση της διαθέσιμης ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες. Το ζήτημα τότε θα είναι εάν η ΕΚΤ επιτρέψει την παράταση της ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες μέσω της εθνικής κεντρικής τράπεζας με τη μορφή του ELA.
γ/Οι ελληνικές τράπεζες ίσως χρειαστούν επίσης επιπλέον πόρους σε περίπτωση που τα επίπεδα καταθέσεων αρχίσουν ξανά να δέχονται πιέσεις. Και σε αυτή την περίπτωση, η συνεχιζόμενη πρόβλεψη ρευστότητας της ΕΚΤ στην Τράπεζα της Ελλάδας (μέσω του Target 2), και ως εκ τούτου στις ελληνικές τράπεζες, απαιτείται για να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Σε ό,τι αφορά την ευρωζώνη, η Goldman Sachs εκτιμά ότι τα ρίσκα μετάδοσης από την Ελλάδα θα είναι συγκρατημένα. Η ελληνική περίπτωση μοιάζει ιδιοσυγκρυσιακή σε σχέση με τα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης. Και η ευρωζώνη έχει τώρα περισσότερα εργαλεία πολιτικής για να συγκρατήσει τις πιέσεις της αγοράς σε πρώιμο στάδιο. Η προοπτική της αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ στις αρχές του επομένου έτους, «που θεωρούμε ότι θα λάβει χώρα ανεξαρτήτως των εξελίξεων στην Ελλάδα, θα δράσει επίσης για να μειώσει τις επιδράσεις στις αγορές ομολόγων της ευρωζώνης».
Διαβλέπει δύο βασικά ερωτήματα που μπορεί να προκύψουν στην περίπτωση που η περίπτωση της Ελλάδας γίνει πιο ακραία και το ρίσκο χρεοκοπίας πιο πειστικό:
α/Μια πιθανή ελληνική χρεοκοπία θα μπορούσε για άλλη μία φορά να εγείρει ερωτήματα για την κυριότητα των κρατικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ (και που είναι πιθανό να αυξηθεί όταν αρχίσει το QE). Η ΕΚΤ έχει προσπαθήσει να διαλύσει τις έννοιες της κυριότητας, ξεχωρίζοντας τις αγορές με βάση το SMP (όπου η ΕΚΤ de facto διατήρησε ένα καθεστώς προνομιούχου πιστωτή στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους) και το ΟΜΤ (όπου η ΕΚΤ είναι de jure ένας πιστωτής pari passu με τον ιδιωτικό τομέα). Περαιτέρω, το μελλοντικό QE είναι πιθανό ότι θα παρουσιαστεί ως μια νομισματική λειτουργία που περιλαμβάνει καταμερισμό του ρίσκου σε όλο το Eurosystem των κεντρικών τραπεζών. Και πάλι, η θέση της ΕΚΤ σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του κρατικού χρέους εντός της ΕΕ, παραμένει θέμα συζήτησης.
β/ Οι επενδυτές θα παρακολουθούν επίσης προσεκτικά εάν και πώς η ΕΚΤ θα συνεχίσει να στηρίζει τις ελληνικές τράπεζες σε περίπτωση μιας χρεοκοπίας, καθώς θα περιλαμβάνει και ζημιές στον ισολογισμό της. Δεδομένου ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες και καλά ρυθμισμένες από την ΕΚΤ, δεν φαίνεται κάποιος ιδιαίτερος τραπεζικός λόγος για να διακοπεί η ροή πίστωσης προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αλλά από την άλλη πλευρά, ένας πιθανός αποκλεισμός των κρατικών ομολόγων (και των εγγυημένων από την κυβέρνηση τίτλων) από τη λίστα των επιλέξιμων collateral, μπορεί να προκαλέσει ένα πιστωτικό γεγονός μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.
Επιμέλεια: Έφη Ευθυμίου
Επιμέλεια: Έφη Ευθυμίου
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.